ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΔΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

 

 

  • Το κείμενο, που ακολουθεί, αφιερώνεται στην αποφράδα συμπλήρωση 565 χρόνων από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Αλλά κι ο ανώνυμος λαϊκός μας ποιητής, που πριν από την πτώση της Πόλης απέσυρε στα ερμάρια της λήθης τη λιγύφθογγο λύρα του, αφού πουθενά στον ορίζοντα δεν έφεγγε αχτίδα ελπίδας, αλλά φόβος κι απόγνωση και αποθάρρυνση επλανώντο παντού, αμέσως μετά την Άλωση ανέσυρε από τη λήθη την άρπα και πλημμυρισμένος από αισιοδοξία έγινε παρηγορητής της ίδιας της Παναγιάς: «Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μην πολυδακρύζεις, πάλε με χρόνια με καιρούς πάλι δικά σας είναι».

Τούτοι και μόνο οι στίχοι αρκούν για να κατανοήσει πλήρως κανείς, πώς, τούτος ο λαός δεν χάνεται στα Τάρταρα, μονάχα ξαποσταίνει, στη ζωή ξαναφαίνεται και λαούς ανασταίνει. Και δεν είναι μόνο που δεν στα Τάρταρα, αλά είναι εκείνος ο λαός, που όλοι γύρω του οι λαοί τρώνε από αυτόν και μένει και μαγιά. Μοιάζει με το συκώτι του Προμηθέα Δεσμώτη του ατσαλοκαρφωμένου στον Καύκασο, που το τρώγε ολημερίς ο αητός και ξαναγεννιόταν τη νύχτα.

Την ίδια αισιοδοξία για ανάσταση του Γένους των Ελλήνων αποπνέουν και ακόλουθοι στίχοι του ανώνυμου λαϊκού Ποντίου ποιητή με τη διαφορά ότι εδώ παραμυθούμενος δεν είναι η Παναγιά η Δέσποινα, αλλά ο Αγιάννης ο Χρυσόστομος.:

Επαίραν το βασιλοσκαμ’ κι ελλάεν η αφεντία

μοιρολογούν τα εκκλησιάς κλαίγνε τα μοναστήρια

κι Αγιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει δερνοκοπισκάται.

Μη κλαις, μη κλαις Άη Γιάννε μου και δερνοκοπισκάσαι.

Η Ρωμανία πέρασεν, η Ρωμανία πάρθεν!

Η Ρωμανία κι αν επέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο!

(Πήραν τη βασιλεύουσα και βάλαν το Σουλτάνο

μοιρολογούν οι εκκλησιές, τα μοναστήρια κλαίνε.

Κι Αγιάννης ο Χρυσόστομος κλαίει στηθοκοπιέται.

-Μην κλαις, μην κλαις, Αγιάννη μου, και μη στηθοκοπιέσαι.

-Η Ρωμανία χάθηκε, η Ρωμανία επάρθη!

-Η Ρωμανία κι αν σκλαβώθηκε θ’ αναστηθεί και πάλι!)

Η Ρωμανία αναστήθηκε, έστω κι αν χρειάστηκε να διαβούν τέσσερις ολάκεροι αιώνες πηχτής σκλαβιάς. Αναστήθηκε όμως συρρικνούμενη, σκιά του παλιού μεγαλείου, γιατί έτσι το θέλανε οι δυνατοί της Ευρώπης, αγνώμονες κι αχάριστοι κι επιλήσμονες της πνευματικής ευεργεσίας, που τους προσέφερε το Γένος των Ελλήνων. Αλλά έτσι είναι: Ουδείς ασφαλέστερος εχθρός του ευεργετηθέντος, και μάλιστα πλουσιοπαρόχως.

Είναι αλήθεια ότι μένει και μαγιά στο Γένος μας, όταν βέβαια είμαστε στο εμείς και όχι στο εγώ κατά το θυμόσοφο λόγο του Έλληνα Στρατηγού Μακρυγιάννη. Πόσες όμως φορές τούτον τον θυμόσοφο λόγο τον κρατάμε καλά στη μνήμη μας; Και θαυματουργούμε και γινόμαστε φάρος που διαλύει τα σκότη των λαών; Αλλά και πόσες φορές ιππεύοντας στο ατίθασο άτι του εγώ καλπάζουμε με τυφλωμένο το νου κατευθυνόμενοι στα Τάρταρα της συμφοράς; Τούτο το άτι της συμφοράς ίππευε για χρόνια ο Βυζαντινός Ελληνισμός. Και το γκρέμισμα στα Τάρταρα ήταν μοιραίο. Παρήγορο σημάδι όμως ήταν και η ατελείωτη μαγιά. Κι ας μη νομίσει κανείς πως άλλαξε το σκηνικό. Ο λόγος του Μακρυγιάννη νομίζω πως θα μείνει ανεξίτηλος στο διάβα των αιώνων. Έχουν άδικο όσοι υποστηρίζουν ότι η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Απλούστατα αλλάζουν οι μορφές των πρωταγωνιστών.

Τούτο το τελευταίο πρέπει να βάλουμε καλά στο μυαλό μας. Οι σκληρές δοκιμασίες δεν θα παύσουν να μας συνοδεύουν στο διάβα του χρόνου. Δεν μας πρέπει άλλη συρρίκνωση. Κι ας μην επαναπαυόμαστε πως θα βρούμε συμπαραστάτες, στο οδυνηρό πέσιμό μας. Τα σχήματα εδραζόμενα σε ισχυρές νομικές διατάξεις ελάχιστη εγγύηση παρέχουν. Τη θέση της λυκοφιλίας εύκολα την παίρνουν τα συμφέροντα και μάλιστα τα οικονομικά. Είναι αρχή αναμφίλεκτη της ζωής.

Σε μας λοιπόν εναπόκειται η αποφυγή οδυνηρών περιπετειών. Ας αποβάλουν επί τέλους της αλήθεια τους οι διαχρονικοί στίχοι του εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού:

Με τα ρούχα αιματωμένα

ξέρω ότι έβγαινες συχνά

να γυρεύεις εις τα ξένα

άλλα χέρια δυνατά.

Μοναχή το δρόμο επήρες,

εξανάλθες μοναχή

δεν είν’ εύκολες οι θύρες,

εάν η χρεία τες κουρταλεί.

Και θα συμβεί, αυτό αν ενστερνιστούμε και κάνουμε πράξη ζωής, όσα ο ίδιος ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός με πόνο ψυχής διασαλπίζει συμβουλευτικά:

Η διχόνοια που βαστάει

ένα σκήπτρο η δολερή

καθενός χαμογελάει

παρ’ το λέγοντας κι εσύ.

Κειό το σκήπτρο που σας δείχνει

έχει αλήθεια ωραία θωριά

μην το πιάστε, γιατί ρίχνει

εισέ δάκρυα θλιβερά.

Δεν έχουμε την πολυτέλεια για άλλα δάκρυα θλιβερά. Σύψυχοι και ομόψυχοι, το εν φρονούντες και όντας στο εμείς και όχι στο εγώ, ας τιμούμε με τον προσήκοντα σεβασμό τους μεγάλους σταθμούς της ιστορικής μας πορείας. Ίσως η συνειδητή γνώση του παρελθόντος σταθεί πρόφραγμα στις οδυνηρές περιπέτειες του μέλλοντος. Αυτό είναι το υψηλό μας χρέος.