ΑΡΘΡΟ
Του Δημήτρη Βασλή
Η ΔΟΞΑ γιορτάζει το 2018 τα εκατό χρόνια από την ίδρυσή της και οι φίλαθλοί της θα ήταν πανευτυχείς αν συνοδευόταν με την άνοδό της στην Α’ κατηγορία.
Η Δόξα Δράμας σ’ αυτά τα 100 χρόνια που πέρασαν είχε μια αξιοζήλευτη και αξιοπρεπή εκπροσώπηση στο άθλημα του ποδοσφαίρου ως επαρχιακή ομάδα, ιδιαίτερα στη δεκαετία 1950-1961.
Όσα έχει να επιδείξει σ’ αυτό το χρονικό διάστημα καμιά άλλη ελληνική ομάδα δεν μπόρεσε να πετύχει τα αντίστοιχα κατορθώματά της.
Η Δόξα Δράμας την εποχή εκείνη ονομάστηκε από το σύνολο του ελληνικού τύπου ως η ομάδα θαύμα του ποδοσφαίρου. Χαρακτηρίζονταν επίσης ως: «Η κραταιά Δόξα», «Η βασίλισσα του Βορρά», «Οι λιλιπούτειοι», «Οι Μαυραετοί της Μακεδονίας», «Η Νύφη του Βορρά», «Ομάδα υπόδειγμα ευρωπαϊκή». Το σπουδαίο ήταν πως σε μια εξαετία έφθασε τρεις φορές στον τελικό Κυπέλου και ανακηρύχθηκε φιναλίστρια άλλες τρεις φορές, όμως το σπουδαιότερο και το σημαντικότερο θεωρείται ότι τρεις φορές κατέκτησε το Κύπελλο ήθους από την ΕΠΟ, διάκριση πολύ μεγάλη, απίστευτη για τα σημερινά δεδομένα.
Στα τελικά κυπέλων τις δύο φορές δικαιούταν να στεφθεί κυπελλούχος Ελλάδας, αλλά η νοοτροπία των διαιτητών της Αθήνας και του Πειραιά καθώς και των παραγόντων της εποχής δεν το επέτρεψαν. Στην δεκαετία εκείνη οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές της Δόξας έπαιζαν στις εθνικές ομάδες (Εθνική Ελλάδας, Εθνική Νέων και στρατεύσιμοι Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας στην Εθνική Ενόπλων Δυνάμεων).
Το 1951-1952 η Δόξα έκλεισε και πολλά διεθνή ποδοσφαιρικά παιχνίδια μερικά από αυτά ήταν: Νίκολσον Βιέννης, την εθνική Αιθιοπίας 3-0, την Αυστριακή Γκρατς 4-1, την Γκρατς του Γκρατς 2-0 και με πολλές άλλες από την Βουλγαρία και Τουρκία.
Η Δόξα ήταν το στολίδι της αιματοβαμμένης Δράμας και της Μακεδονίας. Μετά από την κατοχή και τον εμφύλιο ξεπετάχθηκαν αυτά τα ξυπόλυτα και πεινασμένα ντόπια δραμινά παιδιά που έγραψαν την ιστορία του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα και δίδαξαν σωστό ποδόσφαιρο. Οι φίλαθλοι σε όλα τα γήπεδα την χειροκροτούσαν επειδή απολάμβαναν ευχάριστο θέαμα.
Ομάδα πειθαρχημένη – σαν το ιερό λόχο – είχαν μεγάλο σεβασμό στον Πρόεδρό τους Αντώνη Καστρινό, υπάκουαν τους προπονητές τους Πάγγαλο και Μάρκοβιτς. Η ενδυμασία τους ήταν ομοιογενής και άψογη, οι κάλτσες έφταναν ως το γόνατο, οι φανέλες μέσα στα σωβρακάκια, τα μανίκια της φανέλας έπρεπε να φθάνουν στους καρπούς των χεριών ή μέχρι τους αγκώνες και τα παπούτσια είχαν όλα το ίδιο χρώμα.
Και στη συνέχεια η Δόξα είχε να επιδείξει πολλές επιτυχίες, όταν έπαιζε στην Β’ κατηγορία πάνω από είκοσι πρώην ποδοσφαιριστές της έπαιζαν σε άλλες ομάδες της Α’ κατηγορίας αυτό είναι λίγο οξύμωρο αλλά η αλήθεια και η πραγματικότητα και ο νοών νοήτω.
Ο Γιάννης Μπύρος, γνωρίζοντας όλα τα παραπάνω -στα οποία αναφέρθηκα- ως αγνός «Δοξαίος» φίλαθλος θέλησε να βγάλει από την ταλαιπωρία την ένδοξη «Δοξάρα» και έχοντας πλήρη επίγνωση των ευθυνών που αναλαμβάνει, έβαλε μπροστά τον υψηλό στόχο την άνοδο δηλαδή της ομάδας στην Α’ κατηγορία, εκεί όπου της αρμόζει και ταιριάζει στην αγαπημένη μας Δόξα. Δυστυχώς όμως αυτοί που μπορούσαν να συμβάλουν στον σκοπό αυτό δεν τον βοήθησαν όσο έπρεπε και έβλαψαν ίσως χωρίς την θέλησή τους τη Δόξα και απογοήτευσαν τον συνεπή σε όλα Γιάννη Μπύρο, που γενναιόδωρα τους κάλυψε.
Για παράδειγμα στην περίπτωση υπεραριθμίας ξένων παικτών με τον Άρη Θεσσαλονίκης ανέλαβε πλήρως και προσωπικά την ευθύνη καθώς ανακοίνωσε ευθέως δημόσια και με παρρησία το παράπτωμα, όταν οι άλλοι -ως υπεύθυνοι μάλιστα- προσπαθούσαν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, όμως κάποιοι υποψιασμένοι φίλαθλοι το θεώρησαν ως «δόλο».
Όσοι συμμετέχουν σ’ αυτήν την ιστορική ομάδα σε υπεύθυνες θέσεις και ειδικά οι ποδοσφαιριστές είναι υποχρεωμένοι να αποδίδουν το 100% των δυνατοτήτων τους για να μπορούν να θεωρούνται ισάξιοι των προηγούμενων.
Τα χρήματα που δαπανά ο Γιάννης Μπύρος ως μεγαλομέτοχος της Δόξας δεν είναι λίγα ούτε τα κερδίζει με καμιά μαγική ράβδο, αλλά «παλεύει» καθημερινά με τις γεωφυσικές δυνάμεις για να αξιοποιήσει τα μαρμαρικά πετρώματα και για να το πετύχει αυτό χρειάζονται προσελεύσεις και επισκέψεις στα βουνά και στα νταμάρια μέσα σε αντίξοες καιρικές συνθήκες (παγωμένος αέρας, λιοπύρι) και πολύ τύχη δίχως ωράρια.
Εύλογο το ερώτημα στα δύο χρόνια που ο Γιάννης Μπύρος είναι συνεπής σε όλες τις οικονομικές υποχρεώσεις του και σε όλο το «ρόστερ»!
Εσείς κερδίσατε κάποιο από τα λεγόμενα ντέρμπι;
Με τον Γιάννη Μπύρο συναντιόμαστε σχεδόν κάθε Κυριακή στην εκκλησία στο Παληό, είμαστε συνάδελφοι και μας συνδέει παλιά φιλία. Σε μια από αυτές τις συμπτωματικές συναντήσεις μας συζητήσαμε για το άρθρο που έγραψα για τον Τάκη Λουκανίδη με τον τίτλο: «ΝΕΟΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑΝΙΔΗΣ: ΕΝΑΣ ΜΑΥΡΑΕΤΟΣ ΓΚΡΕΜΙΣΤΗΚΕ ΚΑΙ ΕΚΛΑΨΕ ΟΛΗ Η ΧΩΡΑ». Του ανέφερα ότι η οικογένεια του αποθανόντα έχει αρκετά βιβλία από την αυτοβιογραφία του αδιάθετα.
Δίχως να πει λέξη τα πήρε από σεμνότητα στη μνήμη του ανεπανάληπτου Τάκη Λουκανίδη, που μαζί με τον αδελφό του Θανάση και τους άλλους ποδοσφαιριστές εκείνης της θρυλικής ομάδας είχαν προσφέρει τις μεγάλες νίκες και τις ένδοξες στιγμές της Δόξας, οι οποίες μας προσφέρουν ακόμη και σήμερα μεγάλες χαρές.
«Τέλος! Τότε και σήμερα από το ίδιο κατεστημένο διοικείται το ελληνικό ποδόσφαιρο, και ντρέπομαι που οι ελληνικές, αθλητικές αρχές θεωρούν την μετακίνηση φιλάθλων ως ποινικό αδίκημα».
Με τον Γιάννη Μπύρο σίγουρα η Δόξα θα βρεθεί στην Α’ κατηγορία, εκεί όπου της αρμόζει, της πρέπει και της ταιριάζει, γι’ αυτό είμαι βέβαιος, αρκεί να μη γίνουν τα λάθη του παρελθόντος.