Ενόσω η παραλλαγή Δέλτα συνεχίζει να επεκτείνεται σε ολόκληρο τον κόσμο, αντίστοιχα αυξανόμενη στη Λατινική Αμερική αλλά και άλλες χώρες φαίνεται πλέον και η μετάδοση της παραλλαγής Λάμπντα (Lambda).

Η παραλλαγή αυτή, από την εξελικτική σειρά C.37, δεν εντάσσεται στις «παραλλαγές ανησυχίας», αλλά στις «παραλλαγές ενδιαφέροντος» σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Με αφορμή την άνοδο των κρουσμάτων από το συγκεκριμένο τύπο του ιού, ερευνητές από την Ιατρική Σχολή Γκρόσμαν του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης διαπίστωσαν ότι τα αντισώματα που παράγουν τα εμβόλια, ήταν λιγότερο αποτελεσματικά απέναντι στη συγκεκριμένη πρωτεΐνη – ακίδα της νέας παραλλαγής, ευτυχώς όμως η μείωση της αποτελεσματικότητας ήταν ελάχιστη.

Οι ίδιοι ερευνητές προχώρησαν και σε έλεγχο της αποτελεσματικότητας σκευάσματος με κοκτέιλ μονοκλωνικών αντισωμάτων τα οποία ήταν κι αυτά αποτελεσματικά απέναντι στην παραλλαγή Λάμπντα.

Η σχετική μελέτη βρίσκεται υπό αξιολόγηση, και προδημοσίευσή της έγινε στο bioRxiv.

Ανησυχία για τις παραλλαγές

Η συνεχόμενη αύξηση των παραλλαγών του κοροναϊού με μεταλλάξεις οι οποίες προκαλούν αυξημένη μεταδοτικότητα ή διαφυγή από την ανοσία που προσφέρουν τα εμβόλια ή τη μόλυνση από προηγούμενο στέλεχος του ιού, απασχολεί την επιστημονική κοινότητα. Και ο λόγος είναι η μείωση της προστασίας από τα υπάρχοντα εμβόλια ή μονοκλωνικά αντισώματα που είναι διαθέσιμα για την αντιμετώπιση της ασθένειας.

Η πρωτείνη ακίδα του C.37 περιλαμβάνει διαγραφές και μεταλλάξεις δύο από τις οποίες αφορούν το σημείο πρόσδεσης του ιού με τα κύτταρά μας. Και ο κίνδυνος που εντοπίζει η ερευνητική ομάδα του Ναθάνιελ Λαντάου, καθηγητή Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή Γκρόσμαν του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης είναι η αυξημένη μεταδοτικότητα της παραλλαγής αυτής, σε συνδυασμό με τον κίνδυνο επαναμόλυνσης ή μείωσης της προστασίας από τα υπάρχοντα εμβόλια.

Στη μελέτη τους, οι ερευνητές, διερεύνησαν την αποτελεσματικότητα πλάσματος από αναρρώσαντες από τον ιό, αντισωμάτων από εμβολιασμό και δύο κοκτέιλ μονοκλωνικών αντισωμάτων.

Η πρωτείνη του C.37 επέδειξε μια διπλάσια αύξηση της μολυσματικότητας του ιού, μέσω των υποδοχέων της αγγειοτασίνης (ACE2), έναντι του αρχικού στελέχους, και η αιτία είναι η μία μετάλλαξη του σημείου πρόσδεσης (L452Q).

Ταυτόχρονα διαπίστωσαν ότι η νέα παραλλαγή είναι πιο ανθεκτική στα αντισώματα, έναντι του αρχικού στελέχους. Συγκεκριμένα σε ότι το πλάσμα από αναρρώσαντες, διαπίστωσαν ότι η νέα παραλλαγή ήταν 3,3 φορές πιο ανθεκτική στην αδρανοποίηση από τα αντισώματα των ασθενών και 2,3 – 3 φορές πιο ανθεκτική στα αντισώματα που παράγουν τα εμβόλια της Moderna και της Pfizer, αντίστοιχα. Στην ανθεκτικότητα αυτή, συνέβαλαν και οι δύο μεταλλάξεις του σημείου πρόσδεσης (L452Q και F490S).

Σε ότι αφορά τα μονοκλωνικά αντισώματα, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δύο κοκτέιλ της Regeneron, όπου στο ένα κοκτέιλ η αντίσταση της παραλλαγής ήταν 3,6 φορές μεγαλύτερη έναντι του αρχικού στελέχους, όμως όταν τα δύο κοκτέιλ χρησιμοποιήθηκαν συνδυαστικά, δεν υπήρξε αντίσταση.

Καταλήγοντας, οι ερευνητές διαπίστωσαν μερική αντίσταση στην αδρανοποίηση της νέας παραλλαγής,  με τριπλάσια κατά μέσο όρο μείωση της αδρανοποίησης του ιού από τα αντισώματα από εμβόλιο mRNA, χωρίς όμως να χάνεται η προστατευτική δράση του εμβολίου, ενώ αντίστοιχα με τα μονοκλωνικά αντισώματα διαπίστωσαν την ανάγκη του συνδυασμού τους για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της παραλλαγής C.37.

Βέβαια, οι επιστήμονες σημείωσαν ότι τα ήδη υπάρχοντα σχήματα εμβολίων ή φαρμάκων μπορούν να αντιμετωπίζουν τον ιό με τις μέχρι σήμερα μεταλλάξεις του, όμως τίποτα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να υπάρξουν νέες παραλλαγές που θα είναι ανθεκτικές στα υπάρχοντα εμβόλια.

Πηγή: in.gr