Του Δημητρίου Κουκουτσολίδη
Μέλους της Εθνικής Επιτροπής της «Δημιουργίας Ξανά»
Υποψήφιου Ευρωβουλευτή
Σε πείσμα των ημερών και βεβαίων όλων των καιρών, στην «Δημιουργία #κοινότητα_πολιτών», θα παραμείνουμε σοβαροί, δηλαδή γραφικοί. Θα μιλήσουμε (οι μόνοι άλλωστε που το κάνουμε συνεχώς) για το πραγματικό διακύβευμα της συζήτησης κι όχι για άλλα θέματα της περιρρέουσας κατάστασης (που είναι μεν σοβαρά, αλλά όχι της παρούσης). Για την Ευρώπη.
Ας μιλήσουμε για Ευρώπη, λοιπόν.
Όλοι ξέρουμε ότι θεμέλιο της λειτουργίας της δημοκρατίας, είναι η ψηφοφορία. Και η Ευρώπη των 27 κρατών, κάπως πρέπει να ψηφίζει, να παίρνει αποφάσεις. Πώς; Ποια είναι, κατά την άποψή σας, η ιδανική μορφή ψηφοφορίας στα όργανα που κάθε κράτος συμμετέχει; Με έναν εκπρόσωπο; Κράτος και ψήφος; Δηλαδή μία ψήφος η Γερμανία, μία και το Λουξεμβούργο; Ψήφος με συντελεστή βαρύτητας, θα έλεγε κάποιος. Βαρύτητας σε σχέση με τι; Με την έκταση του κράτους; Με τον πληθυσμό; Με το ΑΕΠ; Με το ποσοστό συμμετοχής κάθε κράτους στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό; Με συνδυασμό των παραπάνω; Αν έπρεπε εσείς να φτιάξετε τον μηχανισμό ψηφοφορίας, τι θα προτείνατε;
Δείτε λοιπόν τι ίσχυε έως τις 31 Οκτωβρίου 2014. Οι πράξεις που θεσπίζονταν μετά από πρόταση της Επιτροπής (της γνωστής κομισιόν) πρέπει να συγκεντρώνουν τουλάχιστον 74% του συνολικού αριθμού των ψήφων των κρατών μελών οι οποίες έπρεπε να αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον 62% του πληθυσμού της Ένωσης. Από την 1η Νοεμβρίου 2014, ως ειδική πλειοψηφία ορίζεται ποσοστό τουλάχιστον 55% των μελών του Συμβουλίου, το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον δέκα πέντε μέλη και αντιπροσωπεύει κράτη μέλη που συγκεντρώνουν ποσοστό τουλάχιστον 65% του πληθυσμού της Ένωσης. Η μειοψηφία αρνησικυρίας πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τέσσερα μέλη του Συμβουλίου, ειδάλλως θεωρείται ότι επιτυγχάνεται ειδική πλειοψηφία. Όμως, εφόσον το Συμβούλιο δεν αποφασίζει μετά από πρόταση της Επιτροπής ή του ύπατου εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, ως ειδική πλειοψηφία ορίζεται ποσοστό τουλάχιστον 72% των μελών του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύουν τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, εφόσον το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί στο 65% τουλάχιστον του πληθυσμού της Ένωσης!
Απλό, ε;
Όμως αυτή η πολυπλοκότητα καταφέρνει και λύνει μια δύσκολη εξίσωση. Αν η Ε.Ε. αποφάσιζε με την αρχή της ομοφωνίας τίποτε δεν θα προχωρούσε. Αν αποφάσιζε με κριτήριο τον πληθυσμό και την οικονομική ισχύ, τα μεγάλα κράτη θα έκαναν ότι ήθελαν, και οι μικροί θα ήταν μόνιμα στη γωνία. Η Ε.Ε λοιπόν πριμοδοτεί τη συμμετοχή των «μικρών» κρατών, ώστε η φωνή τους να έχει δύναμη. Αυτή η οπτική φαίνεται ξεκάθαρα στο Ευρωκοινοβούλιο. Το Ευρωκοινοβούλιο έχει 750 μέλη συν τον πρόεδρο. Η Γερμανία με τα 83 σχεδόν εκατομμύρια πληθυσμού στέλνει 96 ευρωβουλευτές, δηλαδή έναν για κάθε 850.000 πολιτών. Η Ελλάδα στέλνει 21, δηλαδή έναν για κάθε 535.000. Αν το μέτρο της Γερμανίας ίσχυε για όλους, εμείς θα έπρεπε να στείλουμε 13 ευρωβουλευτές και η Μάλτα με τους 460.000 κατοίκους, μισόν βουλευτή! Όμως στέλνει 6, έναν για κάθε 68.000 πολιτών. Δηλαδή η ψήφος του Μαλτέζου πολίτη είναι σχεδόν 13 φορές ισχυρότερη από αυτή του Γερμανού πολίτη. Τα μεγάλα κράτη της Ε.Ε. δέχθηκαν να υποεκπροσωπούνται στο Ευρωκοινοβούλιο υπέρ των μικρών κρατών, για να μην αισθάνονται αυτά ότι στην Ευρώπη όλα τα αποφασίζουν οι μεγάλοι και οι μικροί έχουν απλά διακοσμητικό ρόλο. Όμως μικροί, μεσαίοι και μεγάλοι δημιουργούν ένα πολύ μεγάλο σύνολο. Και τα μεγάλα σύνολα δύσκολα διοικούνται. Πώς θα γίνει συζήτηση ανάμεσα σε 750 άτομα; Κάθε ευρωβουλευτής μπορεί να μιλήσει για ένα μόνο λεπτό. Αν δεν μιλήσει, μπορεί να υποβάλλει υπόμνημα με 200 το πολύ λέξεις. Αν σε κάποιο θέμα ήθελαν να τοποθετηθούν όλοι οι ευρωβουλευτές, μιλώντας ο ένας πίσω από τον άλλον non stop, η συζήτηση θα κρατούσε 12,5 ώρες.
Η πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η σχέση της χώρας μας με αυτή (θα έπρεπε να) είναι το πιο σημαντικό θέμα της πολιτικής ατζέντας, όχι μόνο για το μέλλον του έθνους μας, αλλά και για την καθημερινότητά μας, σήμερα. Όμως, όπως έχετε διαπιστώσει, ελάχιστα συζητάμε γι αυτό. Όλα τα κόμματα εντός και εκτός Βουλής αναλώνονται σε αψιμαχίες παραπολιτικού χαρακτήρα, σε κουτσομπολιά αβάσταχτης ελαφρότητας, αποφεύγοντας ακόμα και να αγγίξουν τα μεγάλα προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Όμως η ατολμία, η ανικανότητα, η εθελοτυφλία, δεν δίνουν λύση σε τίποτε.
«Όταν δεν ξέρεις σε ποιο λιμάνι κατευθύνεσαι, κανένας άνεμος δεν είναι ούριος», έλεγε ο Σενέκας.
Η Ευρώπη ήξερε πολύ καλά, από ποια καταιγίδα έπρεπε να φύγει. Για χιλιετίες ολόκληρες υπήρξε το πεδίο των πιο αιματηρών συγκρούσεων της ανθρώπινης ιστορίας. Κι ήταν ζεστό ακόμα το αίμα του Β’ΠΠ όταν φωτισμένοι Ευρωπαίοι, πολίτες των πρώην εμπολέμων κρατών, είπαν «κάτι πρέπει να κάνουμε για να μην ξανασυμβεί αυτό». Το πέτυχαν; Ως προς αυτόν τον στόχο, απολύτως. Οι σημερινοί 70άρηδες είναι η πρώτη γενιά στην ιστορία της ηπείρου μας, που δεν γνώρισε πόλεμο. Η σύντομη εξαίρεση του γιουγκοσλαβικού εμφυλίου (που μπορεί να θεωρηθεί και περιορισμένης εμβέλειας) αποδεικνύει το πόσο εύκολο είναι ο άνθρωπος να ξαναγίνει κτήνος όταν η λεπτή κρούστα πολιτισμού, στην οποία πατάει, σπάσει και βυθιστεί εκ νέου στο κοχλάζον μάγμα των νόμων της ζούγκλας, που όριζαν για χιλιάδες χρόνια την ύπαρξή του. Πρέπει να υπογραμμίσουμε αυτή την ευρωπαϊκή κατάκτηση, διότι έχουμε την τάση να θεωρούμε δεδομένο το πλαίσιο ειρήνης και δημοκρατικών διαδικασιών στο οποίο κινείται η ζωή μας και να υποτιμούμε τη συμβολή της Ενωμένης Ευρώπης σε αυτό το επίτευγμα. Έφυγε λοιπόν από την καταιγίδα των πολέμων η Ευρωπαϊκή Ένωση; Ναι, αλλά προς τα που πηγαίνει; Προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, θα απαντήσουν κάποιοι. Πόσο σαφής όμως είναι αυτός ο όρος; Και ποιο είναι το σχέδιο πορείας; Εσείς τι έχετε στο μυαλό σας κάθε φορά που τον ακούτε; Ένα ενιαίο κράτος σαν την Αυστραλία ας πούμε; Ένα είδος Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης; Μια ομοσπονδία κρατών με ανεξάρτητες κυβερνήσεις αλλά με κάποια κοινά κεντρικά όργανα; Ένα σύστημα αυτοδιοικούμενων Περιφερειών, σαν τα ελβετικά καντόνια, στο οποίο, η βασική διοικητική μονάδα δεν θα είναι οι χώρες αλλά το καντόνι της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας, της Βαυαρίας, της Αλσατίας; Ποια ήταν η τελευταία φορά που ακούσατε ένα συστημικό κόμμα, από αυτά που γεμίζουν τα ψηφοδέλτιά τους με celebrities και που ο έλληνας πολίτης ψηφίζει σε «αποκλειστικότητες», να εξηγεί τι σημαίνει στην πράξη «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», «ενδυνάμωση» και «εμβάθυνση» των ευρωπαϊκών θεσμών – όροι που χρησιμοποιούνται κατά κόρον από όσους θέλουν κάτι να πουν, χωρίς να έχουν να πουν τίποτα;
Κάθε σχέση μεταξύ κρατών, αλλά και γενικά κάθε πολιτική σχέση έχει μία και μοναδική βάση. Το συμφέρον. Όχι τον έρωτα. Όχι δηλαδή τον θαυμασμό των φιλελλήνων για τους αρχαίους ημών προγόνους. Το συμφέρον! Το οποίο, όμως, μπορεί να είναι και κοινό. Δεν σημαίνει δηλαδή πως όταν κερδίζει ο ένας πρέπει οπωσδήποτε να χάνει ο άλλος. Win-Win, το λεν αυτό στο χωριό μου και είναι η βάση της παγκόσμιας εξωτερικής πολιτικής, από καταβολής κόσμου. Μπήκαμε λοιπόν στην τότε ΕΟΚ γιατί μας συνέφερε: οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά, γεωστρατηγικά. Πήραμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση – και πήραμε πολλά. Μόνο οι καθαρές εισροές, δηλαδή χρήματα των ευρωπαίων φορολογουμένων που τα άλλα κράτη μέλη δώρισαν στην Ελλάδα μέσω προγραμμάτων στήριξης μέχρι το 2020, προσεγγίζουν σε σημερινές τιμές, περισσότερα από 200 δισ. €. Πολύ πιο πάνω από ένα ολόκληρο ΑΕΠ. Φυσικά δεν μας τα δώρισαν για να αγοράσουμε «τζιπάρες», αλλά για να φτιάξουμε υποδομές: δρόμους, σιδηρόδρομο, λιμάνια, δίκτυα επικοινωνίας, κτηματολόγιο, μηχανοργάνωση στο Δημόσιο, νοσοκομεία, σχολεία μέχρι και παιδικούς σταθμούς. Από το 1981 το ύψος των καθαρών μεταβιβάσεων, αυτών δηλαδή που εισπράττουμε αφού αφαιρέσουμε τις εισφορές μας στον κοινοτικό προϋπολογισμό, αυξάνεται συνεχώς και από το 1,3 δισ. € του 1983, φτάσαμε τα 3 δισ. το 1990 και τα 5,5 δισ. € το 2000, περισσότερα από κάθε άλλη χώρα μέλος της Ε.Ε. Το 2008, λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση, οι κοινοτικές μεταβιβάσεις ανήλθαν σε επίπεδο ρεκόρ, φθάνοντας τα 8,5 δισ. €, για να υποχωρήσουν στο ύψος των 6,2 δισ. € το 2015, όταν, προκειμένου να μην χαθούν πόροι από το ΕΣΠΑ συμφωνήθηκε η εκταμίευση του συνόλου των κοινοτικών πόρων με μηδενισμό της εθνικής συμμετοχής. Γιατί όμως παρά την θετική ατμόσφαιρα της υποδοχής και τον πακτωλό των χρημάτων που επακολούθησε, αυτή η σχέση δεν στέριωσε; Ποιος φταίει; Όπως σε κάθε σχέση, και οι δύο.
Ας ξεκινήσουμε από τις δικές μας ευθύνες. Δεν ξέρω πόσοι θυμούνται ότι το ΠΑΣΟΚ που τότε ήταν αξιωματική αντιπολίτευση αντιδρούσε λυσσαλέα στην ένταξή μας («ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο») και αποφάσισε να απουσιάσει όχι μόνο από τη συζήτηση στη Βουλή για την επικύρωση της συνθήκης ένταξης, αλλά (απόλυτη ξευτίλα) και από την επίσημη τελετή υπογραφής της στο Ζάππειο, παρά την παρουσία πρωθυπουργών των κρατών-μελών, που είχαν έρθει στην Ελλάδα για να την τιμήσουν. Έκτοτε ο αντιευρωπαϊσμός σε διάφορες παραλλαγές έγινε το κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα που εκπαίδευσε τους Έλληνες στο να βλέπουν την Ευρώπη ως την αγελάδα που θα αρμέγουμε μόνιμα ή την πλούσια θεία που είναι υποχρεωμένη να μας χαρτζιλικώνει και της βάζουμε τις φωνές όταν δεν το κάνει. Όχι ως ένα σύνολο στο οποίο είμαστε οργανικά ενταγμένοι και εμείς, και έχουμε υποχρεώσεις και εμείς. Κι επειδή το «Αντί» γενικά πουλάει στην Ελλάδα, όλα τα κόμματα υιοθέτησαν κατά καιρούς τον αντιευρωπαϊσμό για ψηφοθηρικούς λόγους. Αν στην αναζήτηση του Google βάλετε τη λέξη «Ευρωπαίοι τοκογλύφοι» θα βρείτε 6.120 αποτελέσματα ανά 0,17 δευτερόλεπτα. Άλλα τόσα θα βρείτε με την φράση «εκβιασμός των δανειστών». Πάνω από μισό εκατομμύριο αποδείξεις του τραγικά χαμηλού επιπέδου κατανόησης που έχει ο σοφός λαός – αλλά και (κυρίως) οι ταγοί του. Ή καλύτερα, του υψηλού επιπέδου απάτης που έχουν οι ταγοί του. Αν αυτή η άποψη σάς φαίνεται υπερβολική, απλώς σκεφθείτε: σε ποια ηλικία κάποιος καταλαβαίνει ότι το 4 ή το 7 είναι μεγαλύτερα από το ένα; Τριών ετών, μπορεί και νωρίτερα. Άρα ποιο είναι το επίπεδο νοημοσύνης όσων καταγγέλλουν ως τοκογλυφικούς τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης, που μας δάνεισαν ένα τερατώδες ποσό, το μεγαλύτερο στην παγκόσμια ιστορία με επιτόκιο μικρότερο από 1%, ενώ όταν οι αγορές μας δάνειζαν με 7,1% (αυτό ήταν το μεσοσταθμικό επιτόκιο όταν μπήκαμε στο €) και 4,6% (αυτό ήταν το μεσοσταθμικό επιτόκιο όταν ξεκίνησε η κρίση), εμείς καμαρώναμε για την πιστοληπτική μας ικανότητα; Τι σόι εκβιαστής είναι κάποιος τον οποίο ΕΣΥ εκλιπαρείς για δανεικά, γιατί κανένας άλλος δεν σου δανείζει και το μόνο που σου ζητάει είναι, να μην συνεχίσεις να ξοδεύεις πάνω από τις δυνατότητες σου;
Όσοι, ελάχιστοι, υποστηρίξαμε τότε (κι όχι μόνο) πως δεν μπορείς να ζητάς δανεικά εσαεί, διατυμπανίζοντας μάλιστα, ότι δεν θα τα επιστρέψεις, ήμασταν «Γερμανοτσολιάδες». Όμως τα 80 δισ. του πρώτου μνημονίου δεν μας τα έδωσε μόνο η Γερμανία. Η Γερμανία έδωσε τα 22,3 δισ.. Μας δάνεισαν τότε 15 χώρες! Ανάμεσά τους η Κύπρος, η Μάλτα, η Σλοβακία, η Σλοβενία κράτη που δανειζόντουσαν από τις αγορές με μεγαλύτερο επιτόκιο από αυτό που δάνειζαν εμάς. Δηλαδή και έχαναν στηρίζοντάς μας και τους βρίζαμε ως τοκογλύφους. Δεν έχω επιχείρημα, έλεγε, η τότε πρωθυπουργός της Σλοβακίας να πείσω τους πολίτες της χώρας μου, που μεταρρύθμισαν μια σοβιετικού τύπου οικονομία χωρίς καμία εξωτερική βοήθεια και έχουν (τo 2010) κατώτατο μισθό 308 ευρώ, και μέση σύνταξη (μετά τα 67) 337 €, να βάλουν βαθειά το χέρι στην τσέπη και να δώσουν 817 εκατ. € (τόσο ήταν το κοστουμάκι για τη Σλοβακία) για να στηρίξουν τον 50άρη Έλληνα συνταξιούχο κάποιας ΔΕΚΟ των 4.000 €. Εσείς θα τι επιχείρημα θα βρίσκατε; Να θυμίσω ότι η κυβέρνηση της Σλοβακίας έπεσε το 2011, όταν ζήτησε από τη Βουλή να εγκρίνει την επέκταση των αρμοδιοτήτων του EFSF, του οργάνου διαχείρισης χρηματοπιστωτικών κρίσεων.
Αν εκπροσωπούσατε τη χώρα σε ένα Eurogroup με ποιο επιχείρημα θα υποστηρίζατε το ότι ακόμα και σήμερα δίνουμε σε πάνω από 350.000 συνταξιούχους συντάξεις, από 1500 έως και πάνω από 5.000 €, με κάποιους από αυτούς να παίρνουν έως και 10 συντάξεις ο καθένας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας; Τα οποία (ειρήσθω εν παρόδω) η Τρόικα υποχρέωσε να δημοσιοποιούνται. Μέχρι την πρώτη ανάρτηση των πινάκων τον Ιούνιο του 2013, δεν βλέπαμε αλλά και δεν ξέραμε τι πληρώνουμε. Να φανταστείτε ότι υπήρξε αναρτημένη επίσημη έκθεση (του Δεκεμβρίου του 2018 συγκεκριμένα), όπου 613 συνταξιούχοι περιγράφονται ως… απροσδιορίστου ηλικίας, αριθμός που, λίγο πάνω, λίγο κάτω, εμφανίζεται κάθε μήνα. Θα ήταν πραγματικά μια χαριτωμένη λεπτομέρεια των greek statistics, αν δεν ήταν η τραγική απόδειξη ότι ολόκληρο κράτος δεν έχει την ικανότητα ή δεν μπαίνει καν στον κόπο να ενημερωθεί για ένα στοιχείο (την ηλικία) που είναι βασική προϋπόθεση για τη χορήγηση σύνταξης. Απίθανο ε;
Δεν είναι, λοιπόν, ευθύνη της Ε.Ε. η κρατική σπατάλη, το πελατειακό κράτος, η ψηφοθηρία, η θεσμική ανομία, η ανυπαρξία θεσμών, η λιμνάζουσα Δικαιοσύνη και η μεταμόρφωσή της σε υποχείριο της εκάστοτε κυβέρνησης, η διάλυση της Παιδείας, το απαρχαιωμένο, ανίκανο, σαδιστικό, υπερδιογκωμένο, σφραγιδοχαρτοβασίλειο που ονομάζουμε Ελληνικό Δημόσιο. Είναι δικές μας κατασκευές αυτά. Η ευθύνη της Ε.Ε. είναι άλλη. Ότι ενώ ξεκίνησε ως Οικονομική Κοινότητα, άρχισε να διευρύνεται με πολιτικά κριτήρια, χωρίς να έχει στοιχειώδη πολιτικά εργαλεία. Να το πούμε με απλά λόγια: όταν βρέχαμε το βαμβάκι απαιτώντας «όλα τα κιλά – όλα τα λεφτά», ή όταν δηλώναμε κοπάδια και καλλιέργειες ανύπαρκτες για να πάρουμε την επιδότηση, δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός στην Ε.Ε. για να το σταματήσει. Η Ε.Ε. χτίστηκε με την αρχή της αξιοπιστίας, από κράτη που δεσμεύτηκαν ότι δεν θα άρχιζαν να κλέβονται μεταξύ τους. Κι αν κάποιος, αργότερα, αποδεικνυόταν απατεώνας; Αν αναλάμβανε υποχρεώσεις, έπαιρνε το παραδάκι αλλά δεν υλοποιούσε; Η Ε.Ε. (αφού δεν μπορούσε να τον αποβάλλει) το πολύ να επέβαλε κανένα πρόστιμο, όπως το πρόσφατο των σχεδόν 283 εκατ € στον ΟΠΕΚΕΠΕ με καταλογισμό που αφορά ενισχύσεις έκτασης αλλά και πολλαπλή συμμόρφωση για τα έτη αξίωσης 2020-2022 ή τα πολλές δεκάδες εκατομμυρίων που πληρώσαμε από το 2015 μέχρι σήμερα για τις ανοιχτές χωματερές. Ήταν επομένως λάθος, η δική μας είσοδος στην ΕΟΚ; Από την είσοδο μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορεί να ωφεληθήκαμε σε οικονομικό επίπεδο, αλλά χάσαμε σε παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα. Όπως θα συνέβαινε εάν ένας χρεοκοπημένος ιδιώτης, σπάταλος και κακός διαχειριστής, κέρδιζε ένα λαχείο. Είναι βέβαιο ότι θα ξόδευε τα χρήματα του λαχείου με τον ίδιον τρόπο. Κι όταν θα τέλειωναν θα ήταν σε χειρότερη κατάσταση από αυτή που ήταν πριν.
Δισεκατομμύρια ευρώ δόθηκαν από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο για τον εκσυγχρονισμό του Δημοσίου για την εφαρμογή Πληροφορικής, για την εκπαίδευση και την απασχόληση εργαζομένων. Τα περισσότερα από αυτά σπαταλήθηκαν σε ανεπαρκείς δομές, σε αγορά υπερκοστολογημένων υπολογιστών που έμειναν στα κουτιά τους και σάπιζαν στις αποθήκες, σε σεμινάρια «μαϊμούδες», σε soft γενικότερα ενέργειες, σε αντιπαραγωγικές επενδύσεις. Ευρωπαϊκή έρευνα του 2009 απέδειξε ότι 1 χλμ. αυτοκινητοδρόμου στη χώρα μας που πληρώνεται από ευρωπαϊκά κονδύλια κοστίζει όσο 7 χλμ. αντίστοιχου δρόμου στην Ισπανία ή στην Πορτογαλία. Παρά τα πακέτα Ντελόρ, Σαντέρ, ΜΟΠ, ΕΣΠΑ που έρχονται στη χώρα επί 4 δεκαετίες, η Ελλάδα κατρακυλάει συνεχώς στον παγκόσμιο πίνακα ανταγωνιστικότητας. Τα χρήματα της Ε.Ε. ανέπτυξαν τις «δεξιότητες» του φαύλου συστήματος και το ενδυνάμωσαν εις βάρος των παραγωγικών Ελλήνων. Συγκρίνετε την παραγωγική ικανότητα της Ελλάδας της δεκαετίας 55-65 με τη σημερινή. Ήμασταν τότε δεύτεροι στον κόσμο σε ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης. Είμαστε σήμερα στην τελευταία θέση ανάμεσα στις 32 χώρες του ΟΟΣΑ, με τις οποίες συγκρινόμαστε ως προς το επίπεδο ευημερίας. Μια χώρα κρατικοδίαιτων πολιτών και νεαρών συνταξιούχων που για να εξασφαλίσει πόρους φορολογεί μέχρι θανάτου οτιδήποτε παραγωγικό απέμεινε στο τελευταίο σοβιετικό καθεστώς – εξάμβλωμα της Ευρώπης. Γίναμε τόσο ανίκανοι που ούτε τα λεφτά που μας χαρίζουν δεν καταφέρνουμε να πάρουμε. Η απορροφητικότητα των κονδυλίων του διαρθρωτικού ταμείου στην Ελλάδα, έφτασε μετά τις τελευταίες δυόμιση δεκαετίες στα επίπεδα του 80%, κατατάσσοντας την χώρα στην 8η θέση όσον αφορά την επίδοση της, με την Ιρλανδία να κατατάσσεται πρώτη με απορροφητικότητα 90+%. Αυτές τις διαχρονικές αναπηρίες της ελληνικού κράτους, η Ε.Ε. τις έβλεπε. Αξιολογούσε, προειδοποιούσε, αλλά δεν είχε κανέναν μηχανισμό επέμβασης στα εσωτερικά ενός κράτους, διότι δεν πρόβλεψε ότι μπορεί και να χρειαστεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ESM και ο EFSF, τα εργαλεία αντιμετώπισης χρηματοπιστωτικών κρίσεων, δημιουργήθηκαν μετά την ελληνική χρεοκοπία ειδικά για μας. Πριν δεν υπήρχαν καν! Τέτοια σιγουριά!
Εκεί που η Ε.Ε. αποδείχθηκε εντελώς ανοχύρωτη είναι με όσους εντάχθηκαν στους κόλπους της για να την υπονομεύσουν. Μιλάω για το Ηνωμένο Βασίλειο. Από το 1973 που μπήκε στην τότε ΕΟΚ το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν ο μόνιμος ευρωαρνητής. Το Λονδίνο ήθελε να είναι παρόν στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, αφενός για να εμποδίζει κάθε βήμα πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης και, αφετέρου για να παρακολουθεί από κοντά την βιομηχανική υπερδύναμη που είναι η Γερμανία. Καμιά σχέση με την Ενωμένη Ευρώπη που είχαν οραματιστεί ο Μονέ και ο Σουμάν. Μήπως με την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε από εκεί που μείναμε μετά την απόρριψη του Συντάγματος της Ρώμης; Όχι απαραίτητα. Εδώ όμως αρχίζουν τα πολύ δύσκολα. Διότι οι λόγοι που οδήγησαν στην ακύρωση της συνταγματικής ενοποίησης της Ευρώπης, εξακολουθούν να υπάρχουν. Συμπυκνώνονται στον εξής ένα: Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σημαίνει οικειοθελή παραχώρηση εξουσίας, άρα και εθνικής κυριαρχίας, από τις κυβερνήσεις των χωρών μελών προς ένα ευρωπαϊκό φορέα εξουσίας ο οποίος θα μετεξελιχθεί σε ευρωπαϊκή κυβέρνηση. Όποτε στο παρελθόν δημιουργήθηκαν μεγάλες διοικητικές ενότητες από συνένωση μικρότερων, αυτό έγινε με τα όπλα του ισχυρότερου. Είναι η πρώτη φορά που μια τέτοια ένωση, τέτοιων διαστάσεων γίνεται δημοκρατικά. Όμως σε κάθε χώρα υπάρχουν ομάδες που νέμονται την εξουσία και αντλούν από αυτή. Πόσες τέτοιες ομάδες εξουσίας ξέρετε που θα προτιμήσουν αυτοβούλως να αποστερηθούν των χρυσοφόρων προνομίων τους; Πόσοι θα δεχθούν να γίνουν νομάρχες ενώ πριν ήταν πρωθυπουργοί; Από την άλλη πλευρά, πόσο πείθει μια πανευρωπαϊκή ηγεσία για την ικανότητά της να αντιμετωπίζει γρήγορα και αποτελεσματικά τα ευρωπαϊκά προβλήματα, ώστε να την εμπιστευθεί περισσότερο από τον τοπικό του βουλευτή ο ψηφοφόρος της Κρήτης, της Φλάνδρας ή της Καταλονίας;
Κι ένα ακόμα ερώτημα, από τα πιο δύσκολα ερωτήματα της δημοκρατίας: όταν τα πράγματα παραγίνονται πολύπλοκα, είναι η προσφυγή στην λαϊκή ετυμηγορία η καλύτερη μέθοδος; Μπορεί από τυπικής πλευράς, το να απευθύνεσαι στον ψηφοφόρο να προσδίδει στις ενέργειές σου δημοκρατική νομιμοποίηση, από ουσιαστικής πλευράς όμως το πολιτικό αποτέλεσμα παράγει μια διαδικασία στην οποία ο ερωτώμενος δεν είναι όχι μόνο σε θέση να απαντήσει, αλλά ούτε καν να κατανοήσει την ερώτηση, όπως στο δημοψήφισμα οπερέτα του 2015 για την Preliminary Debt sustainability analysis. Από το 1951 μέχρι το 1991 λοιπόν, επί 40 ολόκληρα χρόνια, οι πολίτες της Ευρώπης δεν εξέφρασαν ποτέ με άμεσο τρόπο την άποψή τους για την κοινή πορεία. Τις αποφάσεις τις έπαιρναν οι ηγέτες τους. Ακόμα και όταν καθιερώθηκαν οι εκλογές για την ευρωβουλή αντιμετωπίστηκαν (και μεταξύ μας συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται) σαν ένα εκτεταμένο γκάλοπ για τον εγχώριο πολιτικό στίβο ή σαν εθνικές εκλογές στο πιο χαλαρό. Ουδέποτε τα κόμματα (κι αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο) αισθάνθηκαν την υποχρέωση να ενημερώσουν τους πολίτες τι ακριβώς γίνεται στις Βρυξέλλες και ποιο ακριβώς είναι το όραμά τους για την Ενωμένη Ευρώπη, αφήνοντας χώρο στους λαϊκιστές που συχνά λειτουργούν ως εμπροσθοφυλακή των ομάδων εξουσίας να χτίζουν τη δική τους προπαγάνδα, στοχεύοντας στο πιο εκμεταλλεύσιμο πολιτικά συναίσθημα του πολίτη, τον φόβο: οι άλλοι αποφασίζουν για σένα, εις βάρος σου.
Ας κάνουμε ένα φλας μπακ στην Ευρώπη της δεκαετίας του ‘90. Έχει καταρρεύσει ο υπαρκτός (ανύπαρκτος) σοσιαλισμός και τα κράτη του πρώην Σοβιετικού μπλοκ χτυπούν την πόρτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για ενδυνάμωση; Για βάθεμα και πλάτεμα της Ευρωπαϊκής ιδέας ή για ξεχείλωμα; Η απόφαση θα ληφθεί με πολιτικά ή με οικονομοτεχνικά κριτήρια; Εσείς τι θα αποφασίζατε; Τα παλιά μέλη φοβούνται πως οι καινούργιοι θα χρειαστούν κι αυτοί πακέτα στήριξης. Οι ψηφοφόροι των κρατών που χρηματοδοτούν την Ε.Ε. δεν θέλουν να πληρώνουν και νέους μπαταχτσήδες και οι ψηφοφόροι των κρατών που χρηματοδοτούνται δεν θέλουν άλλους ανταγωνιστές δικαιούχους. Ο ευρωσκεπτικισμός εξαπλώνεται παίρνοντας τον τόνο από τους παραδοσιακά αρνητικούς Βρετανούς. Όμως, οι πολιτικοί επικρατούν των οικονομολόγων: τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης αν δεν συνδεθούν στο άρμα στης Ε.Ε. μπορεί να γίνουν δορυφόροι της Ρωσίας. Αποφασίζεται η διεύρυνση. Η Ενωμένη Ευρώπη γίνεται πλέον μια κοινότητα 27 κρατών με χαοτικές διαφορές οικονομίας αλλά και κουλτούρας ανάμεσά τους, που θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν φυγόκεντρες δυνάμεις. Ζητείται επειγόντως συγκολλητική ουσία. Το υπαγορεύει και η κοινή λογική: αν η Ευρώπη θέλουμε να λειτουργεί ως ενιαία οντότητα θα πρέπει να έχει ένα Σύνταγμα, μία νομοθεσία, έναν στρατό, έναν Υπουργό Οικονομικών, ένα νόμισμα, κοινή εξωτερική πολιτική, μία σημαία και έναν εθνικό ύμνο: την ωδή της χαράς από την 9η συμφωνία του Μπετόβεν. Έτσι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της διευρυμένης πλέον Ένωσης, συμφωνούν να εκχωρήσουν εξουσίες των κρατών τους στο όραμα του μεγάλου κοινού κράτους που άρχιζε να αχνοφέγγει στο βάθος. Και υπογράφουν, το 2004, τη Συνθήκη για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης. Θα ήταν το πρώτο ευρωπαϊκό σύνταγμα που το είχε ήδη επεξεργαστεί ομάδα ευρωπαίων νομικών υπό τον Ζισκάρ ντ’ Εστέν.
Το Σύνταγμα της Ρώμης για να αποκτήσει πρόσθετη νομιμοποίηση, εφάρμοσε μια καινούργια διαδικασία: θα έπρεπε να επικυρωθεί από τα κράτη μέλη. Λογικό, αφού προέβλεπε μεταβίβαση εξουσιών που μέχρι τότε ανήκαν στην δικαιοδοσία των εθνικών κρατών. Δεν όριζε όμως με ποιον τρόπο θα γίνονταν αυτή η επικύρωση. Τα περισσότερα κράτη (κι εμείς) το υπερψήφισαν στα κοινοβούλιά τους. Βρετανία, Γαλλία και Ολλανδία είπαν ότι θα κάνουν δημοψήφισμα. Με ποιο όμως ερώτημα όμως; Αν συμφωνείτε με ένα κείμενο 484 σελίδων που περιελάμβανε έννοιες για τις οποίες διασταύρωναν συχνά τα ξίφη τους οι κορυφαίοι συνταγματολόγοι της Ευρώπης; Πόσοι από τα 140 εκατομμύρια κατοίκων αυτών των τριών χωρών είχαν την ικανότητα, τον χρόνο ή και τα δύο να μελετήσουν 484 σελίδες και να στοχαστούν για το μέλλον της Ευρώπης, πριν πάνε στην κάλπη; Όχι πάντως περισσότεροι απ’ όσους βουλευτές μας διάβασαν το ελληνικό μνημόνιο. Οι Γάλλοι λοιπόν το απέρριψαν με 55% και οι Ολλανδοί με 62%. Οπότε οι Βρετανοί δεν χρειάστηκε καν να κάνουν δημοψήφισμα. Αν ψάξετε την ειδησεογραφία της εποχής θα διαπιστώσετε ότι η αρνητική ψήφος Γάλλων και Ολλανδών ελάχιστη σχέση είχε με το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Οι λόγοι της άρνησης ήταν τα τρέχοντα θέματα της εσωτερικής τους πολιτικής: ανεργία, κοινωνικές παροχές, κράτος πρόνοιας, με την αριστερά να παίζει τη διαχρονική της κασέτα για το μεγάλο κεφάλαιο, την Ευρώπη των Τραπεζών που θέλει να υποδουλώσει την Ευρώπη των λαών και αμέσως μετά να πηγαίνει στην Τράπεζα να παίρνει δάνειο για να χρηματοδοτήσει την επόμενη αντιτραπεζική αντιευρωπαϊκή της καμπάνια. Όμως, οι Ολλανδοί ανέδειξαν και ένα άλλο θέμα με το οποίο διαφωνούσαν: τον ευρωστρατό. Ας το δούμε λίγο περισσότερο αυτό. Το κοινό ευρωπαϊκό αμυντικό δόγμα και ο κοινός στρατός εμάς μάλλον μας αρέσει, έτσι δεν είναι; Αν ισχύσει, τα σύνορά μας τα εγγυάται η Ευρωπαϊκή Ένωση και η απειλή από Ανατολικά φαίνεται λιγότερο επίφοβη. Ο Ολλανδός όμως αισθάνεται απειλή μόνο από τις καταιγίδες του Ατλαντικού! Γιατί να έρθει να σκοτωθεί στην Ελλάδα υπερασπίζοντάς την από μια τουρκική επίθεση; Τι προσφέρει η Ελλάδα στον Ολλανδό ψηφοφόρο, ως αντιστάθμισμα για την αύξηση των αμυντικών δαπανών της Ολλανδίας, δηλαδή την αύξηση της φορολόγησής του, ή ακόμα περισσότερο για την πιθανότητα η μάνα του Ολλανδού να παραλάβει ένα φέρετρο από το Καστελλόριζο; Αν αυτό το ερώτημα σας το έκανε ένας Ολλανδός ευρωσκεπτικιστής, τι θα απαντούσατε; Ας επεκτείνουμε το ερώτημα: τι έχει προσφέρει η χώρα μας στην κοινή ευρωπαϊκή ιδέα, 40 χρόνια τώρα; Ένα διαχρονικό αντιευρωπαϊκό go back: κόκκινο, πράσινο, μπλε, και μαύρο. Go back Ευρώπη, αλλά άσε πρώτα τα λεφτά σου εδώ, γιατί έχουμε πολλούς να διορίσουμε ακόμα: κόκκινους, πράσινους, μπλε και μαύρους.
Για να πάρεις λοιπόν, πρέπει και να δώσεις. Δεν ξέρω πόσο το έχουμε αντιληφθεί αυτό. Για να έχεις κύρος στην παρέα, θα πρέπει να συμβάλλεις στον κοινό στόχο. Δεν ξέρω πόσο έχουμε συνειδητοποιήσει ότι σήμερα το σύνολο των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης βλέπουν τη χώρα μας ως έναν παρία, έναν παρακμιακό ζήτουλα, που ούτε μπορεί ούτε θέλει να εκσυγχρονισθεί και πάσχει από χρόνιο σύνδρομο ασυντόνιστων χεριών: το ένα χέρι απλωμένο με τη χούφτα ανοιχτή παρακλητικά για ελεημοσύνη και το άλλο με υψωμένη γροθιά να καταριέται και να απειλεί. Του δάνεισαν, του ξαναδάνεισαν, του ματαξαναδάνεισαν και βλέποντας ότι είναι χαμένη υπόθεση σηκώθηκαν (το 2015) κι έφυγαν, αφήνοντας και καμιά εικοσαριά δις πουρμπουάρ να’ χουμε να πορευόμαστε πριν μας ξαναζυγίσουν οι αγορές και μας βρουν ελλιποβαρείς σε παραγωγικότητα και υπέρβαρους σε δημόσιες δαπάνες. Το περιέγραψε διπλωματικά τότε η Λαγκάρντ στο Eurogroup του Ιουνίου του 2018: «Δεν υπάρχει αμφιβολία κατά την γνώμη μας, ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να έχει πρόσβαση στις αγορές. Μεσοπρόθεσμα τα συμφωνηθέντα μέτρα θα διασφαλίσουν ότι το ελληνικό χρέος θα παραμείνει βιώσιμο. Σε ότι αφορά όμως στο απώτερο διάστημα, έχουμε πολλές επιφυλάξεις». Τι απαντήσαμε εμείς στις πολλές επιφυλάξεις; Τίποτα. Τι απάντησαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί; Τίποτα επίσης. Είμαστε λοιπόν, η Ελλάδα ένα κτήριο που το χτύπησε ο σεισμός της κρίσης, με σοβαρά προβλήματα στον φέροντα οργανισμό του, που εδράζεται σε ένα ευρωπαϊκό έδαφος, που κάποτε θεωρούσαμε βραχώδες, αλλά που όσο πάει γίνεται όλο και πιο ασταθές. Να το πούμε ξεκάθαρα: Σήμερα η Ευρώπη αντιμετωπίζει μία πολυεπίπεδη κρίση: ταυτότητας, προσανατολισμού, δομών, συνοχής και κυρίως ηγεσίας. Φαίνεται ανίκανη να αντιμετωπίσει τις κρίσεις που χτυπάνε την πόρτα της, από τις οποίες το ελληνικό χρέος ήταν η μικρότερη. Οι μεγαλύτερες απειλές είναι προ των πυλών. Ποιες είναι αυτές; Πολλές. Θα μπορούσαμε να μιλάμε με τις ώρες. Ποιες λοιπόν είναι οι μεγαλύτερες απειλές της ευρώπης σήμερα; Περίπου οι ίδιες με πριν λίγα χρόνια. Αναφέρω δειγματοληπτικά κάποιες, όχι υποχρεωτικά κατά σειρά αξιολόγησης – αυτήν θα την κάνει ο καθένας μόνος του.
Πρώτον, η ισλαμική απειλή. Δεν μιλάμε για το μεταναστευτικό γενικά, διότι όσοι μετανάστες έρχονται στην Ευρώπη για να ενσωματωθούν στον ευρωπαϊκό πολιτισμό είναι ήδη ευρωπαίοι στη συνείδηση. Μιλάω για την εισβολή των φορέων ενός νομικοπολιτικού συστήματος, το οποίο με το προκάλυμμα της θρησκείας, προσπαθεί να εξασφαλίσει κατ’ αρχήν την αποδοχή για να επιβάλει αργότερα, ένα απολύτως ασύμβατο με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό πλαίσιο ζωής που καταπατά βάναυσα τα ανθρώπινα δικαιώματα και ιδιαίτερα τα δικαιώματα των γυναικών, των παιδιών και των μειονοτήτων. Η Ευρώπη θεώρησε ότι θα αφομοίωνε το Ισλάμ, θα το καθιστούσε πιο κοσμικό. Ακόμα ένα τερατώδες λάθος της. Οι νέες γενιές μουσουλμάνων αποδεικνύονται πολύ πιο φανατικοί από τους γονείς τους. Το ότι οι βομβιστές αυτοκτονίας ή οι εκτελεστές αθώων είναι μορφωμένοι ευκατάστατοι μουσουλμάνοι δεύτερης γενιάς, αποδεικνύει επίσης ότι το υπόβαθρο αυτών των εγκλημάτων δεν είναι κοινωνικό. Είναι θρησκευτικό. Αυτή τη στιγμή διεξάγεται στην Ευρώπη, και σε ολόκληρο τον κόσμο, ένας μεταμοντέρνος ασύμμετρος πόλεμος που δεν αντιμετωπίζεται με ευχές και με «je suis». Και πρέπει να ευγνωμονούμε τους ισλαμιστές δολοφόνους αθώων που βιάζονται να δείξουν τις προθέσεις τους, διότι ξύπνησαν τα αντανακλαστικά μιας Ευρώπης άμαθης εδώ και αιώνες σε θρησκευτικούς πολέμους. Αν δεν το έκαναν αυτό τώρα, η Ευρώπη θα μετατρεπόταν σε Ισλαμικό Χαλιφάτο χωρίς να ανοίξει ρουθούνι, δημοκρατικά, μόλις οι μουσουλμάνοι που πολλαπλασιάζονται εκθετικά αποκτούσαν πληθυσμιακή υπεροχή ή μόλις με τη συνεργασία της αριστεράς κατακτούσαν την εξουσία όπως έκαναν στο κάποτε δυτικότροπο Ιράν. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα το αποφύγουμε αυτό. Φυσικά υπάρχουν και μετριοπαθείς, εξευρωπαϊσμένοι μουσουλμάνοι. Αλλά δεν δίνουν αυτοί το στίγμα. Αντίθετα, κινδυνεύουν και οι ίδιοι από τους φανατικούς που τους θεωρούν άπιστους και μπορεί να βρεθούν σφαγμένοι όπως εκείνος ο μπακάλης στη Σκωτία που τόλμησε να ευχηθεί στους χριστιανούς πελάτες του χρόνια πολλά.
Την μουσουλμανική διείσδυση υποβοηθά η νέα μορφή πουριτανισμού, φασισμού και προληπτικής λογοκρισίας που ονομάζεται πολιτική ορθότητα και διακονείται από τα μέσα μαζικής εξαπάτησης και τις πλουσιοπάροχα χρηματοδοτούμενες ΜΚΟ, όργανα σκοτεινών κύκλων που όμως είναι φως φανάρι τι επιδιώκουν. Τα μέσα μαζικής δικτύωσης (εξαπάτησης σωστότερα) τον τελευταίο καιρό προωθούν ένα κατασκευασμένο σενάριο που ονομάζεται «άνοδος της ακροδεξιάς». Τι σημαίνει αυτό; Ήταν ακροδεξιοί οι ευρωπαίοι, αλλά δεν το ήξεραν; Υπήρχαν κρυμμένοι ακροδεξιοί σε τίποτα υπόγεια καταφύγια και τώρα αποφάσισαν να βγουν στο προσκήνιο; Είναι τόσο δύσκολο για τα παπαγαλάκια του συστήματος να καταλάβουν πως ΟΛΟΙ οι πολίτες της Ευρώπης, από την Ολλανδία μέχρι την Αυστρία, και από τη Γαλλία μέχρι την Ουγγαρία συμφωνούν σε κάτι θεμελιώδες: θέλουν η Ευρώπη να παραμείνει Ευρώπη. Με τον πολιτισμό της και την ιστορία της. Με τα ήθη και τα έθιμά της. Και με κυρίαρχη την κουλτούρα της ανεκτικότητας που επιτέλους, εδώ και 70 χρόνια, στέριωσε στη γηραιά μας ήπειρο, μετά από αιώνες αλληλοσφαγών και ποταμούς αιμάτων, θρησκευτικών και πολιτικών. Και συμφωνούν στο ότι αυτή την κουλτούρα απειλεί η αθρόα λαθρομετανάστευση που φέρνει καινούργιο αέρα στα πανιά του Ισλάμ. Έχουν καταλάβει ότι όσο οι φορείς αυτού του απεχθούς, απάνθρωπου, φασιστικού κοινωνικοπολιτικού συστήματος πληθύνονται και ισχυροποιούνται, τόσο η Ευρώπη της ελευθερίας, της χαράς της ζωής και της αρμονικής συνύπαρξης θα δίνει τη θέση της στην Ευρώπη του φόβου και της απειλής. Οι πολίτες της Ευρώπης έχουν καταλάβει αυτό που δεν θέλουν να παραδεχθούν οι ηγεσίες της: η πολιτική της ανοχής στους μη ανεκτικούς απέτυχε παταγωδώς. Διότι δεν κάνει ανεκτικούς τους τελευταίους. Βάζει δυναμίτη στα θεμέλια της ίδιας της ευρωπαϊκής οικογένειας. Και στέλνουν με κάθε τρόπο, από κάθε κράτος, μήνυμα στην αποχαυνωμένη, ευνουχισμένη ηγεσία της: Όχι στους μη ανεκτικούς!
Φιλοευρωπαϊκά, λοιπόν, είναι τα κόμματα που θέλουν να προστατεύσουν την ελεύθερη Ευρώπη που με πολύ κόπο δημιουργήσαμε. Αντιευρωπαϊκά είναι τα κόμματα του «μπάτε σκύλοι κι αλέστε» του «ξέφραγου αμπελιού» και της διεθνιστικής προλεταριακής αλληλεγγύης, που στις στρατιές των επελαυνόντων ισλαμιστών, βλέπουν μόνο τον ταξικό σύντροφο, τον δυνητικό ψηφοφόρο της σοσιαλιστικής ουτοπίας. Αντιευρωπαίοι πολιτικοί είναι οι ψευδεπίγραφα προοδευτικοί και φιλελεύθεροι οι οποίοι ετοιμάζονται να οδηγήσουν την Ευρώπη στον πιο βαθύ, τον πιο σκοταδιστικό μεσαίωνα της ιστορίας της. Αν η Ευρώπη, συνολικά, δεν βρει τη δύναμη και τους μηχανισμούς να προστατεύσει την ταυτότητά της από την ισλαμική απειλή, όλο και περισσότεροι πολίτες της θα στρέφονται σε πιο μικρές, άρα και πιο διαχειρίσιμες, θεσμικές δομές για να το καταφέρουν. Όπως ταμπουρώνεσαι στο δωμάτιο του ξενοδοχείου σου όταν έχεις διαπιστώσει ότι οι τρομοκράτες πέρασαν από την κεντρική είσοδο. Όχι μόνο θα διαλυθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά θα γυρίσει στην εποχή της πόλης κράτους, με ισλαμικά και μη ισλαμικά γκέτο που θα πολεμούν μεταξύ τους. Δεν είναι ακροδεξιοί όσοι το αντιλαμβάνονται αυτό. Κανονικοί άνθρωποι είναι, που μπορούν να δουν και λίγο παραπέρα από τη μύτη τους. Κανονικοί δημοκράτες είναι, που δεν δέχονται να αισθάνονται στο ίδιο τους το σπίτι υποτελείς και να παίζουν με τις πιθανότητες για το αν θα είναι αυτοί που θα ανεβάσουν σήμερα, αύριο, μεθαύριο τον αριθμό των θυμάτων της ισλαμικής τρομοκρατίας. Δεν ανεβαίνει λοιπόν η ακροδεξιά στην Ευρώπη. Ο φόβος ανεβαίνει, αυτός που δύσκολα αισθάνονται οι πολιτικοί της σήψης με τους εκατό σωματοφύλακες ο καθένας. Και η απελπισία ανεβαίνει για μια Ευρώπη που φαίνεται να μην διαθέτει στοιχειώδεις μηχανισμούς αυτοπροστασίας.
Μια άλλη μεγάλη απειλή ονομάζεται δικαιωματισμός, δηλαδή η τάση ομάδων ανθρώπων με θεματικό πυρήνα (ΛΟΑΤΚΙ, φεμινίστριες, χορτοφάγοι, οικολόγοι, αντισεξιστές,) να κρίνουν τον υπόλοιπο κόσμο βάσει της στάσης κάθε ατόμου στο συγκεκριμένο θέμα που εκπροσωπούν και η απαίτηση τα “αιτήματα” του κάθε δικαιωματιστή να προκαλούν το έντονο ενδιαφέρον του υπόλοιπου κόσμου, ο ποίος θα πρέπει να του αναγνωρίσει οπωσδήποτε τον ρόλο του αδικημένου, του καταπιεσμένου και να νιώθει ενοχή που δεν είναι έτσι. Είσαι άντρας λευκός και straight? Eίναι αυταπόδεικτο: είσαι ένα ρατσιστικό φαλλοκρατικό γουρούνι. Δεν είναι μόνο κοινωνικό αυτό το πρόβλημα. Εξελίσσεται σε πολιτικό διότι κάθε τέτοια ομάδα πίεσης αντιπροσωπεύει ψήφους. Για να πάρεις λοιπόν τις ψήφους των φεμινιστριών δεν αρκεί η πλήρης νομική εξίσωση ανδρών και γυναικών που έχει επιτευχθεί εδώ και χρόνια σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη. Θα πρέπει να υποστηρίζεις την απροκάλυπτα ρατσιστική ποσόστωση στις υποψηφιότητες των εκλογών, την φεμινιστική απεργία, τον γονέα 1 και γονέα 2, ή την απαγόρευση της χειραψίας που προωθεί το κίνημα Metoo, διότι μπορεί να εκληφθεί ως σεξουαλική παρενόχληση. Και ενώ είδαμε και πάθαμε να φέρουμε στα ίσια της την κάποτε άνιση αντιμετώπιση από τον νόμο ανδρών και γυναικών, τώρα πασχίζουμε να την στραβώσουμε προς την άλλη κατεύθυνση.
Το πιο επικίνδυνο στον δικαιωματισμό είναι ότι ξαναζητάει την ανάμειξη του κράτους στις ιδιωτικές υποθέσεις. Προσέξτε την αντίφαση: Τα ατομικά δικαιώματα στα οποία στηρίχθηκε η ανάπτυξη της σύγχρονης δυτικής δημοκρατίας είχαν όλα ένα βασικό χαρακτηριστικό: Περιόριζαν τις εξουσίες του κράτους. Ο πολίτης αποκτούσε την ελευθερία να δράσει, να δημιουργήσει και να εκφραστεί χωρίς να χρειάζεται τη συγκατάθεση της κρατικής εξουσίας. Ο δικαιωματισμός είναι ακριβώς το αντίθετο: προτρέπει για κρατική παρέμβαση σε όλους τους τομείς. Το κράτος θα πρέπει να μας προστατεύει από την δουλεία των οικιακών εργασιών λεν οι φεμινίστριες, από τις ανήθικες ανδρικές προτάσεις λεν οι αντισεξίστριες (από τις προτάσεις που δεν μας αρέσουν, γιατί αυτές που μας αρέσουν τις ζωγραφίζουμε με 50 αποχρώσεις του γκρι), από όσους μιλούν εναντίον μας, λεν όσοι εμπνεύστηκαν τον νόμο για τη ρητορική μίσους, όπου μίσος βαφτίζεται ακόμα και η απαρέσκεια ή η κριτική που μπορεί κάποιος να κάνει στις απόψεις ή στη θρησκεία σου. Ο δικαιωματισμός αντιλαμβάνεται τον πολίτη ως ένα ον σε κατάσταση ατέρμονης εφηβείας, που χρειάζεται την προστασία, την καθοδήγηση και τον έλεγχο του κράτους.
Η ακρίβεια είναι ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της Ευρώπης, όπως και η ανάπτυξη και διάρθρωση ενός κοινωνικού κράτους. Το υπερτροφικό (πέραν ενός αποδεκτού μεγέθους) κοινωνικό κράτος, πάει κόντρα στη φύση, αμβλύνει ή αποκοιμίζει τις ικανότητες των ανθρώπων: το κίνητρο για εργασία, το κίνητρο για αυτοπροστασία, το κίνητρο γα εξέλιξη, ενώ προσθέτει δυσβάστακτα βάρη στην ευρωπαϊκή οικονομία η οποία είναι υποχρεωμένη να ανταγωνιστεί χώρες με διαφορετική οργάνωση. Η Ενωμένη Ευρώπη μόνο τότε έχει πιθανότητες επιβίωσης, αν εξελιχθεί σε ένα κράτος με ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες, ελεύθερους να αποφασίζουν οι ίδιοι για την διαχείριση των εισοδημάτων τους όπως και για το είδος και την έκταση της ασφάλειάς τους. Αντίπαλος σ’ αυτή την προοπτική είναι κατ’ αρχήν η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία. Η γραφειοκρατία, οι σύγχρονοι πραιτωριανοί, είναι ένα παράκεντρο εξουσίας και έχει την τάση να διογκώνεται εκ φύσεως. Διογκώνεται δε ακόμα περισσότερο, μετατρεπόμενη σε πραγματικό κέντρο εξουσίας όταν η νόμιμη εξουσία είναι αδύναμη είτε λόγω θεσμών είτε λόγω προσώπων. Στην Ενωμένη Ευρώπη ισχύουν και τα δύο. Άνθρωποι άχρωμοι, άοσμοι και άγευστοι, βρίσκονται στις πιο νευραλγικές, σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό αλλά εντελώς διεκπεραιωτικές σύμφωνα με ότι επικρατεί σήμερα, θέσεις των ευρωπαϊκών οργάνων. Οι σημερινοί ηγέτες της Ε.Ε. επιλέγονται περισσότερο για να μην ενοχλήσουν τις εθνικές κυβερνήσεις, παρά για οδηγήσουν αυτοί το όχημα της Ευρώπης στον δρόμο της ενοποίησης όπως έκανε κάποτε ο Ζακ Ντελόρ. Πώς αντιμετωπίζεται αυτή η απειλή; Μα φυσικά, μόνο όταν ενισχυθούν οι πραγματικοί θεσμοί εξουσίας, που δεν είναι ανάγκη να είναι κεντρικοί. Ο υπάρχων σχεδιασμός της Ε.Ε., που βέβαια έχει μείνει στα σχέδια, προβλέπει μεταφορά κρατικής εξουσίας και στις Περιφέρειες. Με άλλα λόγια: αποδυναμώνεται η Αθήνα και ενισχύονται Βρυξέλλες, αλλά και η Θεσσαλονίκη, τα Γιάννενα, το Ηράκλειο, η Πάτρα κλπ. Είδατε την εφαρμογή αυτής της δομής α λα γκρέκα… Έγιναν οι Περιφέρειες, αλλά ο κρατισμός τούς φόρεσε καπέλο την αποκεντρωμένη Διοίκηση. Τίποτε δεν ισχύει αν δεν πάρει την έγκριση του κομματικού κομισάριου. Μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Έχουν όμως τους ίδιους εχθρούς. Όσους και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη ωφελούνται από την ακινησία. Ωφελούνται, πρόσκαιρα, διότι και τα κράτη είναι σαν το ποδήλατο. Όταν δεν προχωρούν, πέφτουν. Κι αν αισθανόμαστε μικροί και ανίσχυροι στην Ευρώπη των μεγάλων, ας αρχίσουμε να μεγαλώνουμε. Αν είσαι σαρδέλα στη θάλασσα δεν νομίζω πως θα σε βοηθήσει το να κρατάς ένα πλακάτ μπροστά από το στόμα του καρχαρία καταγγέλλοντάς τον για σωβινισμό, ε; Κάποια άλλη τεχνική επιβίωσης θα πρέπει να βρεις. Στις μέρες μας η έκταση ενός κράτους μικρή σημασία έχει. Αυτό που μετράει είναι η οικονομία. Πέντε φορές μικρότερη από τον νομό Θεσσαλονίκης είναι η Σιγκαπούρη αλλά έχει δύο και πλέον φορές (2,15) το ΑΕΠ ολόκληρης της Ελλάδας. Το 1/3 της Μακεδονίας έχει έκταση το Ισραήλ και είναι πυρηνική δύναμη, που όλοι την τρέμουν. Αν λοιπόν θέλουμε στην Ευρώπη, όποια μορφή κι αν πάρει, η Ελλάδα να αντιμετωπίζεται με σεβασμό, πρέπει να μπορούμε και να τον εμπνεύσουμε. Όχι με τους αρχαίους μας προγόνους. Με το τι προσφέρουμε σήμερα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ είναι αποφασισμένη και στην Ευρώπη να υπηρετήσει το ίδιο όραμα που υπηρετεί με συνέπεια και στην Ελλάδα, βαδίζοντας στον ίδιο σωστό δρόμο. Και αυτό θα γίνει με καθημερινούς ανθρώπους σαν κι εσάς κι όχι με κάθε μορφής προβεβλημένες πλην όμως άσχετες με οτιδήποτε περσόνες.
Έναν δρόμο, που θα τον περπατήσουμε μαζί μέχρι το τέλος.