ΑΡΘΡΟ
Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά
ATPL
AIRLINE PILOT
B737NG AIRBUS 320
Στις 6 Απριλίου 1957 έγινε η πρώτη πτήση της Ολυμπιακής και ήταν από την Αθήνα προς τη Θεσσαλονίκη με κυβερνήτη τον Παύλο Ιωαννίδη.
Η άνοδος και η πτώση του πρώην εθνικού αερομεταφορέα
Ήταν αρχές του 1956 όταν ο τότε πρωθυπουργός, Κωνσταντίνος Καραμανλής, θέλησε να επεκτείνει τον επιχειρηματικό τομέα των ναυπηγείων και να ιδρύσει έναν εθνικό φορέα αερομεταφορέων. Κάλεσε λοιπόν τα δύο μεγάλα εφοπλιστικά ονόματα, τον Σταύρο Νιάρχο και τον Αριστοτέλη Ωνάση και ζήτησε τη βοήθειά τους. Ο Νιάρχος, διαθέτοντας ήδη έναν σημαντικό στόλο, επέλεξε να κινηθεί σε ασφαλή νερά και να παραμείνει στον χώρο της ποντοπόρας ναυτιλίας.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης ήταν 50 χρόνων, πήρε το ρίσκο να επενδύσει στις αεροπορικές εταιρείες και ανέλαβε τις αεροπορικές μεταφορές, που ως τότε διαχειριζόταν η Εθνική Ανώνυμη Εταιρεία ΤΑΕ (Τεχνικαί Αεροπορικαί Εκμεταλλεύσεις).
Έτσι ο Ωνάσης έγινε ο δεύτερος άνθρωπος στον κόσμο, μετά τον Χάουαρντ Χιουζ της TWA -λέγεται πως μετά από μια συνάντησή τους ο Έλληνας Κροίσος αποφάσισε να… πετάξει- που είχε δική του αεροπορική εταιρεία.
Η σύμβαση εκμετάλλευσης των ελληνικών αεροπορικών συγκοινωνιών με το ελληνικό δημόσιο υπογράφηκε στις 30 Ιουλίου 1956 και κυρώθηκε με το νομοθετικό διάταγμα 35/6 στις 6 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου. Η Ολυμπιακή Αεροπορία είχε μόλις γεννηθεί.
Στις διαπραγματεύσεις με τον Υπουργό Συγκοινωνιών Γεώργιο Ράλλη ακουγόταν συνεχώς η λέξη «Ελλάδα». Τα αεροσκάφη βάφτηκαν στα χρώματα άσπρο-μπλε και ο Ωνάσης έδωσε εντολή το λογότυπο της εταιρείας να έχει τους πέντε κύκλους των Ολυμπιακών Αγώνων. Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή αντέδρασε άμεσα και το απαγόρευσε, αλλά ο δαιμόνιος Έλληνας, που είχε ως σύνθημα ζωής το «στη δουλειά σου να είσαι σοβαρός και στη ζωή σου τρελός», βρήκε αμέσως λύση: έβαλε έξι πολύχρωμους κύκλους. Οι πέντε για τις ηπείρους και ο έκτος για την Ελλάδα. Κι επειδή τίποτα δεν άφηνε στην τύχη του, τα χρώματα που χρησιμοποιήθηκαν στους κύκλους αποτελούσαν μέρος της κληρονομιάς των Ελλήνων. Το κίτρινο συμβόλιζε τον ήλιο που λούζει τη χώρα, το κόκκινο τη ζεστασιά των ανθρώπων της, το μπλε τη θάλασσα και τον ουρανό, το άσπρο τα κύματα και τα σύννεφα.
Η πρώτη πτήση στη γραμμή Αθήνα-Θεσσαλονίκη
Ήταν ξημέρωμα της 6ης Απριλίου 1957. Αεροδρόμιο Ελληνικού. Επιβάτες πάνε κι έρχονται, οι τεχνικοί αεροσκαφών στις θέσεις τους, τα πληρώματα στους χώρους αναμονής. Η ώρα πλησίαζε 6:30, η προκαθορισμένη ώρα για την πρώτη πρωινή πτήση Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Ο κυβερνήτης Παύλος Ιωαννίδης, φορώντας την καλοσιδερωμένη στολή του, έφτασε στο αεροδρόμιο. Στον διάδρομο απογείωσης είδε ένα αεροσκάφος διαφορετικό από όσα είχε πιλοτάρει μέχρι τότε. Το DC-3 ήταν βαμμένο στα χρώματα της ελληνικής σημαίας και πάνω του έφερε τους έξι πολύχρωμους κύκλους. Η Ολυμπιακή Αεροπορία είχε μόλις ξεκινήσει τις πτήσεις της.
Αν ξέραμε ότι σύντομα θα ερχόταν αυτή η στιγμή, αλλά δεν ξέραμε ακριβώς πότε. Ένα ήταν βέβαιο, ότι άνοιγε μία νέα σελίδα για τις αεροπορικές συγκοινωνίες της Ελλάδος, λαμβάνοντας μάλιστα υπ’ όψιν την προσωπικότητα, το επιχειρηματικό δαιμόνιο, τη διορατικότητα και την οικονομική δυνατότητα του Αριστοτέλη Ωνάση», περιέγραψε ο ίδιος χρόνια αργότερα.
Στον αεροδιάδρομο του Ελληνικού η Ντακότα έθετε σε κίνηση τους κινητήρες της. Οι 28 επιβάτες για Θεσσαλονίκη είχαν ήδη επιβιβαστεί, όταν ο τότε γενικός διευθυντής του αεροδρομίου ανέβηκε στο αεροπλάνο και ανακοίνωσε την έναρξη λειτουργίας της νέας εταιρείας. Έτσι χωρίς επισημότητες, χωρίς βαρύγδουπες δηλώσεις και πολυδάπανες εκδηλώσεις, αλλά σεμνά, σαν να επρόκειτο για κάτι φυσιολογικό και αναμενόμενο, εκτελέστηκε η πρώτη ιστορική πτήση εσωτερικού, το παρθενικό ταξίδι της Ολυμπιακής Αεροπορίας, από την Αθήνα για τη Θεσσαλονίκη. Με πιλότο τον Παύλο Ιωαννίδη και μοναδική αεροσυνοδό την Ντενίζ Καράγιωργα, τα πενήντα λεπτά της πτήσης κύλησαν χωρίς κανένα απρόοπτο. Ήταν άνοιξη, μια ηλιόλουστη μέρα του Απρίλη… Για την ιστορία, πρέπει να αναφερθεί ότι ο Παύλος Ιωαννίδης, που ήταν ο πρώτος πιλότος της πρώτης πτήσης της νεοσύστατης Ολυμπιακής, παρέμεινε δίπλα στην οικογένεια Ωνάση για όλα τα υπόλοιπα χρόνια. Υπήρξε Πρόεδρος όλων των εταιρειών της Χριστίνας Ωνάσης, ένας από τους εκτελεστές της διαθήκης της, καθώς και μέλος της επιτροπής διαχείρισης της περιουσίας της ανήλικης κόρης της, Αθηνάς, μέχρι το 1999. Ήταν επίσης διευθυντής των εταιρειών που διαχειριζόταν τα πλοία και έλεγχε το Ίδρυμα Ωνάση, αλλά και Αντιπρόεδρος του Ιδρύματος και επίτιμος Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. μέχρι τον θάνατό του, στις 30 Απριλίου 2021, σε ηλικία 97 χρόνων.
Οι πιο μορφωμένες αεροσυνοδοί, τα επίχρυσα μαχαιροπίρουνα και το χαβιάρι στην Α’ θέση
Η Ολυμπιακή Αεροπορία του Αριστοτέλη Ωνάση, «η κοπελιά μου», όπως την αποκαλούσε, έγινε talk of the town και πολύ σύντομα ξεπέρασε τα σύνορα της Ελλάδας. Το προσωπικό ήταν υψηλής εξειδίκευσης, πάντα χαμογελαστό, ευγενικό, πρόθυμο να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των επιβατών. Οι αεροσυνοδοί της Ολυμπιακής είχαν τη φήμη των πιο μορφωμένων και των πιο ευπαρουσίαστων, μάλιστα τα πρώτα χρόνια τις στολές τους σχεδίασαν η Κοκό Σανέλ και ο Πιερ Καρντέν, ενώ η εταιρεία τούς παρείχε επίδομα κομμωτηρίου και μανικιούρ-πεντικιούρ, καθώς και διανυκτερεύσεις στα καλύτερα ξενοδοχεία της κάθε πόλης.
Η φιλοσοφία του Ωνάση ήταν πως ο πελάτης έπρεπε να νιώθει βασιλιάς, έτσι στην πρώτη θέση υπήρχαν κρυστάλλινα ποτήρια, πορσελάνινα πιάτα, κεριά πάνω στα τραπεζάκια και το μενού είχε χαβιάρι και σαμπάνια… Το σχέδιό του πάντως να προστεθεί και πιάνο στα μεγάλα αεροσκάφη που εκτελούσαν υπερατλαντικές πτήσεις, δεν υλοποιήθηκε. Ο Έλληνας μεγιστάνας δεν φειδόταν χρημάτων κι είναι χαρακτηριστικό πως όταν κάποτε η Διοίκηση της Ολυμπιακής του παραπονέθηκε πως κάποιοι επιβάτες είχαν κλέψει επίχρυσα μαχαιροπίρουνα, η απάντησή του ήταν αποστομωτική: «ας προτιμούν την εταιρεία μου ακόμη και αν με κλέβουν».
Η άνοδος και η πτώση
Τον Δεκέμβριο του 1957 ο στόλος της O.A. αριθμούσε 17 αεροσκάφη, εξυπηρετούσε 12 πόλεις στο εσωτερικό και 9 στο εξωτερικό, είχε προσωπικό 931 άτομα και μετέφερε 244.000 επιβάτες τον χρόνο. Δεκάξι χρόνια αργότερα, το 1973, οι αριθμοί εκτοξεύτηκαν: ο στόλος είχε 30 αεροσκάφη, το προσωπικό έφτανε σε 8.023 υπαλλήλους και η εταιρεία μετέφερε 2.977.001 επιβάτες τον χρόνο.
«Ο στόχος του Αριστοτέλη Ωνάση για την Ο.Α. ήταν να επαναλάβει αυτό που είχε πετύχει με τον εμπορικό του στόλο, δηλαδή να διασχίζει τους ωκεανούς έχοντας στις “τσιμινιέρες” τους ολυμπιακούς κύκλους», είχε αναφέρει ο Παύλος Ιωαννίδης.
Τον Ιούνιο του 1966 η εταιρεία διέθετε τρία Βoeing-707 και η εκπαίδευση των χειριστών έγινε στη γραμμή Νέα Υόρκη – Σάνον – Νέα Υόρκη με κύριο χαρακτηριστικό τα εξελιγμένα για την εποχή τους ηλεκτρονικά ναυτιλιακά βοηθήματα (Doppler και Loran). Έτσι η Ολυμπιακή έγινε η πρώτη εταιρεία στον κόσμο που εγκαινίαζε υπερατλαντικά δρομολόγια με έναν νέο τύπο αεροσκάφους και χωρίς αεροναυτίλο και η πρώτη πτήση προς Νέα Υόρκη έγινε την 1η Ιουνίου 1966. Τον Νοέμβριο του 1968 εγκαινιάστηκε η γραμμή στη Νότιο Αφρική – Ναϊρόμπι και Γιοχάνεσμπουργκ, τον Απρίλιο του 1969 στον Καναδά – Μόντρεαλ και Σικάγο, και τον Μάρτιο του 1972 αυτή της Αυστραλία, μέσω Μπανγκόκ και Σιγκαπούρης προς Σίδνεϊ.
Έναν χρόνο αργότερα, το 1973 ο γιος του Αριστοτέλη Ωνάση, Αλέξανδρος, σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα και την επόμενη χρονιά, με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και μεσούσης της πετρελαϊκής κρίσης, ο ιδρυτής της πούλησε την Ολυμπιακή στο ελληνικό δημόσιο. Μέχρι τα μέσα του 1980 η Ο.Α. σημειώνει αλματώδη άνοδο, αλλά τα ελλείμματα αρχίζουν να εκτοξεύονται και στα τέλη της δεκαετίας του 1990 η κυβέρνηση εφαρμόζει σχέδιο εξυγίανσης. Ακολουθεί μια μακρά περίοδος με διαγωνισμούς πώλησης που βαίνουν άκαρποι και η ιστορία του άλλοτε εθνικού αερομεταφορέα ολοκληρώνεται τον Μάρτιο του 2009, όταν η εταιρεία περνά υπό τον έλεγχο της Marfin Investment Group (MIG) και από την 1η Οκτωβρίου του ίδιου έτους μετονομάζεται σε Olympic Air.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης δεν έζησε να δει την πτώση της. Προσβλήθηκε από σοβαρή μυασθένεια και άφησε την τελευταία του πνοή στις 15 Μαρτίου του 1975 στο αμερικανικό Νοσοκομείο των Παρισίων. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Ελλάδα με ένα από τα ιστορικά Boeing της Ολυμπιακής, το οποίο βρίσκεται σήμερα σε δάσος του Όρεγκον. Αγοράστηκε αντί 100.000 δολαρίων από τον 74χρονο Μπρους Κάμπελ, που το μετέτρεψε σε σπίτι.