Στην ομιλία της στην κοινή συνεδρίαση των Διαρκών Επιτροπών Κοινωνικών Υποθέσεων, Δημοσίας Διοίκησης, Δημοσίας Τάξης και Δικαιοσύνης, Μορφωτικών Υποθέσεων και της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην Ολομέλεια της Βουλής με θέμα συζήτησης: «Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Προστασία των Παιδιών από τη Σεξουαλική Κακοποίηση και Εκμετάλλευση», η Βουλευτής ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής Ν. Δράμας κα Χαρά Κεφαλίδου ανέφερε τα εξής:

Κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, αγαπητοί συνάδελφοι,

Η βία κατά των παιδιών και ιδίως η σεξουαλική κακοποίησή τους συνιστά μια από τις μεγαλύτερες, σκοτεινότερες και ζοφερές πραγματικότητες και προκλήσεις, που, διαχρονικά, αντιμετωπίζουν οι κοινωνίες. Γι’ αυτό και η προστασία των παιδιών, ζήτημα που, το τελευταίο χρονικό διάστημα, με όλα όσα ζοφερά συμβαίνουν στην επικαιρότητα, είναι ζήτημα κεντρικό, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή ενδιαφέροντος και δράσης – έτσι, πρέπει να είναι- όλων μας, αλλά, πρωτίστως, της πολιτείας και των αρμόδιων φορέων.

Κοιτώντας κατάματα την αλήθεια, διαπιστώνει κανείς ότι το πρόβλημα της κακοποίησης και της εκμετάλλευσης των παιδιών στις σημερινές κοινωνίες δημιουργείται, κυρίως, από την κρίση των ανθρωπιστικών αξιών και της ουμανιστικής παιδείας, τη γενικευμένη βία στην καθημερινότητα. Και, μάλιστα, θα σας έλεγα, βία που έχει ενταθεί μετά από την πανδημία και το κλείσιμο των σχολείων και του αντίστοιχου ελλείμματος της παιδαγωγικής. Την καθολική και χωρίς προϋποθέσεις και κανόνες, χρησιμοποίηση του διαδικτύου και των κοινωνικών μέσων δικτύωσης, Facebook, Instagram, tik tok και όλα αυτά στα οποία έχουν άμεση πρόσβαση τα παιδιά, οι μαθητές και οι μαθήτριες και το γενικό παιδαγωγικό έλλειμμα του σχολείου και της οικογένειας.

Η ενημέρωση, λοιπόν, και η πρόληψη είναι το παν, είναι ο κανόνας που πρέπει να ισχύει παντού. Θέλουμε μια κοινωνία πειθούς. Θέλουμε μια κοινωνία σεβασμού των αξιών. Η πλειοψηφία των κακοποιημένων παιδιών, κι αυτό είναι κάτι που το συναντούμε συνέχεια, αρνείται να αποκαλύψει τη θυματοποίησή του μέχρι την ενηλικίωσή τους, αποφασίζοντας να κρατήσει για χρόνια κρυφό το τι ακριβώς έχει συμβεί. Από την άλλη, επιθυμούν, σχεδόν λαχταρούν, να αντιληφθεί κάποιος το πρόβλημά τους και να τα βοηθήσει. Φοβούνται, όμως, μην κατηγορηθούν ή θεωρηθούν ότι είναι αναξιόπιστα, ακόμη και από την ίδια τους την οικογένεια.

Γι’ αυτό, λοιπόν, πρωτεύοντα ρόλο, σε όποια προσπάθεια κι αν αποφασίσουμε να κάνουμε, παίζει το σχολείο, που οφείλει να είναι το δεύτερο σπίτι και είναι και το κατάλληλο μέρος και το μόνο καταφύγιο, όταν το οικογενειακό περιβάλλον νοσεί. Αυτός, λοιπόν, ο πρωτογενής θεσμός της οικογένειας, μαζί με τον δημόσιο πρώτο θεσμό που είναι το σχολείο, οφείλουν να βρίσκονται σε μια συνεχή διάδραση και να αποτελούν τον χώρο μέσα στο οποίο οι γονείς θα ενημερώνονται και το σχολείο θα κάνει τη διάγνωση, θα διαπαιδαγωγεί και θα πείθει.

Το τρίτο μέρος, αν υποθέσουμε ότι μιλάμε για ένα τρίγωνο, είναι ο Δήμος, η τοπική αυτοδιοίκηση. Σε κάθε Δήμο, πρέπει να υπάρχει ένα εξωστρεφές κέντρο, μια μορφή κοινωνικής υπηρεσίας, ένα κέντρο συμβουλευτικής για την οικογένεια και το παιδί, το οποίο θα ξεκινάει από τον οικογενειακό προγραμματισμό, όπως είχε ξεκινήσει στις αρχές της δεκαετίας του ‘80. Μιλάμε για τις σχολές γονέων, για την αντιμετώπιση των καταγγελιών, να υπάρχουν κινητές μονάδες κοινωνικών λειτουργών, που θα συζητούν με την οικογένεια, θα πηγαίνουν από γειτονιά σε γειτονιά, από σπίτι σε σπίτι και θα έχουν και στενή επαφή με το σχολείο.

Σε δεύτερη φάση, θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο Δήμος το περιστατικό. Εδώ, υπάρχει μια αδήριτη ανάγκη, να ευαισθητοποιήσουμε την κοινωνία, τα παιδιά και τους μεγάλους και να τους ενθαρρύνουμε, για να υπάρχει μια διαρκής και δυναμική, ανοικτή συζήτηση, να ενδυναμώσουμε και να παρακινήσουν τα παιδιά να συμμετέχουν ενεργά στον σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικών και προγραμμάτων, με στόχο την πρόληψη και, φυσικά, να παροτρύνουμε τα θύματα, τις οικογένειες και το κοινωνικό περιβάλλον, να τολμούν να μιλούν.

Και όλα αυτά, δεν μπορούν να μείνουν μόνο στα χαρτιά ή να είναι εγκύκλιοι ή εξαγγελίες. Χρειάζεται να οπλίσουμε όλη αυτή την προσπάθεια, για να έχουμε αποτέλεσμα, με τα κατάλληλα εργαλεία.

Ποια είναι αυτά; Για εμάς, έχει πολύ μεγάλη σημασία η στελέχωση με ειδικούς σε όλες τις σχολικές μονάδες, που το πιο σημαντικό είναι η διάγνωση και ο εντοπισμός του περιστατικού, συνήθως θύματος από δικούς του ανθρώπους. Αυτό προϋποθέτει, βέβαια, ότι υπάρχει ένα έμπειρο μάτι ειδικού ή εκπαιδευτικού με αρμοδιότητα και σχετικό πρωτόκολλο ή ακόμη και σχολικού ψυχολόγου, που θα «σκάψει» κάτω από τα παιδικά σκοτάδια. Κατά τα άλλα, επιμορφώσεις, εισαγωγή μαθημάτων ΠΕ, ΔΕ και Πανεπιστήμιο θετικά.

Κλείνοντας, επιμένουμε στην αναγκαιότητα της σταθερής και σθεναρής θέσης του κράτους όσον αφορά στη στελέχωση με εξειδικευμένους επιστήμονες, στην αυστηρή τιμωρία των δραστών και στην προστασία και εξάλειψη του στιγματισμού των θυμάτων.

Σαφές, λοιπόν, μήνυμα χωρίς αστερίσκους, ότι είμαστε αποφασισμένοι να ξεριζώσουμε ένα από τα πιο νοσηρά φαινόμενα που μαστίζει τις σύγχρονες κοινωνίες.

Ευχαριστώ.