ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΒΡΑΒΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΚΕ «ΚΥΚΛΩΨ» ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ «Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΒΟΥΛΑ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ (1898-1990), ΑΠΟ ΤΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΜΠΕΝΑΚΗ»

 

Τις πύλες του για το κοινό άνοιξε το «Μαρμάρινο Σπίτι» στην Αγία Βαρβάρα, στο πλαίσιο της ετήσιας εκδήλωσης της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας «ΚΥΚΛΩΨ» για την απονομή των βραβείων των ετήσιων φωτογραφικών διαγωνισμών, καθώς και των βραβείων για τον Επιστήμονα και τον Αγρότη/Κτηνοτρόφο της χρονιάς. Παράλληλα, πραγματοποιήθηκαν και τα εγκαίνια της έκθεσης «Η φωτογράφος Βούλα Παπαϊωάννου (1898-1990), από τα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη», η οποία φιλοξενείται στο για πρώτη φορά επισκέψιμο ισόγειο του κτηρίου.

Όπως είναι γνωστό, η Οικία και η Καπναποθήκη Αναστασιάδη βρίσκονται σε τροχιά αναγέννησης και πλήρους μεταμόρφωσης σε ένα νέο χώρο πολιτισμού, με μέριμνα της ΑΜΚΕ «ΚΥΚΛΩΨ», εμπνευστής και δημιουργός της οποίας είναι ο Δραμινός ευπατρίδης εφοπλιστής κ. Άρης Θεοδωρίδης. Παρών στην εκδήλωση στο «Μαρμάρινο Σπίτι» ήταν και ο ίδιος ο κ. Θεοδωρίδης, ο οποίος ευχαρίστησε θερμά τον κόσμο για την προσέλευσή του στην εκδήλωση και εξέφρασε τη χαρά του για το γεγονός ότι το σπίτι άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του στο κοινό όχι μόνο για να φιλοξενήσει την εκδήλωση απονομής των βραβείων της «ΚΥΚΛΩΨ», αλλά και για να φιλοξενήσει και επίσημα την πρώτη του έκθεση.

Στην έκθεση «Η φωτογράφος Βούλα Παπαϊωάννου (1898-1990), από τα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη» παρουσιάζονται φωτογραφίες της σπουδαίας Ελληνίδας φωτογράφου, η οποία, δραστηριοποιήθηκε περίπου για μία τριακονταετία, από τα μέσα της δεκαετίας του ‘30 έως τα μέσα της δεκαετίας του ‘60, ενώ κατά τη γερμανική Κατοχή κατέγραψε τη ζωή του άμαχου πληθυσμού της Αθήνας, αποτυπώνοντας τη φρίκη του πολέμου με τις συγκλονιστικές φωτογραφίες των σκελετωμένων από την πείνα παιδιών. Η Βούλα Παπαϊωάννου, η οποία έφυγε από τη ζωή το 1990, δώρισε το αρχείο φωτογραφιών της στο Μουσείο Μπενάκη το 1978. Έτσι το έργο της ήρθε και πάλι στο προσκήνιο, γνωρίζοντας την επανεκτίμηση, στο πλαίσιο της γενικότερης προσπάθειας καταγραφής της πορείας της ελληνικής φωτογραφίας.

Στην εκδήλωση στο «Μαρμάρινο Σπίτι», η οποία πραγματοποιήθηκε με τήρηση όλων των υγειονομικών πρωτοκόλλων, παραβρέθηκαν η Βουλευτής Ν. Δράμας κ. Χαρά Κεφαλίδου, ο Αντιπεριφερειάρχης Δράμας κ. Γιώργος Παπαδόπουλος, ο Δήμαρχος Δράμας κ. Χριστόδουλος Μαμσάκος, Δημοτικοί Σύμβουλοι και πλήθος κόσμου. Επίσης παρούσες ήταν η κυρία Ναταλία Ιωαννίδη, εγγονή του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά, η οικία του οποίου στην Κηφισιά διασώθηκε χάρη στον κ. Θεοδωρίδη, καθώς και η κυρία Ειρήνη Γερουλάνου, Πρόεδρος της Διοικητικής Επιτροπής του Μουσείου Μπενάκη, η οποία χαιρετίζοντας την εκδήλωση, μίλησε για την έκθεση της Βούλας Παπαϊωάννου, ενώ στάθηκε και στην προσφορά του κ. Άρη Θεοδωρίδη.

Παρουσιαστής της βραδιάς ήταν για ακόμη μια χρονιά ο δημοφιλής συγγραφέας κ. Γιάννης Ξανθούλης, ο οποίος με την αμεσότητά του, τον γλαφυρό του λόγο και τα καυστικά του σχόλια, κέρδισε το κοινό, κάνοντάς το κοινωνό των προσωπικών του αναμνήσεων και εμπειριών από τη ζωή του στην ελληνική περιφέρεια.

Στο πλαίσιο των βραβεύσεων για τους φωτογραφικούς διαγωνισμούς της «ΚΥΚΛΩΨ», έγινε η απονομή των βραβείων για τον 3ο φωτογραφικό διαγωνισμό (2020) με θέμα τα νερά της Αγίας Βαρβάρας, η οποία δεν πραγματοποιήθηκε πέρυσι λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, καθώς και για τον 4ο φωτογραφικό διαγωνισμό (2021), με θέμα τον Σιδηροδρομικό Σταθμό της Δράμας και τα τρένα.

Οι νικητές του 3ου φωτογραφικού διαγωνισμού ήταν οι Νίκος Καραμπετάκης, Κυριάκος Μιχαηλίδης και Κυριάκος Συφιλτζόγλου οι οποίοι κέρδισαν το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο βραβείο αντίστοιχα. Οι νικητές του 4ου φωτογραφικού διαγωνισμού ήταν οι Λευτέρης Σαλωνίδης, Κωνσταντίνος Βούλκος και Κωνσταντίνος Κουμπατής, οποίοι κέρδισαν το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο βραβείο αντίστοιχα. Όλα τα βραβεία συνοδεύονταν και από χρηματικά έπαθλα.

Επίσης, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης έγινε και η απονομή των βραβείων για τον Αγρότη/Κτηνοτρόφο και τον Επιστήμονα της χρονιάς, τα οποία δίδονται κάθε έτος σε πολίτες που κατάγονται από τη Δράμα ή ζουν και εργάζονται στην περιοχή της και οι οποίοι διακρίθηκαν για τη μη κερδοσκοπική και κοινωφελή δράση που υπηρετούν και αναπτύσσουν.

Το βραβείο για τον Αγρότη/Κτηνοτρόφο της χρονιάς απονεμήθηκε στον ιδρυτή του Πελίτι κ. Παναγιώτη Σαϊνατούδη, ο οποίος τιμήθηκε «για τη συνεχή και συνεπή του προσπάθεια για τη συλλογή, διατήρηση και διάδοση των παραδοσιακών σπόρων στην Ελλάδα».

Ο κ. Σαϊνατούδης κάλεσε το κοινό να «κρατήσουμε το όνειρο μας ζωντανό, όσο αδύνατο και αν φαίνεται. Εμείς βάζουμε τον πήχη που θα φτάσει το όνειρο». Όπως είπε, το «το Πελίτι κάνει μια παγκόσμια καμπάνια για να κατασκευάσει το δεύτερο κτήριο την Τράπεζα Σπόρων του Πελίτι, στην έδρα του στο Μεσοχώρι Παρανεστίου Δράμας. Η Τράπεζα σπόρων είναι μια παρακαταθήκη για το μέλλον. Μπορείτε και εσείς να στηρίξετε την κατασκευή της.

Το βραβείο για τον Επιστήμονα της χρονιάς απονεμήθηκε φέτος σε δύο επιστήμονες, καθώς η επιτροπή ήταν αδύνατο να καταλήξει σε κάποιον από τους δύο. Συγκεκριμένα βραβεύτηκαν ο Δρ. Γεώργιος Χαραλάμπους, υπεύθυνος του προγράμματος εγκατάστασης του υδροακουστικού δικτύου επιτήρησης των ωκεανών στον οργανισμό για την πλήρη απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών (CTBTO) και ο αστροφυσικός Δρ. Άγγελος Τσιάρας.

Ο κ. Χαραλάμπους παρουσίασε στο κοινό το έργο που επιτελούν οι υδροακουστικοί σταθμοί του παγκόσμιου δικτύου επιτήρησης θαλασσών που βρίσκονται ακόμα και στο πιο απομακρυσμένο νησί του πλανήτη αλλά, ενώ στάθηκε και στα «μυστικά» των ωκεανών όπως τα καταγράφουν οι αισθητήρες που είναι εγκατεστημένοι σε αυτούς.

Από την πλευρά του κ. Τσιάρας, επεσήμανε πως το πραγματικό επίτευγμα για έναν άνθρωπο είναι να έχει το ψυχικό σθένος και τη δύναμη να σταθεί πάλι στα πόδια του μετά από μια μεγάλη πτώση. «Όταν κοιτάμε ψηλά, έστω και από περιέργεια, το σημαντικότερο μάθημα που παίρνουμε είναι πόσο μικροί είμαστε μέσα στην απεραντοσύνη του σύμπαντος. Μέσα σε αυτή την απεραντοσύνη: Είμαστε όλοι ίσοι, η ματαιοδοξία δεν έχει θέση και πρέπει να αντιμετωπίζουμε το περιβάλλον με σεβασμό και αξιοπρέπεια», πρόσθεσε ο κ. Τσιάρας.

Τα βραβεία συνοδεύονται με το ποσό των 4.000 ευρώ για την ενίσχυση του επιστημονικού έργου και των προσπαθειών των βραβευθέντων.