ΑΡΘΡΟ

Του Χάρη Δαμιανίδη

Απόφοιτου του τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης

 

 

Είναι γνωστό ότι ένας από τους θεμελιώδης νόμους της καπιταλιστικής οικονομίας είναι η ανισόμετρη ανάπτυξη. Δεν μπορεί με άλλα λόγια όλες οι χώρες να αναπτύσσονται με τους ίδιους ρυθμούς. Αυτές που διαθέτουν ανώτερη επιστήμη και τεχνολογία και την επενδύουν στην παραγωγή για να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εργασίας αποκτούν σαφέστατο πλεονέκτημα από τις χώρες που υστερούν σε αυτούς τους τομείς. Και πιο καινοτόμα εμπορεύματα παράγουν και πιο γρήγορα και αυτό που πρωτίστως τους ενδιαφέρει είναι τα δικά τους εμπορεύματα να φτάνουν γρήγορα στην παγκόσμια αγορά, καταργώντας έτσι οποιαδήποτε εθνικά σύνορα. Και αυτές οι εξελίξεις δεν έχουν σχέση με οποιαδήποτε μορφή πολιτικής διαχείρισης, είναι δηλαδή ένα γεγονός αντικειμενικό.

Σήμερα στην διεθνοποιημένη οικονομία, παγκοσμιοποίηση ονομάζεται από άλλους, με τη γιγανταία και ταχύτατη μετακίνηση κεφαλαίων, ανθρώπων, εμπορευμάτων και υπηρεσιών αλλάζει άρδην την λειτουργία των κρατών και την καθημερινότητα των ανθρώπων. Ξεπερνάει την λειτουργία του έθνους – κράτους όπως το γνωρίζαμε σήμερα. Η γρήγορη και απρόβλεπτη μεταφορά επενδύσεων από έναν τόπο σε έναν άλλον με μοναδικό στόχο την αποκόμιση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου κέρδους, αφήνει πίσω αρνητικά κοινωνικά φαινόμενα, όπως ανεργία, φτώχεια, αβεβαιότητα. Οι κυβερνήσεις αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες και να ικανοποιήσουν τα αιτήματα της κοινωνίας και έτσι ο φόβος και η ανασφάλεια για την καθημερινότητα γίνεται το κυρίαρχο στοιχείο στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Αυτές οι οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις εξεταζόμενες μέσα στο πλαίσιο λειτουργίας της ΕΕ οδηγούν μερίδες της κοινωνίας στην αμφισβήτηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και στην επιστροφή σε κάθε κράτος χωριστά. Αυτό εκφράζεται με την δημιουργία του κινήματος του «ευρωσκεπτικισμού». Το τελευταίο διάστημα, το ανερχόμενο ρεύμα «ευρωσκεπτικισμού» κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος στους λαούς της Ευρώπης. Σε πολιτικό επίπεδο παρουσιάζονται ως νέα σχήματα, πολιτικές ομάδες – κόμματα, που καταγγέλλουν την Ε.Ε. ότι δήθεν ξέφυγε από τους σκοπούς της ίδρυσής της και δεν αποτελεί πλέον την Ευρώπη της αλληλεγγύης, της ισοτιμίας και μετατράπηκε σε Ε.Ε. της φτώχειας, της ανεργίας.

Ο «ευρωσκεπτικισμός» αποτελεί πολιτικό ρεύμα που εκφράζει τις διαφωνίες τμημάτων της αστικής τάξης που νιώθουν ότι είναι ριγμένα, δεν ικανοποιούνται δηλαδή τα συμφέροντα τους από τη λειτουργία της σημερινής Ε.Ε.. Τέτοιες πολιτικές δυνάμεις ενσωματώνουν έντονα εθνικιστικά χαρακτηριστικά, αν και σε κάθε χώρα, ανάλογα με το βαθμό συσχέτισης τους με την ΕΕ και την οικονομική και πολιτική της δύναμη, εκφράζονται διαφορετικά. Ο «ευρωσκεπτικισμός» που καλλιεργείται στοχεύει να ενσωματώσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια για το ευρωοικοδόμημα καλλιεργώντας αυταπάτες ότι μια άλλη διαχείριση, μια ίσως καλύτερη συνεννόηση με αλλαγές στους θεσμούς μπορούν να τροποποιήσουν την Ε.Ε. σε φιλολαϊκή, ενώ ουσιαστικά θα παραμένει Ένωση των λίγων, των πολυεθνικών. Ωστόσο, το γεγονός ότι και νέες λαϊκές μάζες δηλαδή οι «κάτω» και ταυτόχρονα και κάποιοι «από τα πάνω» εκφράζουν την αντίθεση τους προς την Ε.Ε. (εννοείται από διαφορετική σκοπιά συμφερόντων) δείχνει περίτρανα ότι ολοένα και περισσότερο θα δυσκολεύεται να διαχειριστεί τις αντιθέσεις που το ίδιο δημιουργεί. Η Ε.Ε. δεν μπορεί να γίνει φιλολαϊκή ή αυτό που θέλουν να προβάλλουν οι «ευρωσκεπτικιστές», με διάφορες παραλλαγές ή τροποποιήσεις, για δήθεν ισότιμες σχέσεις μεταξύ εθνικών κρατών, σε μια καπιταλιστική οικονομία, όπου βασικό χαρακτηριστικό είναι η ανισομετρία, ο διαρκής ανταγωνισμός και πρόσκαιροι συμβιβασμοί ανάμεσα σε ισχυρά και λιγότερο ισχυρά καπιταλιστικά κράτη.

Οι ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις στην Ευρώπη εκφράζουν επιχειρηματικά συμφέροντα στις χώρες τους που δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουν ενιαία χαρακτηριστικά, π.χ. άλλο στη Βρετανία, άλλο στη Γαλλία. Ανεξάρτητα από τις διακηρύξεις τους όμως, επί της ουσίας εκφράζουν την ανάγκη διαμόρφωσης άλλων ενώσεων και συμμαχιών, π.χ. η Λεπέν και το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία επικεντρώνεται στην ανάγκη αντικατάστασης της Ε.Ε. από μια ένωση Ελεύθερων Εθνικών Κρατών, επιδιώκοντας ουσιαστικά μια Ε.Ε. χωρίς τον ηγεμονικό ρόλο της Γερμανίας, αλλά με πρωτοπόρο ρόλο της Γαλλίας. Από την άλλη, η Ιταλική Λίγκα του Βορρά, που είχε συνάψει σχέσεις συνεργασίας με το Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν, υποστηρίζει την ανάγκη διαμόρφωσης ενός «νέου ευρωπαϊσμού» ενώ παράλληλα θέτει ως αναγκαία τη συνεργασία με Κίνα και Ρωσία.

Αυτές τις αντιθέσεις μέσα στην Ε.Ε. προσπαθούν να τις εκμεταλλευτούν για δικό τους συμφέρον, να αποδυναμώσουν το ενιαίο της Ε.Ε. και οι ΗΠΑ αλλά και η Ρωσία. Κάνουν συνεχείς παρεμβάσεις, οργανώνουν συμπόσια και συνεργασίες με ομάδες του ευρωσκεπτικισμού με στόχο να υποβαθμίσουν την παρουσία της Ε.Ε. τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Το κίνημα του «ευρωσκεπτικισμού» τίποτα καλό δεν προμηνύει για τους λαούς, αντίθετα είναι ένας τρόπος για να εκτονωθούν οι γνήσιες λαϊκές αντιδράσεις στις πολιτικές της Ε.Ε.. Όσο οι λαοί δεν αποκτούν αυτογνωσία, πίστη στις δυνάμεις τους ότι μπορεί να υπάρξει μια ριζικά διαφορετική οικονομική εξέλιξη που θα καταργεί τον οικονομικό ανταγωνισμό και θα θεμελιώνει την κοινωνική οργάνωση στην αλληλεγγύη των εργαζομένων, θα γίνονται συνεχώς θύματα διαφόρων τυχάρπαστων πολιτικών.