ΑΡΘΡΟ
Του Γ.Κ. Χατζόπουλου
Τ. Λυκειάρχη
(συνέχεια από το προηγούμενο)
Έτσι την παραμονή της ποωτοχρονιάς20, λίγο «προτού γυρίσει» ο χρόνος21, ένα μέλος από την ποντιακή οικογένεια, συνήθως το νεώτερο, πήγαινε στη βρύση, την τσεσμέ, για να πάρει το καινούργιο νερό. Το νερό που θα ανανέωνε τη ζωή τους για μια ολόκληρη χρονιά. Ήταν το καθαρτήριο νερό, με το οποίο θα βρέχονταν όλα τα μέλη συμβολικά για να απαλλαγούν από τα αμαρτήματα μιας ολόκληρης χρονιάς. Μ’ αυτό θα ράντιζαν και όλο το σπίτι, γιατί κι αυτό χρειαζόταν την κάθαρση από τα ανομήματα και τις βλαπτικές δυνάμεις μιας ολόκληρης χρονιάς. Δίδανε ιδιαίτερη σημασία στην αρχή της νέας χρονιάς22. Η υποδοχή της έπρεπε να γίνει όχι μόνο με προσοχή, αλλά και με τη λήψη όλων εκείνων των μέτρων, τα οποία θα διασφαλίζανε όχι μόνο την ομαλή της πορεία, αλλά και την υγεία των ανθρώπων και των ζωντανών, την ευετηρία, την καλή σοδειά, την ευημερία. Ιδιαίτερα στις αγροτοποιμενικές κοινωνίες, όπως ήταν πολλές του Πόντου, η διασφάλιση της ομαλής πορείας τόσο στη σπορά και στη συγκομιδή των γεωργικών αγαθών, όσο και στην αναπαραγωγή των ζωντανών, ήταν αναγκαία, αφού αυτή θα διασφάλιζε και τη σίγουρη επιβίωση των ανθρώπων του λαού.
Η επίσκεψη στη βρύση δεν απέβλεπε ασφαλώς στη μονόδρομη λήψη του αγαθού. Ήταν μια διττή σχέση. Ήταν η σχέση του «δίνω και παίρνω»23, αρχή που διέπει κάθε σοβαρή ενέργεια του ανθρώπου του λαού. Πριν τη λήψη του νερού προηγείτο η αναίμακτη θυσία στο στοιχείο της βρύσης, στη «μάισσα», τη νεράιδα των άλλων Ελλήνων. Και την αναίμακτη θυσία τη συνέθεταν ξηροί δημητριακοί καρποί (κοκκία, κορκότα), αλλά και κομμάτια ζυμωτού ψωμιού24. Θεωρούνταν επιβεβλημένο το καλόπιασμα του στοιχείου. Άλλωστε στη ζωή κερδίζεις τα πάντα με το λόγο τον καλό25. Κι ο λόγος ο καλός ήταν ο συμβολικός ευχετήριος στίχος: «Κάλαντα και καλός καιρός, πάντα και το χρόνον». Και τότε γεμάτη ικανοποίηση η υπνώττουσα «μάισσα» αντάμειβε τον γεμάτο δέος επισκέπτη της, προσφέροντάς του ισόστομα του δοχείου λίρες. Αν όμως ο επισκέπτης ήταν απρόσεκτος και με την παρουσία του ενοχλούσε την προστάτιδα, την επιδιδόμενη ποιος ξέρει σε ποιες ολονύκτιες δραστηριότητες «μάισσα», τότε η απέχθειά της για την αγενή συμπεριφορά του εκφραζόταν με απλόχερη αγκαλιά κάρβουνων26. Πάλι καλά! Γιατί σε άλλα μέρη της Ελλάδος η οργή της Νεράιδας για την ενόχληση εκδηλωνόταν είτε με το πάρσιμο του νου (νεοαϊδοπαρμένος)27 είτε και με σίγουρο θάνατο28. Ευτυχώς κάτι τέτοιο οδυνηρότατο δε συνέβαινε στον Πόντο. Ούτε και ακούστηκε ποτέ στο διάβα των αιώνων να πάρει κανενός τη λαλιά στον Πόντο η «μάισσα».
(συνεχίζεται…)
19. Γ. Κ. Χατζόπουλος, Πρωτοχρονιάτικα έθιμα…, ό.π.
20. Γ. Κ. Χατζόπουλος, Πρωτοχρονιάτικα έθιμα…, ό.π.
21. Ο ίδιος, ό.π.
22. Ο ίδιος, ό.π.
23. Η πανανθρώπινη αρχή του «do ut des» και Γ. Κ. Χατζόπουλος, Αγιάννης ο Πρόδρομος της Πλατανιάς, Δράμα 2005.
24. Γ. Κ. Χατζόπουλος, Πρωτοχρονιάτικα έθιμα…, ό.π.
25. Ο ίδιος, ό.π.
26. Ο ίδιος, ό.π. και Α. Φωστηρόπουλος, «Λαογραφικά Ιμέρας», Αρχείον Πόντου, τόμ. 19 (1954).
27. Ν. Γ. Πολίτης, Παραδόσεις, ό.π.
28. Θ. Αθανασόπουλος, «Το νερό που κοιμάται», Λαογραφία, τόμ. 3, Αθήναι 1911.