Μετά την έκρηξη της πανδημίας του κορονοϊού η τηλεργασία αποτέλεσε λύση στα εργασιακά προβλήματα που δημιούργησαν τα περιοριστικά μέτρα, ενώ πριν τον κορονοϊό θεωρείτο από τους εργαζόμενους μία «ανάσα» από τους καταιγιστικούς ρυθμούς της ζωής τους.
Για πολλούς, μπορεί να ήταν μία ευκαιρία να περάσουν περισσότερο χρόνο με τα παιδιά τους ή να ασχοληθούν με τα αγαπημένα τους χόμπι, εξοικονομώντας τον χρόνο που θα έχαναν διανύοντας αποστάσεις από και προς τους χώρους εργασίας τους. Νέες έρευνες για την τηλεργασία, ωστόσο, δείχνουν αντιφατικά αποτελέσματα. Στην έκθεση New Future of Work Report, που κυκλοφόρησε η Microsoft για το 2022 οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, παρότι η εξ’ αποστάσεως εργασία μπορεί να βελτιώσει την ικανοποίηση των εργαζόμενων από τη δουλειά τους, μπορεί, ταυτόχρονα και να τούς οδηγήσει να αισθάνονται «κοινωνικά απομονωμένοι και ένοχοι», καθώς και να «κάνουν υπερπροσπάθεια να αντισταθμίσουν».
Από τις αρνητικές επιπτώσεις έκπληκτοι δηλώνουν και ορισμένοι εργαζόμενοι, οι οποίοι, μετά από δύο χρόνια, νιώθουν συντετριμμένοι αφού συνειδητοποίησαν ότι, η τηλεργασία δεν αποτελεί απαραίτητα πανάκεια για την ευεξία τους, όπως διαφημιζόταν. Σε αντίθετη με το τρέχον αφήγημα περί εκτίναξης της ζήτησης για εργασία εξ’ αποστάσεως, δεν είναι λίγοι αυτοί που επιλέγουν να επιστρέψουν εντός του εργασιακού χώρου τους. Για άλλους, τα μειονεκτήματα που μπορεί να προκύψουν αξίζουν τον κόπο. Για τους εργαζόμενους σε δημογραφικές ομάδες οι οποίες, πριν την πανδημία, πάλευα με τη ζωή στο γραφείο, τα προβλήματα που μπορεί να επιφέρει η εργασία από το σπίτι είναι ένα μικρό τίμημα.
Ταχέως αυξανόμενη κρίση ψυχικής υγείας
Κάποτε μπορεί η τηλεργασία να θεωρούνταν ουτοπία. Γυμναστική στα διαλείμματα, χρόνος για παρασκευή σπιτικών γευμάτων και εύκολη εξυπηρέτηση δρομολογίων από και προς το σχολείο των παιδιών.
Όταν, την περασμένη χρονιά, προσφέρθηκε στην Κατ μία θέση για εργασία εξ’ αποστάσεως, δε σκέφτηκε ούτε στιγμή να μη τη δεχτεί. Μέχρι τότε η 30χρονη, η οποία ζει στο Λονδίνο και εργάζεται σε περιβαλλοντικές υπηρεσίες, βρισκόταν ήδη για αρκετούς μήνες σε καθεστώς δουλειάς εξ’ αποστάσεως, λόγω των περιορισμών που επέβαλλε η πανδημία του κορονοϊού.
Πίστευε ότι, μία θέση η οποία θα απαιτούσε να εργάζεται αποκλειστικά από το σπίτι της, δεν θα της δημιουργούσε πρόβλημα. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, έχει αρχίσει να το ξανασκέφτεται. «Το να εργάζομαι μόνη μου όλη μέρα κάθε μέρα, ιδίως όταν ο σύντροφός μου είναι στο γραφείο, είναι δύσκολο», λέει η ίδια στο BBC.
«Υπάρχουν μέρες καθ’ όλη τη διάρκεια των οποίων δε βλέπω κανέναν, πράγμα που μπορεί να είναι πολύ μοναχικό. Διαπιστώνω ότι, αντί να κάνω διαλείμματα για να μιλήσω με ανθρώπους, όπως έκανα όταν ήμουν στο γραφείο, σηκώνω το τηλέφωνό μου. Όλος αυτός ο επιπλέον χρόνος μπροστά από μία οθόνη, σίγουρα μού περισσότερο κακό».
Στην πράξη, όμως, η πραγματικότητα αποδεικνύεται διαφορετική. Έρευνες δείχνουν ότι οι εργαζόμενοι εξ’ αποστάσεως καταλήγουν να ασχολούνται με τη δουλειά τους πολύ περισσότερες ώρες, ενώ, στοιχεία από το Ηνωμένο Βασίλειο δείχνουν ότι, σε ποσοστό που αγγίζει το 80%, οι εργαζόμενοι αισθάνονται ότι η τηλεργασία έχει επηρεάσει αρνητικά την ψυχική τους υγεία.
Η Νίκολα Χέμινγκς, επιστήμονας στο κέντρο ψυχικής υγείας Koa Health ισχυρίζεται ότι, η έλλειψη ανθρώπινης επαφής, με την οποία παλεύει η Κατ, είναι κοινό παράπονο. Όπως επισημαίνει, η πανδημία πυροδότησε μία «ραγδαία αυξανόμενη κρίση ψυχικής υγείας» από την οποία δεν εξαιρούνται ούτε όσοι επικροτούν πλήρως την ιδέα. «Η εργασία εξ’ αποστάσεως οδηγεί σε απώλεια των κοινωνικών κανόνων που ακολουθούμε σε ένα πολυσύχναστο γραφείο, καθώς και των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων – μία σύντομη κουβέντα στο διάδρομο του γραφείου ή την ώρα που φτιάχνουμε τον καφέ μας στην κουζίνα. Αυτές οι φαινομενικά ασήμαντες, καθημερινές στιγμές μπορεί να έχουν συλλογικά σημαντικό αντίκτυπο στην ευημερία μας», λέει.
Κι όμως, η απομόνωση δεν είναι το μόνο πρόβλημα που μπορεί να προκύψει από την τηλεργασία. Η Κατ υπογραμμίζει ότι, εκτός από το αίσθημα μοναξιάς, έχει διαπιστώσει ότι ο μεγάλος όγκος βιντεοκλήσεων την κάνει να αισθάνεται αμήχανα, ενώ, όσο περισσότερο βλέπει το πρόσωπό της σε μία οθόνη, εύχεται να μπορούσε να επιστρέψει στις συναντήσεις με φυσική παρουσία. «Θα προτιμούσα να είχα την επιλογή του γραφείου κάποιες φορές την εβδομάδα, προκειμένου να έχω ανθρώπινη επαφή», λέει. Από τα αρνητικά συναισθήματα κάποιες ειδικές ομάδες μπορεί να επηρεάζονται περισσότερο. Η Κατ είναι μία millennial χωρίς παιδιά – δημογραφική ομάδα πολύ πιθανότερο να επηρεαστεί από τις δυσκολίες που περιγράφει.
Σύμφωνα με έρευνα που επικαλείται το BBC, το 81% των εργαζόμενων κάτω των 35 φοβάται τη μοναξιά από τη μακροχρόνια τηλεργασία, ενώ άλλες μελέτες κάνουν λόγο για αυξημένα επίπεδα στρες και άγχους μεταξύ των νεότερων εργαζόμενων μετά την υποχρεωτική στροφή στην τηλεργασία που έφερε η πανδημία. Η Χέμινγκς παρατηρεί ότι συγκεκριμένες συνθήκες που συνδέονται συχνότερα με νεότερους ηλικιακά εργαζόμενους (της γενιάς Ζ και millennials), όπως η πρόσφατη ένταξη στο εργατικό δυναμικό ή η έλλειψη ενός ήσυχου, προσωπικού χώρου εργασίας, μπορεί να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική τους ευημερία. Για ορισμένους, πάλι, η εμπειρία της εξ αποστάσεως εργασίας που έφερε η πανδημία υπήρξε αρκετά θετική ώστε να παραβλέπουν τα μειονεκτήματα.
Όπως ισχυρίζεται η Χέμινγκς, αυτοί είναι κυρίως οι εργαζόμενοι που χρήζουν ειδικής φροντίδας ή άτομα με αναπηρίες. Εργαζόμενοι που ανήκουν σε τέτοιου είδους ομάδες έχουν βιώσει τη θετική αλλαγή στην ψυχική τους υγεία. Η εργασία στο γραφείο μπορεί να είναι εξαιρετικά επιζήμια για την ευεξία τους, καθώς μπορεί να παλεύουν με μακρινές αποστάσεις, έντονες προσωπικές υποχρεώσεις ή με σωματική και ψυχική εξάντληση από την αντιμετώπιση του άγχους μετάβασης από και προς έναν χώρο εργασίας που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους.
Η 28χρονη Λόρεν, μητέρα ενός παιδιού με έδρα την Πενσιλβάνια λέει ότι η εργασία από το σπίτι έχει σίγουρα βελτιώσει την ψυχική ευημερία της παρότι αναγνωρίζει κάποια μειονεκτήματα όπως το γεγονός ότι δεν αισθάνεται ποτέ ότι αποσυνδέεται από τα πάντα. Ωστόσο, ισχυρίζεται ότι τα οφέλη υπερτερούν κατά πολύ των μειονεκτημάτων. Όπως επισημαίνει, είναι πλέον σε θέση να εργάζεται στο ίδιο δωμάτιο με τον σύζυγο και την κόρη της ενώ, στα διαλείμματα παίζουν. Έχει χρόνο να πηγαίνει σε ραντεβού με γιατρούς για την ίδια ή το παιδί της, τις ώρες που την βολεύει.
Το 81% των ατόμων κάτω των 35 ετών φοβάται τη μοναξιά από τη μακροχρόνια τηλεργασία, ενώ μελέτες δείχνουν ότι, μεταξύ των νεότερων εργαζόμενων μετά τη στροφή στο συγκεκριμένο παραγωγικό μοντέλο, τα επίπεδα άγχους και στρες είναι αυξημένα. Η Λόρεν, από τη μεριά της, παραδέχεται ότι, «για πρώτη φορά στη ζωή μου δεν έχω κυριακάτικη κατάθλιψη. Διατηρώ ευέλικτο ωράριο, το οποίο είναι εξαιρετικά χρήσιμο αν έχεις παιδί. Σίγουρα θέλω να συνεχίσω να εργάζομαι εξ’ αποστάσεως, τουλάχιστον μέχρι η κόρη μου να πάει σχολείο», λέει. Για την ίδια, που εργάζεται στον τομέα της τεχνολογίας, το τίμημα από τα μειονεκτήματα της τηλεργασίας είναι δίκαιο, με δεδομένο ότι έχει μεγαλύτερη ευελιξία και περισσότερο χρόνο με το παιδί της.
Όπως επισημαίνει ο καθηγητής διοίκησης στη Σχολή Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου George Mason των ΗΠΑ, Κέβιν Ρόκμαν, αν και αδιαμφισβήτητα υπάρχουν ζητήματα που αφορούν στην ευημερία, τα καθαρά οφέλη για ανθρώπους όπως η Λόρεν είναι πολλαπλάσια. «Η ανταλλαγή του χρόνου μετακινήσεων με την προσωπική υγεία, την οικογένεια ή την αναψυχή εγγυημένα αποφέρουν θετικά οφέλη», λέει.
Σε αναζήτηση της Χρυσής Τομής
Δεν είναι καθόλου απλό να εργάζεται κανείς εξ’ αποστάσεως, και πολλές εταιρείες την τελευταία διετία παλεύουν με το πώς θα μπορούσαν να σχεδιάσουν ένα μοντέλο λειτουργικό για όλους. Μέχρι σήμερα τα στοιχεία δείχνουν ότι βασικό παράγοντα αποτελούν οι προσωπικές συνθήκες και προτιμήσεις των ανθρώπων ξεχωριστά.
«Η εφαρμογή της εξ αποστάσεως εργασίας έχει να κάνει με την επαναπροσδιορισμό του τι σημαίνει για κάθε άτομο να εργάζεται», λέει ο Ρόκμαν. «Οι εργοδότες πρέπει να εξισορροπήσουν την ευελιξία, να δώσουν στους ανθρώπους τα εργαλεία που χρειάζονται για να παραμείνουν παραγωγικοί και να εξισορροπήσουν τις κοινωνικές ανάγκες των εργαζομένων. Η ακριβής μορφή αυτού του μοντέλου αλλάζει από εταιρεία σε εταιρεία», εξηγεί. Ο ίδιος επισημαίνει ότι, οι διαφορετικές δημογραφικές ομάδες βιώνουν με διαφορετικούς τρόπους την εξ αποστάσεως εργασία. Σύμφωνα με έρευνες, από την εργασία από το σπίτι είναι πιο πιθανό να επωφεληθούν οι νεαρές μητέρες ενώ ένα άτομο το οποίο ζει με τον/την σύντροφό του και έχει τον κοινωνικό του δίκτυο κοντά, θα βιώσει πιθανώς λιγότερες αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική του ευημερία.
Επίσης πιθανό είναι, με την πάροδο του χρόνου, να αλλάζουν και οι απαιτήσεις των εργαζόμενων από τους χώρους εργασίας τους. Ένας της γενιάς Ζ μπορεί στα πρώτα στάδια της καριέρας του να εκτιμά την κοινωνική επαφή στο γραφείο ενώ οι ανάγκες του μπορεί να είναι πολύ διαφορετικές από αυτές μιας εργαζόμενης μητέρας ή ενός ατόμου που φροντίζει έναν ηλικιωμένο γονέα. Το καλύτερο μοντέλο δεν είναι ένα που ταιριάζει σε όλους – πιθανότατα είναι επίσης ένας κινούμενος στόχος που μετακινείται ανάλογα με συγκεκριμένες ανάγκες, συγκεκριμένων ατόμων.
Όπως λέει η Κατ, προς το παρόν μπορεί να μην ψάχνει για νέα δουλειά όμως ελπίζει ότι, όταν το κάνει, θα βρει κάτι που θα της δίνει την ελευθερία να εργάζεται και με φυσική παρουσία στο γραφείο και από το σπίτι. Δε θα ήθελε να επιστρέψει στο πενθήμερο στο γραφείο. Όσο για τη Λόρεν, μόλις η κόρη της ξεκινήσει το σχολείο, φαντάζεται τον εαυτό της σε ένα υβριδικό μοντέλο όπου ο ρόλος της θα είναι όσο ευέλικτος χρειάζεται προκειμένου να μπορεί να φεύγει για λίγη ώρα τα μεσημέρια, ώστε να βρεθεί σε εκδηλώσεις στο σχολείο του παιδιού, ή να κάνει ένα ραντεβού. «Σε διαφορετική περίπτωση, η επ’ αόριστον τηλεργασία δε μού ακούγεται και τόσο άσχημη», λέει.