ΑΡΘΡΟ
Του Γ.Κ. Χατζόπουλου
Τ. Λυκειάρχη
ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
- «Ο Λαός διατηρεί ό,τι τον συνδέει με την παράδοσή του»
Σε ποια ακριβώς εποχή ανάγεται το έθιμο της θυσίας δεν μπορούμε με ακρίβεια να το προσδιορίσουμε. Πάντως η αρχή του τοποθετείται σε χιλιετηρίδες πριν από τότε που η ανθρώπινη επιβίωση εξαρτιόταν άμεση από την απόδοση αγαθών της γης. Τότε που οι άνθρωποι αδαείς των φυσικών φαινομένων διαμόρφωσαν την πεποίθηση ότι η καρποφορία της γης ήταν έργο δαιμόνων ακαθορίστων και πανισχύρων, από τη θέληση των οποίων εξαρτιόταν η πλούσια ή πενιχρή γήινη καρποφορία.
Η αντίληψη αυτή με διαχρονική υπόσταση τούς οδηγούσε στο καλόπιασμα των αοράτων δυνάμεων, ώστε να μην κινδυνέψει το ανθρώπινο είδος από τη σιτοδεία.
Το κύλισμα όμως του χρόνου μετέβαλε το καλόπιασμα των δαιμόνων ανάλογα με τις ανθρώπινες ανάγκες.
Και ενώ αρχικά ο άνθρωπος του λαού περιορίστηκε στην προσφορά αναίμακτης θυσίας (για θυσία αλφίτων ομιλεί ο Όμηρος στις ραψωδίες λ 634, β, 355 και 429, δηλαδή για προσφορά στους βωμούς περιφρυγμένων κριθών = κριθάλευρο χονδρό), στη συνέχεια, όταν οι ανάγκες μεγιστοποιήθηκαν, έκρινε σκόπιμο για καλύτερο εξευμενισμό των θεοτήτων να προσφέρει και αιματηρές θυσίες, πρώτα ζώων και έπειτα ανθρώπων.
Πόσες φορές δεν παραπονιόταν η θεά της σοφίας προς τον γαιήοχον και πατέρα θεών και ανθρώπων Δία να ευσπλαχνισθεί τον πολυμήχανο Οδυσσέα να τον απαλλάξει από τα δεινά της θάλασσας λησμονώντας ότι αυτός του προσέφερε εκατόμβες (=θυσία εκατό βοών), των οποίων η κνίσα (=τσίκνα) του ερέθιζε τα οσφρητικά κέντρα καθώς θρονιασμένος στην υψηλότερη κορυφή του Ολύμπου μηχανευόταν με ποια καλοπλασμένη θνητή να κοιμηθεί, αγνοώντας την κρεβατομουρμούρα της ζηλιάρας Ήρας;
Αλλά κάποτε δεν στάθηκαν αρκετές και οι θυσίες των ζώων, προκειμένου το ανθρώπινο γένος να εξιλεώσει «την μήνιν» των θεών.
Έτσι ο τραγικός και φιλόσοφος ποιητής Ευριπίδης πλάθει το μύθο της θυσίας της Ιφιγένειας στην Αυλίδα για να εξιλεώσει την Άρτεμη προκειμένου να πνεύσει ούριος άνεμος για τον απόπλου των πλοίων προς την Τροία.
Ο ίδιος ο Ευριπίδης στην τραγωδία του «Ιφιγένεια εν Ταύροις» δεν ερωτά αγωνιωδώς την ιέρεια Ιφιγένεια, με το στόμα Θόαντα, αν τα σώματα των ιερόσυλων Ορέστη και Πυλάδη καίγονται στο βωμό του αδύτου;
Αλλά και στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός για να δοκιμάσει την πίστη του Αβραάμ δεν τον παρακινεί να θυσιάσει τον μοναδικό γιό του Ισαάκ;
Αλλά και πάλι ο μονογενής Υιός του Θεού, ο γλυκύτατος Ναζωραίος, δεν υφίσταται με τη θέλησή του την ταπεινωτική σταύρωση στον κακοτράχαλο Γολγοθά από αγάπη και μόνο για το ανθρώπινο γένος;
Και των θυσιών ουκ έστι τέλος. Και δεν είναι μόνο θυσίες ζώων, αλλά και ανθρώπων. Ο αρχαιολόγος Σακελλαράκης ανασκάπτοντας στη λεβεντογέννα Κρήτη αποφαίνεται εμπεριστατωμένα πως και εκεί συντελούνταν ανθρώπινες θυσίες.
Και μήπως οι αρχαίοι μας πρόγονοι προτού βγουν από τα σύνορα του κράτους τους δεν προέβαιναν σε μια σειρά θυσιών προς τους θεούς, ώστε η εκστρατεία τους να είχε αίσια έκβαση; (Δες τη μελέτη μου «Διαβατηριακές ενέργειες»)
Μα και το δημοτικό μας τραγούδι δεν κάνει απερίφραστη αναφορά στη θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα προκειμένου να στεριώσει το γεφύρι του, διασώζοντας έτσι τη φήμη του ως πρωτομάστορα γεφυριών;
Η διαιώνιση των θυσιών συνεχίστηκε και στη νεοελληνική ζωή. Η θεμελίωση οικοδομήματος απαιτούσε την υποχρεωτική θυσία ζώου, αρνιού κατά την οικονομική κατάσταση τους προς ανέγερση οικοδομήματος ιδιοκτήτη ή πετεινού ανάλογα με την οικονομική του κατάσταση.
Δεν είναι όμως ολίγα τα μέρη της πατρίδας μας όπου συνεχίζεται η θυσία ζώων. Αναφέρω χαρακτηριστικά: Στη Λέσβο θυσιάζεται στεφανωμένος ταύρος. Στη Μαυρολεύκη στις γιορτές των Αναστεναρίων θυσιάζεται αιγοπρόβατο, το αίμα του οποίου μαζί με τα οστά θάβεται σε λάκκο. Προηγείται πάντοτε ο αγιασμός από τον ιερά του χωριού. Στο Καλαμπάκι της Δράμας θυσιάζεται αγελάδα, κατάλοιπο της ελάφου, αφού πρώτα αγιασθεί, το ίδιο συμβαίνει και στον Λαγκαδά και στην Αγία Ελένη των Σερρών (για τη θυσία της αγελάδας στο Καλαμπάκι έγραψα διεξοδικά στο βιβλίο μου «Λαογραφικά Κρυονέρου Ανατολικής Θράκης», τόμ, Α, για την Αγία Ελένη Σερρών στο βιβλίο μου «Η εμβρυακή μορφή του θεάτρου και η λατρεία του Διονύσου στη χώρα των Ηδωνών, το ίδιο και για το Κουρμπάνι της Μαυρολεύκης. Εδώ σημειώνω ότι η λέξη κουρμπάνι είναι τουρκικής προέλευσης και σημαίνει θυσία. Πρόκειται για δάνειο της νεοελληνικής από την τουρκική γλώσσα) (Kurban = θυσία).
Το θέμα των θυσιών, ανθρώπων και ζώων, είναι εκτενές στην ελληνική λαογραφία. Δεν προτίθεμαι να επεκταθώ περισσότερο. Θα σημειώσω μόνο τούτο. Το έθιμο έχασε την πρωταρχική του μορφή. Έφτασε στις ημέρες μας ως διαχρονικό στοιχείο της ελληνικής παράδοσης, διατηρεί όμως τη δυναμική του, ανεξάρτητα αν αυτή προσεγγίζει τον αρχικό της στόχο. Κατήντησε βέβαια ένα απολίθωμα από τα πολλά, που διαιωνίζει η ελληνική παράδοση και διασφαλίζει τη διαχρονικότητά της, η οποία έστω και τυπικά μαρτυρεί πως ο τόπος αυτός, έστω και σχηματικά εξακολουθεί με τον όποιο τρόπο να συνεχίζει τον στενό δεσμό του με την παράδοση, την οποία ευλαβείται.
Οι λίγες αυτές γραμμές ας είναι μια ελάχιστη προσφορά προς τους Καλαμπακιώτες με τους οποίους συνέζησα μια τριετία χωρίς ποτέ να διακόψω το δεσμό μου μαζί τους.