Εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου «Οι δωσίλογοι» του ιστορικού και συγγραφέα Μενέλαου Χαραλαμπίδη πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Τετάρτης 2 Οκτωβρίου 2024, στην αίθουσα εκδηλώσεων του Δημοτικού Ωδείου Δράμας. Η εκδήλωση διοργανώθηκε από τη Λέσχη Ανάγνωσης Δράμας, το βιβλιοπωλείο Μανιφέστο και τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Για το βιβλίο μίλησαν ο κ. Χρήστος Σπυρόπουλος, καθώς και ο συγγραφέας, ενώ ακολούθησε διάλογος με το κοινό. Πρόκειται για το τρίτο βιβλίο του κ. Χαραλαμπίδη, καθώς έχει προηγηθεί η έκδοση των βιβλίων «Η εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα» και «Δεκεμβριανά 1944. Η μάχη της Αθήνας». Το βιβλίο «Οι δωσίλογοι», το οποίο παρουσιάζει την πολιτική, οικονομική και ένοπλη συνεργασία με τους κατακτητές στον Νομό Αττικής στα χρόνια της Κατοχής, αποτελεί εκδοτική επιτυχία με συνεχόμενες εκδόσεις και εύλογα συγκέντρωσε το ενδιαφέρον του Δραμινού κοινού, το οποίο προσήλθε μαζικά στο Δημοτικό Ωδείο.

Όπως ανέφερε, σε δηλώσεις του ο κ. Χαραλαμπίδης, «το βιβλίο είναι η ιστορία ίσως του μεγαλύτερου εγκλήματος που έχει γίνει ποτέ κατά της ελληνικής κοινωνίας, που το περιγράφω πως έγινε στο βιβλίο, και μια δεύτερη ιστορία που αφηγείται είναι η ιστορία της μεγαλύτερης δικαστικής συγκάλυψης που έγινε ποτέ. Δηλαδή η μαζική απαλλαγή και αθώωση των δωσίλογων με συγκεκριμένα νούμερα. Υπάρχουν συγκεκριμένοι αριθμοί από τα ειδικά δικαστήρια Αθηνών και Πειραιά που ήταν τα μεγαλύτερα ειδικά δικαστήρια της χώρας. Άρα μπορούμε να έχουμε εικόνα πλέον».

Ακόμη, ο κ. Χαραλαμπίδης σημείωσε ότι το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη και πρόσθεσε: «Το πρώτο μέρος είναι η πολιτική συνεργασία, οι τρεις κυβερνήσεις, πως πολιτεύτηκαν αυτές οι τρεις κυβερνήσεις, γιατί είχαν ένα πολύ πλούσιο νομοθετικό έργο. Το δεύτερο μέρος είναι η οικονομική συνεργασία. Στο τρίτο μέρος, που είναι το ευρύτερο με τέσσερα κεφάλαια, στο πρώτο μελετώ τους Έλληνες που μπήκαν απευθείας στις γερμανικές υπηρεσίες ασφαλείας και αστυνομίας, στη Βέρμαχτ και στα Ες – Ες και το εθνικοσοσιαλιστικό τους παρελθόν, το δεύτερο κεφάλαιο έχει να κάνει με την ελληνική βασιλική χωροφυλακή που ήταν ο πιο στενός συνεργάτης των Γερμανών, παρά την εικόνα που μας έχει προβληθεί ότι τα τάγματα ασφαλείας ήταν ο πιο στενός συνεργάτης. Στο τρίτο κεφάλαιο βλέπω τα τάγματα ασφαλείας και στο τελευταίο βλέπω τα μεγάλα μπλόκα της Κατοχής.

Το βιβλίο βέβαια αφορά τον Νομό Αττικής, γιατί ήταν, όπως είναι και τώρα, το πολιτικό, οικονομικό, διοικητικό κέντρο της χώρας και άρα εκεί μπορείς να δεις πιο καθαρά το θέμα της συνεργασίας, αλλά και γιατί ήθελα να μπω σε βάθος στην ανάλυσή μου, κάτι το οποίο αν το έκανα σε πανελλαδικό επίπεδο, δεν θα μπορούσα να το πετύχω. Βέβαια υπάρχουν πάρα πολλές ιδιαιτερότητες κατά τόπους. Δηλαδή έχουμε ακόμη πολλές Ελλάδες. Δεν είναι τόσο ομογενοποιημένη η Ελλάδα. Οπότε δεν μπορείς με τα εργαλεία που π.χ. βλέπω εγώ τον Νομό Αττικής, να έρθει κάποιος να δει εδώ που έχουμε βουλγαρική κατοχή με ενσωμάτωση εδαφών στο βουλγαρικό κράτος. Χρειάζεσαι άλλα εργαλεία. Πρέπει να δεις και άλλα πράγματα εδώ για να καταλάβεις τη συνεργασία στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη».

Για τους λόγους που τον οδήγησαν στη συγγραφή του βιβλίου, ο κ. Χαραλαμπίδης επεσήμανε: «Μελετώ 25 χρόνια την περίοδο της Κατοχής, οπότε το πρώτο βιβλίο ήταν για την Αντίσταση, την ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος στην Αθήνα, το δεύτερο ήταν για τα Δεκεμβριανά, τη σύγκρουση των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, οπότε πάντα υπήρχαν οι συνεργάτες, οι δωσίλογοι, στο γύρω γύρω της εικόνας των μελετών που έκανα. Οπότε σκέφτηκα ότι δεν θα μπορούσα να κλείσω το κομμάτι της Κατοχής, αν δεν εξέταζα και το θέμα της συνεργασίας και γιατί πλέον είχα πολύ καλά εφόδια για να το κάνω, αλλά και γιατί είναι υποφωτισμένο. Δεν έχουμε δουλειές. Είναι υποφωτισμένο για πολιτικούς λόγους βέβαια. Είναι θέμα ταμπού ακόμη και σήμερα. Και όχι μόνο βέβαια για την ελληνική κοινωνία, αλλά και για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να το κάνω και θα έπρεπε να το κάνω».

Εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους το θέμα του δωσιλογισμού παραμένει ταμπού, ο κ. Χαραλαμπίδης δήλωσε: «Οι άνθρωποι που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές και εδώ και στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν ήταν κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις κακών Ελλήνων ή κακών Γάλλων κοκ. Η συνεργασία –αυτό δείχνω με το βιβλίο μου- είχε μια θεσμική διάσταση. Ο κρατικός μηχανισμός εργάστηκε για να αναπτυχθεί η συνεργασία λόγω βέβαια των τριών κατοχικών κυβερνήσεων που είχαμε. Είχαμε μια εκτεταμένη οικονομική συνεργασία παντού σε όλη την Ευρώπη. Στο οικονομικό πεδίο ήταν η πιο εκτεταμένη μορφή συνεργασίας. Και αυτοί οι άνθρωποι συνέχισαν, μετά τον πόλεμο, να δραστηριοποιούνται στη χώρα και μάλιστα επειδή στην περίπτωση της Ελλάδας είχαμε τα Δεκεμβριανά και τον Εμφύλιο Πόλεμο, γνωρίζουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι επειδή ανήκαν στο στρατόπεδο των νικητών, στη συνέχεια στελέχωσαν τον κρατικό μηχανισμό και είχαν μία πολύ σημαντική παρουσία σε επίπεδο διαχείρισης εξουσίας, είτε της οικονομικής, είτε της πολιτικής εξουσίας, της δικαστικής επίσης. Συνεπώς αυτοί οι άνθρωποι θέλανε και κατάφεραν να διαγράψουν τα ίχνη της συνεργασίας και να επιβάλλουν ένα καθεστώς λήθης και σιωπής γύρω από αυτό το ζήτημα».

Τέλος, όσον αφορά την εκδοτική επιτυχία που γνωρίζει το βιβλίο «Οι δωσίλογοι», ο συγγραφέας του σημείωσε: «Είναι μια πρωτόγνωρη εμπορική επιτυχία για βιβλίου αυτού του είδους. Δηλαδή μέσα σε δέκα μήνες να έχει σπάσει το φράγμα των 30.000 αντιτύπων για την ελληνική αγορά είναι κάτι πρωτόγνωρο και μάλιστα για ένα βαρύ βιβλίο. Και κυριολεκτικά, με πάνω από 400 σελίδες, αλλά και μεταφορικά είναι ένα δύσκολο βιβλίο. Δεν διασκεδάζεις διαβάζοντας αυτό το βιβλίο. Περισσότερο στεναχωριέσαι ή τέλος πάντων προκαλεί πολύ έντονα συναισθήματα οργής και έκπληξης σε πολλούς φίλους και φίλες που το έχουν διαβάσει. Το έχω συζητήσει με συνάδελφούς μου, το έχω συζητήσει και με τον εκδότη και στις παρουσιάσεις το συζητάμε, σε πολλές πόλεις που κάνω. Το βιβλίο αποκαλύπτει πολλά πράγματα που δεν ξέραμε. Κάνει συγκεκριμένο αυτό το νεφέλωμα. Ξέρουμε ότι οι δωσίλογοι έκαναν κακό στη χώρα, αλλά δεν το είχαμε συγκεκριμενοποιήσει σε πράξεις, ποια μορφή πήρε αυτό το κακό που κάνανε αυτοί που συνεργάστηκαν. Είναι καλογραμμένο το βιβλίο, διαβάζεται εύκολα. Είναι πολύ καλά τεκμηριωμένο. Νομίζω ότι πέρα από όλα αυτά, ήταν σαν να περίμενε ο κόσμος να γραφτεί ένα τέτοιο βιβλίο. Αυτή την εντύπωση μου δίνει η τόσο μεγάλη απήχηση που έχει».

 

«Ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία ιστορίας που έχει γραφτεί τα τελευταία χρόνια»

 

Σε δηλώσεις του για το βιβλίο, ο κ. Χρήστος Σπυρόπουλος επεσήμανε: «Το βιβλίο θεωρώ ότι είναι ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία ιστορίας που έχει γραφτεί τα τελευταία χρόνια. Άπτεται ενός θέματος το οποίο ήταν μέχρι τώρα ταμπού, τον δωσιλογισμό στην Ελλάδα. Ουσιαστικά αναλύει ότι ο δωσιλογισμός δεν ήταν ένα φαινόμενο, το οποίο ήταν παρεμπιπτόντως ή μεμονωμένο, αλλά μια ολόκληρη κοινωνία στάθηκε γύρω από αυτό. Οι κατακτητές εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο τις δυνατότητες που τους δινόταν μέσα από αυτό και εκμεταλλεύτηκαν την Ελλάδα και τους πολίτες στο έπακρο. Είναι ένα βιβλίο το οποίο ανοίγει δρόμους και αποκαλύπτει πράγματα».

Ακόμη, ο κ. Σπυρόπουλος σημείωσε: «Τις επιπτώσεις του δωσιλογισμού τις βιώναμε τουλάχιστον μέχρι και την Μεταπολίτευση. Δηλαδή ήταν η αρχή στην οποία χωρίστηκαν τα δύο στρατόπεδα, Δεξιά και Αριστερά, με όλο αυτό το μετεμφυλιακό κλίμα το οποίο επικράτησε από το 1947 μέχρι το 1974 με την πτώση της Χούντας, οι οποίοι έχουν υποστεί μεγάλες εντός εισαγωγικών διώξεις οι άνθρωποι που δεν δήλωνα εθνικόφρονες. Αυτό άφησε μια δύσκολη ιστορική μνήμη, η οποία δεν έχει επεξεργαστεί ιστορικά στον βαθμό που θα έπρεπε, θεωρώ εγώ τουλάχιστον».

Όπως είπε ο κ. Σπυρόπουλος, «είναι ένα πάρα πολύ καλογραμμένο βιβλίο. Είναι ένα βιβλίο το οποίο είναι ναι μεν ένα ιστορικό πόνημα, όμως είναι σε μια γλώσσα γραμμένη η οποία είναι εύκολα κατανοητή και ακριβώς εστιάζει πάνω σε αυτό το τραύμα το οποίο φέρει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας και δεν τολμάει να το μιλήσει και η σύγχρονη ιστορία που διδάσκεται αυτή την στιγμή δεν άπτεται αυτού του θέματος. Φοβάται να το ακουμπήσει. Νομίζω ότι ο κόσμος διψάει για δεδομένα. Αυτό το βιβλίο αποκαλύπτει ισχυρά δεδομένα τα οποία δεν τα ξέραμε μέχρι τώρα».