Οι ταχύτατοι ρυθμοί υλοποίησης των μέτρων ανακούφισης νοικοκυριών και επιχειρήσεων που έχουν πληγεί, συνιστούν το πρώτο μεγάλο στοίχημα από δω και πέρα για την κυβέρνηση και για τον ίδιο τον πρωθυπουργό ο οποίος θα μεταβεί αύριο, μαζί με κυβερνητικό κλιμάκιο και στο Στρασβούργο προκειμένου να συζητήσει, σε συνάντηση με την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, όλες τις υφιστάμενες χρηματοδοτικές δυνατότητες για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη στήριξη της χώρας μας.
Σε πολιτικό επίπεδο πάντως το κρίσιμο ορόσημο για τον πρωθυπουργό είναι το προσεχές σαββατοκύριακο στην ΔΕΘ όπου θα μεταβεί και για την ομιλία στους παραγωγικούς φορείς και για την καθιερωμένη συνέντευξη τύπου και η παρουσία του αναμένεται να επικεντρωθεί στα ζητήματα των φυσικών καταστροφών με το βλέμμα στο τεράστιο εύρος των ζημιών και στις μεγάλες προκλήσεις της επόμενης ημέρας οι οποίες πέραν της άμεσης στήριξης των πληγέντων αφορούν και στην ανασυγκρότηση ολόκληρων περιοχών της χώρας.
Ο κ. Μητσοτάκης θα κληθεί να δώσει απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα αλλά και τις αιτιάσεις γύρω από τις καταστροφικές πλημμύρες στην Θεσσαλία, την αντίδραση του κρατικού μηχανισμού, τα αντιπλημμυρικά έργα αλλά και για τις μεγάλες πυρκαγιές που έπληξαν την χώρα το προηγούμενο διάστημα με αποκορύφωμα εκείνη του Έβρου στον οποίο βρίσκεται από χθες βράδυ ο πρωθυπουργός.
Γνωρίζοντας τον δικαιολογημένο, όπως και ο ίδιος έχει δηλώσει, θυμό των πολιτών του θεσσαλικού κάμπου για όσα βίωσαν, καθώς και την ανησυχία και την αβεβαιότητα που αισθάνονται για την επόμενη ημέρα όσοι είδαν τα σπίτια και τις περιουσίες τους να χάνονται, τις καλλιέργειες και το ζωικό τους κεφάλαιο να καταστρέφονται, η μεγάλη πρόσκληση για τον κ. Μητσοτάκη να δώσει πειστικές απαντήσεις σχετικά με όσα έκανε και όσα θα κάνει η κυβέρνηση ώστε να καταφέρει να κάνει ένα βήμα προς την αποκατάσταση της τρωθείσας σχέσης εμπιστοσύνης με τους πολίτες σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητα του κυβερνητικού έργου.
Ο ίδιος έδωσε το στίγμα ενόψει της ΔΕΘ λέγοντας ότι «θα μιλήσουμε πάντα τη γλώσσα της αλήθειας, δεν θα κρύψουμε τίποτα, δεν θα ωραιοποιήσουμε τίποτα, αλλά δεν θα μηδενίσουμε και τίποτα». «Από εκεί και πέρα, οι πολίτες θα μπορούν με ψυχραιμία να βγάλουν τα συμπεράσματά τους», ανέφερε από την Λάρισα.
Πλεονέκτημα για την διαχείριση των μεγάλων ζητημάτων της επόμενης ημέρας, θεωρείται πάντως από το Μέγαρο Μαξίμου η θετική πορεία της οικονομίας. Και μπορεί το γεγονός ότι έκανε την περασμένη Παρασκευή το πρώτο βήμα για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας να μην απασχόλησε μέσα σε αυτές τις συνθήκες την ελληνική κοινωνία, η κυβέρνηση θεωρεί όμως ότι συνιστά επιβεβαίωση της δυνατότητας της χώρας να ανταπεξέλθει στο μεγάλο οικονομικό κόστος αυτής της καταστροφής, η οποία εκτός από σπίτια και επιχειρήσεις, αγγίζει τον πρωτογενή τομέα και φυσικά τις υποδομές.
Αναγκαία στην προσπάθεια αυτή θεωρείται και η ευρωπαϊκή συνδρομή που η χώρα μας διεκδικεί στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.
Μετά την επιστολή που έχει ήδη απευθύνει στην Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν
ζητώντας να διερευνηθούν όλα τα πιθανά χρηματοδοτικά εργαλεία ώστε η χώρα μας να λάβει σημαντική πρόσθετη στήριξη, ο κ. Μητσοτάκης θα μεταβεί αύριο μαζί με κλιμάκιο υπουργών, στο Στρασβούργο όπου θα έχει συνάντηση με την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ήδη εξέφρασε βέβαιος ότι η Ευρώπη θα στηρίξει την πατρίδα μας οικονομικά ώστε να μην επωμιστεί ο Έλληνας φορολογούμενος αποκλειστικά μόνος του, το μεγάλο κόστος της επιδιόρθωσης των ζημιών. Χρηματοδοτικά εργαλεία γι’ αυτό είναι τα αγροτικά Ταμεία και οι πόροι του ΕΣΠΑ, το Ταμείο Ανάκαμψης, καθώς και το Ταμείο Φυσικών Καταστροφών.
Η χώρα μας έχει ξεκινήσει συζήτηση και με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την εξασφάλιση δανείου με πολύ ευνοϊκούς όρους ώστε να γίνουν άμεσα παρεμβάσεις στα έργα υποδομής που έχουν υποστεί μεγάλη ζημιά. Ο πρωθυπουργός θα θέσει σε επίπεδο ευρωπαϊκής χρηματοδότησης τα ζητήματα αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών οι οποίες συνδέονται άμεσα με την κλιματική κρίση η αντιμετώπιση της οποίας συνιστά βασική προτεραιότητα για όλες τις χώρες της Ευρώπης.
Το μήνυμα μάλιστα που εξέπεμψε χθες και αναμένεται να αποτελέσει θέμα συζήτησης στο Στρασβούργο, είναι ότι ενώ η ΕΕ διαθέτει πολλούς πόρους για χρηματοδοτήσει την σταδιακή μετάβαση στην οικονομία χαμηλού άνθρακα με παρεμβάσεις που θα έχουν αποτύπωμα σε πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι χρόνια, δαπανά σχετικά λίγους πόρους στην Ευρώπη για να αντιμετωπίσουν οι χώρες την προσαρμογή στην πραγματικότητα της κλιματικής αλλαγής που ήδη βιώνουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες.