ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

τ. Λυκειάρχη

 

  • Ματιές στην ποντιακή διάλεκτο

 

Πότε ακριβώς καθιερώθηκε η χρήση των επωνύμων, δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια. Πάντως προηγήθηκε η χρήση των κυρίων ονομάτων. Την ανάγκη της χρήσης αρχικά κυρίου ονόματος και στη συνέχεια επωνύμου επέβαλε η διάκριση προσώπων μεταξύ τους, που έφεραν το ίδιο κύριο όνομα. Στην περίπτωση αυτή ήταν αναγκαία και η παράθεση του ονόματος του πατέρα ή της μητέρας, όταν αυτή ήταν πιο γνωστή από τον πατέρα λόγω χαρακτήρα ή καταγωγής ή περιουσιακής κατάστασης ή αν ο σύζυγός της βρισκόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο Εξωτερικό ως οικονομικός μετανάστης [η αναφορά εδώ γίνεται στους Έλληνες του Πόντου, που ξενιτεύονταν για μεγάλο χρονικό διάστημα στο Εξωτερικό για οικονομικούς λόγους. Έτσι σ’ αυτήν την περίπτωση είχαμε: Τη Νικόλα ο Χρύσον ή τη Σόνιας ο Πανάτας = ο Χρύσος, ο γιος του Νικόλα ή ο Πανάτας (Παναγιώτης), ο γιος της Σόνιας].

Πάντως η ενασχόληση με τη χρήση των επωνύμων παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού αυτή αποτυπώνει πολλές πτυχές του ανθρώπινου βίου.

Στον Όμηρο κοντά στο κύριο όνομα τίθεται και το όνομα του πατέρα με μια από τις καταλήξεις –είδης, -ίδης, -άδης. Είναι χαρακτηριστικοί οι στίχοι της Ιλιάδος και της Οδύσσειας. «Ο Νεστορίδης εξ ηδέος ύπνου έγειρε» (Οδύσσεια, Ο, στιχ. 44), «Έκτορα Πριαμίδην και ει μάλα κρατερός εστιν» (Ιλιάδος, Ν, στιχ. 316), «αλλά Ασκληπιάδην έπεα πτερόεντα προσηύδα (Ιλιάδος, Ξ, 2), «αινότατε Κρονίδη, ποίον τον μύθον έειπες» (Ιλιάδος, Ξ, 330), «ηέ συ Πηλείδη, πάντων εκπαγλότατε ανδρών» (Ιλιάδος, Α, 46). Στην περίπτωση αυτή συναντάμε την πρώτη προσπάθεια καθιέρωσης επωνύμου με σκοπό τον καλλίτερο προσδιορισμό της ταυτότητας του ατόμου.

Στην Αρχαία Αθήνα, η ταυτότητα ενός ατόμου προσδιορίζεται με τρία ονόματα: το κύριο όνομα, το όνομα του πατέρα σε πτώση γενική και ο τόπος της καταγωγής σε επιθετική μορφή και πτώση ονομαστική, όπως Θουκυδίδης Ολόρου Αλιμούσιος, Περικλής Ξανθίππου Αθηναίος, Σωκράτης Σωφρονίσκου Αθηναίος, Λυσίας Κεφάλου Αθηναίος κ.ά.

Στην ποντιακή διάλεκτο το επώνυμο προήλθε από: α. το βαφτιστικό όνομα, β. το ασκούμενο επάγγελμα, γ. τον τόπο καταγωγής, δ. το χρώμα των ματιών, του δέρματος, των μαλλιών, ε. τις σωματικές ή ψυχικές αρετές και τα ελαττώματα, στ. τη φύση του σώματος, ζ. από εβραϊκά ονόματα, η. από βυζαντινά ονόματα, θ. από το κύριο όνομα του πατέρα, ι. από φυσικά φαινόμενα και ια. Από κάποιο παρώνυμο (=παρωνύμιο, παρατσούκλι) με σκωπτική, απαξιωτική και χλευαστική σημασία (προσονείδεα και προσωνύμεα).

Σε κάποια επώνυμα συναντάμε τις καταλήξεις: -ίδης, -άδης, -ειάδης, -πουλλος, -όπουλλος, -ωφ (σλαβ.) και -ογλού (λ.τ. oglu = γιος).

Κάποια άλλα επώνυμα έχουν τις καταλήξεις: -άντης, -άντ(οι), -άντων, -άντας, -ής, -κλής, -άς (ήας), -ούλλης, -εάδης, -ύδης, -ήζ.

Πολλοί από τους πρόσφυγες Ποντίους, μετά την έλευσή τους στην Ελλάδα μεταγλωττίσανε τα τουρκικά επώνυμά τους προσθέτοντας τις καταλήξεις –ίδης, -είδης, -ειάδης, -ιάδης για να δηλώσουν εμφαντικά την ελληνική τους καταγωγή.

Θα παραθέσουμε στη συνέχει ενδεικτικά κάποια επώνυμα Ποντίων, που προήλθαν:

α. Από το βαπτιστικό όνομα: Αθανάσιος (Αθανασιάδης), Ανδρέας (Ανδρεάδης), Απόστολος (Αποστολίδης), Νικόλαος (Νικολαΐδης), Παναγιώτης (Παναγιωτίδης) κ.ά.

β. Από το ασκούμενο επάγγελμα: Λιθοξόος (ο ασχολούμενος με τη λάξευση τω λίθων), Κεραμείδης (ο ασχολούμενος με τον πηλό), Μεταλλείδης (ο επεξεργαζόμενος μέταλλα), Σαραφίδης (ο αργυραμοιβός) κ.ά.

γ. Από τον τόπο καταγωγής: Τοκατλίδης (ο καταγόμενος από την Τοκάτη), Τσαρτσάμπαλης (ο καταγόμενος από την Τσαρτσαμπά), Σαμψολίδης (ο καταγόμενος από την Αμισό ή Σαμψούντα), Σταυριώτης (ο καταγόμενος από το Σταυρίν), Μοχωρίδης (ο καταγόμενος από τη Μόχωρα), Μουζενίδης (ο καταγόμενος από τη Μούζενα), Απεσλίδης (ο καταγόμενος από το Απέσ’) κ.ά.

δ. Το χρώμα των ματιών, του δέρματος, των μαλλιών κ.λ.: Καραγκιόζογλου ή Καραγκιοζίδης (μεταγλωττίστηκε σε Μαυρομάτης), Σαρτσάς (λ.τ. sari = ο ξανθός, ο κίτρινος) κ.ά.

ε. Από τα σωματικά ελαττώματα: Τοπαλίδης (από το τουρκ. topal = κουτσός), Παρμακσούζ (από το τουρκ. parmak = δάκτυλο, μεταγλωττίστηκε σε Αδάκτυλος), Κουλοχέρης (ο μονόχειρας) κ.ά.

ζ. Από εβραϊκά ονόματα: Ιακωβίδης (Ιακώβ), Αβραμίδης (Αβραάμ), Ισαακίδης (Ισαάκ), Μιχαηλίδης (μιχαήλ), Γαβριηλίδης (Γαβριήλ), Ιωακειμίδης (Ιωακείμ) κ.ά.

η. Από τα βυζαντινά ονόματα: Φωκάς, Γαβράς, Μουρούζης, Κομνηνός, Βελισσαρίδης (Βελισσάριος) κ.ά.

θ. Από το κύριο όνομα του πατέρα: Αναστασιάδης (Αναστάσιος), Παυλίδης (Παύλος) κ.ά.

ι. Από φυσικά φαινόμενα: Χειμωνίδης (χειμώνας), Ζερζελίδης (από το τουρκικό zerzele = σεισμός), Βροχόπουλος (βροχή) κ.ά.

ια. Από παρωνύμια: Σαπουτμάς (από τουρκ. sapitmak = ο παράφρων), Αλαλούκης (από το άλαλος), Κουσής (από το τουρκ. kus = πουλί. Στην Ελλάδα μεταγλωττίστηκε σε Κουσίδης) κ.ά.

Έδωσα σε αδρές γραμμές τα σχετικά με την προέλευση ορισμένων επωνύμων των Ελλήνων του Πόντου. Υπάρχουν βέβαια και επώνυμα προερχόμενα από άλλα στοιχεία. Εκτενέστερα για τα επώνυμα των Ελλήνων του Πόντου αναφερόμαστε στη μελέτη μας, που ετοιμάζεται για έκδοση.