ΑΙΧΜΕΣ

Γράφει ο Σίμος Ματεντζόγλου

Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας

Απόφοιτος Τμήματος ΔΕΟΠΣ (Πολιτικών Σπουδών και Διπλωματίας) Πανεπιστημίου Μακεδονίας

Μ.Α. «Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές» Παντείου Πανεπιστημίου

Email: simosmat@gmail.com

 

 

 

Την προηγούμενη βδομάδα, έλαβε χώρα στο Νταβός, από τις 23 έως τις 26 Ιανουαρίου, το 48ο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, μία διοργάνωση που φιλοξενεί τις παγκόσμιες πολιτικές και οικονομικές ελίτ. Κεντρικό θέμα της φετινής διοργάνωσης ήταν «η δημιουργία ένα κοινού μέλλοντος σε έναν κατακερματισμένο κόσμο». Στις εργασίες ξεχώρισε η αντιπαράθεση για την αναλογία ανάμεσα στο λεγόμενο εθνικό προστατευτισμό και την τάση της παγκοσμιοποίησης, του διεθνούς ελεύθερου εμπορίου.

Πράγματι, η διάσκεψη πραγματοποιήθηκε φέτος σε μία περίοδο, όπου είναι εμφανή τα δείγματα αποδόμησης της περιβόητης «παγκοσμιοποίησης», μέσα σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας για την παγκόσμια οικονομία και ανησυχίας για ενδεχόμενη νέα κρίση.

Οι επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η ανάδυση ενός πολυπολικού διεθνούς συστήματος, οι επιδιώξεις των ισχυρών κρατών για εξασφάλιση καλύτερων θέσεων ισχύος στο διεθνή οικονομικό ανταγωνισμό και μία σειρά γεγονότα, όπως η εκλογή Τραμπ στο τιμόνι της υπερδύναμης, η διαφαινόμενη μετωπική σύγκρουση ΗΠΑ-Κίνας, αλλά και ΗΠΑ-Ευρώπης, το Brexit, η κρίση χρέους στην ευρωζώνη, ο ευρωπαϊκός εκλογικός κύκλος, κατά τον οποίο ισχυροποιήθηκαν ευρωσκεπτικιστικές πολιτικές δυνάμεις, η κυβερνητική κρίση στην Γερμανία, οι τάσεις διάσπασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το ξέσπασμα μίας νέας μορφής πολέμου, δηλαδή ενόπλων συρράξεων που συνιστούν περιφερειακές θερμές εστίες μεν, αλλά με παγκόσμια διάσταση δε, όπου εμπλέκονται όλο και πιο άμεσα οι Μεγάλες Δυνάμεις και το μεταναστευτικό-προσφυγικό πρόβλημα, αμφισβητούν τα ίδια τα θεμέλια της «παγκοσμιοποίησης».

Η αναγγελλόμενη παγκοσμιοποίηση, κάτω από το βάρος των αρνητικών επιπτώσεων της και των αντιφάσεων της, αποδείχθηκε μία εύθραυστη διαδικασία, που δεν άντεξε την πίεση των πραγματικών γεγονότων και των αντικειμενικών τάσεων. Η εποχή του «τέλους της ιστορίας», του πλανητικού δηλαδή θριάμβου της αγοράς ως το φυσικό, αναπόφευκτο πεπρωμένο του κόσμου, εξάντλησε τις ψευδαισθήσεις της. Ακριβώς, η παγκοσμιοποίηση, ενώ υποσχέθηκε οφέλη για όλους, προκάλεσε εξωφρενικές ανισότητες ως προς την κατανομή πλούτου και εισοδήματος, ενώ σε διεθνές επίπεδο, πυροδότησε εκ νέου τεράστιες ανισομετρίες ανάπτυξης και αντιθέσεις μεταξύ των διαφόρων εθνικών κρατών.

Έτσι, παρατηρούνται τάσεις μεταστροφής του παγκόσμιου οικονομικού υποδείγματος και μετάβασης από αυτό της παγκοσμιοποίησης σε αυτό του εθνικού προστατευτισμού.

Στην περίοδο της παγκοσμιοποίησης, κύρια χαρακτηριστικά ήταν η αυξημένη διεθνή οικονομική αλληλεξάρτηση, το απόλυτα ελεύθερο και εκτεταμένο διεθνές εμπόριο, η διόγκωση των εξαγωγών και των άμεσων ξένων επενδύσεων, οι πλήρως απελευθερωμένες χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, η μετεγκατάσταση επιχειρήσεων σε χώρες με φθηνή εργασία, προκειμένου την συμπίεση του κόστους εργασίας και παραγωγής, ώστε τα παραγόμενα προϊόντα να επιτύχουν ανταγωνιστικότητα τιμής, η επικράτηση ενιαίων και ομοιόμορφων κανόνων οργάνωσης της οικονομίας και πολίτικης από όλα τα κράτη, υπό το υπόδειγμα του οικονομικού φιλελευθερισμού και η απορρύθμιση των αγορών κεφαλαίου, αγαθών-υπηρεσιών και εργασίας.

Στην φάση της αποπαγκοσμιοποίησης και του οικονομικού προστατευτισμού, κυριότερα γνωρίσματα είναι ο αυξημένος κρατικός παρεμβατισμός στην οικονομία, η επιβολή φραγμών στο διεθνές εμπόριο και τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και η συρρίκνωσή τους, η φυγή επιχειρήσεων από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες και ο επαναπατρισμός τους στις προηγμένες οικονομίες, ο επαναπροσανατολισμός της παραγωγής υπέρ της εσωτερικής ζήτησης και όχι των εξαγωγών, η επιβολή ελέγχων στη διεθνή ροή κεφαλαίων και χρήματος, η έμφαση στην πραγματική οικονομία και την βιομηχανική ανάπτυξη και η λήψη μέτρων προστασίας υπέρ των εγχώριων βιομηχανικών κλάδων. Επίσης, σε αυτό το υπόδειγμα διεθνών οικονομικών σχέσεων, παρατηρείται μία πιο επιθετική και ανταγωνιστική διεκδίκηση μεριδίου οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος από τις Μεγάλες Δυνάμεις στη διεθνή σκακιέρα και μία ροπή προς εξοντωτικούς εμπορικούς και νομισματικούς πολέμους, με κίνδυνο να κλιμακωθούν σε γεωπολιτικές συγκρούσεις.

Η πολιτική της παγκοσμιοποίησης επιβλήθηκε, αρχικά, από τις ΗΠΑ, στην δεκαετία του ’90, στην φάση του μονοπολισμού, προκειμένου να μην επιτρέψουν την ανάδειξη νέων δυνάμεων και να μην απολέσουν την παγκόσμια επικυριαρχία τους. Όμως, στην πορεία της εξέλιξης, η παγκοσμιοποίηση αποδείχθηκε μπούμερανγκ για την υπερδύναμη, καθώς ωφέλησε άλλες Μεγάλες Δυνάμεις, όπως Κίνα, Ινδία, Γερμανία, οι οποίες αξιοποίησαν την ανοικτή παγκόσμια οικονομία σύμφωνα με τα δικά τους εθνικά συμφέροντα.

Για αυτό, ο Τραμπ αποσύρει σταδιακά τις ΗΠΑ από τις δομές της παγκοσμιοποίησης, προασπίζοντας τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα, ενώ αντιμετωπίζει την Κίνα σαν τον κύριο εχθρό και προχωρεί σε κινήσεις απέναντι στον «κίτρινο γίγαντα» που προοιωνίζουν μία αναπόφευκτη και μείζονα σύγκρουση.

Με την απόσυρση αυτή και τη νέα ιεράρχηση των προτεραιοτήτων της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ο Τραμπ προσπαθεί να προλάβει την ζημιά που υπέστησαν οι ΗΠΑ από την «στρατηγική υπερεπέκτασή» τους. Έτσι, επιδιώκει να περιορίσει την υπερβολική και χωρίς όρια εμπλοκή των ΗΠΑ στις παγκόσμιες υποθέσεις.

Βέβαια, στο πλαίσιο της παρούσας ανάλυσης πρέπει να διευκρινιστεί ότι τόσο η τάση παγκοσμιοποίησης, όσο και η τάση αποολοκλήρωσής της και επιστροφής στον προστατευτισμό, δεν αποτελούν φαινόμενα νεότευκτα στην ιστορία των διεθνών οικονομικών σχέσεων.

Στην Θεωρία των Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, έχει καταγραφεί το φαινόμενο του οικονομικού κύκλου ως προς το εκάστοτε κυρίαρχο διεθνές οικονομικό καθεστώς. Κάθε σαράντα, περίπου χρόνια, παρατηρείται μεταβολή της διεθνούς οικονομικής τάξης, από αυτήν της ολοκλήρωσης σε αυτήν της αποολοκλήρωσης και αντίστροφα. Οι δύο τάσεις εναλλάσσονται στο χρονοδιάγραμμα εξέλιξης του καπιταλισμού, κάτω από την πίεση των αρνητικών συνεπειών της κάθε μίας, το ξέσπασμα κάποιας οξείας οικονομικής κρίσης, της εφαρμογής τεχνολογικών καινοτομιών και του μετασχηματισμού στον παγκόσμιο συσχετισμό ισχύος, ενώ υπάρχουν δυνατότητες άπειρων συνδυασμών μεταξύ τους.

Έτσι, την περίοδο 1905-1914, παραμονές ξεσπάσματος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρατηρείται ανάλογου μεγέθους και έντασης διεθνής εμπορική και χρηματιστική αλληλοδιείσδυση, λόγω διόγκωσης των εξαγωγών και των άμεσων ξένων επενδύσεων, η οποία εκτιμάται ότι ήταν μεγαλύτερη και από αυτήν της περιόδου μετά την δεκαετία του ’90.

Συμπληρωματικά, η τάση της παγκόσμιας οικονομικής ολοκλήρωσης συνοδεύεται κάθε φορά από την κυριαρχία μίας Μεγάλης Δύναμης στο διεθνές στερέωμα, η οποία και την επιβάλλει προς ιδίο όφελος. Έτσι, σύμφωνα με την θεωρία ηγεμονικής σταθερότητας, η ύπαρξη και διατήρηση ισχυρών υπερεθνικών θεσμών εξαρτάται από την ύπαρξη ηγεμονικής δύναμης η οποία λειτουργεί σταθεροποιητικά στο όλο σύστημα. Πρόκειται για «επιβεβλημένο διεθνές καθεστώς». Η συγκέντρωση δύναμης οδηγεί στην σταθερότητα των όποιων υπερεθνικών οικονομικών θεσμών, ενώ αντίθετα, η διασπορά της δύναμης οδηγεί στη διάσπαση αυτών των θεσμών.

Ακριβώς, δεδομένου ότι η τάση της παγκοσμιοποίησης δεν αποτελεί ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο, αλλά έχει υπάρξει ανάλογη κατάσταση και στο παρελθόν, ο όρος «παγκοσμιοποίηση» μάλλον αποτελεί έναν ψευδεπίγραφο όρο, έναν ευφημισμό. Κατά μία άποψη, η συγκεκριμένη αφήγηση δεν αποτελεί μόνο ένα ιδεολόγημα, αλλά υποκρύπτει και μία σκοπιμότητα.

Για τους λόγους αυτούς, ίσως, ένας πιο επιστημονικά δόκιμος όρος για να περιγράψει την οικονομική αυτή φάση είναι ο όρος «διεθνοποίηση» του κεφαλαίου και της οικονομίας.

Εμβαθύνοντας, το κάθε διεθνές οικονομικό και πολιτικό φαινόμενο πρέπει να τοποθετείται στο ιστορικό του πλαίσιο, με βάση την αδιάκοπη διαδικασία της ιστορικής εξέλιξης και τους γενικούς νόμους κίνησης της καπιταλιστικής κοινωνίας.

Το ερώτημα που τίθεται, αν η παγκοσμιοποίηση δεν αποτελεί μία «νέα εποχή», όπως δεν αποτελεί και η τάση αντιστροφής της, αυτή του οικονομικού προστατευτισμού, ποιος είναι ο χαρακτήρας της εποχής που διανύουμε; Ποια η ιστορική της θέση;

Η σύγχρονη εποχή δεν έχει αλλάξει, ως προς τον χαρακτήρα και την φύση της, από αυτήν που ξεκίνησε στα τέλη του 18ου αιώνα-αρχές του 19ου αιώνα, όπου τελείωσε η προηγούμενη εποχή του ελεύθερου ανταγωνισμού και της αποικιοκρατίας. Την εποχή εκείνη ο Λένιν χαρακτήρισε εποχή του ανώτατου σταδίου ανάπτυξης του καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού και έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με την σημερινή.

Οι βασικές οικονομικές και πολιτικές ιδιότητες της εποχής του ιμπεριαλισμού είναι : η συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου σε όλο και μεγαλύτερες επιχειρήσεις (μονοπώλια/καρτελ), που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή, η συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό και η δημιουργία μίας χρηματιστικής ολιγαρχίας πάνω στην βάση αυτού του χρηματιστικού κεφαλαίου, η αύξηση της σημασίας της εξαγωγής κεφαλαίου σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων, η ολοκλήρωση του οικονομικού μοιράσματος του κόσμου από τις διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις και του εδαφικού μοιράσματος της υφηλίου από τις μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις, ανάλογα με τη δύναμή τους, όπου τραβούν όλη την γη στον κατακτητικό πόλεμο τους.

Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, η διεθνοποίηση και η διεθνής συνεργασία, με την μορφή συμμαχιών, υπάρχει ταυτόχρονα με τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, ενώ οι περίοδοι ειρήνης αποτελούν απλώς αναπόφευκτες ανάπαυλες ανάμεσα στους πολέμους. Οι ειρηνικές συμμαχίες προετοιμάζουν τους πολέμους και με τη σειρά τους ξεπηδούν από τους πολέμους. Η διεθνή συνεργασία και η ιμπεριαλιστική σύγκρουση διαδέχονται η μία την άλλη, πάνω στο ίδιο ακριβώς έδαφος των ιμπεριαλιστικών σχέσεων και των αμοιβαίων σχέσεων της παγκόσμιας οικονομίας και της παγκόσμιας πολιτικής.

Για αυτό, ο όρος «παγκοσμιοποίηση» δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά μία σοφιστεία, που αποκρύπτει τον πραγματικό χαρακτήρα της σύγχρονης εποχής και εξωραΐζει την καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση. Έναν όρο-νεολογισμό, που «κρύβει κάτω από το χαλί» τη διαχρονική ανάγκη του εθνικού κεφαλαίου να απλώνει τις αγορές του όλο και πλατύτερα, σε όλη την υφήλιο, στο πλαίσιο των παγκόσμιων καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Που συγκαλύπτει την πλανητικά επεκτατική φύση της ίδιας της καπιταλιστικής παραγωγής και την υπαγωγή των συνθηκών ζωής όλου του πλανήτη στη διαδικασία καπιταλιστικής συσσώρευσης. Την ίδια στιγμή, παραβλέπει την άρρηκτη σχέση εθνικού και διεθνικού στην οικονομία, την σύνδεση των εθνικών οικονομιών και της παγκόσμιας αγοράς. Το ίδιο ισχύει και για την αντίστροφη τάση, αυτή του οικονομικού προστατευτισμού.

Εντέλει, αυτό που δεν πρέπει να μας διαφεύγει είναι το γεγονός ότι και τα δύο διεθνή οικονομικά καθεστώτα, οι δύο τάσεις στην παγκόσμια οικονομία, οδηγούν στις ίδιες πάντα κυρίαρχες κατευθύνσεις. Η επιστροφή στον εθνικό προστατευτισμό σίγουρα βάζει ξανά την ιστορία σε τροχιά κίνησης, όμως, χωρίς ορίζοντα και προοπτική. Χωρίς κάποιο θετικό σχέδιο, που να αλλάζει το ρου της ιστορίας προς όφελος του κόσμου της εργασίας και των λαών.