ΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΔΡΑΜΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ Ο ΔΗΜΟΣ ΠΡΟΣΟΤΣΑΝΗΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΔΩΣΕΙ ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

 

Επιβεβαιώθηκαν απόλυτα οι δημοσιογραφικές πληροφορίες της εφημερίδας «Εργασία… συν» για δικαίωση της Ιεράς Μητρόπολης Δράμας τουλάχιστον σε πρώτο βαθμό στον πολυετή αγώνα της για επιστροφή του Παρεκκλησίου των Εισοδίων της Θεοτόκου (ή Ιερός Ναός Παναγίας όπως είναι ευρύτερα γνωστός) στην Πετρούσα (σχετικό ρεπορτάζ δημοσιεύτηκε στο φύλλο 509, 25 Μαΐου 2017).

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Δράμας, το οποίο συνεδρίασε στις 16 Μαρτίου 2017, με την 16/2017 απόφαση του δέχτηκε αγωγή του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία Ιερός Ναός του Αγίου Αθανασίου Πετρούσας, που εκπροσωπείται από τον εφημέριο αυτού ιερέα πατέρα Παντελή Παπαδόπουλο, κατά του Δήμου Προσοτσάνης, αναγνώρισε «το ενάγον νομικό πρόσωπο κύριο επί του με αριθμό 656 οικοπέδου που κείται ενός σχεδίου της τέως Κοινότητας Πετρούσας και ταυτίζεται με το ΟΤ 29 του ρυμοτομικού σχεδίου της ως άνω κοινότητας, το οποίο… έχει έκταση 1.328 τ.μ…. Εντός δε του παραπάνω οικοπέδου και δη στο βόρειο τμήμα αυτού περιλαμβάνεται το παρεκκλήσι των Εισοδίων της Θεοτόκου Πετρούσας, το οποίο έχει έκταση 470,10 τ.μ….» και  υποχρεώνει τον εναγόμενο Δήμο Προσοτσάνης να αποδώσει στο ενάγον νομικό πρόσωπο το προπεριγραφέν ακίνητο.

Στη συγκεκριμένη υπόθεση δικηγόρος του ενάγοντος Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου Πετρούσας ήταν ο δικηγόρος Θεσσαλονίκης κ. Αθανάσιος Στυλίδης και δικηγόρος του Δήμου Προσοτσάνης ήταν ο δικηγόρος Δράμας κ. Κυριάκος Μεσονύχτης.

 

Τα κυριότερα σημεία της απόφασης

 

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Δράμας στην απόφασή του αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Τα εκκλησιαστικά πράγματα διακρίνονται σε ιερά και άγια. Ιερά δε είναι εκείνα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τη λατρεία και υποδιαιρούνται σε καθιερωμένα, όπως είναι ο Ναός, η Αγία Τράπεζα, τα δισκοπότηρα κλπ. και σε αγιασμένα, όπως είναι τα άμφια, βιβλία, εικόνες κλπ. Άγια είναι όλα τα υπόλοιπα εκκλησιαστικά πράγματα» και προσθέτει: «Ο Αστικός Κώδικας κατατάσσει στα εκτός συναλλαγής πράγματα (ΑΚ 966, 971) “τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση θρησκευτικών σκοπών”, εφόσον διαρκεί ο προορισμός τους για το σκοπό αυτό». «Εξάλλου, το εκτός συναλλαγής πράγμα είναι ανεπίδεκτο απαλλοτρίωσης, ήτοι μεταβίβασης κυριότητας και ως εκ τούτου η σχετική με αυτό δικαιοπραξία είναι, σύμφωνα με την ΑΚ 174, άκυρη» αναφέρεται στην απόφαση.

Ακόμη, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Δράμας σημειώνει στην απόφασή του: «Του νόμου μη διακρίνοντος, εκτός συναλλαγής είναι το οικοδόμημα αλλά και το ακίνητο επί του οποίου έχει κτισθεί ο ιερός ναός, αφού εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να γίνει διαχωρισμός» και συνεχίζει: «Στο άρθρο 971 ΑΚ ορίζεται βέβαια, ότι τα πράγματα εκτός συναλλαγής αποβάλλουν την ιδιότητά τους αυτήν από τότε που έπαψε ο προορισμός τους για την κοινή χρήση ή για δημόσιο, δημοτικό, κοινοτικό ή θρησκευτικό σκοπό. Ειδικά όμως για τους Ιερούς Ναούς, αναφέρεται ότι “Ιερόν εστί πράγμα το δημόσια αφιερωθέν, τα γαρ ιδιωτικά ουκ εισίν ιερά, ει δε καταπέση το οικοδόμημα, μένει ιερός ο τόπος”. Και ναι μεν και τα πράγματα θρησκευτικών σκοπών μπορεί να αποκαθιερώνονται με τη φυσική τους καταστροφή, πλην όμως η τελευταία, εφόσον δεν είναι ολοκληρωτική, δεν συνεπάγεται και την αποβολή της ιδιότητας του ιερού πράγματος, δοθέντος ότι, κατά το δίκαιο (Ιερούς Κανόνες) της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας τουλάχιστον, δεν προβλέπεται διαδικασία άρσης του χαρακτηρισμού αυτού, εξαιρουμένης της περιπτώσεως βεβηλώσεως του Ιερού Ναού, συνεπεία της οποίας απαγορεύεται η τέλεση λατρευτικών πράξεων (προσωρινή παύση του για θρησκευτικό σκοπό προορισμο΄τα) πριν από την ανάγνωση της κεκανονισμένης ευχής κάθαρσης και της περίπτωσης ιδιόκτητων ναών ο θρησκευτικός προορισμός των οποίων παύει με την, κατόπιν εντολής του οικείου Μητροπολίτη, σφράγιση αυτών από Αστυνομική Αρχή, η αν ιδρύθηκαν και λειτουργούν χωρίς νόμιμη άδεια».

Στη συνέχεια, στην απόφαση καταγράφονται τα επιχειρήματα της κάθε πλευράς και ακολουθεί αναφορά στην ιστορία του Ιερού Ναού: «Κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου 1843-1851 έλαβε χώρα η ανέγερση του Ιερού Ναού Εισοδίων της Θεοτόκου». «Ο παραπάνω ναός λειτούργησε έως το 1880, οπότε και καταλήφθηκε βιαίως από τους προσχωρήσαντες στη Βουλγαρική εξαρχία, παρά τις διαμαρτυρίες των ορθόδοξων κατοίκων της Πετρούσας και την αντίδραση της Ιεράς Μητρόπολης Δράμας. Όσοι κάτοικοι παρέμειναν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, μην προσχωρώντας στη σχισματική εκκλησία προέβησαν το 1905 στην ανέγερση του Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου Πετρούσας, ο οποίος λειτουργεί έως σήμερα. Ο δε Ιερός Ναός Εισοδίων Θεοτόκου Πετρούσας, ο οποίος είχε βεβηλωθεί από τους σχισματικούς της Βουλγαρικής Εξαρχίας και είχε προσωρινά εγκαταλειφθεί, υπέστη σοβαρότατες ζημίες κατά την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων 1912-1913, όταν ο Τουρκικός Στρατός έβαλε κατά κομιτατζήδων που είχαν οχυρωθεί πέριξ του ναού, με αποτέλεσμα να καταστραφεί μεγάλο μέρος αυτού από πυρκαγιά. Έκτοτε παρέμεινε σε ερειπιώδη κατάσταση με αποκορύφωμα την κατεδάφιση κατά τη διάρκεια των ετών 1953-1954 του κωδωνοστασίου του. Επί του ναού αυτού οι ιερείς κατά τη διάρκεια των ετών 1850 έως το 1880 τελούσαν θρησκευτικές τελετές και θείες λειτουργίες, ενώ μετά την απελευθέρωση της πόλης της Δράμας την 1-7-1913 και δη από το Φεβρουάριο του 1914 το εν λόγω ακίνητο μετά των ερειπίων του ναού, μετατραπέν πλέον σε παρεκκλήσι, αποδόθηκε και πάλι στα μέλη του εκκλησιαστικού συμβουλίου του Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου Πετρούσας, τα οποία το επέβλεπαν προβαίνοντας διαρκώς στον καθαρισμό του χώρου του». Ακολούθως, αναφέρεται ότι «αποδείχθηκε ότι δυνάμει της υπ’ αρ. 293/2004 αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου του τότε Δήμου Πετρούσας εξουσιοδοτήθηκε ο Δήμαρχος Πετρούσας να ζητήσει αλλαγή της χρήσης του εν λόγω ακινήτου. Επί του εν λόγω αιτήματος έλαβε την υπ’ αρ. πρωτ. 478/15-11-2004 αρνητική απάντηση της Μητροπόλεως Δράμας, υπογραφείσας από τον τότε Μητροπολίτη Δράμας Διονύσιο, με την οποία του υπενθυμιζόταν ότι το εν λόγω ακίνητο ως εκκλησία είναι εκτός συναλλαγής και δεν μπορεί να πωληθεί ούτε να παραχωρηθεί». «Ακολούθησε η σύνταξη του υπ’ αρ. πρωτ. 489/6-4-2004 εγγράφου του Τμήματος Τεχνικού Αρχείου και Κτηματολογίου της Διεύθυνσης Τοπ/κης και Κτηματολογίου του Νομαρχιακού Διαμερίσματος Δράμας, με την οποία γνωστοποιείτο προς την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και δη προς τη Διεύθυνση Γεωργικής Ανάπτυξης ότι το επίδικο οικόπεδο 656 επί του 29 ΟΤ, έκτασης 1.328 τ.μ., εκ παραδρομής έχει χαρακτηρισθεί ως εκκλησία, ενώ το ορθό είναι να χαρακτηρισθεί ως κοινόχρηστη έκταση, επικαλούμενο φωτοαντίγραφο του πίνακα οριστικής διανομής του Συνοικισμού Πετρούσας Δράμας έτους 1967, όπως αναθεωρήθηκε τα έτη 1968-1969 και 1972». Ακολούθως, η Διεύθυνση Γεωργικής Ανάπτυξης της Π.Α.Μ.Θ. προέβη στην έκδοση απόφαση με την οποία παραχωρήθηκε στο Δήμο Προσοτσάνης το προαναφερόμενο οικόπεδο, με σκοπό την αναπαλαίωση του κτηρίου και τη χρήση του ως εκθεσιακού χώρου για διοργάνωση εκδηλώσεων. Στις 29-3-2006, με απόφαση του Γ.Γ. της Π.Α.Μ.Θ., αποφασίστηκε η ένταξη του έργου, με προϋπολογισμό ύψους 440.000 ευρώ, επί του οποίου η κοινοτική συμμετοχή ανερχόταν στο ποσό των 330.000 ευρώ και η εθνική συμμετοχή στο ποσό των 110.000 ευρώ. Το έργο περαιώθηκε και η παραλαβή του έγινε στις 7-12-2009.

«Εκ των ανωτέρω αναφερόμενων στοιχείων καταδεικνύεται καταρχήν ότι κύριος του εν λόγω ακινήτου μετά του πρώην Ιερού Ναού Εισοδίων της Θεοτόκου και μετέπειτα παρεκκλησίου κατέστη το τελευταίο, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τα μέλη του εκκλησιαστικού συμβουλίου του Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου Δράμας, κατά πρωτότυπο τρόπο και δη δυνάμει των προσόντων της έκτακτης χρησικτησίας, καθότι από την 1-7-1913, ήτοι από την απελευθέρωση της πόλης της Δράμας έως και τα τέλη του 2003 τα μέλη του εκκλησιαστικού συμβουλίου του Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου προέβαιναν στην επίβλεψη του ως άνω ακινήτου, διατηρώντας το χώρο καθαρό, εκτελώντας παράλληλα τακτικά εργασίες συντήρησής του. Ζήτημα κτήσης κυριότητας εκ μέρους του εναγόμενου Δήμου Προσοτσάνης με το προαναφερόμενο έγγραφο παραχώρησης της Διεύθυνσης Γεωργικής Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης προς αυτό δεν τίθεται, όπως σημειώθηκε και ανωτέρω στην οικεία σκέψη της παρούσης στο σημείο εξέτασης των ισχυρισμών του εναγόμενου Δήμου, καθότι το εν λόγω ακίνητο μετά του ερειπιώδους κτιρίου της Εκκλησίας των Εισοδίων της Θεοτόκου εντός αυτού θεωρείτο πράγμα εκτός συναλλαγής, αφού δεν είχε ολοκληρωτικά καταστραφεί, ούτε είχε παύσει οριστικά ο θρησκευτικός προορισμός αυτού με συνέπεια να καθίσταται άκυρη, κατ’ άρθρο 174 ΑΚ, ης ως άνω πράξη παραχώρησης. Ζήτημα δε κτήσης κυριότητας λόγω εγκατάλειψης και συναγόμενης παραίτησης του ενάγοντος επί της ακίνητης περιουσίας του δεν τίθεται, αφού ουδέποτε υπήρξε εγκατάλειψη του ακινήτου, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι για να καταστεί κοινόχρηστη κάποια έκταση θα πρέπει η εν λόγω παραίτηση να λάβει τον συμβολαιογραφικό τύπο, γεγονός που ουδέποτε έλαβε χώρα στην προκειμένη περίπτωση. Άλλωστε, το γεγονός ότι και ο εναγόμενος Δήμος, δια της αρχής του, θεωρούσε ότι η ως άνω έκταση ανήκε στην εκκλησία προκύπτει από το γεγονός ότι αποτάθηκε σε αυτήν και ειδικότερα στην Ιερά Μητρόπολη Δράμας τόσο το 2004, όσο και το 2006, προκειμένου να λάβει από τον εκάστοτε μητροπολίτη την έγκρισή του, ώστε να παραχωρηθεί η επίδικη έκταση σε αυτόν (Δήμο Προσοτσάνης) για να προβεί στην εκτέλεση του έργου της ανακατασκευής και αξιοποίησης μνημείου και στη δημιουργία χώρου εκδηλώσεων. Αν συνέβαινε το αντίθετο, δεν θα είχε κανένα λόγο να αποταθεί στη διοικούσα αρχή της Ιεράς Μητρόπολης Δράμας, τη στιγμή που ήδη η Διεύθυνση Γεωργικής Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης είχε προβεί στην έκδοση της υπ’ αρ. 3299/20-4-2004 απόφασης με την οποία αποφάσισε την παραχώρηση στο Δήμο Προσοτσάνης δωρεάν και κατά κυριότητα του επίδικου ακινήτου με σκοπό την αναπαλαίωσή του και τη χρήση του ως εκθεσιακού χώρου, για διοργάνωση εκδηλώσεων κλπ. Το ανωτέρω αποδέχεται με το υπ’ αρ. πρωτ. 19624/20-11-2013 έγγραφο και το Τμήμα Αναδασμού – Εποικισμού της Διεύθυνσης Αγροτικών Υποθέσεων Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης, το όποιο, αναφέροντας ότι δε λήφθηκε υπόψη από τον τότε Διευθυντή της Διεύθυνσης Γεωργικής Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ότι το επίδικο με αριθμό 656 οικόπεδο έκτασης 1328 τ.μ., οριστικής διανομής έτους 1967 αγροκτήματος Πετρούσας Δράμας, είναι χαρακτηρισμένο ως εκκλησία στον πίνακα οριστικής διανομής 1967, όπως τροποποιήθηκε κατά τα έτη 1969-1969 και 1972, καθώς και το αντίστοιχο τοπογραφικό διάγραμμα, αλλά και στο με αρ. πρωτ. 1023/26-3-2004 έγγραφο της Διεύθυνσης Πολεοδομίας και περιβάλλοντος της Νομαρχίας Δράμας, κι ότι δε λήφθηκε υπόψη το γεγονός ότι το υφιστάμενο κτίριο επί του ακινήτου, το οποίο αναπαλαιώθηκε ήταν ιερός ναός που καταστράφηκε, καταλήγει ότι αυτό (το επίδικο ακίνητο) δεν έπρεπε να παραχωρηθεί στο Δήμο Προσοτσάνης με σκοπό την αναπαλαίωση του υφιστάμενου κτιρίου και τη χρήση του ως εκθεσιακού κτιρίου, διότι δεν τηρήθηκαν οι απαραίτητες διαδικασίες» αναφέρεται στην απόφαση.

Ακόμη, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Δράμας, στη συνέχεια του σκεπτικού του, σημειώνει: «Επιπλέον είναι γεγονός ότι υπήρξε καθυστερημένη αντίδραση εκ μέρους του ενάγοντος νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου προς διασφάλιση της ακίνητης περιουσίας του, καθότι το πρώτο με την παρούσα από 19-7-2016 αγωγή επιχειρεί να διασφαλίσει την ακίνητη περιουσία του, σημειούμενης όμως της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων που υπέβαλε την 22-1-2013 το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία “Ιερά Μητρόπολη Δράμας”, θεωρώντας ότι του ανήκε η επίδικη έκταση. Όμως τα στοιχεία αυτά από μόνα τους δε δύνανται να οδηγήσουν σε αποδοχή του ισχυρισμού του εναγόμενου Δήμου Προσοτσάνης περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος εκ μέρους του ενάγοντος νομικού προσώπου καθότι α) μόνη η πάροδος χρονικού διαστήματος εννιά (9) περίπου ετών από τα τέλη του 2007, οπότε και ολοκληρώθηκε το έργο, έως την άσκηση της υπό κρίση αγωγής, δεν αρκεί να οδηγήσει σε υιοθέτηση του εν λόγω ισχυρισμού, δοθέντος ότι δεν αποδείχθηκε ότι η ανατροπή της υφιστάμενης κατάστασης δύναται να οδηγήσει σε άδικα αποτελέσματα εις βάρος του εναγόμενου Δήμου Προσοτσάνης, καθόσον από την επισκόπηση της υπ’ αρ. πρωτ. 3787/29-3-2006 απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, με την οποία εντάχθηκε το έργο στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, δεν προκύπτει επιστροφή του ποσού του μεγαλύτερου μέρους του προϋπολογισμού του έργου ύψους 400.000 ευρώ που έλαβε ο Δήμος ως κοινοτική συνδρομή, β) υπήρξε προσυνεννόηση μεταξύ του πρώην Δημάρχου Προσοτσάνης Γεωργίου Μακρή και του νυν Μητροπολίτη Δράμας Παύλου, ώστε ο τελευταίος να παράσχει στο Δήμο έγγραφο με το οποίο θα συναινεί στη μετατροπή του χώρου που ήταν προορισμένος για εκκλησία σε αίθουσα εκδηλώσεων μετά Ναϊδρίου, με τελικό σκοπό την αναπαλαίωση του Ναού και τη δημιουργία αίθουσας εκδηλώσεων, τα οποία σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την αποπεράτωσή τους θα επιστρέφονταν στη Μητρόπολη. Περί της ως άνω συμφωνίας σαφής και κατηγορηματική είναι η κατάθεση των μαρτύρων του ενάγοντος Θεόδωρου Αθανασιάδη του Αναστασίου, πρώην Δημάρχου Σιταγρών, πρώην Προέδρου της ΤΕΔΚ Δράμας κατά τα έτη 2000-2010 και νυν δημοτικού συμβούλου στο Δήμο Προσοτσάνης, και Άγγελου Κότιου του Δημητρίου, πρώην δημοτικού συμβούλου και αντιδημάρχου του Δήμου Προσοτσάνης από το 2002 έως το 2010 επί δημαρχίας Γεωργίου Μακρή… οι οποίοι επιβεβαίωσαν την ως άνω συμφωνία μεταξύ του Μητροπολίτη Δράμας και του τότε Δημάρχου Προσοτσάνης Γεωργίου Μακρή, τονίζοντας την άγνοια της Ιεράς Μητρόπολης Δράμας ως προς το γεγονός της προγενέστερης έκδοσης παραχωρητηρίου από τη Διεύθυνση της Γεωργικής Ανάπτυξης της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης υπέρ του Δήμου Προσοτσάνης από το 2004».