ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

τ. Λυκειάρχη

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Τον παρακαλούμε να επισκεφθούμε τη βιβλιοθήκη της Μονής, η οποία φιλοξενεί πνευματικούς θησαυρούς ανεκτίμητης αξίας. Μας πληροφορεί ότι είναι η τρίτη στη σειρά στον χώρο της Ορθοδοξίας. Αντιλαμβάνεται τη σφοδρή επιθυμία μας και λυπείται που δεν μπορεί να μας ικανοποιήσεις. Και τούτο, γιατί η μεγάλη ασφάλειά τους απαιτεί διαδικασία χρονοβόρα. Του αποσπάσαμε όμως την υπόσχεση ότι θα σταθούμε τυχεροί σε νέα επίσκεψή μας.

Ο ανοιξιάτικος ήλιος μας βρήκε κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας ενισχύοντας το αχνό φως των κεριών και των καντηλιών. Παίρνουμε το αντίδωρο και την ευχή του Γέροντος Προδρόμου παρακάμπτοντας την επίσκεψη στην Τράπεζα. Μας πιέζει ο χρόνος. Πρέπει να προλάβουμε το ταχύπλοο, που περνάει μια φορά την ημέρα από το λιμανάκι. Κάποιος από τη συντροφιά έχει μαζί του προσφάγι. Μας το μοιράζει. Τι αξία έχει άλλωστε το φαγητό σε τέτοιες επισκέψεις; Άλλου φαγητού υπάρχει ανάγκη.

Το ταχύπλοο αργεί και η αγωνία αρχίζει να διαγράφεται. Κάποιοι αισιόδοξοι αγωνίζονται να την ξεθωριάσουν. Η καθυστέρησή του αγγίζει το μισάωρο. Επιτέλους φθάνει. Επιβιβαζόμαστε.

Το ταξίδι με το ταχύπλοο γοητευτικό. Τολμήσαμε αυτό που δεν τόλμησε ο αλαζόνας Ασιάτης βασιλιάς. Αγκαλιασμένη από σωρείτες η κορυφή του κρυσταλλωμένου Άθωνα σου προκαλεί το δέος. Τον θαυμάζεις άφωνος. Ανάμεσα στην οργιώδη βλάστησή του ξεφυτρώνουν ως μικρές πολιτείες οι Μονές, αλλά και οι σκήτες. Κάποιες λες και αιωρούνται στον αιθέρα έτοιμες να βυθιστούν στο βάθος της θάλασσας, ύστερα από σεισμική δόνηση. Σκληρή η ζωή η καλογερική, που την κάνει σκληρότερη το κακοτράχαλο έδαφος. Και όμως υπάρχουν εκεί ψυχούλες που προσεύχονται για τη δική μας σωτηρία.

Όσην ώρα το ταχύπλοο περιπλέει τον Άθωνα, έχεις καρφωμένο το βλέμμα σου στις μικρές πολιτείες. Στους μικρούς αρσανάδες και τα υποτυπώδη λιμανάκια αναμένουν προσκυνητές και μοναχοί φορτωμένοι τον σάκκο της μετανοίας.

Προορισμός η Μονή του Οσίου Γρηγορίου, ιδρυμένη γύρω στα 1356. Εδώ περιττεύει η πεζοπορία. Περιποιημένοι όλοι οι χώροι και καθαροί. Αναζητώ τον μοναχό Μηνά. Με πληροφορούν ότι αναπαύεται. Δύσκολο το έργο του τραπεζάρη. Κι ο αδελφός Μηνάς κερδίζει δίκαια τον έπαινο στην άσκησή του.

Μας ξαφνιάζει η Μονή με το οργανωμένο ιατρείο και οδοντιατρείο της. Οι πατέρες Δημήτριος και Λουκάς, αφού ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους στο τέμενος του Ασκληπιού, ντύθηκαν το αγγελικό σχήμα και εγκαταβιώνουν στη Μονή, όπου παράλληλα με την προσφορά υπηρεσίας στον αληθινό Θεό, στο Θεό της αγάπης, απαλύνουν και τον σωματικό πόνο των αδελφών μοναχών. Οι ασκληπιάδες συναδελφώνονται με τους προσευχόμενους. Σπάνια σύζευξη, όμως τόσο αναγκαία.

(συνεχίζεται…)