ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

τ. Λυκειάρχη

 

 

Και αυτό μεν όσον αφορά την περιποίηση της κόμης. Υπήρχαν όμως περιπτώσεις κατά τις οποίες αναγκάζονταν οι αρχαίοι έλληνες να κουρεύονται. Ας δούμε λοιπόν τις περιπτώσεις αυτές: Στην τραγωδία του Αισχύλου «Χοηφόρες» διαβάζουμε (στιχ. 7-8) τα εξής: «Πλόκαμον Ινάχω θρεπτήριον, τον δεύτερον δε τόνδε πενθητήριον». Είναι η στιγμή κατά την οποία ομιλεί ο Ορέστης, ο γιος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, πάνω στον τάφο του πατέρα του κόβοντας τις δυο του πλεξούδες. Και τη μία την προσφέρει στο θεοποιημένο ποταμό Ίναχο ως αφιέρωμα, ενώ την άλλη ως σημάδι πένθους για το θάνατο του πατέρα του. Από τους δυο αυτούς στίχους του Αισχύλου πληροφορούμαστε περιπτώσεις κατά τις οποίες έκοβαν τα μαλλιά τους οι αρχαίοι μας πρόγονοι: όταν έχαναν κάποιο προσφιλές τους πρόσωπο ενώ είδαμε σε προηγούμενο μέρος ότι έκοβαν τα μαλλιά τους, όταν ενηλικιώνονταν και προσέφεραν αυτά ως αφιέρωμα στη θεότητα.

Στον Όμηρο (Ιλιάδος Ψ, στιχ. 141) διαβάζουμε: «Στάς ο Αχιλλεύς απάνευθε πυρής ξανθήν απεκείρατο χαίτην την ρα Σπερχειώ ποταμώ τρέφε τηλεθόωσαν = Ο Αχιλλεύς, αφού στάθηκε μακριά από τον τόπο της ταφής, έκοψε τα ξανθιά του μαλλιά, τα οποία έτρεφε (μακριά), ως αφιέρωμα στο Σπερχειό ποταμό».

Στο σημείο αυτό θεωρούμε χρήσιμο το ότι ο Όμηρος επισημαίνει ιδιαίτερα το χρώμα των μαλλιών του Αχιλλέα. Το ξανθό χρώμα των μαλλιών θεωρούνταν για τη φυλή των Ελλήνων σπάνιο, γι’ αυτό και ό,τι σπάνιο θεωρείται ως σημαντικό, και στην προκειμένη περίπτωση ως στοιχείο ομορφιάς.

Ο Παυσανίας (Ελλάδος Περιήγησις,, 8, 41, 3) μας παραδίδει σχετικά με την αφιέρωση της κόμης στους εγχώριους ποταμούς τα εξής (Σημειωτέον ότι στην ελληνική αρχαιότητα οι ποταμοί λατρεύονταν ως θεότητες, όπως και κάθε πηγή, λίμνη, αλλά και υπεραιωνόβια δένδρα): «Οι Φιγαλέων παίδες αποκείρονται τω ποταμώ τας κόμας = τα παιδιά των Φιγαλέων προσφέρουν ως αφιέρωμα τα μαλλιά τους στον ποταμό».

Σχολιάζοντας το έθιμο αυτό ο Θεσσαλονίκης Ευστάθιος παρατηρεί: «Εποίουν δε ούτω τιμώντες το καλόν ύδωρ. Τρόφιμον γαρ φασι και συστατικόν του ζην και μάλιστα το γλυκύ». Αφιέρωναν λοιπόν την κόμη τους στους ποταμούς από εκτίμηση προς το νερό, που τους έτρεφε.

Ένας άλλος αρχαίος συγγραφέας, ο σκηνικός φιλόσοφος Ευριπίδης, μας διασώζει στην τραγωδία του «Ιππόλυτος Στεφανηφόρος» μια άλλη περίπτωση κούρας των μαλλιών (στιχ. 1416 – 1430). Στους στίχους αυτούς παρουσιάζει τις Αθηναίες παρθένες να αφιερώνουν τις κόμες τους πριν από το γάμο τους, στον ήρωα Ιππόλυτο, όχι επειδή ήθελαν να εκτιμήσουν την παρθενικότητα του ήρωα, όπως ισχυρίζονται μερικοί, αλλά για να επικαλεσθούν τον γονιμοποιό δαίμονα για να αποβεί γόνιμος ο γάμος τους.

Στα βυζαντινά χρόνια η Πολιτεία επέβαλε την κοπή των μαλλιών των στρατιωτών για λόγους καθαριότητας: Και τας κουράς αυτών (στρατιωτών) κοντάς γίγνεσθαι» (Τακτικά Λέοντος, Πατρολογία Ελληνική 170-229). Κούρευαν ακόμη τα μαλλιά εκείνων, που καταδικάζονταν για ατιμωτικές πράξεις ή επειδή παραβαίνανε τις διαταγές των αρχόντων.

Στην τραγωδία του Ευριπίδη «Άλκηστις» (στιχ. 425 – 427) διαβάζουμε τα εξής: «Πάσαν δε Θεσσαλοίσιν ων εγώ κρατώ, πένθος γυναικός τήσδε κοινούσθαι λέγω κουρά ξυρήκει και μελαμπέπλω στολή σιδήρω τέμνετ’ αυχένων φόβην = Παραγγέλλω σ’ όλους τους Θεσσαλούς ο βασιλιάς τους (Άδμητος) να πενθήσου τη γυναίκα μου κόβοντας τα μαλλιά τους και φορώντας μαύρα ρούχα (κι ακόμη) να κόψουν τις χαίτες των αλόγων».

Το πιο πάνω έθιμο το βρίσκουμε και στην αρχαία Μακεδονία.

Κατά τον θάνατο του Πελοπίδα (Πλούταρχου, Πελοπίδας, 33) οι Θεσσαλοί και οι σύμμαχοί τους όχι μόνο ξύρισαν το κεφάλι τους, αλλά έκοψαν και τις χαίτες των αλόγων τους.

Ο ίδιος ο Πλούταρχος μας πληροφορεί ακόμη (Πλουτάρχου, Αλέξανδρος, 72) ότι ο Αλέξανδρος, όταν πέθανε ο Ηφαιστίων, διέταξε να κοπούν οι χαίτες όλων των αλόγων, τα οποία είχε στο στράτευμά του.

Με την ενέργειά του αυτή ο κοσμοκράτορας Μακεδόνας εθεώρησε καλόν να συμμετάσχουν στο πένθος του πολυαγαπημένου του φίλου ακόμη και αυτά τα άλαλα όντα.

Και ενώ οι αρχαίοι και οι Βυζαντινοί κούρευαν τα μαλλιά τους, όταν πενθούσαν, εμείς (όχι βέβαια όλοι) κάνουμε το αντίθετο. Για σαράντα μέρες όχι μόνο δεν κουρεύουμε τα μαλλιά μας, αλλά αφήνουμε και γένεια.

Οι Καλύμνιοι, όπως μου διηγήθηκε συνάδελφός μου, όταν φεύγουν από το νησί για να πάνε να αλιεύσουν σπόγγους, δεν κουρεύονται ούτε και ξυρίζουν τα γένειά τους μέχρι να επιστρέψουν από το πολύ επικίνδυνο ταξίδι. Η ενέργειά τους αυτή είναι ένα είδος ευχαριστίας προς τον Ύψιστο, ο οποίος τους αξίωσε να γυρίσουν σώοι κοντά στους δικούς τους. ένα έθιμο που αποτυπώνει τη διαχρονικότητα της ελληνικής παράδοσης.

Σήμερα το είδος του κουρέματος ακολουθεί πιστά το συρμό, χωρίς βέβαια να υποκρύπτεται κάτι το ιδεολογικό. Κυρίως οι νέοι και οι νέες κατήντησαν πειθήνια όργανα (σχεδόν στο σύνολό τους) του συρμού.

Ο συρμός επιδρά σημαντικά στο χώρο του αθλητισμού (ποδόσφαιρο, καλαθόσφαιρα, πετόσφαιρα κ.ά.), όπου η μακρά κάποτε κόμη παραχώρησε τη θέση της στα ξυρισμένα κεφάλια, κάτι που επηρέασε και τους μη αθλητές. Όσο για το ασθενές φύλλο, εκεί η περιποίηση της κόμης χαρακτηρίζεται για την ποικιλία της (βαφή – κούρεμα).