Νέο πονοκέφαλο προκαλεί η ισοτιμία ευρώ – δολαρίου εν μέσω συνεχιζόμενης ενεργειακής κρίσης. Ειδικότερα, όπως μετέδωσε στο OPEN ο Γιάννης Φώσκολος έχουμε ιστορικά χαμηλά για το ευρώ σήμερα καθώς βρισκόμαστε στην απόλυτη ισοτιμία με το δολάριο για πρώτη φορά εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Σημειώνεται ένα βίαιογρήγορο καθοδικό σπιράλ του ευρώ στην ισοτιμία του με το δολάριο ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα έχει χάσει 12% της αξίας του από τον Ιανουάριο του 2022. Ωστόσο, δεν είναι μόνο ο πόλεμος, είναι και οι φόβοι για ύφεση που πλέον πλανώνται πάνω από την Ευρωζώνη αλλά και το γεγονός πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έχει ακολουθήσει το βηματισμό της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ που έχει ήδη προχωρήσει σε τρεις αυξήσεις επιτοκίων η τελευταία μάλιστα πολύ μεγάλη, ήταν αύξηση ρεκόρ από τη δεκαετία του 1990.

Η ΕΚΤ από την άλλη έχει ανακοινώσει ότι θα προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων από τον Ιούλιο (αναμένεται στις 21 του μήνα).

Πάντως, πρόκειται για τη χαμηλότερη ισοτιμία από το 2002, δηλαδή πρόκειται για ρεκόρ 20ετίας και σχεδόν για τη χαμηλότερη ισοτιμία σχεδόν από τότε που κυκλοφόρησε το Ευρώ και μένει να δούμε αν πέσει κάτω από την απόλυτη ισοτιμία σήμερα.
Και οι ευρωπαϊκές αγορές είναι στο κόκκινο ακριβώς επειδή υπάρχει όλη αυτή η αναστάτωση στην Ευρώπη για την ενέργεια.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως οι φόβοι για τον πληθωρισμό και την ύφεση τροφοδοτούν αυτό το σπιράλ τρόμου στους κόλπους της ΕΕ.

Γιατί πέφτει το ευρώ

Σύμφωνα με την ΗΜΕΡΗΣΙΑ το ευρώ είναι ιδιαίτερα ευάλωτο λόγω του αντίκτυπου από τις συνεχείς αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου και του πολέμου στην Ουκρανία στην οικονομία της Ευρωζώνης καθώς και της μεγάλης διαφοράς των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) με τα επιτόκια της Fed και άλλων κεντρικών τραπεζών.

Η Fed έχει αυξήσει ήδη τρεις φορές το βασικό επιτόκιό της, το οποίο ανέρχεται σε 1,5% έως 1,75%, ενώ η ΕΚΤ αναμένεται να προχωρήσει στην πρώτη αύξηση στις 21 Ιουλίου, με το βασικό επιτόκιο δανεισμού της να είναι σήμερα μηδενικό και το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων αρνητικό (-0,50%).

Ο ρόλος του δολαρίου ως ασφαλές καταφύγιο για τους επενδυτές που ανησυχούν για τις οικονομικές προοπτικές έγινε πιο αισθητός τις τελευταίες εβδομάδες, με το δολάριο να εκτινάσσεται σε υψηλά επίπεδα 20ετίας έναντι πολλών νομισμάτων.

Ο δείκτης σταθμισμένης ισοτιμίας του δολαρίου αυξήθηκε 0,3% στις 108,48 μονάδες, ενώ η στερλίνα υποχώρησε σε νέο χαμηλό δύο ετών.

Η Ευρώπη κρατά την ανάσα της μέχρι 21 Ιουλίου

Αντίστροφη μέτρηση έχει ήδη ξεκινήσει για την μεγαλύτερη ενεργειακή κρίση των τελευταίων δεκαετιών που θα συμβεί αν τελικά η Μόσχα διακόψει τη ροή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Πρόκειται για το εφιαλτικότερο σενάριο -όσον αφορά στο ζήτημα της οικονομίας- από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και παρόλο που συζητιέται εδώ και πολλούς μήνες, η Ευρώπη δεν έχει μέχρι στιγμής τον τρόπο να απαντήσει εάν τελικά εφαρμοστεί.

Η Ρωσία έχει καταφέρει να κρατάει όλες τις κυβερνήσεις της Ευρώπης με κομμένη ανάσα, αφού κανείς δεν μπορεί να προβλέψει αν ο Nord Stream 1 που έκλεισε για προγραμματισμένη συντήρηση τη Δευτέρα, θα λειτουργήσει ξανά στις 21 Ιουλίου. Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του imerisia.gr, υπό αυτές τις συνθήκες, τα έκτακτα ενεργειακά μέτρα αποτελούν μία νέα κανονικότητα, καθώς όλοι προετοιμάζονται για την ημέρα και τους μήνες χωρίς ρωσικό αέριο, πριν η Ευρώπη προετοιμαστεί και έχει τις εναλλακτικές που σχεδιάζει.

Στη Γερμανία, το «πακέτο μέτρων» περιλαμβάνει από πλαφόν στην κατανάλωση -αναμένονται χρεοκοπίες εταιρειών και ανάγκη για μέτρα διάσωσης εταιρειών, όπως τα έως 9 δισ. ευρώ για τη Uniper-, μέχρι επιβάρυνση στους πελάτες φυσικού αερίου, ενώ στις αγορές το αέριο «έπιασε» τηn Παρασκευή τα 185 ευρώ και χθες τα 167 ευρώ.

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων έχει εκτιμήσει πως το ποσοστό των επιχειρήσεων που κινδυνεύουν με χρεοκοπία μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο, λόγω των επιπτώσεων του πολέμου, έχει αυξηθεί από 10% σε 17%, ποσοστό που θα είναι μεγαλύτερο σε περίπτωση βαθιάς ύφεσης.

Έρχεται ύφεση και αυξάνονται οι κίνδυνοι

Η ανησυχία για μια ενδεχόμενη περικοπή παροχής φυσικού αερίου στην ΕΕ συνδέεται άμεσα με την ανησυχία για ύφεση και αυτό εξέφρασε χθες ο Επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, προσερχόμενος στο Eurogroup. O Ιταλός Επίτροπος παραδέχτηκε ότι μια ενδεχόμενη περικοπή στη ροή του φυσικού αερίου, δεν θα έφερνε συνέπειες μόνο στην ανάπτυξη, αλλά μια γενικότερη δύσκολη κατάσταση.
«Προετοιμαζόμαστε. Στις 20 Ιουλίου η Επιτροπή θα παρουσιάσει την πρότασή της για την αντιμετώπιση αυτής της έκτακτης κατάστασης», ανέφερε ο Π. Τζεντιλόνι. Υπενθύμισε, επίσης, ότι στις εαρινές οικονομικές προβλέψεις της η Επιτροπή είχε συμπεριλάβει ένα δυσμενές σενάριο με προβλήματα παροχής φυσικού αερίου, βάσει του οποίου η ανάπτυξη φέτος θα ήταν αρνητική. «Αυτή τη στιγμή δεν βρισκόμαστε στο δυσμενές σενάριο, αλλά οι κίνδυνοι να πάμε προς τα εκεί αυξάνονται», δήλωσε ο Π. Τζεντιλόνι.

O υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας από την πλευρά του, προσερχόμενος στην συνεδρίαση του Eurogroup τόνισε την ανάγκη για «ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την ενεργειακή ασφάλιση και την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης», αλλά και καλύτερο ευρωπαϊκό συντονισμό «στις πολιτικές για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης».

Ειδικότερα, ο κ. Σταϊκούρας ανέφερε: «H ευρωπαϊκή οικονομία περιβάλλεται πλέον από αυξημένους κινδύνους. Κινδύνους στα πεδία της ανάπτυξης και του πληθωρισμού. Η ελληνική οικονομία όπως και όλες οι ευρωπαϊκές οικονομίες επηρεάζονται από αυτή την εξωγενή κρίση. Έχει επιδείξει όμως, η ελληνική οικονομία, αυξημένες αντοχές και ισχυρή δυναμική, ικανοποιητική κατανάλωση, αυξημένες επενδύσεις, καλή πορεία του τουρισμού, συρρίκνωση της ανεργίας. Απαιτούνται όμως ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. Ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την ενεργειακή ασφάλιση και την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, αλλά και καλύτερος συντονισμός, ευρωπαϊκός συντονισμός στις πολιτικές για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης. Εμείς, ως κυβέρνηση θα συνεχίσουμε να είμαστε δίπλα στον κάθε πολίτη για όσο χρειαστεί στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας».

Πηγή: ethnos.gr