ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Και το ανέβασμα στην κορυφή θα πρέπει να γίνεται με σύνεση και κατά πως γράφει ο Θουκυδίδης στο μνημειώδες έργο του: Μέτεστι δε κατά μεν τους νόμους προς τα ίδια διάφορα πάσι το ίσον, κατά δεν την αξίωση, ως έκαστος εν τω ευδοκιμεί, ουκ από μέρους το πλέον ες τα κοινά ή απ’ αρετής προτιμάται, ουδ’ αυ κατά πενίαν έχων γε τι αγαθόν δράσαι την πόλιν, αξιώματος αφανεία κεκώλυται (=Όλοι οι πολίτες είναι ίσιοι απέναντι στο νόμο για τις ιδιωτικές τους διαφορές. Για τα δημόσια αξιώματα όμως προτιμώνται εκείνοι, που είναι ικανοί και τα αξίζουν και όχι εκείνοι, που ανήκουν σε μια ορισμένη τάξη. Κανείς αν τύχει και δεν έχει κοινωνική θέση ή αν είναι φτωχός, δεν εμποδίζεται γι’ αυτό να υπηρετήσει την πολιτεία, αν έχει κάτι άξιο να προσφέρει).

Και άξιοι είναι εκείνοι, που εμφορούνται από ειλικρινή αγάπη προς τον λαό. Είναι εκείνοι που με το έργο τους και το ήθος τους υπηρετούν πραγματικά τον λαό και καίγονται ως λαμπάδα από καθαρό κερί στην αγία τράπεζα της ψυχής του λαού.

Δεν είναι καθόλου τιμητικό να στρατεύεται κανείς φτωχός στην υπηρεσία του λαού και να αποστρατεύεται ζάπλουτος ή καλύτερα να οδηγείται σε αναγκαστική αποστρατεία εξαιτίας των ανομημάτων, τα οποία διέπραξε ιππεύοντας στο δανεικό άτι του λαού.

Διαβάστε επίσης:

Το χαστούκι του λαού είναι οδυνηρό για όσους βέβαια έχουν τσίπα. Για όσους δεν την έχουν κοιμούνται χωρίς εφιάλτες, όμως θυμούνται τα περασμένα μεγαλεία, κατά τον εθνικό μας ποιητή Δ. Σολωμό, και κρύβονται ως ασπάλακες αναζητώντας βαθύ έρεβος.

Ο σωστός πολιτικός πρέπει να κάνει σημαία του την αξιοκρατία και να αποστρέφεται τον νεποτισμό και το καλόπιασμα των ανικάνων και κολάκων. Τότε μόνο κερδίζει το αμάραντο στεφάνι της αγάπης του λαού και παγιώνεται στη συνείδησή του. Τότε και μόνο τότε εγγράφονται στη Δέλτο της άτεγκτης ιστορίας.

Ίσως κάποιος ή κάποιοι, που υποβάλλονται στον κόπο να διαβάζουν τα γραφόμενα της ταπεινότητάς μου, πουν ενδόμυχα: «Τι τα γράφεις; Θέτεις σε παλμική κίνηση ακουστικούς υμένας μη ακουόντων».

Δεν ξέρω μήπως κάποτε βρουν εύηχα ώτα και πάψει αυτός ο τόπος να είναι τόπος νεποτισμού. Αν δεν ρίξεις σπυρί καρπερό στη γη πώς περιμένεις ολόγιομο στάχυ στην εποχή του θεριστή; Όσο κι αν το πνίξουν τα μισερά ζιζάνια, κάποια στιγμή θα τα καταφέρεις να καρπίσει. Η γη η καλή, κατά τον θείο ευαγγελικό λόγο, δεν εξέλιπε. Μα ούτε και η ελπίδα.