ΑΡΘΡΟ
Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά
ATPL
AIRLINE PILOT
B737NG AIRBUS 320
- Ιστορικό άρθρο για να αναλογιζόμαστε τα λάθη μας και να μην τα επαναλαμβάνουμε
- Πέρα από κάθε ερμηνεία και αιτιολόγηση για την Μικρασιατική Καταστροφή, ένα σφάλμα μας είναι αδιαμφισβήτητο, η έλλειψη συσπείρωσης και ο διχασμός μας ως λαός
- Στα Εθνικά θέματα πρέπει όλοι οι Έλληνες να είναι μια γροθιά
(συνέχεια από το προηγούμενο)
Χρειάστηκε η διπλωματική ιδιοφυΐα του Βενιζέλου και η σύνδεση ελληνικών και δυτικών συμφερόντων, λοιπόν, για να ληφθεί η εντολή για τη Σμύρνη. Διότι, καλώς ή κακώς, η απελευθέρωση πληθυσμών που γνώριζαν απειλή ιστορικού αφανισμού, έπρεπε να συνδυαστεί με γεωστρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα των δυνάμεων στην Εγγύς Ανατολή. Μήπως με επέμβαση των Δυνάμεων, το 1827 στο Ναβαρίνο, δεν άνοιξε ο δρόμος για την οριστικοποίηση της ελληνικής ελευθερίας; Η Μικρασιατική Εκστρατεία (κι όχι «περιπέτεια», όπως κάποιοι πονηρά την ονομάζουν) ξεκίνησε, λοιπόν, ως κοινή δράση και παρεπόμενο του παγκόσμιου πολέμου.
Η εκστρατεία
Οι ελληνικές δυνάμεις απελευθέρωσαν, τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1919, την προκαθορισμένη περιοχή του βιλαετίου Σμύρνης, προς βορρά μέχρι το Αϊβαλί και προς νότο μέχρι την Έφεσο. Αλλά, για έναν ολόκληρο χρόνο, μέχρι τον Ιούνιο του 1920, οι Σύμμαχοι δεν επέτρεψαν προέλαση του ελληνικού στρατού, με συνέπεια να δοθεί ο χρόνος για την ανάπτυξη του κεμαλικού κινήματος, με σταδιακή οργάνωση των ατάκτων σε τακτικό εθνικιστικό στρατό, ο οποίος στη συνέχεια θα επιβληθεί, μετά από σκληρό εμφύλιο πόλεμο με τις πιστές στον σουλτάνο μουσουλμανικές δυνάμεις. Η μεγάλη ευκαιρία για τη συντριβή εν τη γενέσει της τουρκικής αντίδρασης είχε χαθεί. Οι διπλωματικές πιέσεις του Βενιζέλου απέδωσαν μόνον όταν (το καλοκαίρι του 1920) οι κεμαλικές δυνάμεις απειλούσαν πια την Πόλη και τα Στενά. Δόθηκε, τότε, άδεια, και ο ελληνικός στρατός, μετά από θυελλώδη εξόρμηση, κατέλαβε μέσα σε δυο βδομάδες ευρύτατη περιοχή της Δυτικής Μικρασίας, την Προύσα και κατόπιν την Ανατολική Θράκη, φτάνοντας λίγα χιλιόμετρα έξω από την Πόλη. Το ηθικό του τουρκικού λαού, του σουλτάνου και της κυβέρνησής του κατέρρεε και, στις 28 Ιουλίου 1920, υπογραφόταν η Συνθήκη των Σεβρών, που σηματοδοτούσε την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών.
Δυστυχώς, μέσα στο κλίμα θριάμβου, δεν κατανοήθηκε ότι δεν είχε ακόμη τελειώσει ο πόλεμος. Πως, αντίθετα, τώρα απαιτούνταν η ένταση των εθνικών δυνάμεων, η ομοψυχία του λαού. Αντ’ αυτού, βλέπουμε να οξύνονται τα πάθη, να βαθαίνει ο διχασμός. Η απόπειρα δολοφονίας του Ελευθέριου Βενιζέλου, δυο μέρες μόλις μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, και η εκτέλεση του Ίωνος Δραγούμη μαρτυρούν πού είχαν φτάσει τα εμφύλια πάθη. Τα πάθη αυτά, η λαϊκή εξάντληση από μια οκταετία πολεμικών αγώνων, ο οικονομικός αποκλεισμός που είχε προηγηθεί, η δημαγωγία για «επιστροφή των παιδιών μας» από το μέτωπο, ο χωρίς αναστολές ρεβανσισμός των δυνάμεων που, από το 1909, είχαν τεθεί στο περιθώριο και δεν είχαν καμιά ελπίδα εξουσίας στην εθνικά ολοκληρωμένη χώρα, έφθειραν αποφασιστικά την εικόνα του εθνικού μεγαλείου. Οι αναπόφευκτες εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 έδωσαν την πλειοψηφία στην αντιβενιζελική αντιπολίτευση. Αυτό ήταν η αρχή του τέλους. Παρά τις αυστηρές προειδοποιήσεις της συμμαχικής διάσκεψης, οργανώθηκε η επιστροφή του Βασιλιά Κωνσταντίνου, που έδινε το πρόσχημα στις δυνάμεις της Αντάντ να θεωρούν ότι δεν δεσμεύονται στο εξής από τις συμμαχικές αποφάσεις που είχαν ληφθεί έναντι του Βενιζέλου. Χωρίς στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη, η διχασμένη Ελλάδα θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τους κεμαλικούς μόνη.
Η μεταπολίτευση του Νοεμβρίου του 1920 επέφερε την κατάρρευση της διεθνούς ισχύος της χώρας. Η Ελλάδα ανέλαβε τον μικρασιατικό αγώνα τυπικά ως εντολοδόχος της Αντάντ, στο πλαίσιο των αποφάσεων ενός συνεδρίου ειρήνης, μετά τον πόλεμο εναντίον του γερμανικού στρατοπέδου, στο οποίο είχε ενταχθεί και η Τουρκία. Η ανάδειξη στην Αθήνα κυβέρνησης από τις δυνάμεις που ήταν αντίθετες στην είσοδο στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ και η άμεση επάνοδος του Βασιλιά Κωνσταντίνου (που στη Γαλλία ήταν μισητός όσο και ο Κάιζερ, ειδικά μετά τα Νοεμβριανά του 1916) έδινε το πρόσχημα στις χώρες της Αντάντ να αποδεσμευτούν από τις υποχρεώσεις τους προς μια σύμμαχο και γενικότερα από τη συνέχιση της αντιτουρκικής πολιτικής στο πλαίσιο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ελληνοτουρκική σύγκρουση, από κεφάλαιο αυτού του πολέμου, γινόταν διμερές ζήτημα. Έτσι, οι Δυνάμεις θα υιοθετήσουν μια στάση ουδετερότητας εχθρικής προς την Ελλάδα που, στην περίπτωση της Γαλλίας και της Ιταλίας, θα γίνει και ανοιχτή συνεργασία με πολεμική βοήθεια προς τον Κεμάλ. Μόνο η Αγγλία, για να είμαστε δίκαιοι, με τον Λόυδ Τζωρτζ, δε θα στηρίξει τον Κεμάλ, αλλά και αυτή θα διακόψει τη στρατιωτική και οικονομική βοήθεια που παρείχε ως τότε στην Ελλάδα, την οποία είχε πάρει επί Βενιζέλου, ακόμη και άμεσο πολεμικό χαρακτήρα. Θυμίζω την υποστήριξη με πυρά από το αγγλικό πολεμικό ναυτικό της επιχείρησης του Ιουλίου του 1920 στην Ανατολική Θράκη (απόβαση στη Ραιδεστό).
Θα παρατηρήσει κανείς πως η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα ήταν ένα πρόσχημα. Σύμφωνοι. Αλλά όλα στη διεθνή πολιτική έχουν σχέση με προσχήματα και συμφέροντα. Η Ελλάδα υπό τον Βενιζέλο ήταν υπολογίσιμη, σταθερή σύμμαχος για τη Δύση. Μια αντιβενιζελική Ελλάδα ήταν απρόβλεπτη και, ίσως, εχθρική στο μέλλον. Δεν μπορούσαν να την εμπιστευθούν. Η κεμαλική Τουρκία θα εκμεταλλευθεί αυτό το νέο δεδομένο και, παράλληλα, θα εκβιάζει, με τις σχέσεις που ανέπτυσσε με τη Σοβιετική Ένωση, από την οποία λάμβανε αφειδώλευτα πολεμική και οικονομική συνδρομή. Η στρατηγική Βενιζέλου, που έφτασε ως τη συμμετοχή σε εκστρατεία στην Ουκρανία κατά των μπολσεβίκων για να εξυπηρετήσει τα εθνικά συμφέροντα, δεν μπορούσε πια να αποδώσει, αφού είχε χαθεί το θεμέλιό της: ο ρόλος της Ελλάδας ως στρατηγικού αναχώματος της (ανταντικής) Δύσης.
Αν αυτές οι συνέπειες στο διπλωματικό πεδίο έδειχναν πόσο είχαν δυσκολέψει τα πράγματα, θα περίμενε κανείς να εντατικοποιηθεί, τουλάχιστον, η εθνική ενότητα κι
όλοι μαζί οι Έλληνες να αγωνιστούν για την εθνική σωτηρία. Έγινε το αντίθετο. Η έλλειψη εμπνευσμένης πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας θα είναι καθοριστική. Το κακό δεν σταμάτησε στην απομάκρυνση Βενιζέλου, που στέρησε την πατρίδα από μια προσωπικότητα παγκόσμιου κύρους, ικανή να αποσπάσει από τη Δύση τις βέλτιστες διπλωματικές παραχωρήσεις. Οι εκκαθαρίσεις στον διοικητικό και στον πολεμικό τομέα ήταν τόσο ευρείες, που διέλυσαν τον ιστό και το αξιόμαχο του στρατεύματος, με συνέπειες διαβρωτικές για το ηθικό. Αντικαταστάθηκαν σχεδόν όλοι οι πολέμαρχοι της Εθνικής Αμύνης (σωματάρχες, επιτελείς και οι διοικητές μεραρχιών και συνταγμάτων) από ηγήτορες χωρίς καμιά πείρα μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και με άγνοια των συνθηκών του μικρασιατικού μετώπου. Τον επόμενο χρόνο, το 1921, με την άφρονα επιχείρηση προς την Άγκυρα, χάθηκε ο ανθός του μαχόμενου στρατεύματος. Στη συνέχεια, η ειρηνιστική προπαγάνδα για το μάταιο των θυσιών και πληροφορίες για προσεχή αποχώρηση από τη Μικρασία, διέλυσαν κάθε υπόλοιπο ηθικού του επί δεκαετία δοκιμαζόμενου στρατιώτη.
Η Καταστροφή
Τον Αύγουστο του 1922, δώδεκα ελληνικές μεραρχίες, με τις εννέα στην προκάλυψη, κάλυπταν μια ζώνη 80.000 τ. χλμ. Χιλιάδες ήταν ήδη οι φυγόστρατοι και οι λιποτάκτες. Τα κενά μεταξύ των μονάδων στην πρώτη γραμμή του μετώπου ήταν ολόκληρα χιλιόμετρα. Οι σιδηροδρομικές γραμμές ήταν πολύ κοντά στις δυνάμεις του εχθρού, ο εφοδιασμός και οι επικοινωνίες σε άμεσο κίνδυνο διακοπής. Η διοίκηση της στρατιάς βρισκόταν στη… Σμύρνη, 400 χλμ. μακριά από το μέτωπο, ενώ οι ασύρματες επικοινωνίες ήταν υποτυπώδεις. Την ίδια ώρα, ο Κεμάλ θα βρισκόταν, όταν άρχιζε η επίθεσή του, στην πρώτη γραμμή. Η κυβέρνηση της Αθήνας διαμήνυε στις Δυνάμεις ότι ήταν έτοιμη να αποσύρει τον ελληνικό στρατό από τη Μικρασία, αν αυτές αναλάμβαναν την προστασία των χριστιανικών πληθυσμών, και η στρατιά ετοιμαζόταν για σύμπτυξη, χωρίς να έχει καν φροντίσει να διαθέτει μια οχυρωμένη γραμμή στη ζώνη γύρω από τη Σμύρνη. Μια νέα διάσκεψη θα συνερχόταν το φθινόπωρο του 1922 στη Βενετία. Ο Κεμάλ, θέλοντας κάποιαν εντυπωσιακή επιτυχία πριν από αυτή τη διάσκεψη, αποφάσισε να επιτεθεί. Και, στις 13 Αυγούστου, εκδηλώθηκε στην «εξέχουσα» γωνία του μετώπου του Αφιόν Καραχισάρ η τουρκική επίθεση. Μια επίθεση που ήταν αναμενόμενη, από τις συνεχείς πληροφορίες που έφταναν τις προηγούμενες ημέρες, και δεν επέτρεπαν σε καμία περίπτωση τον αιφνιδιασμό.
Κι όμως. Μέσα σε δύο εβδομάδες, η κάμψη του ηθικού και της αντοχής του ελληνικού στρατού και τα αλλεπάλληλα σφάλματα της διοίκησης της στρατιάς, θα προκαλέσουν πλήρη κατάρρευση. Το αποτέλεσμα υπερέβαλλε και τις πιο αισιόδοξες τουρκικές προσδοκίες. Η γραμμή του μετώπου διαρρήχθηκε και διασπάστηκε και οι ελληνικές μονάδες ασύντακτες, ακολουθούμενες από πανικόβλητα πλήθη αμάχων, δεινά δοκιμαζόμενες από έλλειψη τροφών και πολεμοφοδίων, χωρίς καμιά συνοχή, χωρίς ηθικά αποθέματα, μαχόμενες διαρκώς μέρα και νύχτα, χωρίς σχέδιο σύμπτυξης, παίρνουν τον δρόμο προς τη δύση. Πολλές μονάδες, με άξιους ηγήτορες, θα δείξουν απαράμιλλο ηρωισμό σε αυτή τη μαρτυρική πορεία, αλλά η στρατιά από τη Σμύρνη αδυνατούσε να αντιληφθεί την κατάσταση. Οι διαταγές της, όταν έρχονταν με καθυστέρηση, ήταν πλέον εκτός τόπου και χρόνου. Μόνο μια ομάδα μεραρχιών υπό τον στρατηγό Φράγκου, κυρίως χάρη στην ευψυχία του συνταγματάρχη Πλαστήρα, αμύνθηκε αποτελεσματικά και επέτρεψε την υποχώρηση με κάποια τάξη προς τις ακτές. Τα ράκη του ελληνικού στρατού επέστρεφαν οίκαδε, όπως ζητούσαν, την πιο κρίσιμη ώρα, οι αρθρογράφοι του μικροελλαδισμού.
(συνεχίζεται…)