ΑΡΘΡΟ
Της Δήμητρας Ευθυμιάδου
Πτυχιούχου του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, στις 8 Μαρτίου, δράττομαι της ευκαιρίας να κάνω μια αναφορά στην εμβληματική προσωπικότητα της Καλλιρρόης Παρρέν. Ξεκινώντας από τις βιογραφικές πληροφορίες της πρώτης Ελληνίδας φεμινίστριας, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί ότι η Καλλιρρόη Σιγανού-Παρρέν γεννήθηκε στο Ρέθυμνο, το 1861, τρεις δεκαετίες μετά την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Το ιστορικό πλαίσιο και οι συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή εκείνη είναι αυτά, που σε συνδυασμό με το περιεχόμενο των δράσεων της Παρρέν, αναδεικνύουν την σημαντικότητα και την πρωτοπορία της προσπάθειάς της.
Η Καλλιρρόη φοίτησε αρχικά στη σχολή «Σουρμελή» και στη «Γαλλική Σχολή Καλογραιών» στον Πειραιά. Το 1878 αποφοίτησε από το Αρσάκειο, έχοντας πάρει το πτυχίο της δασκάλας. Όπως συνέβαινε με τις περισσότερες δασκάλες την εποχή εκείνη, μόλις πήρε το πτυχίο της πήγε στην Οδησσό για να διευθύνει το Ροδοκανάκειο Παρθεναγωγείο της Ελληνικής Κοινότητας και αργότερα στην Αδριανούπολη όπου εργάστηκε ως διευθύντρια στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο. Ο γάμος της με τον φιλέλληνα δημοσιογράφο Ιωάννη Παρρέν, μετέπειτα ιδρυτή και διευθυντή τού Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, τη βοήθησε να γνωρίσει τον κόσμο της δημοσιογραφίας και της συγγραφής.
Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματά της ήταν η ίδρυση και η κυκλοφορία της «Εφημερίδας των Κυριών», το πρώτο φύλλο της οποίας κυκλοφόρησε στις 9 Μαρτίου 1887. Με την πένα της ενέπνευσε κι άλλες γυναίκες να συνεργαστούν μαζί της στον αγώνα της υπέρ της χειραφέτησης των Ελληνίδων. Η ευφυΐα και η διορατικότητά της την ώθησαν να διεκδικήσει ίσες ευκαιρίες συμμετοχής των γυναικών στην εκπαίδευση αλλά και στην πολιτική ζωή της χώρας.
Φυσικά, η πλειονότητα των σχολίων για το εγχείρημα της «Εφημερίδας των Κυριών» ήταν αρνητικά, όπως εκείνο του τότε διευθυντή της εφημερίδας «Ακρόπολις»: «Αι γυναίκες είναι πετεινόμυαλαι και ελαφραί. Δεν αξίζει τον κόπον να ασχοληθώμεν». Κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο, αν αναλογισθεί κανείς ότι η γυναικεία χειραφέτηση ήταν αδιανόητη στην Ελλάδα του 19ου αιώνα. Παρ’ όλα αυτά, μέσα από τις συνεχείς και αδιάλειπτες προσπάθειες της κατάφερε να διανύσει μεγάλες αποστάσεις και να χαράξει τον δρόμο για την δίκαιη και ισότιμη θέση της γυναίκας στην κοινωνία. Εκτός λοιπόν από τους επικριτές του έργου της, απέκτησε και θερμούς υποστηρικτές όπως τον Γρηγόριο Ξενόπουλο και τον Κωστή Παλαμά, που δεν δίστασαν να την συγχαρούν δημόσια, με τον δεύτερο να της αφιερώνει και ποίημα.
Επιπλέον, ο φεμινισμός της Καλλιρρόης Παρρέν συχνά χαρακτηρίζεται ως «υγιής» φεμινισμός, καθώς ήθελε να πετύχει την ισοτιμία των δύο φύλων, έχοντας όμως πάντα ως θεμέλιο τον σεβασμό προς τον θεσμό της οικογένειας, τον ρόλο της οποίας θεωρούσε αδιαμφισβήτητο στην ελληνική κοινωνία. Διακρίνεται λοιπόν μια εθνοκεντρική προσέγγιση του φεμινισμού, η οποία σήμερα μπορεί να θεωρηθεί από
πολλούς παρωχημένη. Ωστόσο, μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο, στο οποίο εκφράστηκε η προσέγγιση αυτή ήταν κάθε άλλο παρά παρωχημένη. Ο αγώνας της βασιζόταν στην αποδοχή του παραδοσιακού ρόλου της γυναίκας και τη διεκδίκηση περισσοτέρων δικαιωμάτων γι’ αυτήν, ώστε να αντεπεξέρχεται καλύτερα στο έργο της. Αυτή η αποδοχή του παραδοσιακού ρόλου της έδινε την ευχέρεια να γίνεται δεκτή από τους διοικούντες, ακόμα και όταν αυτοί δεν ήταν έτοιμοι να δεχτούν όλα τα αιτήματά της.
Η δράση της δεν περιορίστηκε στην έκδοση της «Εφημερίδας των Κυριών» αλλά επεκτάθηκε και στην διεκδίκηση θέσεων για τις γυναίκες στην ανώτατη εκπαίδευση και στις δημόσιες υπηρεσίες. Στο πλαίσιο αυτό προέβη και στην ίδρυση της Σχολής της Κυριακής των Απόρων Γυναικών και Κορασίδων το 1890, όπου διδάσκονταν γραφή και ανάγνωση. Στην συνέχεια, το 1893 ίδρυσε το Άσυλο της Αγίας Αικατερίνης, το 1896 το Άσυλο Ανιάτων και την Ένωση υπέρ της Χειραφέτησης των Γυναικών, ενώ το 1911 ίδρυσε το Λύκειο Ελληνίδων που υπάρχει μέχρι και σήμερα.
Επιπρόσθετα, η Καλλιρρόη Παρρέν έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατοχύρωση του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις γυναίκες. Η πρώτη της προσπάθεια έγινε το 1895, όταν απευθύνθηκε στον τότε πρωθυπουργό Χ. Τρικούπη, ζητώντας την κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών. Αργότερα, το 1921 διοργάνωσε το δεύτερο γυναικείο συνέδριο στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να πείσει τον τότε πρωθυπουργό Δ. Γούναρη να τοποθετηθεί προσωπικά υπέρ της χορήγησης ψήφου. Η κατοχύρωση του δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες ήρθε τελικά το 1952 και η Καλλιρόη Παρρέν δεν είδε ποτέ το όνειρό της για τη γυναικεία χειραφέτηση να γίνεται πραγματικότητα στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Η προσφορά της στην Ελλάδα τιμήθηκε πολλαπλώς. Της απονεμήθηκε ο «Χρυσούς Σταυρός τού Τάγματος» από τον Βασιλέα Γεώργιο τον Β’. Βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών. Ενώ το 1992 ο Δήμος Αθηναίων τοποθέτησε την προτομή της στο Α’ Νεκροταφείο.
Τέλος, αν και είναι σχεδόν ανέφικτο να παρουσιαστεί με ακρίβεια το μεγαλειώδες έργο της σε λίγες σειρές, είναι ταυτόχρονα και απίθανο να μην μπορέσει αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της προσφοράς της συγκεκριμένης γυναίκας στον βίο των σύγχρονων γυναικών. Η Καλλιρρόη Παρρέν απεβίωσε στις 16 Ιανουαρίου 1940, έχοντας πάει την Ελλάδα του 19ου αιώνα πολλά βήματα μπροστά, καθώς μέσα από την πένα, την δράση, την πυγμή και τον αδιάκοπο αγώνα της κατάφερε να δημιουργήσει τον πρόδρομο για την ανεξαρτησία των γυναικών στην Ελλάδα.
*Το άρθρο της κ. Ευθυμιάδου δημοσιεύτηκε στο blog PoliticsToday.news.blog