ΑΡΘΡΟ

Του Αναστάσιου Μ. Πούλιου

Προέδρου Δικηγορικού Συλλόγου Δράμας

Οι υψηλοί λογαριασμοί ρεύματος που τα ελληνικά νοικοκυριά καλούνται να πληρώσουν τους τελευταίους μήνες, αποτελούν μέγιστο κοινωνικό πρόβλημα. Σε συνδυασμό μάλιστα με την άνοδο των τιμών πολλών αγαθών οι, πολλές φορές εξοντωτικοί, λογαριασμοί κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, οδηγούν τους πολίτες σε περικοπές και σε αποφυγή προμήθειας ακόμη και βασικών καταναλωτικών αγαθών προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Σε πολλές περιπτώσεις το κόστος έχει γίνει διπλάσιο ή και πολλαπλάσιο σε σχέση με τις χρεώσεις του παρελθόντος, με αποτέλεσμα να έχουμε ήδη πολλές διακοπές ρεύματος όταν συμπολίτες μας αδυνατούν να πληρώσουν τον λογαριασμό. Το μεγαλύτερο μέρος των αυξήσεων οφείλονται στην περιβόητη ρήτρα αναπροσαρμογής, ενώ τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, θα ανακουφίσουν μόνο στο μέλλον και μόνο μερικώς τους καταναλωτές. Κατ’ αρχάς όμως τι ακριβώς είναι η ρήτρα αναπροσαρμογής.

Τον όρο τον συναντάμε σε όλα τα συμβόλαια των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας συνήθως βέβαια στα «ψιλά γράμματα». Με τη ρήτρα οι προμηθευτές, στις πλείστες των περιπτώσεων μονομερώς, κατέστησαν κυμαινόμενο, το τίμημα που κατέβαλλαν οι τελευταίοι ανά καταναλισκόμενη kWh εξαρτώμενο από την τιμή που οι προμηθευτές αγοράζουν την ηλεκτρική ενέργεια στο Χρηματιστήριο Ενέργειας για λογαριασμό των πελατών τους. Με άλλα λόγια οι εταιρείες προμήθειας ρεύματος, χωρίς σχετική συμφωνία με τους πελάτες τους, προχώρησαν σε εξάρτηση της τιμής πώλησης του ρεύματος σε αυτούς από έναν δυσνόητο μαθηματικό τύπο, του οποίου βασική μεταβλητή είναι η τιμή με την οποία αγοράζουν αυτοί το ρεύμα που κατόπιν μεταπωλούν.

Η ανωτέρω ρήτρα αναπροσαρμογής αυτή καθεαυτή, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο εισήχθη στον υπολογισμό του κόστους κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, είναι εντελώς καταχρηστικός, παράνομος και αντίθετος με τα οριζόμενα τόσο στο εσωτερικό μας δίκαιο όσο και στο ευρωπαϊκό και συγκεκριμένα:

α. Η λατινική έκφραση, την οποία οι νομικοί γνωρίζουν καλά, pacta sunt servanda συνιστά πλέον σήμερα διεθνή ορολογία, ένα αξίωμα που διέπει τις συμφωνίες, και σημαίνει ότι οι συμφωνίες επιβάλλεται να τηρούνται, ότι οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνονται εκ μέρους των συμβαλλομένων, αλλιώς τα συμπεφωνημένα, πρέπει να τηρούνται. Εξάλλου η μονομερής τροποποίηση των όρων σε ήδη καταρτισθείσες συμβάσεις δεν είναι δυνατή χωρίς συναίνεση του αντισυμβαλλομένου όπως ρητά προβλέπει η διάταξη του άρθρου 361 του Αστικού Κώδικα.

β. Η ρήτρα αναπροσαρμογής είναι εντελώς καταχρηστική σύμφωνα με το νόμο για την προστασία του καταναλωτή (Ν 2251/1994) αφού ο εκάστοτε προμηθευτής τροποποιεί μονομερώς όρο της σύμβασης αγνοώντας την έλλειψη συναίνεσης του καταναλωτή, ενώ είναι και παράνομη αφού αντίκειται στην αρχή της διαφάνειας και της καλής πίστης.

γ. Όπως ρητά αναφέρει το άρθρο 10 παρ. 4 της υπ’ αριθ. 2019/944 Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης: «οι τελικοί πελάτες ειδοποιούνται δεόντως σχετικά με οποιαδήποτε πρόθεση τροποποίησης των συμβατικών όρων και ενημερώνονται σχετικά με το δικαίωμα τερματισμού της σύμβασης όταν τους απευθύνεται η σχετική ειδοποίηση. Οι προμηθευτές ειδοποιούν τους τελικούς πελάτες τους με διαφανή και κατανοητό τρόπο απευθείας για οποιαδήποτε προσαρμογή της τιμής προμήθειας και για τους λόγους και τις προϋποθέσεις της προσαρμογής, καθώς και το πεδίο εφαρμογής της προσαρμογής, την κατάλληλη χρονική στιγμή και το αργότερο δύο εβδομάδες, και όταν πρόκειται για οικιακούς καταναλωτές, έναν μήνα, πριν τη χρονική στιγμή κατά την οποία η προσαρμογή τίθεται σε ισχύ. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικοί πελάτες παραμένουν ελεύθεροι να τερματίσουν τις αντίστοιχες συμβάσεις, εάν δεν αποδέχονται τους νέους συμβατικούς όρους ή τις προσαρμογές της τιμής προμήθειας που τους έχουν κοινοποιηθεί από τον προμηθευτή». Το άρθρο αυτό της Οδηγίας αποκτά άμεση εφαρμογή ως προς την προβλεπόμενη προθεσμία ενημέρωσης των πελατών, λόγω της επαρκούς εξειδίκευσης του και της άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας ενσωμάτωσής του από την χώρα μας (άρθρο 71 παρ. 1 Οδηγίας 2019/944). Εάν συνεπώς, δεν τηρηθεί η, προβλεπόμενη στο άρθρο 10 παρ. 4 της Οδηγίας 2019/944, προθεσμία ενημέρωσης και δεν ενημερωθεί εκ των προτέρων (πριν την ένταξη και την εφαρμογή της ρήτρας αναπροσαρμογής στην σύμβαση) ο πελάτης για την ενσωμάτωση και την εφαρμογή της τελευταίας, καθώς και για το δικαίωμα που του παρέχει η νομοθεσία προς αζήμια λύση της σύμβασης επί τροποποίησης των συμβατικών όρων, οι γενόμενες αναπροσαρμογές είναι ανίσχυρες.

Οι εταιρείες προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος με τη ρήτρα αναπροσαρμογής που μονομερώς ενσωμάτωσαν στις συμβάσεις παροχής, στην πράξη μετακυλίουν στον καταναλωτή ολόκληρο το κόστος προμήθειας της ηλεκτρικής ενέργειας στην χονδρεμπορική αγορά του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, αποκομίζοντας μάλιστα σημαντικό ποσοστό κέρδους

Οι καταναλωτές βασίμως μπορούν να προσφύγουν δικαστικώς και να προσβάλλουν την νομιμότητα της ενσωμάτωσης της ρήτρας αναπροσαρμογής στην σύμβαση, καθώς και την διαφάνεια του περιεχομένου της. Ήδη την 1-6-2022 έχει προσδιοριστεί να δικαστεί η αγωγή της ΕΚΠΟΙΖΩ κατά της ΔΕΗ ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αίτημα την κήρυξη, μεταξύ άλλων, ως άκυρης της ρήτρας αναπροσαρμογής, ενώ θα ακολουθήσουν και άλλες αγωγές από ενώσεις καταναλωτών και πολιτών. Σε κάθε περίπτωση όμως, η διακοπή της παροχής του ηλεκτρικού ρεύματος, λόγω οφειλών που δημιουργήθηκαν από τη εφαρμογή της ρήτρας αναπροσαρμογής, και η δυσμενέστατες συνέπειες που αυτή συνεπάγεται, μπορεί και πρέπει να σταματήσει και σε ατομικό επίπεδο, με προσφυγή στα δικαστήρια με τη διαδικασία ακόμη και των ασφαλιστικών μέτρων συνοδευόμενη και με αίτημα προσωρινής διαταγής. Οι δικηγόροι είναι έτοιμοι να υπερασπισθούν με επάρκεια και σθένος, ένα από τα βασικότερα αγαθά των συμπολιτών τους. Είναι άλλωστε βασικό καθήκον, προβλεπόμενο στις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων, η υπεράσπιση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών από τους δικηγόρους, στους οποίους η ίδια η Πολιτεία έχει αναθέσει το ρόλο του ανεξάρτητου και αδέσμευτου συμπαραστάτη του πολίτη.

*Στοιχεία για το άρθρο αντλήθηκαν, μεταξύ άλλων, κυρίως από τη γνωμοδότηση του Καθηγητή Νομικής Γεώργιου Μεντή προς την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας.