ΑΡΘΡΟ
Του Γ.Κ. Χατζόπουλου
τ. Λυκειάρχη
(συνέχεια από το προηγούμενο)
Πρώτοι οι αδελφοί Grimm το 1812 τύπωσαν σε δίτομη συλλογή ατόφια τα γερμανικά παραμύθια, υποστηρίζοντας τη θεωρία ότι οι Γερμανοί ήταν οι πρώτοι, που εμπνεύσθηκαν την παραγωγή παραμυθιών. Αδιάβαστοι καθώς ήταν δεν ήξεραν ότι πρώτοι οι Αιγύπτιοι σε παπύρους αποτύπωσαν τα παραμύθια του λαού τους. Ακολούθησαν οι Έλληνες με τον μεγάλο τους παραμυθά Αίσωπο, που αιώνες τώρα τα παραμύθια του τυπώνονται και ξανατυπώνονται σε πολλές ξένες γλώσσες, αλλά και τον ιστορικό, τον πατέρα της ιστορίας Ηρόδοτο, που το έργο του είναι γεμάτο από παραμύθια, που, όταν τον ακούει ο Θουκυδίδης να τα αφηγείται κατά τη διάρκεια των ολυμπιακών αγώνων στην αρχαία Ολυμπία, εξανίσταται απ’ όσα ακούει και παραθέτει στο μνημειώδες έργο του, την Ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου, τη μνημειώδη φράση: «Το έργον μου ατερπές φανείται δια το μη μυθώδες» (=Το έργο μου δεν θα είναι ευχάριστο, επειδή δεν περιέχει παραμύθια).
Και όταν κάποιοι εντελώς μισέλληνες συγγραφείς διατύπωσαν τη θεωρία ότι οι Νεοέλληνες δεν είχαν καμιά σχέση με τους αρχαίους Έλληνες, αφού ούτε μια σταγόνα αίματος ελληνικού δεν έρρεε στις φλέβες τους, τότε Έλληνες με υψηλή παιδεία και βαθιά ριζωμένη στην ψυχή τους την ελληνικότητα της φυλής μας, στράφηκαν προς την πνευματική δημιουργία του ελληνικού λαού και ως εργάτριες μέλισσες συγκέντρωσαν από τα χείλη του το πνευματικό του μέλι ανατρέποντας τη θεωρία των ανθελλήνων και μισελλήνων ξένων μελετητών αποδεικνύοντας τη διαχρονικότητά της ελληνικής φυλής. Με πρωτεργάτες τον Αδαμάντιο Αδαμαντίου, τον Νικόλαο Πολίτη, πατέρα και θεμελιωτή της Λαογραφίας και τον πανάξιο συνεχιστή του, τον αείμνηστο καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο και Ακαδημαϊκό Γεώργιο Μέγα, τον Πόντιο Σίμο Λιανίδη, την ταπεινότητά μου και πληθώρα άλλων Ποντίων και μη Ποντίων διέσωσαν τους θησαυρούς αυτούς και τους έκαναν αιώνιο κτήμα.
Δεν έμειναν πίσω στη μίμηση και οι ανατολίτες γείτονές μας, αφού κατασκευάσανε τον δικό τους Αίσωπο, τον Νασρ Εντίν Χότζα, που του έλειπε η έμπνευση, είχε όμως το θράσος να μιμηθεί τους προκατόχους του. Μας είναι γνωστά τα παραμύθια της Χαλιμάς και οι χίλιες και μια νύχτες με τη φτώχεια του περιεχομένου τους.
Στον μακρινό Πόντο, στην αλησμόνητη πατρίδα, οι παρχαριώτισσες, ύστερα από την κοπιαστική ολοήμερη απασχόλησή τους, συγκεντρώνονταν στα παρχαροκάλυβα κι εκεί σχεδόν μέχρι τα μεσάνυχτα επιδίδονταν στην αφήγηση των μεσελέδων και των αχάδων, κι ύστερα έστηναν το χορό με τους ήχους του θείου απολλώνιου δώρου, της λύρας.
Κι όταν τέλειωναν τα παρχάρια, έφερναν μαζί με τα ζωντανά, τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τις μεσελέδες, που τις επαναλάμβαναν τις πολύωρες χειμωνιάτικες νύχτες.
Κι αφού κάναμε μια σε αδρές γραμμές λακωνική αναφορά στο παραμύθι, καιρός να δούμε και τις ιδιότητές του.
α. Ο κόσμος του παραμυθιού κινείται στον χώρο της φαντασίας, είναι αντιρρεαλιστικός. Κινείται καθαρά και στηρίζεται στο ποθούμενο, στο ευχάριστο, σ’ αυτό που ικανοποιεί τις ενδόμυχες σκέψεις και στέκει μακριά από την εμπειρία.
β. Αντιστρατεύεται ακόμη τη μεσότητα, κινούμενο στο χώρο των ακροτήτων, δηλαδή ανάμεσα στο τεράστιο και στο μικρό, ανάμεσα στο καλό και στο κακό, ανάμεσα στο όμορφο και στο άσχημο, ανάμεσα στο προστατευτικό και το διωκτικό ή το εκδικητικό. Έτσι οι ήρωές του είναι τεραστίων διαστάσεων (δράκοι), ή μικροσκοπικοί (κοντορεβιθούληδες), εύστροφοι ή αφελείς, βασιλιάδες ή επαίτες. Οι κοινοί χαρακτήρες δεν έχουν σχεδόν καμιά σχέση στον χώρο του. Και αν καμιά φορά κινούνται στη σκηνή του, περνούν απαρατήρητοι.
γ. Στο παραμύθι είναι άγνωστο το ακατόρθωτο. Και αυτό επιτυγχάνεται με τη συνδρομή της μαγείας. Η χρήση της μαγικής ράβδου επιτελεί θαύματα, ικανοποιώντας την πιο δύσκολη επιθυμία του χρήστη της. Παράδειγμα χειροπιαστό η ράβδος της μάγισσας Κίρκης, που μεταβάλλει σε γουρούνια τους συντρόφους του Οδυσσέα.
δ. Κυρίαρχο στοιχείο είναι και το θαύμα. Λουκούλλειο τραπέζι στρώνεται με ένα μόνο λόγο, πόρτες ανοίγουν χωρίς να τις αγγίξει ανθρώπινο χέρι.
ε. Αδιαφορεί το παραμύθι, αν όσα εμπεριέχονται στην αφήγησή του είναι φυσικά, αληθινά ή ψεύτικα, πιστευτά ή απίστευτα. Χαρακτηριστική αυτής της ιδιότητάς του είναι και η κρητική φράση: «ψώματα κι’ αλήθεια ετσάν τα παραμύθια».
(συνεχίζεται…)