ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

 

 

 

 

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Η Ελληνική Πολιτεία, πέραν της πλήρους και έμπρακτης συμμόρφωσης με τις ειδικότερες προβλέψεις της Συνθήκης της Λωζάννης και του διεθνούς δικαίου εν γένει, σέβεται τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και πολιτιστικές ιδιαιτερότητες των τριών συνιστωσών της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη και επιφυλάσσει στους Έλληνες πολίτες, μέλη της μειονότητας, πλήρη ισονομία και ισοπολιτεία. Αφουγκραζόμενη τις επιθυμίες των Ελλήνων μουσουλμάνων, που κατοικούν στη Θράκη, και διαβουλευόμενη μαζί τους, σχεδιάζει και εφαρμόζει μία συνεπή και συνεκτική πολιτική για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των αναγκών τους σε όλους τους τομείς.

Οι τουρκικές απόπειρες σφετερισμού της ταυτότητας της μειονότητας και ισοπέδωσης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της κάθε συνιστώσας αντιστρατεύονται το διεθνές δίκαιο και καταλήγουν σε παραβίαση των δικαιωμάτων των μελών της μειονότητας. Την καλύτερη και ηχηρότερη απάντηση στις απόπειρες αυτές δίνει η ίδια η μειονότητα, με την ενεργή και γόνιμη συνεισφορά της στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της χώρας.

Η εξομάλυνση και βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, πέραν της σημασίας της στο διμερές επίπεδο, αποτελεί, επίσης, σημαντικό παράγοντα για τη σταθερότητα της Νότιο-Ανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.

Η Ελλάδα αποδίδει μεγάλη σημασία στο σεβασμό της αρχής της καλής γειτονίας –που αποτελεί, εξ άλλου, πυλώνα της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης–, και καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την εμπέδωση και θεμελίωσή της.

Αποτελεί σταθερή επιδίωξη της Ελλάδας η μετατροπή της ελληνοτουρκικής σχέσης από αντιπαραθετική σε συνεργατική. Γι’ αυτό και τείνει χείρα φιλίας στην Τουρκία, καλώντας την να συνεργασθεί, με πνεύμα συναινετικό και εποικοδομητικό, όπως αρμόζει σε γείτονες, για την πλήρη εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Η πολιτική που ακολουθήσαμε τα πολλά τελευταία χρόνια, εκ των εξελίξεων αποδεικνύεται ότι δεν τελεσφόρησε. Το γνωστό σ’ αυτές τις διμερείς σχέσεις «κάθε πέρσι και καλύτερα», μιλάει από μόνο του. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ευθύνη βαρύνει την Ελλάδα. Ευθύνεται κατά κύριο λόγο η διεκδικητική και συχνότατα προκλητική πολιτική που ακολούθησε η Τουρκία. Αυτό στο οποίο φταίμε, είναι ότι παραβλέποντας, αγνοώντας τις εξελισσόμενες συγκυρίες δεν φροντίσαμε να αναπροσαρμόσουμε την δική μας τακτική και στρατηγική έναντι της γείτονος σε

σχέση μ’ αυτές τις εξελίξεις και τις μεταβαλλόμενες ισορροπίες. Παραμείναμε αμετακίνητοι στις θέσεις και τις γραμμές μας, σαν να μην έχει αλλάξει τίποτε.

Με την ακριβώς αντίθετη λογική, κινήθηκε η Άγκυρα. Όχι μόνο φρόντιζε να προκαλεί αυτή αλλαγές στις παραμέτρους του προβλήματος και των μεταξύ μας σχέσεων, αλλά έσπευδε και να εκμεταλλευθεί υπέρ της κατά τον καλύτερο για την ίδια τρόπο τις μεταβολές των ισορροπιών και των συσχετισμών στην περιοχή μας αλλά και ευρύτερα.

Οχυρωμένοι και επικαλούμενοι πάντα το διεθνές δίκαιο και συνθήκες του παρελθόντος (που στην πράξη είχαν παραβιασθεί και παραβλεφθεί κάμποσες φορές…), παραμέναμε αμετακίνητοι στα επιχειρήματά μας. Καταφεύγαμε κι επιζητούσαμε τη στήριξη και την προστασία συμμάχων και εταίρων, επικαλούμενοι «το δίκιο μας», ακόμη και όταν εκείνοι μας έδειχναν ξεκάθαρα ότι δεν είναι διατεθειμένοι να τα προσφέρουν. Γιατί φρόντιζαν τα δικά τους συμφέροντα, σ’ ό,τι αφορούσε τις σχέσεις τους με την Τουρκία. Αγνοούσαμε συστηματικά αυτό που έλεγε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στους διπλωμάτες του Υπουργείου Εξωτερικών ένα αιώνα πίσω, πως «στα διεθνή φόρα, δεν θα μιλάτε για εθνικά δίκαια, αλλά θα επικαλείσθε εθνικά συμφέροντα, αυτά μόνο αναγνωρίζουν και σέβονται τα κράτη…» Επιμένουμε να επικαλούμαστε την Συνθήκη της Λωζάννης, όταν αυτήν δεν την έχει σεβασθεί ποτέ η Άγκυρα όχι μόνο στις μεταξύ μας σχέσεις, αλλά και σε διεθνές επίπεδο, με πρόσφατο παράδειγμα την εισβολή στην Συρία. Όχι μόνο δεν υπέστη κυρώσεις, αλλά… ανταμείφθηκε κι όλας γι’ αυτήν, αναβάθμισε την επιρροή της!

Αν στο Αιγαίο και τη νοτιοανατολική Μεσόγειο δεν υπήρχε η προοπτική να υπάρχουν εκμεταλλεύσιμα ενεργειακά κοιτάσματα, η κατάσταση στις σχέσεις μας με την Τουρκία θα παρέμεναν στο επίπεδο… του σκύλου με τη γάτα. Οξύνσεις, προκλήσεις, διεκδικήσεις νησιών και βραχονησίδων, εντάσεις και υφέσεις. Δυσάρεστες και προβληματικές καταστάσεις, αλλά διαχειρίσιμες. Κρίσιμες, αλλά όχι άμεσα επικίνδυνες… Τα πετρέλαια και το φυσικό αέριο άλλαξαν τα πράγματα. Η Τουρκία, δεν μπορούσε να αφήσει τον εαυτό της έξω από αυτό το… πλούσιο τραπέζι. Συστηματικά και μεθοδικά, άρχισε να αναπροσαρμόζει την εξωτερική πολιτική της, να δημιουργεί «επιμέρους» καταστάσεις που θα μπορούσε να τις εκμεταλλευθεί μελλοντικά. Κατέθεσε δημόσια την απαίτησή της για συνεκμετάλλευση αυτού του δυνητικού πλούτου. Και φρόντιζε επιμελώς να «περιγράφει» το διεθνές δίκαιο, υπό το δικό της πρίσμα και με την δημιουργία τετελεσμένων, όπως στην περίπτωση της «κοινής ΑΟΖ» της με τα κατεχόμενα… Μια απλή ματιά στον χάρτη, οδηγεί και τον πλέον φιλέλληνα παρατηρητή και παράγοντα στην εκτίμηση ότι δεν είναι δυνατόν μια τεράστια χώρα, με έξοδο στην θάλασσα και την μεγαλύτερη ακτογραμμή της Μεσογείου, να μην έχει το νομικό δικαίωμα να «ξεμυτίσει», να μετέχει στην εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου πλούτου. Ακόμη κι αν κάποτε, σε ανύποπτο χρόνο, αυτό ορίσθηκε τυπικά στις δέλτους του διεθνούς δικαίου και των συνθηκών. Τα πάντα ρει. Η πραγματικότητα μεταλλάσσεται, κανόνες και αρχές αναθεωρούνται και αναπροσαρμόζονται… Η δική μας στάση της εμμονής σε κανόνες και χαρτιά που έχουν εκ των πραγμάτων ξεπεραστεί, δεν αποδίδει. Το βλέπουμε, το βιώνουμε επικίνδυνα. Και κάνει την Τουρκία, μια αναντίρρητα δύστροπη, προκλητική, απρόβλεπτη και επικίνδυνη δύναμη, να γίνεται ακόμη πιο άτεγκτη. Ακόμη πιο επικίνδυνη- ιδίως τώρα που μπορεί να εκβιάζει και να περιφρονεί δυνάμεις πολύ ισχυρότερες από την Ελλάδα… Ο πόλεμος, έτσι σκέτα νέτα, δεν αποτελεί λύση, αλλά ούτε και η συνεχόμενη αδύνατη Ελληνική Διπλωματική ενεργεία η οποία εκλαμβάνεται από τη γείτονα ως αδυναμία. Μόνο από «Ελληναράδες», ανεγκέφαλους ή υπηρέτες σκοτεινών συμφερόντων μπορεί να προταθεί ως «λύση».

Το έχω πει και το έχω τονίσει ότι προειδοποιώντας μια χώρα που συνεχώς έχει παραβατική συμπεριφορά και κοινοποιώντας αυτήν τηνπροειδοποίηση σε όλους τους παίχτες της σκακιέρας, για ένα χρονικό διάστημα, που από το πέρασμα του θα εφαρμόσει η Ελλάδα τα νόμιμα, και θα σταματήσει τις κάθε είδους παραβιάσεις, ας έρθει τότε η Τουρκία να κάνει πόλεμο. Όταν βάζεις όλους προ των ευθυνών τους έχεις κερδίσει και το παιχνίδι.

Η άλλη λύση, είναι προσπάθεια συνεννόησης μ’ αυτόν τον συγκεκριμένο γείτονα. Κι’ αυτό, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην απεμπόληση δικαιωμάτων και συμφερόντων. Δεν συνιστά «εθνική μειοδοσία» η ρεαλιστική αποτίμηση της διαμορφούμενης πραγματικότητας.

Αλλά, αυτό προϋποθέτει εθνική πολιτική με διακομματική συναίνεση. Τη χάραξη ενός συγκεκριμένου εθνικού σχεδίου εξωτερικής πολιτικής με προοπτική, μακριά από μικροκομματικές σκοπιμότητες… Ένα πρώτο βήμα, θα μπορούσε να είναι η προσφυγή στα διεθνή δικαστήρια. Αλλά, με επίγνωση τού ότι αυτά σχεδόν πάντα βγάζουν αποφάσεις συμβιβαστικές, που λαμβάνουν υπ’ όψη τους την διαμορφωμένη πραγματικότητα, την εξασφάλιση ωφελημάτων και για τις δύο πλευρές. Που επιδιώκουν ισορροπίες και καλές, ανεκτές έστω, σχέσεις γειτονίας.