ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ

 

 

  • Ο Διόνυσος στη χώρα των Ηδωνών

 

Ο θεός Διόνυσος, χωρίς να είναι ισάξιος των άλλων θεών του Ολύμπου, αγαπήθηκε τόσο πολύ από τους κατοίκους της Ηδωνίδας χώρας, ώστε αυτοί τον περιέβαλαν με τόση αγάπη, αλλά και ευλάβεια με αποτέλεσμα η λατρεία του να έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις στην Ηδωνίδα αία, να ιδρυθούν ιερά προς τιμή του, να κατασκευασθούν αγάλματα και προτομές, να διασωθούν πολλές επιγραφές, από τις οποίες πληροφορούμεθα για τη ζωή και την περιπετειώδη δράση του.

Οι διασωθείσες μέχρι σήμερα επιγραφές σμιλεύτηκαν όχι μόνο από ελληνικά χέρια, αλλά και από χέρια Ρωμαίων, μετά την κατάκτηση της περιοχής μας και την εγκατάσταση, κυρίως, Ρωμαίων παλαιμάχων του πολέμου, τους λεγόμενους limitanei milites.

Ο Διόνυσος έμεινε γνωστός στην ιστορία και την τέχνη κατ’ αρχάς ως Βάκχος, Βάκχιος και Βακχεύς.

Πολύ σύντομα πέρασαν στην ακολουθία του και γυναίκες, που διασώθηκαν ως Μαινάδες, Θυιάδες και Λήνες.

Για πρώτη φορά στη ραψωδία της ομηρικής Ιλιάδας Χ (στ. 460) η Ανδρομάχη αντικρίζοντας το πτώμα του άνδρα της Έκτορα, τον οποίο σκότωσε ο Αχιλλέας, παρουσιάζεται ως Μαινάδα, οπαδός του Διονύσου.

Αλλά και αρχαίοι συγγραφείς, ιστορικοί και ποιητές, όπως ο Ηρόδοτος, ο Σοφοκλής, ο Ησίοδος, ο Πίνδαρος, ο Ευριπίδης κάνουν αναφορά στο θεό Βάκχο.

Μάλιστα ο τραγικός ποιητής και σκηνικός φιλόσοφος Ευριπίδης, ο οποίος έζησε πολλά χρόνια στα μακεδονικά βασιλικά ανάκτορα, χρησιμοποίησε με επιμονή τη λέξη Βάκχος για να περιγράψει την κατάσταση της μανίας, στην οποία περιήλθε ο Ηρακλής! Έγραψε μάλιστα την τραγωδία Βάκχες, ένα έργο γεμάτο από την ιερή μανία, τη συναισθηματική μέθη της διονυσιακής λατρείας στην αυλή του βασιλιά Αρχελάου, ύστερα από τη μετάβασή του εκεί, επειδή οι συμπολίτες του δεν του απένειμαν τα πρωτεία, σε αντίθεση με τους άλλους τραγικούς (Αισχύλο και Σοφοκλή). Το πιο πάνω του έργο δεν ευτύχησε να το δει παριστάμενο ο ποιητής, αφού ανέβηκε στο μακεδονικό θέατρο μετά τον τραγικό του θάνατο.

Αυτή ακριβώς η παρουσία του μεγάλου τραγικού ποιητή της ελληνικής κλασικής αρχαιότητας Ευριπίδη στο μακεδονικό χώρο μαρτυρεί όχι μόνο τη στενή σχέση των Ηδωνών με το επίλεκτο και κορυφαίο πνεύμα, αλλά είναι πόσο τιμητική θέση είχε ο θεός Διόνυσος στη χώρα των Ηδωνών.

Βέβαια η καθιέρωση της λατρείας του θεού στη χώρα των Ηδωνών δεν έγινε με ομαλό και ειρηνικό τρόπο. Υπήρξε έντονη αντίδραση από τον τοπικό βασιλιά Λυκούργο και τους πιστούς του, οι οποίοι ήταν επιφυλακτικοί αρχικά στην αποδοχή μιας καινούργιας θεότητας, αφού, όπως αναφέραμε σε προηγούμενο άρθρο μας, η χώρα των Ηδωνών είχε κατακλυσθεί όχι μόνο από σωρεία θεοτήτων, με προεξάρχουσες της ολύμπιες θεότητας, αλλά και ξένες, που πολιτογραφήθηκαν σ’ αυτήν είτε εξαιτίας μεταναστευτικών λόγων είτε και εμπορικών συναλλαγών. Η τελευταία άποψη θεωρείται πιο πιθανή αφού η γη των Ηδωνών ήταν πλούσια όχι μόνο σε διατροφικά αγαθά, αλλά και σε μεταλλεύματα, τα οποία διευκόλυναν τις εμπορικές συναλλαγές.

Πώς όμως έφτασε ο Διόνυσος στη χώρα των Ηδωνών και πώς καθιερώθηκε επίσημα ως θεός θα τα πούμε στη συνέχεια.