ΑΡΘΡΟ
Του Γ.Κ. Χατζόπουλου
Τ. Λυκειάρχη
Σημαντικό κεφάλαιο της νεώτερης ιστορίας της Δράμας και της περιοχής της αποτελεί η άνοδος στον μητροπολιτικό της θώκο του Χρυσόστομου Καλαφάτη από την Τρίγλια της Μ. Ασίας.
Η συμβολή του στη στήριξη του Ελληνισμού της περιοχής της Δράμας σε καιρούς δυσχείμερους, αλλά και της Ορθοδοξίας υπήρξε κεφαλαιώδους σημασίας.
Στον τιτάνιο αγώνα της η πυρπολημένη από Ορθοδοξία και Ελληνισμό ψυχή του Χρυσοστόμου είχε ψυχωμένους συνεργάτες, τους οποίους εύστοχα επέλεξε – γνώρισμα τούτο αξίων ηγετών, που αναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας τιτάνιες και εθνωφελείς αποστολές.
Μεταξύ των στενών και αδάμαστων συνεργατών του συγκαταλέγεται ο Θεμιστοκλής Χατζησταύρου από το Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας, που αποκλήθηκε δικαιωματικά το Αlter Ego του Χρυσοστόμου, ο εμφανής ηγέτης του κορυφαίου για τη διάσωση της νεοσιγάλου Μακεδονίας Μακεδονικού Αγώνα.
Η συνεργασία των δύο ψυχωμένων ηγετών υπήρξε συνεχής και άρρηκτη σπέρνοντας τον ακμαίο σπόρο για την ελευθερία της Μακεδονίας.
Παραθέτουμε στη συνέχεια μια εικονική συνομιλία των δύο φωτισμένων, ανδρών που ελάχιστα απείχε από την πραγματικότητα.
ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ
- 13731. Ο εξωμότης Γαζή Εβρενός Μπέης από τη Βέροια καταλαμβάνει τη Δράμα. Τον εντυπωσιάζει ο πλούσιος κάμπος με τα άφθονα νερά της. Σ’ όλη σχεδόν την πόλη η παρουσία του νερού είναι έντονη.
Οι φιλήσυχοι, εργατικοί και πιστοί στην Ορθοδοξία Έλληνες της Δράμας καλλιεργούν καπνά, ρύζι, σουσάμι, κρόκο και βαμβάκι. Τα καπνά της Δράμας ήταν από τα εκλεκτότερα και γι’ αυτό ήταν περιζήτητα στις διεθνείς καπναγορές, ιδιαίτερα της Ευρώπης.
Ο Γαζή Εβρενός εντυπωσιάζεται από τον πλούτο του κάμπου της Δράμας. Με το ρύζι, που παράγεται, δίνεται η λύση στη διατροφή των τουρκικών στρατευμάτων.
Οι δραστήριοι χριστιανοί της Δράμας κρατούν στα χέρια τους το εμπόριο, κάτι που δεν αρέσει στους Τούρκους κατακτητές, οι οποίοι επιδίδονται στη σταδιακή εξόντωσή τους.
Για να αλλοιώσουν τη σύνθεση του ελληνικού πληθυσμού μεταφέρουν από τα βάθη της Μ. Ασίας τους πιο άγριους Τούρκους, τους Γιουρούκους, που φέρονται σκληρότατα στους Έλληνες Χριστιανούς. Εκτός από τους Τούρκους στη Δράμα εγκαθίστανται και Εβραίοι από τη Βούδα και την Πέστη της Ουγγαρίας, ενώ έρχονται για εγκατάσταση και Έλληνες από την Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία. Έτσι ο ελληνικός πληθυσμός μειώνεται , ενώ το εμπόριο περνάει σχεδόν στα χέρια των Εβραίων. Γύρω στα 1820 στη Δράμα κατοικούν περίπου 5.000 με 6.000 άνθρωποι.
Αυτήν την εποχή εγκαθίσταται στη Δράμα ως διοικητής ο Μωχάμετ Μπέης, ο γνωστός Δράμαλης, ο οποίος κτίζει το σεράι του κάπου κοντά στο νοσοκομείο της Δράμας.
Ο Δράμαλης, φιλοχρήματος και απάνθρωπος, φέρεται σκληρότατα στους Δραμινούς. Πολλοί αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πόλη. Οι Έλληνες υφίστανται τα πάνδεινα.
Και σαν να μην έφτανε η σκληρή και απάνθρωπη καταπίεση των Τούρκων, νέος κίνδυνος απειλεί τους Δραμινούς από το βορρά. Η Βουλγαρική Εκκλησία το 1870 με την παρότρυνση του Σουλτάνου και τη συμμετοχή της ορθόδοξης Ρωσίας αποσπάται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κων/πόλεως και γίνεται Εξαρχία. Είναι κάτι που εξυπηρετεί τα σχέδια των Τούρκων, που επιδιώκουν την αρχή του «διαίρει και βασίλευε».
Σύντομα η Βουλγαρική Εξαρχία γίνεται ο δούρειος ίππος της εξάπλωσης του Πανσλαβισμού στα Βαλκάνια, που επιδίωκε η ορθόδοξη Ρωσία με στόχο την έξοδό της στο Αιγαίο.
Για υλοποίηση του σχεδίου επιστρατεύονται οι Βούλγαροι, που και αυτοί αιώνες πριν έτρεφαν το ίδιο όνειρο.
Έτσι ξεκίνησε ένας πολυμέτωπος αγώνας για αφελληνισμό της περιοχής μας. Με το άφθονο χρήμα, που τους διέθετε η Ρωσία, ξεκίνησαν οι Βούλγαροι τον προσηλυτισμό στην Εξαρχία κατοίκων της περιοχής μας δωροδοκώντας τις ασθενείς οικονομικά ομάδες, ιδρύοντας βουλγαρικά σχολεία και καταλαμβάνοντας πατριαρχικές εκκλησίες. Και όταν διαπίστωσαν ότι το σχέδιο αφελληνισμού είχε ελάχιστη επιτυχία, επιδοθήκανε στις πιο απάνθρωπες βαρβαρότητες. Ένοπλα τμήματα κομιτατζήδων καταφθάνουν στην περιοχή μας και επιδίδονται σε βιαιότητες, σε τρομοκρατικές ενέργειες και σε άγριες δολοφονίες, όταν οι πιεζόμενοι Έλληνες χριστιανοί αρνούνται να υποκύψουν στην εφαρμογή του σχεδίου αφελληνισμού.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κων/πολης παρακολουθεί άγρυπνα και με πόνο ψυχής τις τρομοκρατικές ενέργειες των κομιτατζήδων, που γίνονται με την ανοχή της τουρκικής κυβέρνησης και των αντιπροσώπων των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, που τηρούσαν φιλοτουρκική στάση, μολονότι ήρθαν να προστατεύσουν τους χριστιανούς.
Δεν θα μείνει όμως με σταυρωμένα χέρια το Πατριαρχείο. Ο δυναμικός Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ’ βλέποντας τον μεγάλο κίνδυνο, που διέτρεχε ο ελληνικός χριστιανικός πληθυσμός, στέλνει στη δοκιμαζόμενη Μακεδονία νέους, δυναμικούς, θαρραλέους και αποφασιστικούς να θυσιάσουν τη ζωή τους μητροπολίτες. Στην Καστοριά τοποθετεί τον Γερμανό Καραβαγγέλη, στο Μοναστήρι τον Ιωακείμ Φορόπουλο, στην Κορυτσά τον Φώτιο Καλπίδη, στα Γρεβενά τον Αγαθάγγελο Κωνσταντινίδη και στη Δράμα τον Χρυσόστομο Καλαφάτη από την Τρίγλια της Μ. Ασίας. Μόλις τριανταπέντε ετών ο Χρυσόστομος με την ψυχή να πλημμυρίζει από Ορθοδοξία και Ελληνισμό και έτοιμος να ανεβεί στο Γολγοθά και να θυσιασθεί για του Χριστού την πίστη την αγία και τη σωτηρία του Ελληνισμού, καταφθάνει γεμάτος ενθουσιασμό και θάρρος στη Δράμα. Ο λαός της Δράμας με τους προκρίτους και τους εφοροδημογέροντες τον περιμένουν γεμάτοι αγωνία, αλλά και αισιοδοξία. Κι εκείνος δεν αργεί. Βιάζεται να έρθει μια ώρα γρηγορότερα στη μαρτυρική Δράμα. Μα προτού έρθει στη Δράμα, περνάει από το Οικουμενικό Πατριαρχείο για να πάρει την ευλογία του Πατριάρχη Ιωακείμ του Γ’.
Κι εκείνος τον υποδέχεται με ανοιχτές αγκάλες και τον ευλογεί λέγοντας:
(συνεχίζεται…)
- ή 1384. Δες Γ.Κ. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, Ιστορικά Ανάλεκτα της Εκκλησίας της Δράμας, Δράμα 2012.