ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΔΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

 

 

  • Το κείμενο, που ακολουθεί, αφιερώνεται στην αποφράδα συμπλήρωση 565 χρόνων από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Παράλληλε με τους λογίους φυγάδες στη Δύση καταφεύγουν και οι Έλληνες του εμπορίου. Σε μια εποχή που ο Ελληνισμός της τουρκοκρατούμενης Ελλάδος ζει μουδιασμένος στο μουσουλμανικό σκοτάδι, ο απόδημο Ελληνισμός αρχίζει να συγκροτείται σε ολοένα μεγαλύτερες ομάδες και να ανδρώνεται οικονομικά. Προβαίνει στη σύσταση των ελληνικών κοινοτήτων και δημιουργεί μια πανίσχυρη δύναμη για τη στήριξη των διωκομένων Ελλήνων. Συνακόλουθα θα διαθέσει αφειδώς τα οικονομικά εκείνα μέσα με τα οποία θα ιδρυθούν και θα συντηρηθούν από τους τόκους των καταθέσεων σχολές διάδοσης του ελληνικού πνεύματος, θα καθιερώσει υποτροφίες για την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση Ελλήνων νέων, οι οποίοι στη συνέχεια θα επανδρώσουν τις ιδρυόμενες δειλά στην αρχή σχολές στην υπόδουλη Ελλάδα για να μην βυθιστεί στο πνευματικό σκοτάδι ο Ελληνισμός φτάνοντας στο σημείο να αποβάλει και τη φωνή του ακόμη κατά τη δήλωση του Γενναδίου Σχολαρίου.

Θα ήταν άδικο, ιστορικά και ανθρώπινα, να αποσιωπήσει κανείς την προσφορά της Εκκλησίας στο Γένος των Ελλήνων στους δυσχείμερους χρόνους. Η ορθόδοξη εκκλησία, η φιλόστοργος μήτηρ του Ελληνισμού, αγωνιά για την επιβίωσή του και δραστηριοποιείται. Δειλά στην αρχή, ρωμαλέα στη συνέχεια αναλαμβάνει τα ηνία για την προστασία προσφορά παιδείας στα τέκνα των Ελλήνων. Από το ψαλτήρι και τα κολυβογράμματα, από το κρυφό σχολειό και τα κηρύγματα φτάνει στην ίδρυση σχολείων και σχολών, που θα αποτελέσουν θερμοκήπια ανάδειξης θερμουργών πατριωτών και απτόητων μαχητών. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αφού κατορθώσει να επιβιώσει μέσα στο χαλασμό και στο θρήνο, προχωρεί στην επίθεση. Ήπια στην αρχή, έντονα στη συνέχεια. Αγωνιά για τους ομαδικούς εξισλαμισμούς, την οικονομική δυσπραγία, την κοινωνική αποτελμάτωση του χριστιανικού πληθυσμού, την πτώση της πολιτιστικής στάθμης, τις φυλακίσεις, τους αποκεφαλισμούς και τις θανατώσεις ιερέων, ιεραρχών, πατριαρχών, προκρίτων και δημογερόντων. Βαρύτατο το τίμημα σε θυσία που πληρώνει. Όμως ο λόγος του Πλουτάρχου «παιδεία μόνον των εν ημίν αθάνατον και θείον» είναι ο κατευθυντήριος οίακας. Θέτει κάτω από τις φτερούγες του την άτυπη αυτοδιοίκηση, την υποτυπώδη παιδεία και τη χειροτονία ιερέων. Με την καθοδήγηση και την εμψύχωση φωτισμένων και ατρομήτων ιεραρχών, πολλοί από τους οποίους οραματίζονται σταυρόν μαρτυρίου και μήτραν εξ ακανθών ιδρύει σχολές και σχολεία και στους πιο μικρούς ακόμη οικισμούς. Το όραμα της ελευθερίας αρχίζει να γεννιέται δειλά. Η παιδεία των Ελλήνων είναι πια ο πρώτιστος στόχος του. Δεν πτοείται από το στήσιμο της αγχόνης στην οποία οδηγούνται πατριάρχες, όπως ο Παρθένιος ο Β’, ο Παρθένιος ο Γ’, ο Γρηγόριος ο Ε’ και πλειάδα ιεραρχών και ιερέων, όπως ο δικός μας Χρυσόστομος, ο Κορυτσάς Φώτιος, ο Καστορίας – Αμασείας Γερμανός Καραβαγγέλης, ο Ζήλων Ευθύμιος Αγριτέλλης. Το νέφος των μαρτύρων πυκνώνει για να μετατραπεί σε δρόσο ελευθερίας. Το κήρυγμα του Πατροκοσμά, που οργώνει την Ελλάδα, διαπερνά το κύτταρο του Ελληνισμού και γίνεται ρωμαλέος σπόρος κυοφορίας της Ελευθερίας. Ο βάρδος της Ελευθερίας Ρήγας Βελεστινλής σπέρνει αφειδώς τον σπόρο της ελευθερίας, τον οποίο καθαγιάζει με τον μαρτυρικό του θάνατο. Η θυσία του δεν πάει χαμένη. Το Γένος των Ελλήνων αρχίζει να αισιοδοξεί. Διδάσκαλοι του Γένους με προεξάρχοντα τον Αδαμάντιο Κοραή εγκαταλείπουν τον αγώνα για ατομική διάκριση και θέτουν τις βάσεις για την πνευματική αναγέννηση του Γένους των Ελλήνων.

Αλλά και ο πολύπλαγκτος Ελληνικός λαός με αναπτερωμένο το ηθικό θέτει συνειδητά το σύνθημα: Ελευθερία ή θάνατος. Απογοητευμένος από την παρασπονδία των δυνατών της γης παίρνει την απόφαση να κάμει δική του υπόθεση την κατάκτηση της ελευθερίας του. Αντάμα με το αλεύρι αδράχνει και τον σισανέ. Παραδίπλα στο ψαροκάικο στήνει το μπουρλότο. Από το υστέρημά του στήνει σχολεία, πειθαρχώντας στο κέλευσμα του Πατροκοσμά: «Βάλτε χέρι στα χτήματα, στα σοδήματα! Δασκάλους, μαθητές, φυλλάδες θέλω. Τηράτε πώς κατάντησε, πώς αγρίεψε το Γένος μας στην αμαθία κι ασπάζεται Τούρκων την πίστη κι αφανιέται; Ξύπνια παιδιά, αδελφοί, θα παραδώστε γλήγορα στο Γένος. Σκολειά θα φτιάχτε. Αυτού, του λειτουργάνε τον Θεό, σας κρένω. Στα φώτη, όχι στα σκότη».

Κι οι Ρωμιοί, οι θρεμμένοι με το γάλα της λευτεριάς από καταβολής κόσμου βάλανε καλά στη ψυχή και στο νου τους τις προτροπές του Αγίου Πατροκοσμά. Και χτίσανε σχολειά σ’ όλη τη δουλωμένη Ελλάδα. Και συλλόγους και οργανώσεις, θερμοκήπια της λευτεριάς και της αξιοπρέπειας. Στη μαρτυρική Δράμα περισσότερα από τριάντα λειτουργήσανε σχολειά στους δυσχείμερους καιρούς. Κι υψώθηκαν εκκλησιές καλαίσθητες και σχολειά – ναοί της παιδείας. Και δίδαξαν σ’ αυτά δάσκαλοι φωτισμένοι που είχαν κλείσει μέσα στη ψυχή τους την αγάπη για το Χριστό και την Ελλάδα.

Ευλαβικά και με βαθύτατο σεβασμό θα μπορούσε κανείς, χωρίς τον κίνδυνο της υπερβολής, να αναφερθεί και στην εθνεργετήρια προσφορά της ισαγγέλου Αθωνικής Πολιτείας. Απέραντο σχολείο και αστείρευτη πηγή παιδείας, το Αγιώνυμο όρος του Άθου, η κιβωτός της Ορθοδοξίας, προετοίμασε στελέχη και δασκάλους εμφορούμενους από τα ιδανικά που συντηρούν και κρατούν στη ζωή το Γένος των Ελλήνων. Τα κελλιά των μοναχών δεν υπήρξαν μόνο τόποι προσευχής, αλλά βαπτιστήρια αγωνιστών της ελληνικής ελευθερίας. Εύλογα κανείς κυριαρχείται από δέος καθώς επισκέπτεται τον ανυπολόγιστης αξίας πνευματικό θησαυρό, τον οποίο διαφυλάξανε ως κόρη οφθαλμού και εξακολουθούν και σήμερα να διαφυλάττουν οι ιερές μονές στη βιβλιοθήκη τους. Κορυφαία αναμφίλεκτα η προσφορά της Αθωνιάδας Σχολής, που, μολονότι πέρασε δια πυρός και σιδήρου, προσέφερε υπηρεσία υψίστης σημασίας στο δούλον Γένος των Ελλήνων.

Νέφος μαρτύρων ατελεύτητο καθαγίασε με το τίμιο αίμα του την αταλάντευτη πίστη στην ορθοδοξία και στη θεόδοξη ελευθερία των Ελλήνων. Ακάκιος, Ιγνάτιος, Ευθύμιος, Τιμόθεος, Κων/νος ο Υδραίος και πλήθος άλλοι, ων ουκ έστιν αριθμός, κοσμούν το μαρτυρολόγιο της ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Ας είναι αιωνία η μνήμη τους.

(συνεχίζεται…)