Συνέντευξη στον Πολυδεύκη Παπαδόπουλο
Ομάδα Eλλήνων επιστημόνων στο Νοσοκομείο “Oρος Σινά» του Πανεπιστημίου του Τορόντο, αναπτύσσει αυτό το διάστημα ένα τεστ άλλου είδους από τα μέχρι τώρα και το οποίο θα αδειοδοτηθεί στο προσεχές διάστημα στον Καναδά, αποτελώντας μια νέα κατηγορία σε σχέση με όσα έχουν διαδοθεί διεθνώς. Βασιζόμενο στη λήψη σάλιου, διαθέτει έναν υψηλό βαθμό ακρίβειας, αλλά και το πρόσθετο πλεονέκτημα πως δίνει στοιχεία για το ανοσολογικό προφίλ του κάθε ατόμου. Μέχρι τώρα το ζήτημα αυτό δεν έχει αναδειχθεί ιδιαιτέρως, αλλά από δω και πέρα θα παίξει μεγάλο ρόλο για μια «εξατομικευμένη» προσέγγιση στη μάχη του κάθε ασθενούς με τις μακρές συνέπειες του κορωνοϊού (long covid)
Οι εν λόγω επιστήμονες είναι ο Ελευθέριος Διαμαντής, καθηγητής Βιοχημείας του Πανεπιστήμιου του Τορόντο και διευθυντής του Τμήματος Εργαστηριακής Ιατρικής και Βιοπαθολογίας και ο δρ. Ιωάννης Πρασσάς, μοριακός βιολόγος, μόνιμος ερευνητής του Τμήματος Βιοπαθολογίας του Νοσοκομείου ‘Όρος Σινά’ και συνδιευθυντής του αντίστοιχου εργαστηρίου.
Τα Covid τεστ ήταν ήδη σημαντικά από τις πρώτες φάσεις της πανδημίας για τον έλεγχό της. Τώρα είναι πλέον πανταχού παρόντα στη ζωή μας ως βασικό εργαλείο για το άνοιγμα των διαφόρων δραστηριοτήτων. Ρωτάμε έτσι τον καθηγητή Διαμαντή και τον δρ. Πρασσά, καθώς και την συνεργάτιδά τους Νίνα – Μαρία Φαναροπούλου, τελειόφοιτη Ιατρικής ΑΠΘ και Αντιπρόεδρο της Επιστημονικής Εταιρείας Φοιτητών Ιατρικής Ελλάδος, για το δικό τους τεστ, καθώς και για τη σημασία της “εξατομικευμένης” ανάλυσης που προσφέρει αναφορικά με τις επιδράσεις του ιού στα αμυντικά συστήματα διαφορετικών ανθρώπων.
Επίσης ζητάμε την άποψη τους για τα άλλα είδη τεστ που χρησιμοποιούνται (rapid, μοριακά, self test), αλλά και τα στοιχεία που διαθέτουν από το ‘μέτωπο’ των εμβολίων. Και φυσικά η συζήτηση δεν μπορεί να μην πάει στο πως αξιολογούν και οι ίδιοι το περιβόητο ζητήμα της συσχέτισης σπάνιων θρομβοεμβολικών περιστατικών και της χρήσης αδενοϊικών εμβολίων, όπως της AstraZeneca (ΑΖ) και πιο πρόσφατα της Johnson & Johnson (JJ).
Τέλος, συζητάμε μαζί τους ένα άλλο ζήτημα που δεν είναι αμιγώς ιατρικό, αλλά το οποίο τους απασχολεί ιδιαίτερα μια και θα γίνει από τα σημαντικότερα για την ‘μετά την πανδημία εποχή’. Αφορά την επίδραση της κρίσης του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής στην ευκολότερη ανάπτυξη ιών τύπου SARS-CoV-2 και στη μετατροπή τους σε βαριές ασθένειες όπως η Covid 19, με παγκόσμια διασπορά.
Τα Covid τεστ έχουν μπει το τελευταίο διάστημα ακόμη περισσότερο στη ζωή μας, ως βασικό εργαλείο, τώρα, και για το μερικό άνοιγμα ορισμένων δραστηριοτήτων. Η ομάδα σας έχει αναπτύξει ένα τεστ άλλου είδους από τα μέχρι τώρα, το οποίο αναμένεται να κυκλοφορήσει στο προσεχές διάστημα στον Καναδά και που αποτελεί, τρόπον τινά, μια “τρίτη κατηγορία” σε σχέση μ’ αυτά που έχουν διαδοθεί διεθνώς: -Βασίζεται σε δείγμα σάλιου και όχι ρινοφαρυγγικού υλικού -Δεν είναι rapid oύτε self test -Γίνεται από ειδικούς, αλλά με σχετικά απλό και μεταφερόμενο εξοπλισμό, τα αποτελέσματα βγαίνουν σε λίγες ώρες (ούτε λεπτά, αλλά ούτε και μέρες) και εμφανίζει ακριβέστερη εικόνα σε σχέση με τα rapid, self και μοριακά. Περιγράψτε μας, εκλαϊκεύοντας, σε τι διαφέρει το δικό σας τεστ σε σχέση με τα υπόλοιπα.
To τεστ του οποίου την κλινική χρησιμότητα δοκιμάζουμε ανιχνεύει μια πρωτεΐνη του SARS-COV2 ιού (γνωστή και ως νουκλεοκαψίδιο) που γίνεται απευθείας στο σάλιο και έχει το χαρακτηριστικό ότι, αν και αποτελεί τεστ αντιγόνου, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο (δηλαδή μπορεί να ‘δει’ με ακρίβεια ακόμη και ελάχιστες ποσότητες του ιού στο σάλιο). To τεστ δεν απαιτεί τη χρήση στυλεού και έτσι η λήψη δείγματος μπορεί να γίνει εύκολα, ανώδυνα και με ασφάλεια και τα αποτελέσματα που παράγει έχουν απολυτή ποσοτικοποίηση (σε αντίθεση με τη σχετική ποσοτικοποίηση των PCR tests). Η υψηλή του ευαισθησία σημαίνει ότι το τεστ αυτό μπορεί να θετικοποιηθεί νωρίτερα (1-2 μέρες) από τα λιγότερο ευαίσθητα self-test αντιγόνων. Αυτό αντισταθμίζει το θεωρητικό πρόβλημα του σχετικά μεγαλύτερου χρόνου που θα χρειάζεται (σε σχέση με τα tests που γίνονται επί τόπου) μέχρι να μεταφερθεί το δείγμα στο εργαστήριο, να αναλυθεί στο κατάλληλο μηχάνημα και να γίνει η καταγραφή και η ενημέρωση του χρήστη (ο συνολικός χρόνος από τη λήψη μέχρι την ενημέρωση εκτιμάται 12-24 ώρες).
Υπάρχουν διάφορες διαγνωστικές εταιρείες στο Οντάριο που έχουν δείξει ενδιαφέρον για την εμπορική προώθηση αυτού του τεστ και οι οποίες βρίσκονται σε συνομιλίες με την μητρική εταιρεία, τη MesoScale Discovery (USA) και με την οποία εμείς συνεργαζόμαστε εδώ και πολλά χρόνια σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Η αγορά στον Καναδά για ένα τέτοιο τεστ είναι ακόμη ανοιχτή. Για παράδειγμα, ακόμη και σήμερα στο Οντάριο πέραν των επίσημων κρατικών χώρων εξέτασης, που συνήθως βρίσκονται σε νοσοκομειακούς χώρους, δεν υπάρχουν άλλες επιλογές για άτομο που θέλει ανά πάσα στιγμή να ξέρει αν φέρει τον ιό (ούτε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, ούτε self-tests υπάρχουν διαθέσιμα ακόμη για τους πολίτες). Πέραν της προσωπικής χρήσης, αυτό το τεστ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και από μεγάλες εταιρείες, σχολεία, οίκους ευγηρίας, φυλακές και αλλά πολυπληθή ιδρύματα σαν εργαλείο τακτικού ελέγχου προς αποφυγήν νέων ‘τοπικών’ ξεσπασμάτων.
Ως προς τα άλλα τεστ, ποια είναι η άποψη σας (rapid, μοριακά) και ειδικά τα self test, στα οποία βασίζεται τώρα μεγάλο μέρος της αντιμετώπισης της πανδημίας;
Η αντιμετώπιση μιας πανδημίας είναι πρωταρχικά πρόβλημα δημόσιας υγείας και η στρατηγική συμβίωσης με τον ιό που -κακώς- επιλέχθηκε απαιτεί μια συνεχή μάχη πληροφορίας. Το μεγάλο κενό στην στρατηγική της Δύσης ήταν εξαρχής η απουσία διαγνωστικών/επιδημιολογικών εργαλείων σε μεγάλη κλίμακα, που να επιτρέπουν την ορθότερη εκτίμηση της διασποράς του ιού και την έγκαιρη διακοπή των μεγάλων αλυσίδων μετάδοσης. Έτσι αναγκαστικά καταλήγαμε σε πολύμηνα οριζόντια lockdown. Δυστυχώς οι ηγεσίες της Δύσης (Αμερική και Ευρώπη), επέδειξαν στην αρχή πολύ μεγάλη θεσμική και επενδυτική αδράνεια σχετικά με την προώθηση διαγνωστικών εργαλείων σε πληθυσμιακή κλίμακα. Μόνο τους τελευταίους μήνες αυτό έχει αλλάξει και πλέον διάφορα νέα τεστ έχουν αρχίσει να μπαίνουν στη μάχη της πληροφορίας.
Υπό αυτή την έννοια, όλα τα τεστ είναι υπερπολύτιμα, αρκεί να χρησιμοποιηθούν σωστά. Το πόσο αξιόπιστο είναι ένα τεστ έχει να κάνει με την συγκεκριμένη ερώτηση την οποία καλείται να απαντήσει. Για παράδειγμα είναι διαφορετικό ένα ιατρικό διαγνωστικό τεστ, που γίνεται για να επιβεβαιώσει μια συγκεκριμένη ασθένεια σε ένα συμπτωματικό ασθενή, από ένα τεστ διαλογής (screening) που είναι κατά βάση ένα επιδημιολογικό εργαλείο (εφαρμόζεται σε ασυμπτωματικούς πληθυσμούς με σκοπό να μειωθεί συνολικά ο δείκτης μεταδοτικότητας του ιού). Κανένα εργαλείο δεν μπορεί να μας βγάλει από μόνο του από μια πανδημία, αλλά το συγκεκριμένο πρόγραμμα των self tests, αν χρησιμοποιηθεί ορθά μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικότατο εργαλείο-γέφυρα για την μετάβαση της κοινωνίας μας στην πρώτη μαζική εμβολιακή ανοσία, που υπολογίζεται να συμβεί μέσα στο επόμενο καλοκαίρι.
Ωστόσο, η επιτυχία του προγράμματος θα εξαρτηθεί από τους παρακάτω παράγοντες:
-Την αξιοπιστία των επιλεγμένων τεστ και ιδιαίτερα την ευαισθησία τους. Δηλαδή πόσο αποτελεσματικά θα μπορούν τα επιλεγμένα τεστ να ανιχνεύουν ασυμπτωματικούς/προ-συμπτωματικούς εν δυνάμει αναμεταδότες, οι οποίοι συνήθως έχουν χαμηλό ιικό φορτίο.
-Το πόσο καθαρά θα γίνει αντιληπτό από τους πολίτες ότι “αρνητικό τεστ ΔΕ σημαίνει απουσία ιού”. Μόνο το θετικό τεστ επιβάλλει αλλαγή στην συμπεριφορά μας. Αυτό θα πρέπει να τονίζεται με κάθε δυνατό τρόπο από όλους.
-Την ευρεία συμμετοχή των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων και περισσότερο ‘κοινωνικοποιημένων’.
-Το να υπάρχει κατάλληλο timing. Σε περιόδους πανδημικής ηρεμίας, όταν και όπου δεν ακούς για κρούσματα, η επιπρόσθετη αξία ενός προγράμματος τυφλών πληθυσμιακών self-tests είναι πολύ μικρή (σε όρους επιδημιολογικού κόστους/οφέλους) και η εφαρμογή τους δεν έχει νόημα. Σε περιόδους πανδημικού ξεσπάσματος (σαν αυτό των προηγουμένων ημερών μας στην Αττική, Θεσσαλονίκη κ.τ.λ.) η επιδημιολογική τους αξία κορυφώνεται. Όσο μεγαλύτερο ξέσπασμα, τόσο μεγαλύτερη η εν δυνάμει χρησιμότητα τους.
Στο ‘μέτωπο’ των εμβολίων, έχει γίνει μείζον το ζήτημα της συσχέτισης σπάνιων θρομβοεμβολικών περιστατικών και της χρήσης αδενοϊικών εμβολίων, όπως της AstraZeneca (ΑΖ) και πιο πρόσφατα της Johnson&Johnson (JJ). Είδαμε μια έλλειψη σύμπνοιας μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών για τα ηλικιακά εύρη χρήσης των εμβολίων ή ακόμη και απόφαση για καθόλου χρήση (Δανία) κι αυτό ανεξαρτήτως των συστάσεων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων. Παρακολουθώντας το θέμα, σε ποια συμπεράσματα καταλήγει το εργαστήριο σας ;
Ας δούμε περιληπτικά τα μέχρι στιγμής δεδομένα. Όλα τα εμβόλια που έχουν εγκριθεί είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά και συνολικά πολύ ασφαλή. Το εμβόλιο της ΑΖ, και πιο πρόσφατα και το εμβόλιο της JJ, έχουν συνδεθεί με την εμφάνιση κάποιας πολύ σπάνιας αυτοάνοσης θρομβωτικής πάθησης με θρομβοπενία, που ενίοτε μπορεί να είναι θανατηφόρα. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς ποια είναι η συχνότητα αυτής της παρενέργειας, αλλά σίγουρα είναι πολύ σπάνια. Με βάση τα τελευταία νούμερα η συχνότητα του συνδρόμου υπολογίζεται περίπου στο 1: 100, 000 στο γενικό πληθυσμό.
Δεν έχουμε ακόμη συγκεκριμένους προγνωστικούς δείκτες για να ξέρουμε ποια άτομα έχουν περισσότερες πιθανότητες να το εμφανίσουν. Συγκεκριμένες κατηγορίες πληθυσμού δείχνουν περισσότερο ευάλωτες στην παρενέργεια αυτή (π. χ. νεαρές γυναίκες, στις οποίες η συχνότητα μπορεί να είναι 1: 50, 000), αλλά δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά δεδομένα για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με την ακριβή συχνότητα ανά κατηγορία. Εξ ου και οι διαφορετικές στρατηγικές από τις διάφορες χώρες, η καθεμιά από τις οποίες έχει και ενδεχομένως διαφορετική εξάρτηση για το κάθε εμβόλιο.
Είναι εντυπωσιακό το πόσο πολλά μάθαμε ήδη για το συγκεκριμένο σύνδρομο. Μπορεί να μην έχουμε ξεδιαλύνει τελείως τον ακριβή μηχανισμό που ενεργοποιεί την αυτοάνοση αυτή μετεμβολιακή παρενέργεια, αλλά πλέον υπάρχει πολύ καλύτερη γνώση για τον έγκαιρο εντοπισμό των πολύ σπάνιων αυτών κρουσμάτων, η οποία και επιτρέπει αποτελεσματικότερη θεραπεία. Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι ο μηχανισμός επαγωγής της είναι εντελώς διαφορετικός από τις κλασικές θρομβώσεις και για αυτό και δεν υπάρχει καμία ένδειξη έως τώρα ότι άνθρωποι με ιστορικό παθήσεων σχετικών με θρομβώσεις είναι περισσότερο επιρρεπείς στο σύνδρομο αυτό. Αντίθετα, οι ασθενείς αυτοί είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στον ίδιο τον ιό.
Αυτό που επίσης επιβεβαιώθηκε με τον καλύτερο τρόπο το τελευταίο διάστημα είναι ότι οι θεσμοί της φαρμακοεπαγρύπνησης λειτουργούν πολύ αποτελεσματικά και ότι όλα γίνονται με απόλυτη διαφάνεια. Το πως θα επηρεάσουν όλα αυτά την διάθεση του κόσμου να εμβολιαστεί θα φανεί μεσοπρόθεσμα. Αυτό που αποτελεί δεδομένο πάντως είναι ότι τη στιγμή που προσβάλλει το ανθρώπινο είδος ένας νέος πανδημικός ιός και οι κυβερνήσεις αποφασίζουν να ζήσουν μαζί του και να τον αντιμετωπίσουν μακροπρόθεσμα (αντί να τον εκριζώσουν εξαρχής), ένα επιπλέον πακέτο υγειονομικού ρίσκου προσγειώνεται αυτόματα στα κεφάλια όλων μας. Για κάποιους το πακέτο είναι τεράστιο, για άλλους μικρότερο. Όπως και να έχει, τα εμβόλια και τα φάρμακα αν υπάρχουν είναι ο μόνος τρόπος να μειωθεί το μέγεθος του πακέτου που μας αναλογεί (και σε πολλές περιπτώσεις να μηδενιστεί). Και ευτυχώς, όλα τα εμβόλια που έχουν εγκριθεί το πετυχαίνουν αυτό παρά πολύ αποτελεσματικά.
Μιλώντας γενικότερα, ποια είναι η συνολική εικόνα που έχει η ομάδα σας για την εξέλιξη της πανδημίας με βάση τα κρούσματα, τις μεταλλάξεις και τους εμβολιασμούς στη Δύση και στην Ελλάδα ;
Είναι δύσκολο προβλέψει κανείς το μέλλον μιας πανδημίας που τρέχει. Τις τελευταίες εβδομάδες ακούμε πολύ για την έξαρση της κρίσης στην Ινδία. Γενικά η Ασία δείχνει να ολισθαίνει πανδημικά, τη στιγμή που η Νότια Αμερική και η Ευρώπη δείχνουν κάπως να σταθεροποιούνται. Οι ΗΠΑ, μέσω των μαζικών εμβολιασμών μπαίνουν σε φάση πανδημικής ύφεσης. Είναι τόσο πολυπαραγοντικό το φαινόμενο που οποιαδήποτε μακρινή πρόβλεψη θα έχει τεράστιο περιθώριο λάθους.
Συνεπώς ας μιλήσουμε λίγο για το πιο κοντινό μέλλον (3-6 μήνες). Η Δύση βγαίνει από έναν υπερβολικά επίπονο χειμώνα με τεράστιες απώλειες σε υγεία, ελευθερία και οικονομία. Η πανδημία καλπάζει ακόμη και πολλές χώρες της Δύσης βιώνουν τώρα το χειρότερο πανδημικό κύμα – μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Ταυτόχρονα, ο κόσμος είναι εξουθενωμένος από τα διαρκή μέτρα περιορισμού και υπάρχει εκθετικά αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια.
Δεν είναι όμως όλα μαύρα. Στον πανδημικό μαραθώνιο ο ιός δεν τρέχει πλέον μόνος του. Έχουμε τώρα τα εργαλεία (εμβόλια, τεστ, φάρμακα, εμπειρία) που μπορούν να μας βγάλουν από το τέλμα. Τα παραδείγματα του Ισραήλ και της Αγγλίας δείχνουν ξεκάθαρα τα λυτρωτικά αποτελέσματα των εμβολιακών τειχών ανοσίας. Βάση προγραμματισμού, μέχρι τέλος Ιουνίου η Ελλάδα μπορεί να έχει εμβολιάσει πάνω από 5 εκατομμύρια πολίτες. Αυτό είναι 2 μήνες μακριά. Πρέπει να αντέξουμε. Το κλειδί είναι η μαζική συμμετοχή όλων στον εμβολιασμό. Ιδιαίτερα για τους άνω των 60, για τους οποίους δεν έχει καν προταθεί ότι το ΑΖ μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνο, το ρίσκο από τον ίδιο τον ίο είναι δυσανάλογα μεγαλύτερο.
Επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος να υπονομεύεται η συλλογική προσπάθεια να γυρίσουμε πανδημική σελίδα. Οι νεότεροι επίσης κινδυνεύουν σοβαρά από τον ιό. Όχι μόνο από θάνατο, αλλά και από πιθανές σοβαρές μακροχρόνιες συνέπειες, που δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητές αλλά έχουμε σοβαρές ενδείξεις ότι υπάρχουν. Ένα σημαντικό μέρος όσων κολλήσουν τώρα θα ταλαιπωρηθούν για πολλούς μήνες ακόμη. Είναι κρίμα. Ο καιρός στην επόμενη φάση θα είναι σύμμαχος μας (ο ιός έχει δείξει ότι έχει έντονη εποχικότητα). Τα πληθυσμιακά τεστ επίσης θα βοηθήσουν. Βάση όλων των παραπάνω η πρόβλεψη μας είναι ότι μέχρι τέλος Ιουνίου θα έχουμε περάσει σε πανδημική ύφεση. Προφανώς, η πανδημία δε θα έχει τελειώσει. Αλλά θα πάρουμε σημαντικές ανάσες και θα κερδίσουμε πολύτιμο χρόνο. Οι πιο δύσκολες στροφές του πανδημικού μαραθωνίου θα είναι μάλλον πίσω μας.
Το εργαστήριο σας ασχολείται με την έρευνα γύρω απο τις μακροχρόνιες συνέπειες του ιού (γνωστό και ως long-COVID σύνδρομο) και την “εξατομικευμένη” ανάλυση των επιδράσεων του ιού στα αμυντικά συστήματα διαφορετικών ανθρώπων. Πού βρισκόμαστε με αυτά ;
Το σύνδρομο του μακροχρόνιου COVID-19 (long COVID-19) αναφέρεται στις επίμονες και μακράς διαρκείας (πχ πάνω από ένα μήνα) κλινικές εκδηλώσεις της νόσου. Είναι πλέον γνωστό ότι ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών συνεχίζουν να παρουσιάζουν ένα ευρύ φάσμα παθολογικών εκδηλώσεων, όπως διαταραχές του νευρικού, του μεταβολικού, του καρδιαγγειακού, του γαστρεντερικού και του μυοσκελετικού τους συστήματος. Οι ασθενείς αυτοί εμφανίζουν συχνά σημάδια παρατεταμένης κόπωσης, αδυναμίας, έλλειψη πνευματικής διαύγειας και συχνές διαταραχές ψυχικής υγείας. Το φαινόμενο αυτό είναι μια κλινική πραγματικότητα που δυστυχώς θα αφορά ολοένα και περισσότερους συνανθρώπους μας και δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μια απλή μετατραυματική ψυχολογική εμπειρία. Σε πολλές χώρες πλέον δημιουργούνται ειδικά νοσοκομειακά κέντρα περίθαλψης για τους ασθενείς αυτούς και στην Αμερική επενδύονται τεράστια ερευνητικά κονδύλια για την μελέτη του συνδρόμου.
Το φαινόμενο αυτό δεν είναι αποκλειστικότητα του συγκεκριμένου ιού. Είναι γνωστό στη βιβλιογραφία ότι και αλλά παθογόνα (ιοί, βακτήρια) προκαλούν τέτοιες μακριές διαταραχές με χαρακτηριστική τη χρόνια έντονη κόπωση των ασθενών. Απλά είναι τέτοιος ο μηχανισμός του ιού αυτού (που μπορεί να προσβάλει ταυτόχρονα σχεδόν όλα τα ανθρώπινα όργανα) και τόσο έντονη η άνοσο-απορρύθμιση που προκαλεί που το σύνδρομο αυτό δείχνει να είναι πολύ πιο συχνό στους ασθενείς με COVID-19 (εικόνα 1). Δυστυχώς δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι βιοδείκτες που να μπορούν να προβλέψουν ποια άτομα θα εμφανίσει long COVID-19, παρόλο που υπάρχει συσχέτιση με την ένταση της αρχικής νόσησης.
Το εργαστήριο μας παρακολουθεί τέτοιους ασθενείς και ο σκοπός των μελετών μας είναι να βρούμε τέτοιους δείκτες. Ταυτόχρονα, αναλύουμε το αίμα των ασθενών αυτών ανά τακτά χρονικά διαστήματα και ψάχνουμε για πιθανή εμφάνιση αυτοαντισωμάτων ως αποτέλεσμα της υπέρ – ενεργοποίησης της άμυνας των ασθενών. Τα μέχρι στιγμής δεδομένα μας δείχνουν ότι τέτοια αυτοαντισώματα εμφανίζονται σε αρκετούς από τους ασθενείς αυτούς δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες για ενδεχόμενα μελλοντικά αυτοάνοσα νοσήματα. Στην επόμενη φάση της πανδημίας, καθώς τα εμβόλια θα μειώνουν τον αριθμό τον θανάτων στους περισσότερο ηλικιωμένους, η προσοχή μας θα πέφτει ολοένα και περισσότερο στο σύνδρομο αυτό που δυστυχώς θα ταλαιπωρεί ολοένα και περισσότερους νέους. Η καλύτερη ΄θεραπεία’ για το σύνδρομο αυτό είναι να μην κολλήσεις τον ιό: εμβόλιο, αποστάσεις, καλή μάσκα (φορεμένη σωστά), και συχνά self-tests για επιδημιολογική επιτήρηση.
Μια μεγάλη συζήτηση που επίσης ξεκινά και αφορά την ‘μετά την πανδημία εποχή’ είναι η επίδραση της κρίσης του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής στην ευκολότερη ανάπτυξη ιών τύπου SARS-CoV-2 και στη μετατροπή τους σε βαριές ασθένειες όπως η Covid 19, με παγκόσμια διασπορά. Πόσο σοβαροί είναι η παράγοντες των οικολογικών διαταράξεων και πόσο πρέπει –και είναι ρεαλιστικά εφικτό- να λαμβάνονται πλέον υπόψιν στη χάραξη αναπτυξιακών πολιτικών, σε συνδυασμό με πολιτικές δημόσιας υγείας;
H εκθετικά αυξανομένη πίεση του ανθρώπου στο περιβάλλον οδηγεί σε συνθήκες που αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο για νέες πανδημίες στο μέλλον. Για παράδειγμα, η κλιματική αλλαγή όχι μόνο αλλάζει ταχέως τα γεωφυσικά χαρακτηριστικά των οικοσυστημάτων, δημιουργώντας νέα δυναμική για την ανάπτυξη παθογόνων, αλλά ταυτόχρονα οδηγεί σε μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών προς νέα ενδημικά περιβάλλοντα. Την ίδια στιγμή, οι μαζικές διεθνείς μεταφορές είναι σε ιστορικά υψηλά, ενώ η πρωτοφανής μαζικότητα της παραγωγής του αγροτοδιατροφικού συμπλέγματος και η έντονη αστικοποίηση δημιουργούν τις τέλειες συνθήκες για τη μεταπήδηση ιών μεταξύ ειδών.
Έτσι, στη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή προστίθεται πιο έντονα η συνιστώσα μιας καταστροφικής πανδημίας, που δεν είναι πια μια πιθανότητα, μια έννοια αόριστη, γραμμένη σε βιβλία, αλλά η ταυτόχρονη, τραγική βιωματική εμπειρία των σημερινών ανθρώπων. Oι τρέχουσες μελέτες καταδεικνύουν και την ανάγκη επανασχεδιασμού της κατασκευής των κατοικιών εντός των πόλεων, αφού το 90% των κρουσμάτων covid-19 ως τώρα αφορούν τις πόλεις. Συνεπώς, εκτός από “eco-friendly” (φιλικά στο περιβάλλον), τα κτίρια προβλέπεται να γίνουν πιο “health-safe” (υγειονομικά ασφαλή), με αύξηση των επιφανειών χωρίς επαφή, υλικά φινιρίσματος που δεν ευνοούν την επιβίωση ιών, προηγμένα συστήματα εξαερισμού και υποδομές για αυτάρκεια σε απομόνωση, μεταξύ άλλων, κάτι που δυστυχώς δε φαίνεται ρεαλιστικά εφικτό ακόμη στην Ελλάδα.
Συμπερασματικά, είναι απαραίτητη η στενότατη συνεργασία των φορέων ανάπτυξης με αυτούς της δημόσιας υγείας για το συντονισμό στη χάραξη πολιτικής, κάτι που χρειάζεται να ριζωθεί βαθιά και στη συνείδηση των πολιτών. Αν, με την ψευδαίσθηση του ελέγχου, συνεχίσουμε τις οικολογικές διαταράξεις, θα οδηγηθούμε αργά ή γρήγορα σε μια εκούσια πανανθρώπινη αυτοχειρία. Ευελπιστούμε η εμπειρία της πανδημίας να μας κάνει να επανεξετάσουμε το πολύπλοκο τοπίο της αναγκαστικής συνύπαρξης μας με τους ιούς.
Πηγή: ertnews.gr