ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Ασφαλώς πέρα από το κορυφαίο συναίσθημα της αδελφικής αγάπης, και πίσω από αυτό υποκρύπτεται η αγάπη προς τον συνάνθρωπο, αφού η ύπαρξη του γεφυριού συμβάλλει σημαντικά όχι μόνο στην κοινωνική επικοινωνία, αλλά και στη διακίνηση των αγαθών.

Αυτή η αντίληψη διακατέχει και την Ιφιγένεια στην Αυλίδα, όταν της αποκαλύπτεται η απάτη για το γάμο της με τον Αχιλλέα. Όμως η αγάπη για την πατρίδα της, αλλά και το ξέπλυμα της ντροπής, που δέχθηκε αυτή με την ανέντιμη πράξη του Πάρη, που προσέβαλε το ιερότερο συναίσθημα, τη φιλοξενία, την οδηγεί στη διατύπωση της ευχής για ούρειο άνεμο.

Την έκφραση της ανέκφραστης αδελφικής αγάπης την αποτυπώνει ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης στην άλλη τραγωδία του, την «Ιφιγένεια την εν Ταύροις». Εκεί στην άξενη χώρα των Ταύρων, στη σημερινή Κριμαία, το έθιμο επιβάλλει τη θυσία όποιου ξένου τολμήσει να πατήσει στη γη τους. Και η Ιφιγένεια ως ιέρεια της θεάς Άρτεμης καλείται να προσφέρει τον άγνωστο μέχρι της στιγμής εκείνης ως θυσία στην Άρτεμη αδελφό της Ορέστη. Και ο αδελφός της δεν είναι άλλος από τον Ορέστη, τον Ορέστη, που υπεραγαπά και έχει χρόνους πολλούς να ανταμώσει. Είναι γι’ αυτήν το βασιλόπουλο, που η φήμη του γεμίζει το Άργος και τη Ναυπλία, που δε χάθηκε, αλλά ζει για να βασιλεύσει στις Μυκήνες διαδεχόμενος τον πολυφημισμένο πατέρα της, τον Αγαμέμνονα. Κι όταν ο τραγικός ποιητής Ευριπίδης με τον εύστοχο χειρισμό του λόγου, ανακουφίζει τους καθισμένους στα εδώλια του θεάτρου του Διονύσου των Αθηνών πως ο προορισμένος για θυσία ξένος είναι το πολυαγαπημένο αδελφάκι της ο Ορέστης, αυτή ασεβεί προς τη θεά Άρτεμη, μηχανεύεται την εξαπάτηση του βάρβαρου βασιλιά της Ταυρίδας Θόαντα, παίζοντας και το δικό της κεφάλι και σώζει τ’ αδέρφι της. Τι σημασία έχει η ευσέβεια προς τη θεότητα και η υπακοή σ’ έναν βάρβαρο βασιλιά, που ποιος ξέρει και για ποιο λόγο έπλασε το μύθο για τη θυσία των ξένων, που παραβίαζαν τα σύνορα της γης του; Δική του επινόηση. Ποιος πίστευε ότι η θεά θέλει ανθρωποθυσίες; Ίσως ο λόγος της εκδήλωσης μιας τέτοιας βαρβαρότητας ήταν καρπός της ξενοφοβίας του βασιλιά των Ταύρων.

Ιφιγένεια, Ορέστης και ο εξάδελφος Πυλάδης κλείνουν θριαμβευτικά με τη σωτηρία τους την τραγωδία. Η αδελφική αγάπη πανίσχυρη κάνει για μια ακόμη φορά το θαύμα της στο διάβα των αιώνων. Είναι το συναίσθημα, που μπροστά σ’ αυτό συνθλίβεται κάθε άλλη σκοπιμότητα, ακόμη και αυτή η θυσία στη θεότητα.

Ευριπίδης και λαϊκός Πόντιος τροβαδούρος αναδεικνύονται αριστοτέχνες στη σμίλευση των υψηλότερων και ευγενέστερων συναισθημάτων, όπως αυτό της αγάπης προς την πατρίδα και προς τον συνάνθρωπο. Κοινή πορεία, κοινές ιδέες, κοινή έξαρση της ανθρωπιάς.

Κυρίες και Κύριοι,

Δεν θα ήθελα να σας κουράσω περισσότερο. Ασφαλώς και δεν είναι μόνο αυτά τα δημοτικά τραγούδια του Πόντου, που συνοδοιπορούν με την αρχαία ελληνική ποίηση (τον Όμηρο και τους τραγικούς). Υπάρχουν και άλλα. Όμως η ανελέητη κλεψύδρα του χρόνου είναι απαγορευτική για την επιμήκυνση του χρόνου.

Ίσως κάποτε δοθεί η δυνατότητα στη Μέριμνα Ποντίων Κυριών σε αρμονική συνεργασία με τα άλλα ποντιακά σωματεία, όχι μόνο της πόλης, αλλά και του Νομού και της Περιφέρειας να οργανώσει ένα διήμερο συμπόσιο με θέμα το Ποντιακό δημοτικό τραγούδι. Οι πτυχές του και οι θεματικές του είναι τόσες, ώστε ακόμη και ένα διήμερο δε θα αρκούσε για την ανάπτυξή τους. Νομίζω, ας μου επιτραπεί η έκφραση προσωπικής σκέψης, ότι η ενασχόληση του πνευματικού πλούτου μας είναι το καλύτερο μνημόσυνο για όσους χάθηκαν από το μαχαίρι του άπιστου με τη συνέργεια των δυνατών της Ευρώπης.

Ασφαλώς σ’ ένα διοργανωθησόμενο συμπόσιο δεν θα έχει το προνόμιο μόνο το δημοτικό τραγούδι. Θα υπάρχει χρονικός χώρος για τη θρησκεία, τη διάλεκτο, το χορό, το θέατρο, δόκιμο και λαϊκό, τη μουσική, την ενδυμασία, τη διατροφή, τα ιερά προσκυνήματα, τις μορφές που διαπρέψανε στο χώρο της δόκιμης λογοτεχνίας, τη λαογραφία, την ίδρυση νέων οικισμών στη μητέρα πατρίδα, τους απελευθερωτικούς αγώνες, τον ξεριζωμό, το εμπόριο, τη βιομηχανία, την επιλογή και λειτουργία στα τεμένη της ανωτάτης παιδείας και την ιερουργία στο ναό της Δημοκρατίας.

Η διοργάνωση ενός τέτοιου συμποσίου με την ευρύτατη θεματική πιστεύω ότι θα αποτελέσει σταθμό στην προσφορά των Ποντίων στην ιστορική και αταλάντευτη πορεία τους στο διάβα των αιώνων. Και ταυτόχρονα θα αποτελεί υψίστη τιμή στην προσφυγομάνα δραμινή γη, της οποίας τον βίο σημάδεψαν καρποφόρα, τα θύματα της ανήκουστης στην ανθρώπινη ιστορία γενοκτονίας.

Βέβαια κάτι τέτοιο προϋποθέτει όβολα, που δεν είναι δύσκολο να βρεθούν, παρά την κρίση, που μας μαστίζει. Κι ακόμη έχει ανάγκη από συσπείρωση δυνάμεων. Ο κατακερματισμός των δυνάμεων δεν ωφελεί. Μάλλον βλάπτει, και βλάπτει σοβαρά. Δεν θα ήθελα να επαναλάβω το χιλιοειπωμένο «η ισχύς εν τη ενώσει», θα υποστήριζα όμως με πάθος το «εν τη ενώσει η πρόοδος, η πνευματική ανάσταση, η σύμπνοια και η κοινωνική προσέγγιση». Ίσως ο σπόρος αυτός καρπίσει σύντομα.

Κυρίες και κύριοι,

Δώστε μου λίγα δευτερόλεπτα από την υπομονή σας. Κλείνοντας θα ήθελα να διατυπώσω το εύλογο και κορυφαίο ερώτημα. Πώς συμβαίνει να υπάρχουν τόσον εναργείς ομοιότητες μεταξύ των δημοτικών τραγουδιών του Πόντου και της αρχαίας ελληνική ποίησης (του Ομήρου και της τραγωδίας);

Ασφαλώς οι σμιλευτές των δημοτικών τραγουδιών του Πόντου δεν γνώριζαν ούτε τα έπη του θείου Ομήρου ούτε και τα αριστουργήματα του σκηνικού φιλοσόφου Ευριπίδη. Πιστεύω ότι στον τρόπο σκέψης και πνευματικής δημιουργίας των Ποντίων κυριαρχούν στο διάβα των αιώνων, όπως και των άλλων Ελλήνων, ίδια συναισθήματα, ίδια βιώματα, ίδιες αντιλήψεις περί ζωής, ίδιες αρχές και φιλοσοφικές ανατάσεις, που όλα μαζί ανακυκλώνονται στο διάβα του χρόνου, χωρίς τον κίνδυνο ουσιαστικής αλλοίωσης και επιβεβαιώνουν τη διαχρονικότητα του ελληνισμού. Κι ακόμη το DNA Ελλήνων και Ελληνοποντίων πορεύεται αξεθώριαστο στο διάβα των αιώνων κι ας προσπάθησαν κάποιοι κενοκρανιοεγκέφαλοι, ημιμαθείς, ρατσιστές και ψευδοκαλαμογράφοι να προσδώσουν τον χαρακτηρισμό τουρκόσποροι και αούτηδες στο κομμάτι εκείνο του Ελληνισμού, που επί 4 και πλέον εκατονταετηρίδες ελιθάσθη, επρίσθη εν φόνω μαχαίρας απέθανε κατά τον Απόστολο των Εθνών Άγιο Παύλο, όμως διετήρησε στα μύχια της ψυχής του τον Ελληνισμό. Η στενόκαρδη αυτή γραφίδα τους θα αποτελεί γι’ αυτούς αιώνια αποστροφή της άτεγκτης ιστορίας αντάμα με τη δίκαιη καταφρόνια.

Κυρίες και κύριοι,

Σας ταλαιπώρησα αρκετά γι’ αυτό και σας ευχαριστεί η ταπεινότητά μου «απέσ’ ασ’ σην καρδίαν ατ’ς». Να είστεν ούλ’ καλά.