ΑΡΘΡΟ
Του Γ.Κ. Χατζόπουλου
τ. Λυκειάρχη
«Επείνασα και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψασα και εποτίσατέ με, ξένος ήμην και συνηγάγετέ με, γυμνός και περιεβάλετέ με, ησθένησα και επισκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με…»
Άγιε του Θεού Γεώργιε, πολύπλαγκτε και ανηλεώς από τους απίστους δοκιμασθείς, όμως ο φιλεύσπλαχνος Κύριος Σε προόριζε να σώσεις ψυχές κλυδωνιζόμενες από τον καύσωνα της απιστίας, αλλά και από τη δοκιμασία της ψυχής.
Θεόσταλτος εγκαταβίωσες στον ευάριθμο οικισμό της Σίψας, όπου κατέστης κτήτωρ της ταπεινής μάνδρας. Της μάνδρας, η οποία κατά τον προφητικό Σου λόγο, κατέστη πασίγνωστος ανά τον κόσμο.
Δέχθηκες ψυχές ταπεινές, μα και αμαρτωλές. Ο ψυχωφελής λόγος Σου εφώτισε τις καρδιές τους. Άνοιξες διάπλατα την ψυχή Σου και τις δέχθηκες. Υπήρξες και εξακολουθείς να υπάρχεις το απάνεμο λιμάνι, που προστατεύει τις ψυχούλες από τη συντριβή στα μελανόμορφα βράχια των ανθρώπινων αδυναμιών, οι οποίες επιποθούν τον λόγο της αλήθειας.
Η ταπεινή Σου μάνδρα κατέστη διάπλατη. Πλημμυρίζει από προσκυνητές με επιβεβαιωμένο τον προφητικό Σου λόγο.
Και δεν κλείσθηκες μόνο στην πενιχρή σου μάνδρα, αλλά διέσχισες το ταπεινό της κατώφλι και βρέθηκες σε δεσμωτήρια, που φιλοξενούσαν ενόχους ή και αθώους, για να γαληνέψεις τις ψυχές τους και να τους οδηγήσεις στη σωτήρια οδό.
Ολιγαρκής και ισχνότατος το δέμας το πληγωμένο από τα «απολωλότα πρόβατα» μοίραζες μετά τη δύση του ήλιου ό,τι διατροφικό προσκομίζανε στη χαριτόβρυτη μάνδρα Σου τα πνευματικά σου «πρόβατα» στους πεινώντες, χωρίς να κρατείς τίποτε για Σε. Η φιλανθρωπία εν κρυπτώ. Άγνωστο το θεαθήναι. Έμπρακτη η εφαρμογή του Αγίου Ευαγγελίου (Ματθ., 25, 35).
Δεν ξεθώριασε το πέρασμά Σου από την πολυπαθή εσχατιά της Ελληνίδος γης. Και δεν εξαντλήθηκε η ευλογία Σου μόνο σ’ αυτήν. Αλλά απλώθηκε και απλώνεται καθημερινά σ’ όλον τον κόσμο.
Δεν χάθηκαν μα ούτε και θα χαθούν οι διψασμένες από το ύδωρ της ζωής ψυχές.
Κι Εσύ Άγιέ μας, το προσφέρεις χωρίς φειδώ. Το γεύονται ολόψυχα, όσοι το ποθούν. Και είναι πολλοί οι ποθούντες την προσφορά του.
Άγιε του Θεού Γεώργιε, θέρμανε τις ψυχές μας κάτω από τις πατρικές φτερούγες Σου. Είσαι το αποκούμπι μας στους δυσχείμερους καιρούς, που διανύουμε.