«Υποβάλλουμε ένσταση αντισυνταγματικότητας κυρίως για το άρθρο 15 του φορολογικού νομοσχεδίου, με το οποίο εισάγεται ένα νέο σύστημα τεκμαρτού ελάχιστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα, με εξαίρεση την αγροτική, το οποίο συναρτάται με το ετήσιο ποσό του νομοθετημένο κατώτατου μισθού», τόνισε ο Βουλευτής Δράμας και Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Θεόφιλος Ξανθόπουλος, αναπτύσσοντας στην Ολομέλεια την ένσταση αντισυνταγματικότητας που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση.
«Έχουμε την άποψη ότι η προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 15 αντίκειται στο άρθρο 4 παρ.1 και 5. του Συντάγματος στην αρχή της ισότητας, εν όψει, όχι μόνο της ουσιώδους διαφοράς των συνθηκών απασχολήσεως των εν λόγω δύο κατηγοριών προσώπων αλλά, προεχόντως, λόγω της ριζικής, επί συνταγματικού επιπέδου, διαφοράς του νομικού καθεστώτος υπό το οποίο οι μισθωτοί παρέχουν τις υπηρεσίες τους εν σχέσει προς τους μη μισθωτούς δηλαδή τους αυτοαπασχολούμενους», συμπλήρωσε.
Αναπτύσσοντας το σκεπτικό της ένστασης, ο κ . Ξανθόπουλος, υπογράμμισε χαρακτηριστικά:
«Δεν πρόκειται για ιδιοτελή πολιτικά προσέγγιση αλλά στηριζόμαστε στον επίσημο βοηθό της νομοθετικής λειτουργίας της Βουλής που είναι η Επιστημονική Υπηρεσία τη Βουλής. Και μας λέει τα εξής: Οι μισθωτοί και οι μη μισθωτοί τελούν υπό “ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες απασχολήσεως και παραγωγής εισοδήματος”.
Πράγματι, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας, τα έσοδα των μισθωτών χαρακτηρίζονται από σταθερότητα, καθώς προέρχονται κατά από έναν, κατά κανόνα, εργοδότη και καταβάλλονται περιοδικά καθ’ όλο τον χρόνο, σε αντίθεση με τους μη μισθωτούς των οποίων τα έσοδα συναρτώνται από πλήθος παραγόντων (στους οποίους, πάντως, δεν περιλαμβάνεται το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή των αποδοχών του υψηλότερα αμειβόμενου απασχολούμενου υπαλλήλου τους), με αποτέλεσμα να μην είναι ποτέ σταθερά, ενώ το ίδιο ισχύει και για τις δαπάνες τους που βαρύνουν τους ίδιους. Άρα, το εισόδημα των μη μισθωτών είναι διαρκώς μεταβαλλόμενο, δεν συναρτάται, με τους παράγοντες που διαμορφώνουν το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού, όπως επικαλείται το άρθρο 15 ή του μισθού του υψηλότερα αμειβόμενου απασχολούμενου υπαλλήλου, ενώ τίποτα δεν αποκλείει να είναι και αρνητικό, να έχει δηλ. ζημίες, κυρίως στους τομείς της βιοτεχνίας και του εμπορίου, ενδεχόμενο που αναγνωρίζει και ο φορολογικός νομοθέτης. Επομένως η επίκληση των διδαγμάτων της κοινής πείρας για τη συναγωγή τεκμηρίου ως προς το ύψος του ελάχιστου καθαρού εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτά ένα φυσικό πρόσωπο βάσει του νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή, πολύ περισσότερο, των αποδοχών του υψηλότερα αμειβόμενου απασχολούμενου υπαλλήλου, προσκρούει στην αρχή της ισότητας του άρθρου 4 παρ.1 και 5 του Συντάγματος», κατέληξε.