ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΑ

 

 

  • Εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας, Δράμα 2016, σσ. 533

 

 

Τοῦ Δημητρίου Ἰ. Τσιανικλίδη

Δρος Θ – Νομικοῦ

 

Ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη Δράμας μέ τήν ἐκπνοή τοῦ σωτηρίου ἔτους 2016 κυκλοφόρησε τό περισπούδαστο ἔργο τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιμανδρίτη Πανάρετου Τοπαλίδη μέ τόν ὡς ἄνω τίτλο. Τό πρωτότυπο ἔργο φέρει τόν ἑξῆς τίτλο: « Ἀρχιμανδρίτου Παναρέτου Τοπαλίδου – Ἱστορία τῆς Ἱερᾶς Βασιλικῆς Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου Ζαβουλών ἤ Βαζελών, Ἐν Τραπεζοῦντι 1909, Τύποις Γεωργίου Ε. Μιχαηλίδου», (σ.4). Ἡ παροῦσα πραγματεία ἡ ὁποία ἀριθμεῖ 533 σελίδες καί ἐκδίδεται γιά δεύτερη φορά «προνοίᾳ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δράμας κ. κ. Παύλου» (σ.3), ἐκτυπώθηκε ἀπό τόν ἐκδοτικό οἶκο «Μυγδονία». Τό παρόν βιβλίο φέρει διαστάσεις 18 X 25 cm καί οἱ διορθώσεις τῶν κειμένων ἔγιναν ἀπό τόν φιλόλογο – ἱστορικό κ. Χρῆστο Γ. Ἀνδρεάδη. Στό ἐμπροσθόφυλλο εἰκονίζεται ἡ Ἱερά Βασιλική Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου Ζαβουλών ἤ Βαζελών (ἐφεξῆς, Μονή) πρό τῆς καταστροφῆς τοῦ 1922, ἐνῶ στό ὀπισθόφυλλο δημοσιεύεται τό λογότυπο τοῦ μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου.

Ἡ καλαίσθητη καί ἐπιμελημένη ἱστορική ἔκδοση ἀρχίζει κατά πρῶτον μέ τά «Περιεχόμενα» (σσ. 5-7) καί κατά δεύτερον μέ τή φωτογραφία τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου κατά τήν ἐπίσκεψή του (18-8-2011) στήν ὡς ἄνω Μονή (σ. 8) καί κατά τρίτον μέ τό συγχαρητήριο πατριαρχικό γράμμα πρός τόν Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παῦλο, τονίζοντας τήν ἀνεκτίμητη προσφορά τού παρόντος ἔργου γιά τήν Ἐκκλησία καί τό Ἔθνος (σσ. 9-10). Στή συνέχεια, ἕπονται ἡ φωτογραφία τοῦ Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου μέ τά διάσημα τοῦ Παναγίου Τάφου (σ.12), καθώς καί τό «Προοΐμιον» τοῦ ὡς ἄνω μητροπολίτη (σσ. 13-24), τό ὁποῖο βεβαιώνει ὅτι ἡ ἐπανέκδοση τοῦ παρόντος ἔργου ἔγινε γιά τούς κάτωθι λόγους: «πρός τέρψιν τῶν φιλιστόρων καί πρός διάσωσιν τῆς ἱστορίας τοῦ ἐν Εὐξείνῳ Πόντῳ ἑλληνισμοῦ, ὡς προσφοράν πρός τούς ἐπιθυμοῦντας νά μελετήσουν ὁποῖα ἔπραξαν καί ὁποῖα ἔπαθον αἱ προγενέστεραι γενεαί τῶν πατέρων ἡμῶν, ὡς ἐλάχιστον φόρον τιμῆς, πρός τό ἐπιφανέστατον τοῦ Πόντου τέκνον, τόν μικρόν τό δέμας ἀλλά μέγαν τῷ πνεύματι καί τοῖς ἔργοις ἀναδειχθέντα, ἀοίδιμον ἀρχιμανδρίτην Πανάρετον Τοπαλίδην, καί τέλος ὡς λαμπάδα ἀνημμένην πρό τῆς ἱερᾶς σκιᾶς κληρικοῦ, εὐόρκως ὑπηρετήσαντος τήν Ἐκκλησίαν, τό εὐσεβές ἡμῶν Γένος καί τήν καθ’ ἡμᾶς Ἱεράν Μητρόπολιν Δράμας ὡς πρωτοσύγκελλος καί τοποτηρητής αὐτῆς κατά τά ἔτη 1923-1931» (σσ. 23-24). Ἀκολουθοῦν, στή συνέχεια οἱ ὑπότιτλοι: «Προλεγόμενα» (σσ. 27-33) καί « Πηγαί τῆς ἱστορίας. Οἰκονομία τοῦ παρόντος ἔργου» (σσ. 36-47). Ἀκολούθως, πραγματοποιεῖται ἡ διαπραγμάτευση τοῦ θέματος σέ ὀκτώ (8) κεφάλαια.

Στό πρῶτο κεφάλαιο (σσ. 49-91) παρέχονται πληροφορίες γιά τήν ὀνομασία, τήν γεωγραφική θέση, τά μετόχια, τά παρεκκλήσια καί τά βοηθητικά κτίσματα τῆς ὡς ἄνω Μονῆς, καθώς καί γιά τά οἰκονομικά ζητήματά της, ἐνῶ δημοσιεύονται σύντομα βιογραφικά σημειώματα τῶν μελῶν της. Στό δεύτερο κεφάλαιο ( σσ.93-127), ἀφοῦ ἀναφέρονται τά ἱστορικά δρώμενα γιά τήν ἵδρυση τῆς ὡς ἄνω Μονῆς (270) καί παράλληλα, μνημονεύονται τά παρακείμενα σέ αὐτήν μοναστικά συγκροτήματα τῆς Ἀναλήψεως καί τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, γίνεται ἰδιαίτερη μνεία γιά τήν καταστροφή της ἀπό τούς Πέρσες, γιά τήν συμβολή τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ στήν ἀνοικοδόμησή της καί ταυτόχρονα, ἐξετάζεται, συνολικά ἡ λειτουργία της τούς πρώτους αἰῶνες. Στό τρίτο κεφάλαιο (σσ. 129-162) καταγράφονται οἱ αὐτοκρατορικές εὐεργεσίες καί δωρεές τῶν Κομνηνῶν πρός τήν ὡς ἄνω Μονή καί παρέχονται εἰδήσεις γιά τή ζωή καί τό ἔργο τῶν διατελεσάντων ἡγουμένων καί μοναχῶν της κατά τήν περίοδο τῶν ὡς ἄνω αὐτοκρατόρων. Tό τέταρτο κεφάλαιο (σσ. 163-175) παρακολουθεῖ τήν ἱστορική πορεία τῆς ὡς ἄνω Μονῆς μετά τήν ἅλωση τῆς Τραπεζοῦντος (1461) μέχρι τό ἔτος 1665. Στό πέμπτο κεφάλαιο (σσ. 177-301) ὁ συγγραφέας μελετᾶ τά ἱστορικά δρώμενα τῆς ἰδίας Μονῆς ἀπό τό 1666 ἑως τό 1863 καί περιγράφει τήν ἐκκλησιαστική ζωή καί τό ἔργο τοῦ μητροπολίτη Θεοδοσιουπόλεως Ἀζαρία. Στό αὐτό κεφάλαιο ἐξετάζονται, ἀκόμη, τά πατριαρχικά σιγίλλια τοῦ Παρθενίου(1660) καί τοῦ Γρηγορίου Ε’ (1798) καί καταχωροῦνται βιογραφικά σημειώματα γιά τόν ἐπίσκοπο Ἀχταλείας Σωφρόνιο, καθώς καί γιά τούς μοναχούς τῆς Μονῆς μετά τό 1750. Τά κεφάλαια ἕκτο (σσ. 303-403) καί ἕβδομο (σσ. 404-427) ἀφιερώνονται στό διοικητικό ζήτημα τῆς Ἐξαρχίας τοῦ Πόντου (στήν σύσταση, τήν λειτουργία, τήν κατάργηση, στίς ἐκκλησιαστικές κοινότητες, στόν θεσμικό ρόλος τῆς μητροπόλεως Ροδοπόλεως, κ.ά). Στό ὄγδοο κεφάλαιο (σσ. 429-478) ὁ συγγραφέας, ἀφοῦ ἀσχολεῖται διεξοδικά μέ τούς ἐκπροσώπους τοῦ τιμαριωτικοῦ πολιτεύματος, τή γενεαλογία τῶν Ἐγιπιδῶν, τούς Προεστῶτες, τούς Κλέφτες καί μέ τό ἰδιοκτησιακό καθεστώς τοῦ παρεκκλησίου τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στήν Τραπεζοῦντα παρουσιάζει τόν κατάλογο τῶν φιλομούσων συνδρομητῶν. Τέλος, ἡ ἔκδοση ὁλοκληρώνεται μέ τό «Παράρτημα» (σσ. 479-533) τό ὁποῖο περιλαμβάνει: α) τήν ἔκθεση γιά τόν ἑλληνισμό τῆς Τραπεζοῦντος καί τήν εὐρύτερη περιοχή τούς τελευταίους μῆνες τῆς τουρκοκρατίας, β) τό σύντομο βιογραφικό τοῦ συγγραφέα, γ) τό φωτογραφικό παράρτημα καί δ) τό εὑρετήριο ὀνομάτων.

Ὁ ἀείμνηστος ἱστοριοδίφης ἀρχιμανδρίτης Πανάρετος Τοπαλίδης συνέγραψε μέ μεθοδικότητα, σαφήνεια, γλαφυρότητα καί πειστικότητα, πρωτότυπη ἱστορικοθεολογική μελέτη γιά τήν ὡς ἄνω Μονή τοῦ Πόντου. Ὁ συγγραφέας, ἀφοῦ ὑπῆρξε ἄριστος γνώστης τόσο τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας, ὅσο καί τῆς ἱστορίας τῆς ποντιακῆς γῆς καί μελετώντας τίς ἀρχειακές πηγές (πατριαρχική ἀλληλογραφία, διπλωματικά ἔγγραφα, κ.ἄ.), καθώς καί τήν τότε ὑπάρχουσα βιβλιογραφία συνέταξε σέ γλῶσσα ἀρχαΐζουσα τήν ἱστορική πορεία τῆς ὡς ἄνω Μονῆς ἀνά τούς αἰώνας. Στήν παροῦσα μελέτη ἀναφέρονται γεωμορφολογικά καί στατιστικά στοιχεῖα γιά τήν περιοχή τοῦ Πόντου (ὄρη, ποτάμια, φυλές, ἔθνη, κ. ἄ.) καί δημοσιεύονται αὐτοκρατορικά καί πατριαρχικά σιγίλλια. Καταγράφονται, ἐπίσης, ἱεροί ναοί, κωμοπόλεις καί χωριά τοῦ Πόντου καί παρέχονται χρήσιμα βιογραφικά στοιχεῖα γιά τη ζωή καί τή δράση ἀρχιερέων καί ἱερέων τῶν ἱερῶν μητροπόλεων τοῦ Πόντου, τῆς Καππαδοκίας, ἀλλά καί ἄλλων ἐπαρχιῶν τῆς Ἀνατολῆς, καθώς καί λαϊκῶν τῆς ποντιακῆς κοινωνίας. Δίδονται, ἀκόμη, πληροφορίες γιά τήν ἐκκλησιαστική, κοινοτική καί ἐκπαιδευτική ζωή τῶν Ποντίων καί περιγράφονται διοικητικά ἐκκλησιαστικά ζητήματα, ὅπως, π.χ., ἡ Ἐξαρχία τοῦ Πόντου, κ.ἄ. Ἡ ἔκδοση διανθίζεται ἀπό ἔγχρωμες καί ἀσπρόμαυρες φωτογραφίες, καθώς καί μέ φωτογραφικά στιγμιότυπα ἀπό τήν ἐπίσκεψη τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου στήν ὡς ἄνω Μονή (18-8-2011).

Ὁ μακαριστός ἀρχιμανδρίτης Πανάρετος Τοπαλίδης μέ τή συγγραφή τῆς ἱστορικῆς αὐτῆς μελέτης ἀνέδειξε τή μαρτυρική φυσιογνωμία τῆς ὡς ἄνω Μονῆς, ἡ ὁποία ὑπῆρξε φυτώριο μοναχῶν, καθώς καί ἕνα ἀπό τά προπύργια τῆς ὀρθοδοξίας καί τοῦ ἑλληνισμοῦ στόν Πόντο. Στόν ὀγκώδη αὐτό τόμο διακρίνεται ἡ πνευματική ἀκτινοβολία καί ἡ κοινωνική προσφορά τῶν μοναχών τῆς ὡς ἄνω Μονῆς στό Γένος, οἱ ὁποῖοι διαφύλαξαν καί καλλιέργησαν τήν ὀρθόδοξη πίστη, τήν γλῶσσα, καθώς καί τά ἤθη καί τά ἔθιμα. Στά δύσκολα χρόνια τῆς δουλείας μαζί μέ τίς ἄλλες δύο μονές τῆς Παναγίας Σουμελᾶ καί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Περιστερεῶτα ὑπῆρξαν φάροι τηλαυγεῖς γιά τόν ὑπόδουλο λαό, πού σήκωσαν τό βάρος τοῦ ἀγῶνα γιά τήν ἐπιβίωση καί ἐπικράτηση τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς. Ὁ πάνσεπτος Οἰκουμενικός Θρόνος δέν ἔπαψε ποτέ νά ἐνδιαφέρεται γιά τήν τύχη τῶν μαρτυρικῶν αὐτῶν σκηνωμάτων. Ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία ὑπό τήν πεπνυμένη καθοδήγηση τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου φροντίζει καί μεριμνᾶ γιά τήν συντήρηση καί διάσωση τῶν ἐκκλησιαστικῶν αὐτῶν σκηνωμάτων. Συγχαίρουμε τόν Οἰκουμενικό μας Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο γιά τίς προσπάθειες, πού καταβάλλει πρός τίς κρατικές Ἀρχές τῆς γείτονας Χώρας γιά τήν ἐπαναλειτουργία τῶν μοναστικῶν καθιδρυμάτων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τά ὁποῖα ὑπῆρξαν ἑστίες τοῦ ἑλληνορθοδόξου πολιτισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς. Ἀγωνίζεται ὁ κ. Βαρθολομαῖος, γιά νά σημάνουν καί πάλι οἱ γλυκόφθογγες καμπάνες, γιά νά ἀντηχήσουν καί πάλι οἱ ἀγγελικοί ὕμνοι τῆς Θείας Λατρείας στίς ἐρειπωμένες ἐκκλησίες τῶν ἀλησμόνητων πατρίδων. Χαρά καί συγκίνηση αἰσθανόμαστε κάθε φορά πού λειτουργεῖ ὁ Προκαθήμενος τῆς Ὀρθοδοξίας κ. Βαρθολομαῖος, στίς ἐκκλησίες τῶν πατρογονικῶν ἑστιῶν, ὅπως, στήν Παναγία Σουμελᾶ, στήν Σμύρνη, στήν Κύζικο, στήν Πέργαμο, κ.ἀ.

Ἡ πολύτιμη αὐτή ἔκδοση, βέβαια, δέν θά ἦταν γνωστή στό εὐρύ ἀναγνωστικό κοινό χωρίς τή συμβολή τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας καί ἰδιαιτέρως τοῦ Σεβ. μητροπολίτη Δράμας κ. Παύλου, ἀφοῦ χάρη στήν ἀγάπη του «γιά τή διάσωση τῆς ἱστορίας τοῦ ἑλληνισμοῦ στόν Εὔξεινο Πόντο» (σ. 23), ἐπανεκδίδεται γιά πρώτη φορά μετά ἀπό ἕναν αἰῶνα (1909-2016). Ἡ ἀγάπη αὐτή τοῦ κ. Παύλου γιά τήν ἑλληνική ἱστορία τόν καθιστᾶ πρωτοπόρο ἀγωνιστή στά ἐθνικά μας θέματα, ὁ ὁποῖος ἐπικαίρως προβάλλει σέ Ὀργανισμούς τοῦ ἐσωτερικοῦ καί τοῦ ἐξωτερικοῦ τά δίκαια αἰτήματα, τόσο γιά τόν ἑλληνισμό τοῦ Πόντου, ὅσο καί γιά τόν ἑλληνισμό τῆς Μακεδονίας. Μέ τήν προσπάθειά του αὐτή ὁ Σεβ. κ. Παῦλος, διασώζει τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία καί τήν ἐθνική ταυτότητα τοῦ ἑλληνισμοῦ, τονίζοντας ταυτόχρονα, τήν ἀγάπη στήν πατρίδα, ὡς μιά ἀπό τίς μεγάλες ἀξίες τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, ἐνῶ παράλληλα, παραδίδει ὡς παρακαταθήκη ἕνα ἄξιο παράδειγμα πρός μίμηση γιά τίς ἐπερχόμενες γεννεές τῶν Ἑλλήνων. Ἀξίζουν ἔπαινοι γιά τήν ἐπανέκδοση τοῦ παρόντος βιβλίου στόν μητροπολίτη μας κ. Παῦλο, γιατί προβάλλει ἕνα ἀπό τά πνευματικά θησαυροφυλάκια τῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς. Δικαίως μπορεῖ νά καυχᾶται ὁ ποντιακός ἑλληνισμός γιά τά Θεῖα καθιδρύματα, τά ὁποῖα ὑπῆρξαν πόλος ἕλξης, ἀσκητικοῦ βίου, ἁγιότητας καί πατερικότητας, πού ἀνέδειξαν χορεία κληρικῶν μέ ἀδαμάντινο χαρακτῆρα καί μέ ἐπίγνωση τοῦ πατριωτικοῦ καί ἱεραποστολικοῦ τους χρέους, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ ἀείμνηστος ἀρχιμανδρίτης – συγγραφέας τοῦ παρόντος ἔργου. Θερμά συγχαρητήρια ὀφείλονται στόν Σεβ. ποιμενάρχη μας κ. Παῦλο γιά τήν ἀξιέπαινη προσπάθεια τῆς ἐπανέκδοσης τοῦ παρόντος συγγράμματος, ἀφοῦ προσφέρει γιά μιά ἀκόμη φορά ἕναν ὠφέλιμο, πολυτελῆ τόμο σέ κάθε ἐνδιαφερόμενο μελετητή ἤ ἐρευνητή συμβάλοντας στή διατήρηση τῆς ἱστορικῆς μνήμης. Ὁλοκληρώνοντας, εὐχόμαστε ὅπως, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος χαρίζει ὑγεία καί δύναμη στόν μητροπολίτη μας κ. Παῦλο γιά νά συνεχίζει μέ τήν ἴδια ζέση τήν παραγωγή παρόμοιων ἐποικοδομητικῶν ἔργων.