ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΒΑΓΓΕΛΗ ΚΟΝΙΤΟΠΟΥΛΟ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΟΥΣΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ ΣΤΟ TIKTOK ΜΕ ΤΟ ΝΕΟ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

 

  • «Ο Έλληνας το τραγούδι το έχει και μέσα του και πάνω του και γύρω του, παντού… Δηλαδή ό,τι και να κάνει ο Έλληνας τραγουδάει…»
  • «Η παραδοσιακή μουσική είναι αυτό που πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού και όσο γίνεται να προσελκύουμε και κάθε φορά περισσότερα παιδιά στη μουσική μας και τη διασκέδασή μας»

 

«Νιώθω ιδιαίτερη χαρά και τιμή που έχω δίπλα μου έναν άνθρωπο που μας έχει διδάξει πολλά, μας έχει διασκεδάσει και μας έχει κάνει να αγαπήσουμε την παραδοσιακή μουσική, τη νησιώτικη μουσική και όχι μόνο. Βαγγέλης Κονιτόπουλος… δεν χρειάζεται περισσότερες συστάσεις, ευχαριστούμε πολύ για την πρόσκληση». Με αυτά τα λόγια ξεκίνησα τη συνέντευξη με τον Βαγγέλη Κονιτόπουλο, για τη μουσική παράδοση και τον μουσικό διαγωνισμό στο TikTok με το νέο του τραγούδι. Ευχαριστώ τη Βιβί Τσιντσίνη και τον Βαλάντη Ματσόρδα από την εφημερίδα «Λαός της Μαγνησίας» και την ιστοσελίδα e-almyros.gr για τη συμβολή τους στη συνέντευξη.

Τι είναι για εσάς η παραδοσιακή μουσική;

Η μουσική των προγόνων μου. Η μουσική που μέσα από αυτή ανακαλύπτουμε πως διασκέδαζαν οι παλαιότεροι. Αλλά όσο ψάχνεις τη μουσική προς τα πίσω, ανακαλύπτεις και άλλα πράγματα. Π.χ. ποιος μίλησε πρώτος για τη μουσική, ποιος τη μέτρησε… ο Πυθαγόρας… Η παραδοσιακή μουσική είναι αυτό που πρέπει να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού και όσο γίνεται να προσελκύουμε και κάθε φορά περισσότερα παιδιά στη μουσική μας και τη διασκέδασή μας. Είναι αναγκαίο τόσο πολύ σήμερα… όσο ποτέ πριν.

Πόσα χρόνια τραγουδάτε; Ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα;

Ως επαγγελματίας 59 χρόνια από τα 11 μου χρόνια. Κατάγομαι από δυο μουσικές οικογένειες… Και του πατέρα μου και της μητέρας μου. Πιο μεγάλη είναι και ήταν του πατέρα μου. Ο Γιώργος, η Ειρήνη Κονιτοπούλου – Λεγάκη, ο Κώστας, η Αγγελική, είμαστε η 7η γενιά. Μουσικά ξεκινάνε από το 1770 – 1772… Εκεί μπόρεσα να φτάσω ψάχνοντας. Τότε ήρθαμε σαν σόι και με άλλο όνομα από την Κρήτη, μετά την αποτυχία της επανάστασης του Δασκαλογιάννη. Ο πρώτος που ήρθε τότε, Γιώργος Προκοπάκης, που έπειτα άλλαξε το όνομά του και το έκανε Κουνιτόπουλος και το 1927 έγινε Κονιτόπουλος… Αυτός ήταν ο πατριάρχης της οικογένειάς μου. Έπαιζε τσαμπούνα… Αυτά ήταν τα ωραία όργανα της εποχής. Βόρεια τις λένε γκάιντες, στην Κρήτη τις λένε ασκομπαλούρες και στα νησιά τις λέμε τσαμπούνες. Έτσι πέρασε στο dna μας μουσικά και στις επόμενες γενιές και έφτασε μέχρι εμάς. Η πέμπτη γενιά, δηλαδή ο παππούς μου από τσαμπούνα έπαιξε βιολί, ο πρώτος που έπαιξε βιολί στη Νάξο το 1893. Η 8η γενιά είναι τα παιδιά μας που συνεχίζουν την παράδοση.

Ο Έλληνας το τραγούδι το έχει και μέσα του και πάνω του και γύρω του, παντού… Δηλαδή ό,τι και να κάνει ο Έλληνας τραγουδάει… Θερίζει, θα τραγουδήσει, θα κάνει τρύγο, θα τραγουδήσει, στις γιορτές, στην οικοδομή, στο ψάρεμα, στον πόλεμο… τραγουδάει. Είναι όπως έχεις την Παναγία μαζί σου, έχεις και τη μουσική μαζί σου.

Υπάρχει ένα τραγούδι που ο στίχος λέει «μ’ αϊντες και αμάν αμάν, το 912 την ώρα του πολέμου, μου λέει η μανούλα μου, σήκω απάνω γιέ μου». Αυτό το τραγούδησε ο παππούς μου -που επίσης ήταν οργανοπαίκτης- το 1913 ή το 1914 που πήγαινε στον πόλεμο. Δεν ξέρω εάν ήταν δικό του ή εάν το είχε προλάβει κάποιος άλλος δυο χρόνια νωρίτερα και το είχε τραγουδήσει στη Νάξο. Το ανέφερα ως στοιχείο ότι και στον πόλεμο οι Έλληνες ήταν πάντα με το τραγούδι.

Στο παρελθόν υπάρχει και η μουσική του μέλλοντος και πρέπει να πειραματιστείς και να δώσεις μουσικές προτάσεις. Η παραδοσιακή μουσική κρύβει πολλές ρίζες από την αρχαία Ελλάδα. Άσχετα εάν κάποιοι το γνωρίζουν αυτό. Ο Ζεϋμπέκικος για παράδειγμα, δεν είναι χορός των 120 χρόνων. Ο Ζεϋμπέκικος χορευόταν από τους ιερείς του Δία –οι Θράκες- προς εξιλέωση. Σκυφτοί, χωρίς να σηκώνουν το πρόσωπο προς τον ουρανό και χόρευαν αυτό τον χορό… όπως χορεύεται και σήμερα. Ο Ζεϋμπέκικος γράφεται με έψιλον και ύψιλον από το Ζευς.

Η λειτουργία οργανοπαίκτη, χορευτή, χορού, έχει πολλά μυστικά… Ο χορός ξεκινάει σε αργό ρυθμό και αυξάνεται σε ταχύτητα όσο ανοίγεται. Αυτός ήταν ο συρτός… Όταν αρχίζει και κουράζεται ο χορευτής κόβουμε σε μπάλλο, που είναι αντικριστός χορός… και κάναμε κράττει του ρυθμού για να πάρει τις ανάσες του… Ο πατέρας μου που ήταν ο μέγας δάσκαλός μου, όταν έβλεπε ότι ο χορευτής είχε κουραστεί του έκανε ταξίμι… Εκεί ο χορευτής παίρνει πολύ βαθιές ανάσες και κάνει πολύ ελαφρές κινήσεις… κατέβαιναν οι παλμοί και έπειτα τον ανέβαζε ξανά…

Ετοιμάζετε έναν διαγωνισμό για το νέο σας τραγούδι, τον «παίδαρο». που από τα γυρίσματα ακόμη έγινε χαμός από όσους το άκουσαν…

Έχω πολλή όρεξη και πολύ έργο να κάνω ακόμη… Να σώσω όσα περισσότερα τραγούδια υπάρχουν. Μιλάω για όσα δεν έχουν γραφτεί, αλλά έχουν περάσει από τον έναν στον άλλο… ειδικά στα νησιά.

Στον Αλμυρό βρέθηκα αφού γνώρισα την οικογένεια του φίλου μου Βαγγέλη Μπακίρη… Δέσαμε και από τότε όποτε ανεβαίνω στη Θεσσαλονίκη σταματάω στον Αλμυρό για έναν καφέ. Έπειτα γνώρισα και τον «ταρζάν», την οικογένειά του και τα elisabet cruises. Έτσι, σε μια συνάντηση που πίναμε τα τσιπουράκια μας και μας έκανε παράπονα ο Βαγγέλης, ότι δεν έγραψα κάτι για τον Αλμυρό. Κάπως έτσι, σε ένα ταξίδι, μέσα στο αεροπλάνο… είχα την έμπνευση και έγραψα τον «παίδαρο» ή αλλιώς, «να ‘μουνα καπετάνιος».