Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος

Η ευαίσθητη εθνικά και στρατιωτικά περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας, ήταν από τις πρώτες που απέκτησαν και λειτούργησαν τόσον στρατιωτικά όσο και πολιτικά αεροδρόμια.

Οι λόγοι ήταν προφανείς…

Γεωπολιτικά η περιοχή, ήταν υψίστης σημασίας, ιδιαίτερα εκείνη την ταραγμένη εποχή.

Οι κάτοικοι αυτών των περιοχών (όσοι ήταν… τολμηροί), είχαν την δυνατότητα να ταξιδέψουν προς την Αθήνα, χωρίς να υποστούν τις ταλαιπωρίες των ανύπαρκτων ουσιαστικά, αυτοκινητόδρομων της εποχής.

Οι Βούλγαροι και οι Τούρκοι, δεν έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την εξέλιξη, επειδή και οι μεν και οι δε, εποφθαλμιούσαν τον ζωτικό αυτό χώρο που έχει άμεση διέξοδο στο Αιγαίο.

Τα αεροδρόμια στην Καβάλα και την Δράμα, διαδραμάτισαν ουσιαστικό ρόλο όχι μόνο στην εξέλιξη της περιοχής, αλλά στρατηγικά απεδείχθησαν ουσιαστικής σημασίας. 

Στη Δράμα για παράδειγμα, υπήρχε ένας χώρος που στη διάρκεια του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου Γερμανοί και Βούλγαροι το χρησιμοποιήσουν ως διάδρομο προσγείωσης αεροσκαφών . 

Ήταν αυτός που χρησιμοποιήθηκε και για πτήσεις αεροσκαφών της Στρατιωτικής Αεροπορίας που μετείχε στην Μικρασιατική εκστρατεία. 

Από στοιχεία προκύπτει ότι στην Δράμα στάθμευε το 1920 η A’ M.A. Δράμας. και τα Α/Φ τύπου BREGUET-14, DORAND AR-1, NIEUPORT.

Στις 28 Μαΐου 1928 η Ελληνική Εταιρεία Εναέριων Συγκοινωνιών (πρόγονος της ΤΑΕ και της Ολυμπιακής στη συνέχεια), δημοσίευσε ανακοίνωση, στον τύπο της Καβάλας, ότι ξεκινούν δρομολόγια -ώρα αναχώρησης 15.15 – από Δράμα- Θεσσαλονίκη-Αθήνα .

 Τα εισιτήρια και οι κρατήσεις ..θέσεων γίνονταν από το πρακτορείο Περ. Πολυχρονίδου στην οδό Βενιζέλου 47 με αριθμό τηλεφώνου ..409!

Από δημοσιεύσεις ανακοινώσεων στον τοπικό τύπο , στη δεκαετία του 1930, προκύπτει όμως ότι πρώτες αεροπορικές συγκοινωνίες ξεκινούν από την Δράμα στην αρχή της δεκαετίας του 1930 από την Ελληνική Εταιρεία Εναέριων Συγκοινωνιών , τότε γίνονταν δρομολόγια Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Δράμα. 

Τα αεροπλάνα είχαν την δυνατότητα να μεταφέρουν 14 επιβάτες ενώ το πλήρωμα αποτελούνταν από δυο πιλότους και έναν ασυρματιστή.

Όλα είχαν ξεκινήσει το 1938 όπου στη θέση Αμυγδαλεώνας στην Καβάλα δημιουργείται ένας χωμάτινος διάδρομος για τις ανάγκες της Στρατιωτικής Αεροπορίας.

 Την περίοδο 1940-41 χρησιμοποιήθηκε από την 4η Μοίρα παρατηρήσεως και από την 24η Μοίρα Διώξεως της Βασιλικής Αεροπορίας για ολιγοήμερες επιχειρήσεις.

Η… ΟΡΕΞΗ ΤΩΝ ΒΟΥΛΓΑΡΩΝ

Μετά την κατοχή και συγκεκριμένα το 1948, ξεκίνησαν δρομολόγια από το Αεροδρόμιο του Αμυγδαλεώνα στην Καβάλα.

 Οι Βούλγαροι, στην διάρκεια της κατοχής, (Σ.Σ όπως αναφέρεται στην συνέχεια), διαβλέποντας την σημασία των αεροπορικών συνδέσεων, πραγματοποίησαν σειρά έργων στο Αεροδρόμιο, χτίζοντας κτίρια και βελτιώνοντας τον διάδρομο προσγείωσης και απογείωσης των αεροσκαφών.

Υπερήλικες , κάτοικοι του Αμυγδαλεώνα, θυμούνταν πριν μερικά χρόνια και μας έλεγαν ότι οι Βούλγαροι στρατιωτικοί κατακτητές τους υποχρέωναν να εργάζονται στα έργα εκείνα.

Τα πρώτα αεροπλάνα που έκαναν δρομολόγια, προς Αθήνα, ήταν αυτά της Τ.Α.Ε. ενώ με χρήματα του Σχεδίου Μάρσαλ στρώθηκε ο αεροδιάδρομος με «Πι-ες-Πι» που ήταν σιδερένιο πλέγμα ενωμένο ανά μέτρο.

Το 1949 δυο Αεροπορικές εταιρείες εκτελούσαν δρομολόγια προς και από την Καβάλα , από το Αεροδρόμιο του Αμυγδαλεώνα.

 Ήταν η εταιρεία «Ελληνικαί Αεροπορικαί Συγκοινωνίαι Α.Ε.» και η «Τεχνικαί Αεροπορικαί Εκμεταλεύσεις (ΤΑΕ)». Η πρώτη εταιρεία η «ΕΛΛ.Α.Σ.» είχε δρομολόγιο Αθήνα – Καβάλα – Αθήνα κάθε Τρίτη, Πέμπτη, Σάββατο και Κυριακή.

 Η Τ.Α.Ε. είχε δυο γραμμές. Θεσσαλονίκη – Καβάλα 13 δρομολόγια την εβδομάδα κάθε μέρα εκτός Δευτέρας από το Αεροδρόμιο της Μίκρας με κωδικούς στις γραμμές G.K290 από Θεσσαλονίκη και GK 291 από το Αεροδρόμιο Αμυγδαλεώνα της Καβάλας.

Η ίδια εταιρεία εκτελούσε δρομολόγια για Αλεξανδρούπολη από Αθήνα και Θεσσαλονίκη για την Κομοτηνή, τον Βόλο την Τρίπολη την Κοζάνη την Ρόδο τα Χανιά το Αγρίνιο την Λάρισα.

 Η ΚΑΡΑΜΕΛΑ ΤΗΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ

Και μια νοσταλγική αφήγηση του Κώστα Πούλια από τους Φιλίππους Καβάλας «Μαθητής του Δημοτικού Σχολείου Φιλίππων πήγα για πρώτη φορά στο αεροδρόμιο Αμυγδαλεώνα.

 Ήταν για την υποδοχή, μαζί με τα όλα τα σχολεία της περιοχής, του Μητροπολίτου Φιλίππων Χρυσόστομου, αμέσως μετά την εκλογή του στη θέση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών.

 Ήταν ένα αεροπλάνο DC3 της Ολυμπιακής. Εκείνο πάντως μου μας έμεινε και συζητούσαμε για μέρες στο σχολείο δεν ήταν ο Αρχιεπίσκοπος αλλά μια αεροσυνοδός της Ολυμπιακής που κατέβηκε από το αεροπλάνο και από ένα μικρό πανέρι μας έδωσε από μια καραμέλα με το σήμα της Ολυμπιακής. (Κάπου στα 1960/61)».

Η ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ (1941-1944)

Στις 20 και 21 Απριλίου 1941 υπογράφηκαν τα πρωτόκολλα συνθηκολόγησης μεταξύ Ελλήνων και Γερμανών. 

Παρά το γεγονός ότι η χώρα μας δεν βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Βουλγαρία η γειτονική χώρα εισέβαλε στην Ελλάδα στις 20 Απριλίου και ως τις 15 Μαΐου είχε καταλάβει όλη την περιοχή που της παραχωρήθηκε από τη Γερμανία.

 Οι ελληνοβουλγαρικές διπλωματικές σχέσεις διακόπηκαν στις 23 Απριλίου με ελληνική νότα (διπλωματική διακοίνωση) και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση κήρυξε τον πόλεμο στη Βουλγαρία.

Για τους Γερμανούς η κατοχή εδαφών από τη Βουλγαρία, τα οποία είχαν καταλάβει εκείνοι ήταν ένα είδος αστυνόμευσης και είχε χαρακτήρα προσωρινό. 

Σε γερμανικούς χάρτες και έγγραφα η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη χαρακτηρίζονται ως «εδάφη υπό προσωρινή βουλγαρική στρατιωτική διοίκηση».

 Η οριστική διευθέτηση του ζητήματος παραπεμπόταν στο τέλος του πολέμου.

Σκοπός της Βουλγαρίας όμως δεν ήταν απλά μια τυπική κατοχική παρουσία στις περιοχές που της παραχώρησε η Γερμανία, αλλά η πλήρης ενσωμάτωση των περιοχών αυτών με σκοπό την προσάρτησή τους αν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος έληγε με νίκη των δυνάμεων του Άξονα.

Από τον Απρίλιο του 1941 η Βουλγαρία επιχείρησε να αναμορφώσει την περιοχή κατά τα δικά της μέτρα.

 Οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε μέχρι σήμερα για να επιτύχει τον στόχο της είναι πασίγνωστες: σφαγές, αναγκαστικοί μαζικοί εκτοπισμοί, κτηνώδη αντίποινα».

Αν και ο διοικητής του 30ου γερμανικού σώματος στρατού παρέδωσε επίσημα την εξουσία της περιοχής στον διοικητή της 1ης βουλγαρικής στρατιάς με σκοπό τη διαφύλαξη της τάξης και της ασφάλειας οι Βούλγαροι προχώρησαν αμέσως στην κατάληψη των δημόσιων υπηρεσιών της περιοχής, της κατάσχεσης των αρχείων και των ταμείων τους.

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΑΙ ΛΕΗΛΑΣΙΕΣ

Στις 14 Μαΐου 1941 η Βουλγαρία ανακοίνωσε επίσημα την προσάρτηση των κατακτημένων περιοχών θεωρώντας την οριστική.

Πρώτα θύματά της βουλγαρικής πολιτικής, ήταν οι Έλληνες κληρικοί. 

Εξήντα τρεις απελάθηκαν (μητροπολίτες και άλλοι κληρικοί), ενώ άλλοι πενήντα οχτώ έχασαν τη ζωή τους στα χρόνια της κατοχής. 

Η Εκκλησία των περιοχών ενσωματώθηκε στην Εξαρχική Βουλγαρική Εκκλησία (21/6/1941). 

Τις θέσεις των Ελλήνων κληρικών, κατέλαβαν Βούλγαροι. 

Μητροπολιτικοί ναοί, εκκλησίες και μοναστήρια, λεηλατήθηκαν και αφαιρέθηκαν πολύτιμα εκκλησιαστικά κειμήλια.

Η λειτουργία των ελληνικών σχολείων απαγορεύτηκε και οι Έλληνες εκπαιδευτικοί εκτοπίστηκαν.

 Στις κατεχόμενες περιοχές επιτράπηκε μόνο η λειτουργία βουλγαρικών, τουρκικών (!), εβραϊκών και αρμένικων σχολείων. 

Την διδασκαλία των μαθητών ανέλαβαν Βούλγαροι δάσκαλοι που πρώτα «πέρασαν» από ειδικά σεμινάρια.

 Ιδρύθηκαν 173 δημοτικά, 36 Προγυμνάσια και 6 Γυμνάσια, όλα βουλγαρικά. 

Ελάχιστα Ελληνόπουλα όμως φοίτησαν σ’ αυτά.

Σε όλη την περιοχή καθιερώθηκε ως επίσημη γλώσσα η βουλγαρική (12/5/1941). Επιβλήθηκε στους εργαζόμενους η εκμάθηση της βουλγαρικής γλώσσας, οι καταστηματάρχες υποχρεώθηκαν να συναλλάσσονται με τους πελάτες μόνο στα βουλγαρικά (υπέγραφαν μάλιστα σχετική υπεύθυνη δήλωση), ενώ απαγορεύτηκε με ποινή προστίμου η δημόσια χρήση της ελληνικής γλώσσας. 

Οι ονομασίες πόλεων, χωριών, οδών κλπ. άλλαξαν και έγιναν βουλγαρικά.

Στους Έλληνες επιβλήθηκαν βαρύτατοι φόροι και υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν χρηματική ενίσχυση στους Βούλγαρους εποίκους καθώς και τον στρεμματικό φόρο που αναλογούσε στις εκτάσεις που είχαν δοθεί σ’ αυτούς.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Με την ανάληψη της εξουσίας από τις αριστερές δυνάμεις στη Βουλγαρία(9/9/1944) και την υπογραφή ανακωχής με τους Συμμάχους (28/9/1944), δόθηκε η δυνατότητα στο ΕΑΜ να αναλάβει τη πολιτική εξουσία στις πόλεις, με πρώτη την Καβάλα (13/9/1944).

Μετά από πιέσεις της ΕΣΣΔ και των Η.Π.Α., οι Βούλγαροι αποχώρησαν από την Ελλάδα μεταξύ 16 και 26 Οκτωβρίου 1944. 

Ωστόσο οι Βούλγαροι εξακολουθούσαν να ζητούν διέξοδο στο Αιγαίο, ισχυριζόμενοι ότι είχαν αντισταθεί στις δυνάμεις του Άξονα! 

Κάτι ανάλογο με τους Αλβανούς δηλαδή.

Στην Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισιών το 1946, αν και το αίτημα αυτό υποστηρίχθηκε από την ΕΣΣΔ, την Πολωνία, τη Γιουγκοσλαβία και την Τσεχοσλοβακία, δεν έγινε δεκτό, όπως και το αίτημα της Ελλάδας για προσάρτηση βουλγαρικών εδαφών.

Πληροφορίες

eykalipsis.com

«ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», τ. ΙΣΤ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ

Νικόλαος Π. Σοϊλεντάκης, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ»

Πηγή: militaire.gr