ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

19η ΜΑΪΟΥ 1919-2019: ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ

 

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Όγδοος λόγος ήταν η κίνηση των Νεοτούρκων να ιδρύσουν το 1894, με την υποκίνηση των Γερμανών το «Νεοτουρκικό Κομιτάτο Ένωση και Πρόοδος». Έστειλαν μάλιστα οι Γερμανοί δύο στρατηγούς, τον Φον Γκόλτς και Σάντερς Φον Λίμαν να οργανώσουν τον διαλυμένο τουρκικό στρατό, ενώ οι Άγγλοι ανέλαβαν την ανασυγκρότηση του διαλυμένου τουρκικού στόλου! Ήταν τόσο άριστη η δουλειά που επιτελέσανε οι Γερμανοί στρατηγοί, ώστε οι Τούρκοι τους απένειμαν τον τιμητικό τίτλο του πασά.

Ένατος λόγος ήταν η αναπτέρωση του ηθικού των Τούρκων ύστερα από μια τέτοια ουσιαστική βοήθεια. Ξεκίνησαν έναν αγώνα εξόντωσης του ελληνικού στοιχείου μετερχόμενοι κάθε μέσο, που κινούσε την απέχθεια κάθε σώφρονος.

Δέκατος λόγος ήταν το κρητικό ζήτημα. Η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, που έγινε με τη συνθήκη του Λονδίνου το 1913 και που έθετε τα θεμέλια της συρρίκνωσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας, εξαγρίωσε ακόμη περισσότερο τους Τούρκους, οι οποίοι έχασαν έτσι σημαντικά ερείσματα στη Μεσόγειο. Ασφαλώς η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα δεν άρεσε καθόλου στις Μεγάλες Δυνάμεις, αφού τορπίλιζε μερικώς τα απάνθρωπα σχέδιά τους.

Ως ενδέκατο λόγο, παντελώς αμφισβητούμενος, αναφέρουμε την άποψη κάποιων ιστορικών ότι για τη Γενοκτονία ευθύνεται και η ίδρυση αντάρτικου από τους Έλληνες του Πόντου. Η άποψή τους αυτή δεν ευσταθεί, γιατί το αντάρτικο, σκέψη και υλοποίηση των Μητροπολιτών Χρυσάνθου και Γερμανού Καραβαγγέλη, ήταν η έσχατη προσπάθεια προστασίας των Ποντίων Ελλήνων, αφού η πυροδοτούμενη από τις Μεγάλες Δυνάμεις οργή των Τούρκων, απέβλεπε στον παντελή αφανισμό των Ελλήνων. Ειλικρινά, αν ο Ελληνισμός του Πόντου δεν οδηγήθηκε σε ένα απέραντο ολοκαύτωμα, τούτο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη γενναιότητα και στην αυτοθυσία των Ποντίων οπλαρχηγών, οι οποίοι, χωρίς την κατάλληλη πολεμική εκπαίδευση, επιδείξανε όλες εκείνες τις αρετές της ψυχής των Ελλήνων, οι οποίες ξεδιπλώνονται, όταν τίθενται σε έσχατο κίνδυνο το υπέρτατο αγαθό της θεόδοτης ελευθερίας, η πίστη στον αληθινό Θεό και η προστασία αθώων ζώων.

Υπήρξε όντως τιτάνιος ο αγώνας των Ελλήνων οπλαρχηγών του Πόντου, χωρίς να μειονεκτεί κατ’ ελάχιστον της ηρωικής θυσίας και της προσφοράς όλων εκείνων των ηγετικών στελεχών, τα οποία διακρίθηκαν στα πεδία, όπου διέτρεχε άμεσο κίνδυνο η ελευθερία.

Στο σημείο αυτό ας δούμε αναφορές ξένων, που αποτυπώνουν το μέγεθος της Γενοκτονίας. Και πρώτα πρώτα του Αμερικανού Γκέραντ, ο οποίος προλογίζοντας το βιβλίο του Horton «Η Κατάρα της Ασίας», γράφει: «Το ότι είκοσι αιώνες μετά Χριστόν μπόρεσε ένας οπισθοδρομικός λαός, όπως οι Τούρκοι, να διαπράξει τέτοια εγκλήματα εναντίον του πολιτισμού και της προόδου του κόσμου, είναι ένα ζήτημα, που θα έπρεπε να κάνει όλους τους ευσυνείδητους λαούς να σταθούν και να σκεφθούν».

Ακολουθεί η έκθεση της Αμερικανίδας Έθελ Τόμσον: «…Τα μάτια μου διατηρούν ακόμη το φρικιαστικό θέαμα, που είδα και ποτέ δεν θα λησμονήσω, όπως δεν θα λησμονήσω ποτέ και το απέραντο νεκροταφείο, που είδα στο Χαρπούτ…».

Τέλος εντυπωσιάζει η έκθεση του Τούρκου έφεδρου αξιωματικού Μεχμέτ Ρεούφ, ο οποίος γράφει: «…Ήταν αξιοθρήνητη η κατάσταση των δυστυχισμένων Ελλήνων, που δεν είχαν κανένα μέσο να σωθούν κι έτσι η μοίρα τους ήταν να σφαγούν ως πρόβατα από τον Τοπάλ Οσμάν, με τις ξιφολόγχες των Τσετών, οι οποίοι πριν από τις σφαγές είχαν επιδοθεί σε αρπαγές των αγαθών, λεηλασίες, ατιμώσεις και πυρπολήσεις των σπιτιών των Ελλήνων…».

Από τις τρεις μαρτυρίες νομίζουμε ότι ενέχει ιδιαίτερη βαρύτητα αυτή του Τούρκου αξιωματικού, που εύγλωττα δίνει την έκταση και τη βαρβαρότητα με την οποία συντελέστηκε η Γενοκτονία. Μια Γενοκτονία, η οποία μαρτυρείται ακόμη και με τη γραφίδα Τούρκου. «Τι χρείαν έχομε λοιπόν άλλων μαρτύρων;».

Παρέθεσα τους κυριότερους σχεδόν λόγους, οι οποίοι οδήγησαν στην ανήκουστη στην ανθρώπινη ιστορία Γενοκτονία

Χωρίς αμφιβολία η ευθύνη ανήκει σχεδόν στις Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες παρακάμπτοντας τις ανθρώπινες ευαισθησίες τους, φρόντισαν, σχεδόν απροκάλυπτα, να ικανοποιήσουν τα οικονομικά τους συμφέροντα, κάτι που δεν τους τιμά ιδιαίτερα.

Δυστυχώς το Έθνος των Ελλήνων, που τόσα πολλά προσέφερε στην ανθρωπότητα, αντί του μάννα, δέχτηκε και εξακολουθεί να δέχεται και σήμερα ακόμη χολήν και όξος, χωρίς, βέβαια, να είναι και αυτό άμοιρο ευθυνών, αφού συχνά διχοστατεί, προσφέροντας ευπρόσδεκτη χαρά σ’ όλους εκείνους, που το εποφθαλμιούν. Θα συνετισθεί άραγε ποτέ;