ΠΑΥΛΟΣ                                    

Ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας,

πρός

τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τούς εὐσεβεῖς καί εὐλογημένους Χριστιανούς τῆς μαρτυρικῆς Ἐπαρχίας ταύτης, εὐχήν καί εὐλογίαν ἐπί τῇ λαμπροφόρῳ Ἀναστάσει τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ.

 

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι βασικό δόγμα πίστεως. Διότι εἶναι ἡ δικαίωση τῶν λόγων του γιά τή μεσσιακότητα καί τή θεότητά του, καθώς καί τῶν ἔργων του, γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ τρόπος τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἀκατάληπτος. Τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ἀποδεικνύεται. Ὁ Κύριος μετά τό θάνατό του ἀπέδειξε τόν ἑαυτό του ζωντανό σωματικά μέ πολλά τεκμήρια – ἀποδείξεις. Σέ διάστημα 40 ἡμερῶν φανερώθηκε πολλές φορές στούς μαθητές του, καθώς καί σέ ἄλλα πρόσωπα ἄνδρες καί γυναῖκες. Ὅλοι αὐτοί τόν εἶδαν, τόν ἄκουσαν, τόν ψηλάφισαν καί συνέφαγαν μαζί του. Ἱκανοποίησε ὅλες τίς αἰσθήσεις τους καί μάλιστα τούς ὑπενθύμισε πράγματα, ὅπως τήν ἄρνηση τοῦ Πέτρου, ἀποκάλυψε διαλογισμούς, ὅπως τοῦ Θωμᾶ, καί θαυματούργησε, ὅπως πρίν. Ἔδωσε καί ὑποσχέσεις οἱ ὁποῖες ἐκπληρώθηκαν μετά τήν Ἀνάληψή του. Ἔχοντας πλῆθος ἀποδείξεων, οἱ μαθητές καί τά ἄλλα πρόσωπα, πίστεψαν στήν Ἀνάσταση. Καί μέ τήν ἐθελούσια μεταβολή τους, τήν ἁγιότητα τοῦ βίου τους, τούς ὑπεράνθρωπους ἀγῶνες καί κόπους τους, τά θαύματά τους στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τά φρικτά μαρτύριά τους, πρόσθεσαν νέες ἀποδείξεις γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ.

Οἱ μαθητές, πτωχοί, ἀγράμματοι, ἄσημοι καί δειλοί, ἐντός ὀλίγου θά ξεχύνονταν στή μεγαλύτερη μάχη τῶν αἰώνων, μάχη μέ τούς Ἰουδαίους καί τούς Ἐθνικούς, μέ αἰωνόβια καθεστῶτα θρησκειῶν, φιλοσοφιῶν, μέ ἄνομα ὠργανωμένα συμφέροντα, μέ φανατικούς ὄχλους καί σκληρούς ἄρχοντες. Ἄν οἱ μαθητές τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς δέν βαπτίζονταν μέσα στή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν θά μποροῦσαν κατόπιν νά βαπτισθοῦν μέσα στήν θάλασσα τῶν περιπετειῶν καί τῶν μαρτυρίων.

Ἄν θέλουμε καί μεῖς ἀδελφοί μου, νά κάνουμε πνευματικό πόλεμο καί νά νικᾶμε τόν κόσμο μέ τίς πλάνες, τά πάθη καί τίς ἀντιδράσεις του, καί νά κερδίζουμε ψυχές γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ὁπλιζόμαστε μέ «δύναμιν ἐξ ὕψους», (Λουκ. 24, 49), μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, δέν γίνεται πνευματικός πόλεμος. Μέ τή μελέτη τοῦ θείου νόμου, μέ τήν προσευχή, μέ τή νηστεία καί τήν ἄσκηση, μέ τήν ἐλεημοσύνη καί μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται, λαμβάνει Πνεῦμα Ἅγιο, γίνεται ἰσχυρός ἀπέναντι τοῦ κόσμου, τῶν μεθοδειῶν τοῦ διαβόλου, γίνεται πολεμιστής καί νικητής. Γι’ αὐτό μᾶς προτρέπει 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΑΥΛΟΣ

Ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας,

πρός

τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τούς εὐσεβεῖς καί εὐλογημένους Χριστιανούς τῆς μαρτυρικῆς Ἐπαρχίας ταύτης, εὐχήν καί εὐλογίαν ἐπί τῇ λαμπροφόρῳ Ἀναστάσει τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ.

 

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι βασικό δόγμα πίστεως. Διότι εἶναι ἡ δικαίωση τῶν λόγων του γιά τή μεσσιακότητα καί τή θεότητά του, καθώς καί τῶν ἔργων του, γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ τρόπος τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἀκατάληπτος. Τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ἀποδεικνύεται. Ὁ Κύριος μετά τό θάνατό του ἀπέδειξε τόν ἑαυτό του ζωντανό σωματικά μέ πολλά τεκμήρια – ἀποδείξεις. Σέ διάστημα 40 ἡμερῶν φανερώθηκε πολλές φορές στούς μαθητές του, καθώς καί σέ ἄλλα πρόσωπα ἄνδρες καί γυναῖκες. Ὅλοι αὐτοί τόν εἶδαν, τόν ἄκουσαν, τόν ψηλάφισαν καί συνέφαγαν μαζί του. Ἱκανοποίησε ὅλες τίς αἰσθήσεις τους καί μάλιστα τούς ὑπενθύμισε πράγματα, ὅπως τήν ἄρνηση τοῦ Πέτρου, ἀποκάλυψε διαλογισμούς, ὅπως τοῦ Θωμᾶ, καί θαυματούργησε, ὅπως πρίν. Ἔδωσε καί ὑποσχέσεις οἱ ὁποῖες ἐκπληρώθηκαν μετά τήν Ἀνάληψή του. Ἔχοντας πλῆθος ἀποδείξεων, οἱ μαθητές καί τά ἄλλα πρόσωπα, πίστεψαν στήν Ἀνάσταση. Καί μέ τήν ἐθελούσια μεταβολή τους, τήν ἁγιότητα τοῦ βίου τους, τούς ὑπεράνθρωπους ἀγῶνες καί κόπους τους, τά θαύματά τους στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τά φρικτά μαρτύριά τους, πρόσθεσαν νέες ἀποδείξεις γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ.

Οἱ μαθητές, πτωχοί, ἀγράμματοι, ἄσημοι καί δειλοί, ἐντός ὀλίγου θά ξεχύνονταν στή μεγαλύτερη μάχη τῶν αἰώνων, μάχη μέ τούς Ἰουδαίους καί τούς Ἐθνικούς, μέ αἰωνόβια καθεστῶτα θρησκειῶν, φιλοσοφιῶν, μέ ἄνομα ὠργανωμένα συμφέροντα, μέ φανατικούς ὄχλους καί σκληρούς ἄρχοντες. Ἄν οἱ μαθητές τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς δέν βαπτίζονταν μέσα στή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν θά μποροῦσαν κατόπιν νά βαπτισθοῦν μέσα στήν θάλασσα τῶν περιπετειῶν καί τῶν μαρτυρίων.

Ἄν θέλουμε καί μεῖς ἀδελφοί μου, νά κάνουμε πνευματικό πόλεμο καί νά νικᾶμε τόν κόσμο μέ τίς πλάνες, τά πάθη καί τίς ἀντιδράσεις του, καί νά κερδίζουμε ψυχές γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ὁπλιζόμαστε μέ «δύναμιν ἐξ ὕψους», (Λουκ. 24, 49), μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, δέν γίνεται πνευματικός πόλεμος. Μέ τή μελέτη τοῦ θείου νόμου, μέ τήν προσευχή, μέ τή νηστεία καί τήν ἄσκηση, μέ τήν ἐλεημοσύνη καί μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται, λαμβάνει Πνεῦμα Ἅγιο, γίνεται ἰσχυρός ἀπέναντι τοῦ κόσμου, τῶν μεθοδειῶν τοῦ διαβόλου, γίνεται πολεμιστής καί νικητής. Γι’ αὐτό μᾶς προτρέπει τήν ὁλόφωτη αὐτή νύχτα τῆς Ἀναστάσεως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός νά καθαρίσουμε τίς αἰσθήσεις μας καί νά ἀτενίσουμε τόν ἀναστημένο Κύριό μας.

«Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα

τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως,

Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί χαίρετε φάσκοντα,

τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ᾄδοντες».

Ἡ θεμελιώδης καί παρήγορη ἀλήθεια τοῦ ὕμνου ὅτι ὁ χοϊκός ἄνθρωπος γιά νά δεῖ τόν «ἐξαστράπτοντα» ἀναστημένο Χριστό δέν εἶναι ἀπαραίτητο νά εἶναι ἀναμάρτητος. Πρέπει νά εἶναι κεκαθαρμένος, δηλαδή ἀναγεννημένος μέσα ἀπό τή μετάνοια, μέσα ἀπό τήν ἀνακύκλωση τῶν ρυπαρῶν παθῶν στό ἐργαστήριο τῆς Ἐκκλησίας μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μετά τό Χριστό στήν Ἐκκλησία συμβαίνει θαῦμα ὅμοιο πρός τό θαῦμα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Κυρίου. Τά σώματα ὁρισμένων ἁγίων διατηροῦνται ἀταρίχευτα γιά αἰῶνες. Δέν ἀποσυντίθενται, δέν διαλύονται, διατηροῦνται ὁλόκληρα. Εὐωδιάζουν, θαυματουργοῦν, καί θεραπεύουν ἀσθενεῖς. Μέ τό συγκλονιστικό αὐτό θαῦμα τῆς διατηρήσεως τῶν σωμάτων ὁρισμένων ἁγίων ὁ Θεός θέλει νά δείξει ὅτι τά σώματα τῶν χριστιανῶν, ἐπειδή κοινωνοῦν τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἔχουν ἰδιαίτερη χάρι καί ὅτι ὅλα τά σώματα προορίζονται γιά τήν ἀνάσταση. Ἡ ἀφθαρσία, τήν ὁποία ἀπό τώρα ἔχουν τά σώματα μερικῶν ἁγίων, πιστοποιεῖ τήν ἀφθαρσία, τήν ὁποία θά ἔχουν ὅλα τά σώματα κατά τήν κοινή ἀνάσταση.

Καθαρισμός τῶν αἰσθήσεων σημαίνει συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας πού γεννᾶ τό ἐρώτημα τί νά κάνω νά σωθῶ; Αὐτό τό ἐρώτημα εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο τό σπουδαιότερο καί τό συγκλονιστικώτερο. Τό ἀκοῦν οἱ ἄγγελοι καί χαίρονται. Τό ἀκούει ὁ Χριστός καί συγκινεῖται. Μακάριοι εἶναι ὅσοι ἔφθασαν στήν ἱερή στιγμή νά θέσουν τό ἐρώτημα αὐτό. Ἡ στιγμή αὐτή θυμίζει αἰωνιότητα. Δυστυχισμένοι ἀντίθετα ὅσοι δέν ἔχουν στή ζωή τους μία τέτοια στιγμή. Δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι θέτουν ἀναρίθμητα ἐρωτήματα στή σύντομη αὐτή ζωή, τό δέ ἕνα καί κύριο ἐρώτημα, ἀπό τό ὁποῖο ἐξαρτᾶται τό αἰώνιο συμφέρον τους, οὐδέποτε τό θέτουν σοβαρά.

Δυό δρόμοι ὁδηγοῦν στή σωτηρία, ὁ δρόμος τῆς ἁγνότητας καί ὁ δρόμος τῆς μετανοίας. Ὁ πρῶτος δρόμος εἶναι γιά τούς ἀγγέλους, ὁ δεύτερος γιά τούς ἀνθρώπους. Ἀλήθεια, ποιός ἄνθρωπος μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι εἶναι καθαρός ἀπό ἁμαρτία καί ἔχει καρδιά ἁγνή; Ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί ὅλοι χρειαζόμαστε μετάνοια γιά νά σωθοῦμε. Ἡ μετάνοια εἶναι ὁ πρῶτος ὅρος σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Μετάνοια, ἡ ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἀρχή τοῦ κηρύγματος τῶν ἀποστόλων. Μέ τήν μετάνοια ὑπερνικᾶ ὁ ἄνθρωπος τόν ἐγωισμό του, μέ ταπείνωση ἀναγνωρίζει τήν ἁμαρτωλότητά του, λυπᾶται γι’ αὐτήν, στενάζει, ἀλλάζει φρονήματα καί συναισθήματα καί παίρνει ἀπόφαση ν’ ἀγωνισθεῖ γιά νά ζεῖ πνευματική ζωή. Ἄν μετανοήσουμε, ὁ Θεός ἐξαλείφει τίς ἁμαρτίες μας, διαλύει τίς ἀνομίες μας, ὅπως ὁ ἄνεμος διαλύει τά σύννεφα, τήν ὁμίχλη, τούς καπνούς. «Ἰδού ἀπήλειψα ὡς νεφέλην τάς ἀνομίας σου καί ὡς γνόφον τάς ἁμαρτίας σου», (Ἡσ. 44, 22).

Ἀδελφοί μου.

Ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ χρειάστηκε θυσία γιά τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί σταυρώθηκε! Ἀπ’ τή δική μας πλευρά τί χρειάζεται ; Πίστις καί μετάνοια. Τόσο εὔκολη γιά μᾶς ἔκανε ὁ Θεός τή σωτηρία. Καί ὅμως οἱ πολλοί μένουν στήν ἀπιστία καί στήν ἀμετανοησία. Περιφρονοῦν τόσο μεγάλη θυσία καί τόσο μεγάλη δωρεά.

Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τήν πίστη μας στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί τή μετάνοιά μας. Ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας μᾶς ἀναγεννᾶ πνευματικά καί μᾶς καθιστᾶ παιδιά τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ ἀκαταμάχητη δύναμη πού πηγάζει ἀπό τό ἄδειο μνῆμα τοῦ Κυρίου μας μᾶς χαρίζει ἐλπίδα καί γελοιοποιεῖ τό θάνατο. Οἱ πιστοί βλέπουν τό θάνατο χωρίς κεντρί, χωρίς δηλητήριο.

Δέν ὑπάρχει πιά θάνατος, παρά μόνο μετάβαση ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Γι’ αὐτό πανηγυρικά ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀναφωνεῖ: «Ὦ τάφος ἀθανασίας χωρίον! Ὦ τάφος ἀναστάσεως ἐργαστήριον! Ὦ τάφος τῶν τάφων κατάλυσις!». Ὁ χριστιανός πιστεύει στήν αἰώνια ζωή. Δέν βαδίζει πρός τό τέρμα, ἀλλά προχωρεῖ διά τοῦ θανάτου πρός τήν ἀρχή μιᾶς νέας ἀθάνατης ζωῆς.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποκαθιστᾶ ριζικά καί καθολικά τή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Ἡ ὑπακοή, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεανθρώπου πού ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου», (Φιλιπ. 2, 8), ἄνοιξε τούς κρουνούς τῆς θείας χάριτος γιά τούς «κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου», (Ἡσ. 9, 2).

Ἀφοῦ ὁ Χριστός, ὁ νέος Ἀδάμ ἔγινε «πρωτότοκος πάσης κτίσεως», (Κολ. 1, 15), μποροῦμε νά πιστεύουμε ὅτι «ὁ ἐγείρας τόν Κύριον Ἰησοῦν καί ἡμᾶς διά Ἰησοῦ ἐγερεῖ», (Β’ Κορ. 4, 14). ΑΜΗΝ.

 

Μετά τῶν Πασχαλίων Πατρικῶν ἡμῶν εὐχῶν

διάπυρος πρός τόν Ἀναστάντα Κύριον

εὐχέτης πάντων ὑμῶν

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΔΡΑΜΑΣ ΠΑΥΛΟΣ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΑΥΛΟΣ

Ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας,

πρός

τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τούς εὐσεβεῖς καί εὐλογημένους Χριστιανούς τῆς μαρτυρικῆς Ἐπαρχίας ταύτης, εὐχήν καί εὐλογίαν ἐπί τῇ λαμπροφόρῳ Ἀναστάσει τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ.

 

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι βασικό δόγμα πίστεως. Διότι εἶναι ἡ δικαίωση τῶν λόγων του γιά τή μεσσιακότητα καί τή θεότητά του, καθώς καί τῶν ἔργων του, γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ τρόπος τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἀκατάληπτος. Τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ἀποδεικνύεται. Ὁ Κύριος μετά τό θάνατό του ἀπέδειξε τόν ἑαυτό του ζωντανό σωματικά μέ πολλά τεκμήρια – ἀποδείξεις. Σέ διάστημα 40 ἡμερῶν φανερώθηκε πολλές φορές στούς μαθητές του, καθώς καί σέ ἄλλα πρόσωπα ἄνδρες καί γυναῖκες. Ὅλοι αὐτοί τόν εἶδαν, τόν ἄκουσαν, τόν ψηλάφισαν καί συνέφαγαν μαζί του. Ἱκανοποίησε ὅλες τίς αἰσθήσεις τους καί μάλιστα τούς ὑπενθύμισε πράγματα, ὅπως τήν ἄρνηση τοῦ Πέτρου, ἀποκάλυψε διαλογισμούς, ὅπως τοῦ Θωμᾶ, καί θαυματούργησε, ὅπως πρίν. Ἔδωσε καί ὑποσχέσεις οἱ ὁποῖες ἐκπληρώθηκαν μετά τήν Ἀνάληψή του. Ἔχοντας πλῆθος ἀποδείξεων, οἱ μαθητές καί τά ἄλλα πρόσωπα, πίστεψαν στήν Ἀνάσταση. Καί μέ τήν ἐθελούσια μεταβολή τους, τήν ἁγιότητα τοῦ βίου τους, τούς ὑπεράνθρωπους ἀγῶνες καί κόπους τους, τά θαύματά τους στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τά φρικτά μαρτύριά τους, πρόσθεσαν νέες ἀποδείξεις γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ.

Οἱ μαθητές, πτωχοί, ἀγράμματοι, ἄσημοι καί δειλοί, ἐντός ὀλίγου θά ξεχύνονταν στή μεγαλύτερη μάχη τῶν αἰώνων, μάχη μέ τούς Ἰουδαίους καί τούς Ἐθνικούς, μέ αἰωνόβια καθεστῶτα θρησκειῶν, φιλοσοφιῶν, μέ ἄνομα ὠργανωμένα συμφέροντα, μέ φανατικούς ὄχλους καί σκληρούς ἄρχοντες. Ἄν οἱ μαθητές τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς δέν βαπτίζονταν μέσα στή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν θά μποροῦσαν κατόπιν νά βαπτισθοῦν μέσα στήν θάλασσα τῶν περιπετειῶν καί τῶν μαρτυρίων.

Ἄν θέλουμε καί μεῖς ἀδελφοί μου, νά κάνουμε πνευματικό πόλεμο καί νά νικᾶμε τόν κόσμο μέ τίς πλάνες, τά πάθη καί τίς ἀντιδράσεις του, καί νά κερδίζουμε ψυχές γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ὁπλιζόμαστε μέ «δύναμιν ἐξ ὕψους», (Λουκ. 24, 49), μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, δέν γίνεται πνευματικός πόλεμος. Μέ τή μελέτη τοῦ θείου νόμου, μέ τήν προσευχή, μέ τή νηστεία καί τήν ἄσκηση, μέ τήν ἐλεημοσύνη καί μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται, λαμβάνει Πνεῦμα Ἅγιο, γίνεται ἰσχυρός ἀπέναντι τοῦ κόσμου, τῶν μεθοδειῶν τοῦ διαβόλου, γίνεται πολεμιστής καί νικητής. Γι’ αὐτό μᾶς προτρέπει τήν ὁλόφωτη αὐτή νύχτα τῆς Ἀναστάσεως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός νά καθαρίσουμε τίς αἰσθήσεις μας καί νά ἀτενίσουμε τόν ἀναστημένο Κύριό μας.

«Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα

τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως,

Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί χαίρετε φάσκοντα,

τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ᾄδοντες».

Ἡ θεμελιώδης καί παρήγορη ἀλήθεια τοῦ ὕμνου ὅτι ὁ χοϊκός ἄνθρωπος γιά νά δεῖ τόν «ἐξαστράπτοντα» ἀναστημένο Χριστό δέν εἶναι ἀπαραίτητο νά εἶναι ἀναμάρτητος. Πρέπει νά εἶναι κεκαθαρμένος, δηλαδή ἀναγεννημένος μέσα ἀπό τή μετάνοια, μέσα ἀπό τήν ἀνακύκλωση τῶν ρυπαρῶν παθῶν στό ἐργαστήριο τῆς Ἐκκλησίας μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μετά τό Χριστό στήν Ἐκκλησία συμβαίνει θαῦμα ὅμοιο πρός τό θαῦμα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Κυρίου. Τά σώματα ὁρισμένων ἁγίων διατηροῦνται ἀταρίχευτα γιά αἰῶνες. Δέν ἀποσυντίθενται, δέν διαλύονται, διατηροῦνται ὁλόκληρα. Εὐωδιάζουν, θαυματουργοῦν, καί θεραπεύουν ἀσθενεῖς. Μέ τό συγκλονιστικό αὐτό θαῦμα τῆς διατηρήσεως τῶν σωμάτων ὁρισμένων ἁγίων ὁ Θεός θέλει νά δείξει ὅτι τά σώματα τῶν χριστιανῶν, ἐπειδή κοινωνοῦν τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἔχουν ἰδιαίτερη χάρι καί ὅτι ὅλα τά σώματα προορίζονται γιά τήν ἀνάσταση. Ἡ ἀφθαρσία, τήν ὁποία ἀπό τώρα ἔχουν τά σώματα μερικῶν ἁγίων, πιστοποιεῖ τήν ἀφθαρσία, τήν ὁποία θά ἔχουν ὅλα τά σώματα κατά τήν κοινή ἀνάσταση.

Καθαρισμός τῶν αἰσθήσεων σημαίνει συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας πού γεννᾶ τό ἐρώτημα τί νά κάνω νά σωθῶ; Αὐτό τό ἐρώτημα εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο τό σπουδαιότερο καί τό συγκλονιστικώτερο. Τό ἀκοῦν οἱ ἄγγελοι καί χαίρονται. Τό ἀκούει ὁ Χριστός καί συγκινεῖται. Μακάριοι εἶναι ὅσοι ἔφθασαν στήν ἱερή στιγμή νά θέσουν τό ἐρώτημα αὐτό. Ἡ στιγμή αὐτή θυμίζει αἰωνιότητα. Δυστυχισμένοι ἀντίθετα ὅσοι δέν ἔχουν στή ζωή τους μία τέτοια στιγμή. Δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι θέτουν ἀναρίθμητα ἐρωτήματα στή σύντομη αὐτή ζωή, τό δέ ἕνα καί κύριο ἐρώτημα, ἀπό τό ὁποῖο ἐξαρτᾶται τό αἰώνιο συμφέρον τους, οὐδέποτε τό θέτουν σοβαρά.

Δυό δρόμοι ὁδηγοῦν στή σωτηρία, ὁ δρόμος τῆς ἁγνότητας καί ὁ δρόμος τῆς μετανοίας. Ὁ πρῶτος δρόμος εἶναι γιά τούς ἀγγέλους, ὁ δεύτερος γιά τούς ἀνθρώπους. Ἀλήθεια, ποιός ἄνθρωπος μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι εἶναι καθαρός ἀπό ἁμαρτία καί ἔχει καρδιά ἁγνή; Ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί ὅλοι χρειαζόμαστε μετάνοια γιά νά σωθοῦμε. Ἡ μετάνοια εἶναι ὁ πρῶτος ὅρος σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Μετάνοια, ἡ ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἀρχή τοῦ κηρύγματος τῶν ἀποστόλων. Μέ τήν μετάνοια ὑπερνικᾶ ὁ ἄνθρωπος τόν ἐγωισμό του, μέ ταπείνωση ἀναγνωρίζει τήν ἁμαρτωλότητά του, λυπᾶται γι’ αὐτήν, στενάζει, ἀλλάζει φρονήματα καί συναισθήματα καί παίρνει ἀπόφαση ν’ ἀγωνισθεῖ γιά νά ζεῖ πνευματική ζωή. Ἄν μετανοήσουμε, ὁ Θεός ἐξαλείφει τίς ἁμαρτίες μας, διαλύει τίς ἀνομίες μας, ὅπως ὁ ἄνεμος διαλύει τά σύννεφα, τήν ὁμίχλη, τούς καπνούς. «Ἰδού ἀπήλειψα ὡς νεφέλην τάς ἀνομίας σου καί ὡς γνόφον τάς ἁμαρτίας σου», (Ἡσ. 44, 22).

Ἀδελφοί μου.

Ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ χρειάστηκε θυσία γιά τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί σταυρώθηκε! Ἀπ’ τή δική μας πλευρά τί χρειάζεται ; Πίστις καί μετάνοια. Τόσο εὔκολη γιά μᾶς ἔκανε ὁ Θεός τή σωτηρία. Καί ὅμως οἱ πολλοί μένουν στήν ἀπιστία καί στήν ἀμετανοησία. Περιφρονοῦν τόσο μεγάλη θυσία καί τόσο μεγάλη δωρεά.

Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τήν πίστη μας στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί τή μετάνοιά μας. Ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας μᾶς ἀναγεννᾶ πνευματικά καί μᾶς καθιστᾶ παιδιά τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ ἀκαταμάχητη δύναμη πού πηγάζει ἀπό τό ἄδειο μνῆμα τοῦ Κυρίου μας μᾶς χαρίζει ἐλπίδα καί γελοιοποιεῖ τό θάνατο. Οἱ πιστοί βλέπουν τό θάνατο χωρίς κεντρί, χωρίς δηλητήριο.

Δέν ὑπάρχει πιά θάνατος, παρά μόνο μετάβαση ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Γι’ αὐτό πανηγυρικά ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀναφωνεῖ: «Ὦ τάφος ἀθανασίας χωρίον! Ὦ τάφος ἀναστάσεως ἐργαστήριον! Ὦ τάφος τῶν τάφων κατάλυσις!». Ὁ χριστιανός πιστεύει στήν αἰώνια ζωή. Δέν βαδίζει πρός τό τέρμα, ἀλλά προχωρεῖ διά τοῦ θανάτου πρός τήν ἀρχή μιᾶς νέας ἀθάνατης ζωῆς.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποκαθιστᾶ ριζικά καί καθολικά τή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Ἡ ὑπακοή, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεανθρώπου πού ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου», (Φιλιπ. 2, 8), ἄνοιξε τούς κρουνούς τῆς θείας χάριτος γιά τούς «κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου», (Ἡσ. 9, 2).

Ἀφοῦ ὁ Χριστός, ὁ νέος Ἀδάμ ἔγινε «πρωτότοκος πάσης κτίσεως», (Κολ. 1, 15), μποροῦμε νά πιστεύουμε ὅτι «ὁ ἐγείρας τόν Κύριον Ἰησοῦν καί ἡμᾶς διά Ἰησοῦ ἐγερεῖ», (Β’ Κορ. 4, 14). ΑΜΗΝ.

 

Μετά τῶν Πασχαλίων Πατρικῶν ἡμῶν εὐχῶν

διάπυρος πρός τόν Ἀναστάντα Κύριον

εὐχέτης πάντων ὑμῶν

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΔΡΑΜΑΣ ΠΑΥΛΟΣ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΑΥΛΟΣ

Ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας,

πρός

τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τούς εὐσεβεῖς καί εὐλογημένους Χριστιανούς τῆς μαρτυρικῆς Ἐπαρχίας ταύτης, εὐχήν καί εὐλογίαν ἐπί τῇ λαμπροφόρῳ Ἀναστάσει τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ.

 

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι βασικό δόγμα πίστεως. Διότι εἶναι ἡ δικαίωση τῶν λόγων του γιά τή μεσσιακότητα καί τή θεότητά του, καθώς καί τῶν ἔργων του, γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ τρόπος τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἀκατάληπτος. Τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ἀποδεικνύεται. Ὁ Κύριος μετά τό θάνατό του ἀπέδειξε τόν ἑαυτό του ζωντανό σωματικά μέ πολλά τεκμήρια – ἀποδείξεις. Σέ διάστημα 40 ἡμερῶν φανερώθηκε πολλές φορές στούς μαθητές του, καθώς καί σέ ἄλλα πρόσωπα ἄνδρες καί γυναῖκες. Ὅλοι αὐτοί τόν εἶδαν, τόν ἄκουσαν, τόν ψηλάφισαν καί συνέφαγαν μαζί του. Ἱκανοποίησε ὅλες τίς αἰσθήσεις τους καί μάλιστα τούς ὑπενθύμισε πράγματα, ὅπως τήν ἄρνηση τοῦ Πέτρου, ἀποκάλυψε διαλογισμούς, ὅπως τοῦ Θωμᾶ, καί θαυματούργησε, ὅπως πρίν. Ἔδωσε καί ὑποσχέσεις οἱ ὁποῖες ἐκπληρώθηκαν μετά τήν Ἀνάληψή του. Ἔχοντας πλῆθος ἀποδείξεων, οἱ μαθητές καί τά ἄλλα πρόσωπα, πίστεψαν στήν Ἀνάσταση. Καί μέ τήν ἐθελούσια μεταβολή τους, τήν ἁγιότητα τοῦ βίου τους, τούς ὑπεράνθρωπους ἀγῶνες καί κόπους τους, τά θαύματά τους στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τά φρικτά μαρτύριά τους, πρόσθεσαν νέες ἀποδείξεις γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ.

Οἱ μαθητές, πτωχοί, ἀγράμματοι, ἄσημοι καί δειλοί, ἐντός ὀλίγου θά ξεχύνονταν στή μεγαλύτερη μάχη τῶν αἰώνων, μάχη μέ τούς Ἰουδαίους καί τούς Ἐθνικούς, μέ αἰωνόβια καθεστῶτα θρησκειῶν, φιλοσοφιῶν, μέ ἄνομα ὠργανωμένα συμφέροντα, μέ φανατικούς ὄχλους καί σκληρούς ἄρχοντες. Ἄν οἱ μαθητές τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς δέν βαπτίζονταν μέσα στή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν θά μποροῦσαν κατόπιν νά βαπτισθοῦν μέσα στήν θάλασσα τῶν περιπετειῶν καί τῶν μαρτυρίων.

Ἄν θέλουμε καί μεῖς ἀδελφοί μου, νά κάνουμε πνευματικό πόλεμο καί νά νικᾶμε τόν κόσμο μέ τίς πλάνες, τά πάθη καί τίς ἀντιδράσεις του, καί νά κερδίζουμε ψυχές γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ὁπλιζόμαστε μέ «δύναμιν ἐξ ὕψους», (Λουκ. 24, 49), μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, δέν γίνεται πνευματικός πόλεμος. Μέ τή μελέτη τοῦ θείου νόμου, μέ τήν προσευχή, μέ τή νηστεία καί τήν ἄσκηση, μέ τήν ἐλεημοσύνη καί μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται, λαμβάνει Πνεῦμα Ἅγιο, γίνεται ἰσχυρός ἀπέναντι τοῦ κόσμου, τῶν μεθοδειῶν τοῦ διαβόλου, γίνεται πολεμιστής καί νικητής. Γι’ αὐτό μᾶς προτρέπει τήν ὁλόφωτη αὐτή νύχτα τῆς Ἀναστάσεως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός νά καθαρίσουμε τίς αἰσθήσεις μας καί νά ἀτενίσουμε τόν ἀναστημένο Κύριό μας.

«Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα

τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως,

Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί χαίρετε φάσκοντα,

τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ᾄδοντες».

Ἡ θεμελιώδης καί παρήγορη ἀλήθεια τοῦ ὕμνου ὅτι ὁ χοϊκός ἄνθρωπος γιά νά δεῖ τόν «ἐξαστράπτοντα» ἀναστημένο Χριστό δέν εἶναι ἀπαραίτητο νά εἶναι ἀναμάρτητος. Πρέπει νά εἶναι κεκαθαρμένος, δηλαδή ἀναγεννημένος μέσα ἀπό τή μετάνοια, μέσα ἀπό τήν ἀνακύκλωση τῶν ρυπαρῶν παθῶν στό ἐργαστήριο τῆς Ἐκκλησίας μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μετά τό Χριστό στήν Ἐκκλησία συμβαίνει θαῦμα ὅμοιο πρός τό θαῦμα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Κυρίου. Τά σώματα ὁρισμένων ἁγίων διατηροῦνται ἀταρίχευτα γιά αἰῶνες. Δέν ἀποσυντίθενται, δέν διαλύονται, διατηροῦνται ὁλόκληρα. Εὐωδιάζουν, θαυματουργοῦν, καί θεραπεύουν ἀσθενεῖς. Μέ τό συγκλονιστικό αὐτό θαῦμα τῆς διατηρήσεως τῶν σωμάτων ὁρισμένων ἁγίων ὁ Θεός θέλει νά δείξει ὅτι τά σώματα τῶν χριστιανῶν, ἐπειδή κοινωνοῦν τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἔχουν ἰδιαίτερη χάρι καί ὅτι ὅλα τά σώματα προορίζονται γιά τήν ἀνάσταση. Ἡ ἀφθαρσία, τήν ὁποία ἀπό τώρα ἔχουν τά σώματα μερικῶν ἁγίων, πιστοποιεῖ τήν ἀφθαρσία, τήν ὁποία θά ἔχουν ὅλα τά σώματα κατά τήν κοινή ἀνάσταση.

Καθαρισμός τῶν αἰσθήσεων σημαίνει συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας πού γεννᾶ τό ἐρώτημα τί νά κάνω νά σωθῶ; Αὐτό τό ἐρώτημα εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο τό σπουδαιότερο καί τό συγκλονιστικώτερο. Τό ἀκοῦν οἱ ἄγγελοι καί χαίρονται. Τό ἀκούει ὁ Χριστός καί συγκινεῖται. Μακάριοι εἶναι ὅσοι ἔφθασαν στήν ἱερή στιγμή νά θέσουν τό ἐρώτημα αὐτό. Ἡ στιγμή αὐτή θυμίζει αἰωνιότητα. Δυστυχισμένοι ἀντίθετα ὅσοι δέν ἔχουν στή ζωή τους μία τέτοια στιγμή. Δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι θέτουν ἀναρίθμητα ἐρωτήματα στή σύντομη αὐτή ζωή, τό δέ ἕνα καί κύριο ἐρώτημα, ἀπό τό ὁποῖο ἐξαρτᾶται τό αἰώνιο συμφέρον τους, οὐδέποτε τό θέτουν σοβαρά.

Δυό δρόμοι ὁδηγοῦν στή σωτηρία, ὁ δρόμος τῆς ἁγνότητας καί ὁ δρόμος τῆς μετανοίας. Ὁ πρῶτος δρόμος εἶναι γιά τούς ἀγγέλους, ὁ δεύτερος γιά τούς ἀνθρώπους. Ἀλήθεια, ποιός ἄνθρωπος μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι εἶναι καθαρός ἀπό ἁμαρτία καί ἔχει καρδιά ἁγνή; Ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί ὅλοι χρειαζόμαστε μετάνοια γιά νά σωθοῦμε. Ἡ μετάνοια εἶναι ὁ πρῶτος ὅρος σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Μετάνοια, ἡ ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἀρχή τοῦ κηρύγματος τῶν ἀποστόλων. Μέ τήν μετάνοια ὑπερνικᾶ ὁ ἄνθρωπος τόν ἐγωισμό του, μέ ταπείνωση ἀναγνωρίζει τήν ἁμαρτωλότητά του, λυπᾶται γι’ αὐτήν, στενάζει, ἀλλάζει φρονήματα καί συναισθήματα καί παίρνει ἀπόφαση ν’ ἀγωνισθεῖ γιά νά ζεῖ πνευματική ζωή. Ἄν μετανοήσουμε, ὁ Θεός ἐξαλείφει τίς ἁμαρτίες μας, διαλύει τίς ἀνομίες μας, ὅπως ὁ ἄνεμος διαλύει τά σύννεφα, τήν ὁμίχλη, τούς καπνούς. «Ἰδού ἀπήλειψα ὡς νεφέλην τάς ἀνομίας σου καί ὡς γνόφον τάς ἁμαρτίας σου», (Ἡσ. 44, 22).

Ἀδελφοί μου.

Ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ χρειάστηκε θυσία γιά τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί σταυρώθηκε! Ἀπ’ τή δική μας πλευρά τί χρειάζεται ; Πίστις καί μετάνοια. Τόσο εὔκολη γιά μᾶς ἔκανε ὁ Θεός τή σωτηρία. Καί ὅμως οἱ πολλοί μένουν στήν ἀπιστία καί στήν ἀμετανοησία. Περιφρονοῦν τόσο μεγάλη θυσία καί τόσο μεγάλη δωρεά.

Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τήν πίστη μας στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί τή μετάνοιά μας. Ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας μᾶς ἀναγεννᾶ πνευματικά καί μᾶς καθιστᾶ παιδιά τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ ἀκαταμάχητη δύναμη πού πηγάζει ἀπό τό ἄδειο μνῆμα τοῦ Κυρίου μας μᾶς χαρίζει ἐλπίδα καί γελοιοποιεῖ τό θάνατο. Οἱ πιστοί βλέπουν τό θάνατο χωρίς κεντρί, χωρίς δηλητήριο.

Δέν ὑπάρχει πιά θάνατος, παρά μόνο μετάβαση ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Γι’ αὐτό πανηγυρικά ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀναφωνεῖ: «Ὦ τάφος ἀθανασίας χωρίον! Ὦ τάφος ἀναστάσεως ἐργαστήριον! Ὦ τάφος τῶν τάφων κατάλυσις!». Ὁ χριστιανός πιστεύει στήν αἰώνια ζωή. Δέν βαδίζει πρός τό τέρμα, ἀλλά προχωρεῖ διά τοῦ θανάτου πρός τήν ἀρχή μιᾶς νέας ἀθάνατης ζωῆς.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποκαθιστᾶ ριζικά καί καθολικά τή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Ἡ ὑπακοή, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεανθρώπου πού ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου», (Φιλιπ. 2, 8), ἄνοιξε τούς κρουνούς τῆς θείας χάριτος γιά τούς «κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου», (Ἡσ. 9, 2).

Ἀφοῦ ὁ Χριστός, ὁ νέος Ἀδάμ ἔγινε «πρωτότοκος πάσης κτίσεως», (Κολ. 1, 15), μποροῦμε νά πιστεύουμε ὅτι «ὁ ἐγείρας τόν Κύριον Ἰησοῦν καί ἡμᾶς διά Ἰησοῦ ἐγερεῖ», (Β’ Κορ. 4, 14). ΑΜΗΝ.

 

Μετά τῶν Πασχαλίων Πατρικῶν ἡμῶν εὐχῶν

διάπυρος πρός τόν Ἀναστάντα Κύριον

εὐχέτης πάντων ὑμῶν

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΔΡΑΜΑΣ ΠΑΥΛΟΣ

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΑΥΛΟΣ

Ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δράμας,

πρός

τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τούς εὐσεβεῖς καί εὐλογημένους Χριστιανούς τῆς μαρτυρικῆς Ἐπαρχίας ταύτης, εὐχήν καί εὐλογίαν ἐπί τῇ λαμπροφόρῳ Ἀναστάσει τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ.

 

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι βασικό δόγμα πίστεως. Διότι εἶναι ἡ δικαίωση τῶν λόγων του γιά τή μεσσιακότητα καί τή θεότητά του, καθώς καί τῶν ἔργων του, γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ τρόπος τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἀκατάληπτος. Τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ἀποδεικνύεται. Ὁ Κύριος μετά τό θάνατό του ἀπέδειξε τόν ἑαυτό του ζωντανό σωματικά μέ πολλά τεκμήρια – ἀποδείξεις. Σέ διάστημα 40 ἡμερῶν φανερώθηκε πολλές φορές στούς μαθητές του, καθώς καί σέ ἄλλα πρόσωπα ἄνδρες καί γυναῖκες. Ὅλοι αὐτοί τόν εἶδαν, τόν ἄκουσαν, τόν ψηλάφισαν καί συνέφαγαν μαζί του. Ἱκανοποίησε ὅλες τίς αἰσθήσεις τους καί μάλιστα τούς ὑπενθύμισε πράγματα, ὅπως τήν ἄρνηση τοῦ Πέτρου, ἀποκάλυψε διαλογισμούς, ὅπως τοῦ Θωμᾶ, καί θαυματούργησε, ὅπως πρίν. Ἔδωσε καί ὑποσχέσεις οἱ ὁποῖες ἐκπληρώθηκαν μετά τήν Ἀνάληψή του. Ἔχοντας πλῆθος ἀποδείξεων, οἱ μαθητές καί τά ἄλλα πρόσωπα, πίστεψαν στήν Ἀνάσταση. Καί μέ τήν ἐθελούσια μεταβολή τους, τήν ἁγιότητα τοῦ βίου τους, τούς ὑπεράνθρωπους ἀγῶνες καί κόπους τους, τά θαύματά τους στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τά φρικτά μαρτύριά τους, πρόσθεσαν νέες ἀποδείξεις γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ.

Οἱ μαθητές, πτωχοί, ἀγράμματοι, ἄσημοι καί δειλοί, ἐντός ὀλίγου θά ξεχύνονταν στή μεγαλύτερη μάχη τῶν αἰώνων, μάχη μέ τούς Ἰουδαίους καί τούς Ἐθνικούς, μέ αἰωνόβια καθεστῶτα θρησκειῶν, φιλοσοφιῶν, μέ ἄνομα ὠργανωμένα συμφέροντα, μέ φανατικούς ὄχλους καί σκληρούς ἄρχοντες. Ἄν οἱ μαθητές τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς δέν βαπτίζονταν μέσα στή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν θά μποροῦσαν κατόπιν νά βαπτισθοῦν μέσα στήν θάλασσα τῶν περιπετειῶν καί τῶν μαρτυρίων.

Ἄν θέλουμε καί μεῖς ἀδελφοί μου, νά κάνουμε πνευματικό πόλεμο καί νά νικᾶμε τόν κόσμο μέ τίς πλάνες, τά πάθη καί τίς ἀντιδράσεις του, καί νά κερδίζουμε ψυχές γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά ὁπλιζόμαστε μέ «δύναμιν ἐξ ὕψους», (Λουκ. 24, 49), μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, δέν γίνεται πνευματικός πόλεμος. Μέ τή μελέτη τοῦ θείου νόμου, μέ τήν προσευχή, μέ τή νηστεία καί τήν ἄσκηση, μέ τήν ἐλεημοσύνη καί μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται, λαμβάνει Πνεῦμα Ἅγιο, γίνεται ἰσχυρός ἀπέναντι τοῦ κόσμου, τῶν μεθοδειῶν τοῦ διαβόλου, γίνεται πολεμιστής καί νικητής. Γι’ αὐτό μᾶς προτρέπει τήν ὁλόφωτη αὐτή νύχτα τῆς Ἀναστάσεως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός νά καθαρίσουμε τίς αἰσθήσεις μας καί νά ἀτενίσουμε τόν ἀναστημένο Κύριό μας.

«Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα

τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως,

Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί χαίρετε φάσκοντα,

τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ᾄδοντες».

Ἡ θεμελιώδης καί παρήγορη ἀλήθεια τοῦ ὕμνου ὅτι ὁ χοϊκός ἄνθρωπος γιά νά δεῖ τόν «ἐξαστράπτοντα» ἀναστημένο Χριστό δέν εἶναι ἀπαραίτητο νά εἶναι ἀναμάρτητος. Πρέπει νά εἶναι κεκαθαρμένος, δηλαδή ἀναγεννημένος μέσα ἀπό τή μετάνοια, μέσα ἀπό τήν ἀνακύκλωση τῶν ρυπαρῶν παθῶν στό ἐργαστήριο τῆς Ἐκκλησίας μέ τή χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μετά τό Χριστό στήν Ἐκκλησία συμβαίνει θαῦμα ὅμοιο πρός τό θαῦμα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Κυρίου. Τά σώματα ὁρισμένων ἁγίων διατηροῦνται ἀταρίχευτα γιά αἰῶνες. Δέν ἀποσυντίθενται, δέν διαλύονται, διατηροῦνται ὁλόκληρα. Εὐωδιάζουν, θαυματουργοῦν, καί θεραπεύουν ἀσθενεῖς. Μέ τό συγκλονιστικό αὐτό θαῦμα τῆς διατηρήσεως τῶν σωμάτων ὁρισμένων ἁγίων ὁ Θεός θέλει νά δείξει ὅτι τά σώματα τῶν χριστιανῶν, ἐπειδή κοινωνοῦν τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἔχουν ἰδιαίτερη χάρι καί ὅτι ὅλα τά σώματα προορίζονται γιά τήν ἀνάσταση. Ἡ ἀφθαρσία, τήν ὁποία ἀπό τώρα ἔχουν τά σώματα μερικῶν ἁγίων, πιστοποιεῖ τήν ἀφθαρσία, τήν ὁποία θά ἔχουν ὅλα τά σώματα κατά τήν κοινή ἀνάσταση.

Καθαρισμός τῶν αἰσθήσεων σημαίνει συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας πού γεννᾶ τό ἐρώτημα τί νά κάνω νά σωθῶ; Αὐτό τό ἐρώτημα εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο τό σπουδαιότερο καί τό συγκλονιστικώτερο. Τό ἀκοῦν οἱ ἄγγελοι καί χαίρονται. Τό ἀκούει ὁ Χριστός καί συγκινεῖται. Μακάριοι εἶναι ὅσοι ἔφθασαν στήν ἱερή στιγμή νά θέσουν τό ἐρώτημα αὐτό. Ἡ στιγμή αὐτή θυμίζει αἰωνιότητα. Δυστυχισμένοι ἀντίθετα ὅσοι δέν ἔχουν στή ζωή τους μία τέτοια στιγμή. Δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι θέτουν ἀναρίθμητα ἐρωτήματα στή σύντομη αὐτή ζωή, τό δέ ἕνα καί κύριο ἐρώτημα, ἀπό τό ὁποῖο ἐξαρτᾶται τό αἰώνιο συμφέρον τους, οὐδέποτε τό θέτουν σοβαρά.

Δυό δρόμοι ὁδηγοῦν στή σωτηρία, ὁ δρόμος τῆς ἁγνότητας καί ὁ δρόμος τῆς μετανοίας. Ὁ πρῶτος δρόμος εἶναι γιά τούς ἀγγέλους, ὁ δεύτερος γιά τούς ἀνθρώπους. Ἀλήθεια, ποιός ἄνθρωπος μπορεῖ νά καυχηθεῖ ὅτι εἶναι καθαρός ἀπό ἁμαρτία καί ἔχει καρδιά ἁγνή; Ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί ὅλοι χρειαζόμαστε μετάνοια γιά νά σωθοῦμε. Ἡ μετάνοια εἶναι ὁ πρῶτος ὅρος σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Μετάνοια, ἡ ἀρχή τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἀρχή τοῦ κηρύγματος τῶν ἀποστόλων. Μέ τήν μετάνοια ὑπερνικᾶ ὁ ἄνθρωπος τόν ἐγωισμό του, μέ ταπείνωση ἀναγνωρίζει τήν ἁμαρτωλότητά του, λυπᾶται γι’ αὐτήν, στενάζει, ἀλλάζει φρονήματα καί συναισθήματα καί παίρνει ἀπόφαση ν’ ἀγωνισθεῖ γιά νά ζεῖ πνευματική ζωή. Ἄν μετανοήσουμε, ὁ Θεός ἐξαλείφει τίς ἁμαρτίες μας, διαλύει τίς ἀνομίες μας, ὅπως ὁ ἄνεμος διαλύει τά σύννεφα, τήν ὁμίχλη, τούς καπνούς. «Ἰδού ἀπήλειψα ὡς νεφέλην τάς ἀνομίας σου καί ὡς γνόφον τάς ἁμαρτίας σου», (Ἡσ. 44, 22).

Ἀδελφοί μου.

Ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ χρειάστηκε θυσία γιά τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί σταυρώθηκε! Ἀπ’ τή δική μας πλευρά τί χρειάζεται ; Πίστις καί μετάνοια. Τόσο εὔκολη γιά μᾶς ἔκανε ὁ Θεός τή σωτηρία. Καί ὅμως οἱ πολλοί μένουν στήν ἀπιστία καί στήν ἀμετανοησία. Περιφρονοῦν τόσο μεγάλη θυσία καί τόσο μεγάλη δωρεά.

Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀπό τήν πίστη μας στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί τή μετάνοιά μας. Ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας μᾶς ἀναγεννᾶ πνευματικά καί μᾶς καθιστᾶ παιδιά τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ ἀκαταμάχητη δύναμη πού πηγάζει ἀπό τό ἄδειο μνῆμα τοῦ Κυρίου μας μᾶς χαρίζει ἐλπίδα καί γελοιοποιεῖ τό θάνατο. Οἱ πιστοί βλέπουν τό θάνατο χωρίς κεντρί, χωρίς δηλητήριο.

Δέν ὑπάρχει πιά θάνατος, παρά μόνο μετάβαση ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Γι’ αὐτό πανηγυρικά ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀναφωνεῖ: «Ὦ τάφος ἀθανασίας χωρίον! Ὦ τάφος ἀναστάσεως ἐργαστήριον! Ὦ τάφος τῶν τάφων κατάλυσις!». Ὁ χριστιανός πιστεύει στήν αἰώνια ζωή. Δέν βαδίζει πρός τό τέρμα, ἀλλά προχωρεῖ διά τοῦ θανάτου πρός τήν ἀρχή μιᾶς νέας ἀθάνατης ζωῆς.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποκαθιστᾶ ριζικά καί καθολικά τή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Ἡ ὑπακοή, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεανθρώπου πού ἔγινε «ὑπήκοος μέχρι θανάτου», (Φιλιπ. 2, 8), ἄνοιξε τούς κρουνούς τῆς θείας χάριτος γιά τούς «κατοικοῦντες ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου», (Ἡσ. 9, 2).

Ἀφοῦ ὁ Χριστός, ὁ νέος Ἀδάμ ἔγινε «πρωτότοκος πάσης κτίσεως», (Κολ. 1, 15), μποροῦμε νά πιστεύουμε ὅτι «ὁ ἐγείρας τόν Κύριον Ἰησοῦν καί ἡμᾶς διά Ἰησοῦ ἐγερεῖ», (Β’ Κορ. 4, 14). ΑΜΗΝ.

 

Μετά τῶν Πασχαλίων Πατρικῶν ἡμῶν εὐχῶν

διάπυρος πρός τόν Ἀναστάντα Κύριον

εὐχέτης πάντων ὑμῶν

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΔΡΑΜΑΣ ΠΑΥΛΟΣ