ΑΡΘΡΟ
Της Τόλης Καραγιαννίδου – Τσολπίδου
Συνταξιούχου τραπεζικής υπαλλήλου πρώην Α.Τ.Ε.
Στις 12/6 βράδυ αργά ακούγαμε τραγούδια από το κρατικό κανάλι και ανακοινώνουν το τραγούδι με τη Β. Μοχσολιού, σε μουσική Στ. Ξαρχάκου και στίχους Ν. Γκάτσου, από τη συλλογή ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ (1974), με εξώφυλλο ένα στεφάνι από λουλούδια σχεδιασμένο από τον Γ. Μόραλη (τραγούδι που μου αρέσει πολύ).
Πρωτομαγιά με το σουγιά χαράξαν το φεγγίτη
και μια βραδιά σαν τα θεριά σε πήραν απ’ το σπίτι…
Στίχοι του ποιήματος για τα όσα άγρια συνέβαιναν –πέτρινα χρόνια- τον περασμένο αιώνα στη χώρα μας, που σημάδεψαν και καθόρισαν πολλές σημερινές συνθήκες της ζωής μας. Είναι το ποίημα μια αναφορά στους πρόσφυγες (παππούδες μας Πόντιους) που μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή τους διέσπειραν σε όλη την Ελλάδα, χωρίς την κρατική μέριμνα. Εργάτες φτωχοί που έχτιζαν τα φτωχόσπιτα τους (εδώ αναφέρει ο Γκάτσος την Κοκκινιά) με αντιδράσεις εναντίον τους, ειδικά στην Αριστερά, στους συνδικαλιστές κομμουνιστές (πόσο επίκαιρος!!!).
Είχαν σουγιά, το σύμβολο της παρανομίας σε ληστείες, αυτά τα θεριά. Τι μπορούσαν να πάρουν από ένα φτωχόσπιτο; Τίποτα εκτός από την ιδεολογία τους, το μυαλό τους. Ο Γκάτσος εννοεί τους Έλληνες δοσίλογους και την κατοχική κυβέρνηση του Ράλλη, που πολλοί αξιωματικοί μετέπειτα πήραν προαγωγές και δημόσιες θέσεις.
Κι ένα πρωί σε μια γωνιά στην Κοκκινιά
είδα τον μπόγια να περνά και τον φονιά…
Εννοεί ο ποιητής τους βασανιστές δολοφόνους, δήμιους με τις κουκούλες, που βοηθούσαν τους Γερμανούς στο μακελειό στις 17 Αυγούστου 1944 στο Μπλόκο της Κοκκινιάς, όταν υποδείκνυαν τους κόκκινους άνδρες, τα ηγετικά στελέχη. Σκότωσαν 315 άτομα, άλλα τα βασάνισαν και 5.000 στάλθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Υπήρχαν άνδρες από 15-60 ετών.
Γύρευα χρόνια μεσ’ τον κόσμο να τον βρω
μα περπατούσε με τον Χάρο στο πλευρό…
Απεικονίζει ως Χάρο τον ταγματασφαλίτη, τον αιώνιο εφιάλτη.
Νυν και αεί μεσ’ την ζωή, σε είχα αραξοβόλι
μα μιαν αυγή στην μαύρη γη σε σώριασε το βόλι…
Εννοεί ο ποιητής βόλι την κρατική εξουσία, την άδικη, τις δικτατορίες που δολοφονούσαν τους δημοκρατικούς πολίτες.
Κι ένα πρωί σε μια γωνιά στην Κοκκινιά
είδα τον μπόγια, τον ληστή και τον φονιά
του ‘χανε δέσει στο λαιμό του μια τριχιά
και του πάταγαν το κεφάλι σαν οχιά…
Οχιά ο εχθρός που θα πρέπει να παταχθεί (άλλωστε και οι Γερμανοί τους πληροφοριοδότες τους σκότωναν). Το κεφάλι της οχιάς… συντρίβουν δηλαδή το κακό, διότι πρέπει να υπερτερεί το καλό, το καλό να χειραγωγεί το κακό. Όμως η τιμωρία είναι η απονομή δικαιοσύνης. Για τις πράξεις που έχει διαπράξει κάποιος υποχρεούται να λογοδοτήσει. Συμβαίνει όμως έτσι;
Ο Ξαρχάκος είπε για τον Γκάτσο: Έγραφε για τον ΕΝΑΝ που θα τον καταλάβει… Όμως κατάφερε να εμπνεύσει και να εμπνευστεί από όσους ένιωσαν κάθε μουσικό του γράμμα.
Και φέτος το θέμα Έκθεση – Κείμενα στις Πανελλήνιες ήταν στίχοι του Γκάτσου, που είναι μια ξεχωριστή μορφή στα ελληνικά γράμματα.