ΑΡΘΡΟ

Του Captain Νικόλαου Κ. Μεταξά

ATPL

AIRLINE PILOT

B737NG AIRBUS 320

Πολλαπλασιασμός των κινδύνων μπροστά στον επεκτατισμό της Τουρκίας

 

Από τα τέλη περίπου του 2009 η Ελλάδα μαστίζεται από τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της ιστορίας της. Η κρίση ξεκίνησε με εσωτερικό υπόβαθρο, ως δημοσιονομικό έλλειμμα, και, προοδευτικά, εξαιτίας του διεθνούς περιβάλλοντος και λαθών που έγιναν τόσο στο ανώτατο επίπεδο διεθνούς εκπροσώπησης της χώρας όσο και στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, εξελίχθηκε σε κρίση δανεισμού και, τελικώς, σε κρίση χρέους.

Πέραν των οικονομικών αιτίων της κρίσης και των σχετικών με την αντιμετώπισή της χειρισμών, η κρίση έχει μία σημαντική και αγνοημένη από τη συντριπτική πλειοψηφία των αναλυτών διεθνοπολιτική διάσταση. Η εν λόγω διάσταση συνίσταται αφενός στις δυσκολίες που προσθέτει η οικονομική κρίση στην εφαρμογή της «παραδοσιακής» εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας, αφετέρου στη συμβολή της τελευταίας στην κατεύθυνση αντιμετώπισης της κρίσης.

Η εξωτερική πολιτική και ο σχεδιασμός της –ιδιαίτερα μίας χώρας σε έναν ευαίσθητο χώρο, αλλά και σε κατάσταση οικονομικής επιτήρησης– απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή, ψυχραιμία, νηφαλιότητα, εξαιρετική σοβαρότητα, αλλά και αποφασιστικότητα. Η εξωτερική πολιτική ενός κράτους αφορά την ασφάλειά του, την προστασία και την ικανοποίηση των συμφερόντων του. Αναμφίβολα δε, επηρεάζεται κατά την εκπόνηση και την εφαρμογή της από το διεθνές σύστημα, αφορά τη θέση του κράτους σε αυτό, ενίοτε δε, επηρεάζοντάς το, αφορά και το ίδιο το διεθνές σύστημα.

Ασφαλώς, ένα κράτος σε κατάσταση οικονομικής κρίσης αντιμετωπίζει προβλήματα στην εξωτερική του πολιτική, τα οποία ξεκινούν από την έλλειψη πόρων, το μειωμένο του κύρος, τις προτεραιότητες για έξοδο από την κρίση, την αδράνεια των υπευθύνων και τις τυχόν εσωτερικές διχογνωμίες. Σε κάθε όμως περίπτωση, ακόμη και σε περίοδο οικονομικής κρίσης, ένα κράτος μπορεί να διαθέτει ικανή και αποτελεσματική εξωτερική πολιτική.

Αυτό είναι το αξίωμα, η λογική βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η συγγραφή του παρόντος κειμένου. Και τούτο διότι, υπό προϋποθέσεις, η εξωτερική πολιτική, ως πεμπτουσία της πολιτικής, συνίσταται στον καθορισμό προτεραιοτήτων, στρατηγικής, εκδήλωσης αποφασιστικότητας και χειρισμών. Η στάση, δηλαδή, κάθε κράτους στα διεθνή, καθώς και η προστασία των συμφερόντων του είναι κυρίαρχα θέμα πολιτικών επιλογών, καθώς και βέλτιστης και αποτελεσματικής χρήσης των όποιων συντελεστών ισχύος, υλικών, λειτουργικών και άυλων, διαθέτει. Η εξωτερική πολιτική είναι μία πολιτική με μικρό σχετικά οικονομικό κόστος, αλλά μπορεί να προσφέρει μεγάλο όφελος.

Στη συνέχεια θα εξετάσω, πρώτον, το διεθνές περιβάλλον της Ελλάδας και, ιδιαιτέρως, τα προβλήματα, τις απειλές και τις ευκαιρίες που παρουσιάζει το διεθνές υποσύστημα στο οποίο εντάσσεται η χώρα. Τούτο καλύπτει μία ευρύτερη περιοχή η οποία ξεκινά από τις παρυφές της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης και φθάνει ως τη Βόρειο Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Δεύτερον, θα παρουσιάσω τις συνέπειες της κρίσης στην ελληνική εξωτερική πολιτική.

Με βάση τα παραπάνω, διατυπώνω στο τέλος ορισμένες προτάσεις πολιτικής. Επειδή όμως στο παρόν κείμενο η έμφαση θα δοθεί στα προβλήματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, οφείλω προκαταβολικά να προειδοποιήσω πως οι δυσκολίες που δημιουργεί η οικονομική κρίση είναι μικρότερες από ό,τι μπορεί κάποιος αρχικά και επιφανειακά να εκτιμήσει. Και τούτο διότι, πρώτον, πέραν του χρέους, η Ελλάδα παραμένει μεταξύ των 30 πλουσιότερων κρατών παγκοσμίως. Δεύτερον, το χρέος φαίνεται ότι, μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2011, προοδευτικά θα αντιμετωπισθεί πρώτα από τους Έλληνες και στη συνέχεια σε διεθνές επίπεδο (Ε.Ε. και ΔΝΤ). Τρίτον και σημαντικότερον, ότι η επιτυχής αντιμετώπιση της κρίσης του χρέους συνιστά πλέον υπόθεση όχι μόνον της Ελλάδας, αλλά και πολλών άλλων ισχυρών κρατικών και μη κέντρων.

 

Α. Το διεθνές περιβάλλον

 

Μετά από μία εικοσαετία αλλαγών, το διεθνές σύστημα, σε παγκόσμιο επίπεδο, προοδευτικά ηρεμεί. Η μοναδική εναπομείνασα υπερδύναμη διαχειρίστηκε τις ανακατατάξεις στη Νότια, Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, είναι παρούσα και πραγματώνει αλλαγές στη Μέση Ανατολή, ενώ η κατάσταση στην Κεντρική Ασία τείνει να σταθεροποιηθεί.

Οι ΗΠΑ ασφαλώς αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα. Τούτο όμως δεν φαίνεται να υποσκάπτει την πολιτική και στρατιωτική τους επιρροή στον κόσμο. Από την άλλη πλευρά, η μοναδική ετέρα πυρηνική υπερδύναμη, η Ρωσία, δυσκολεύεται επί του παρόντος –πέραν του εγγύς εξωτερικού της να προσδιορίσει εξελίξεις στις διεθνείς υποθέσεις, ενώ ο ρόλος της Κίνας, παρά τις προσπάθειές της, παραμένει δευτερεύων. Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και ταλανίζεται από τις γνωστές δημοσιονομικές της δυσκολίες, παραμένει μία εμπορική υπερδύναμη με πολιτική επιρροή στο περί αυτήν διεθνές σύστημα.

Με τη σειρά του και ο βαλκανικός περίγυρος της Ελλάδας, μετά την αναστάτωση της δεκαετίας του 1990, έχει πλέον σταθεροποιηθεί. Τα περισσότερα κράτη της περιοχής έχουν ενταχθεί ή εντάσσονται στις διεθνείς δομές. Η Αλβανία, η Βουλγαρία, η Κροατία, η Ρουμανία και η Σλοβενία είναι κι αυτές κράτη μέλη του ΝΑΤΟ, ενώ στο Κοσσυφοπέδιο εδρεύει διεθνής δύναμη. Η Βοσνία και Ερζεγοβίνη, η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ), η Μολδαβία, το Μαυροβούνιο, η Σερβία είναι κράτη εταίροι της Συμμαχίας. Επίσης, η Σλοβενία, από το 2004, και οι Βουλγαρία και Ρουμανία, από το 2007, είναι κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία θα ενταχθεί σύντομα και η Κροατία. Η ΠΓΔΜ, το Μαυροβούνιο και η Τουρκία είναι υποψήφιες προς ένταξη χώρες, ενώ δυνάμει υποψήφιες χώρες είναι η Αλβανία, η Βοσνία και Ερζεγοβίνη, η Σερβία και το Κοσσυφοπέδιο.

Προς την ίδια κατεύθυνση, της σταθεροποίησης, φαίνεται πως κινείται και ο αφρικανικός περίγυρος της χώρας. Η πρώτη φάση των αλλαγών στη Βόρεια Αφρική έχει μάλλον ολοκληρωθεί, δημιουργώντας μία κατάσταση και μία αίσθηση σταθερότητας, η οποία ασφαλώς απαιτεί μεγάλες προσπάθειες μέχρι να παγιωθεί.

Δεν μπορεί όμως να ισχυρισθεί κανείς το ίδιο και για τη Μέση Ανατολή, παρά το ότι, μετά τις αλλαγές στο Ιράκ, η σταθερότητα φαίνεται να έχει ενισχυθεί. Ως γνωστόν, η περιοχή διαχρονικά ταλανίζεται από το Παλαιστινιακό και τις ακραίες εκφάνσεις εθνικού και θρησκευτικού φανατισμού. Σε αυτά, πρέπει να προστεθούν οι διαφαινόμενες ανακατατάξεις στη Συρία, οι ηγεμονικές φιλοδοξίες της Τουρκίας και η χρονίζουσα εισβολή και κατοχή από την Τουρκία μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Σε αυτό το διεθνές περιβάλλον, η Ελλάδα αντιμετωπίζει συγκεκριμένα προβλήματα με τους γείτονές της ή εξαιτίας τους. Αυτά οφείλονται σε δύο κυρίως αιτίες: πρώτον, στον εθνικισμό και στην ανωριμότητα ή τον ανεύθυνο πολιτικό οπορτουνισμό των ηγεσιών κάποιων βορείων γειτόνων της και, δεύτερον, στην επανεμφάνιση του νέο-οθωμανικού ηγεμονισμού στην εξωτερική συμπεριφορά της Τουρκίας.

 

α. Βαλκανικός εθνικισμός

 

Η Αλβανία, παρά τα οικονομικά της προβλήματα, εμφανίζει, κατά περιόδους, τάσεις μεγαλοϊδεατισμού, καθώς κύκλοι των Τιράνων ενίοτε πυροδοτούν την ιδέα της «μεγάλης Αλβανίας». Έτσι, κατά καιρούς, διαφορετικές κυβερνήσεις υποθάλπουν τη διεκδίκηση από την Ελλάδα εδαφών ή και ανύπαρκτων περιουσιών, ενώ, επισήμως, αθετούν διμερείς συμφωνίες. Η πλέον ανεξήγητη, πολιτικά τουλάχιστον, ως προς τα συμφέροντα αυτής της ίδιας της Αλβανίας περίπτωση είναι η μη κύρωση της συμφωνίας οριοθέτησης της ΑΟΖ μεταξύ αυτής και της Ελλάδας. Ανεξήγητη πολιτικά και στρατιωτικά είναι και η παραχώρηση στρατιωτικών ναυτικών διευκολύνσεων στην Τουρκία. Οι δύο αυτές κινήσεις μπορεί να απέφεραν πολύ συγκεκριμένα, προσωποπαγή και βραχυπρόθεσμα οικονομικά οφέλη, ευλόγως όμως μπορεί να εκτιμηθεί ότι θέτουν σε κίνδυνο συμφέροντα ευρύτερου προσανατολισμού της Αλβανίας, καθώς πλησιάζει ο χρόνος που θα επιδιώξει να καταστεί υποψήφια για ένταξη στην Ε.Ε.

Το κατ’ εξοχήν όμως παράδειγμα εθνικιστικού παραληρήματος και αλυτρωτισμού που ενίοτε εκλαμβάνει κωμικές διαστάσεις, συνιστά η πολιτική της ηγεσίας της ΠΓΔΜ έναντι της Ελλάδας. Η τοποθέτηση γιγαντιαίου αγάλματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο κέντρο της πρωτεύουσας, η ανέγερση δημοσίων κτιρίων σε αρχαιοελληνικούς αρχιτεκτονικούς ρυθμούς και η διοργάνωση εορτών με «αρχαίους Μακεδόνες» είναι κάποια από τα δείγματα πολιτικής και πολιτισμικής ανωριμότητας της ηγεσίας του γειτονικού κράτους. Πέραν τούτων όμως, η ΠΓΔΜ κωλυσιεργεί συστηματικά απέναντι στις προσπάθειες της Ελλάδας και του διεθνούς διαμεσολαβητή για εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης στη διαφορά ως προς τη διεθνή ονομασία του κράτους. Ταυτοχρόνως, εμφανίζεται αφενός να αγνοεί τα μηνύματα που λαμβάνει είτε από τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ είτε από τα κράτη μέλη της Ε.Ε., αφετέρου να τορπιλίζει το οποιοδήποτε κλίμα καλής γειτονίας.

(συνεχίζεται…)