ΜΑΓΕΜΕΝΟ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΤΗΝ ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΜΕ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΟΥΣ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟΥΣ ΑΙΜΙΛΙΟ ΧΕΙΛΑΚΗ, ΑΘΗΝΑ ΜΑΞΙΜΟΥ ΚΑΙ ΛΕΝΑ ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑ

Μέσα σε κλίμα… κατάνυξης, με ελάχιστες κινήσεις, χωρίς ψιθύρους ή χτύπους κινητών, παρακολούθησε το κοινό στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων την παράσταση «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια, το Σάββατο 26 Αυγούστου, στο πλαίσιο του 60ου Φεστιβάλ Φιλίππων. Κι αν ο μύθος της Ιφιγένειας που έπρεπε να θυσιαστεί για να ξεκινήσει ο ελληνικός στόλος από την Αυλίδα για την Τροία είναι γνωστός σε όλους, οι θεατές, οι οποίοι σχεδόν γέμισαν το Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων, παρακολουθούσαν με τόση αγωνία την εξέλιξη της συναρπαστικής παράστασης, σαν να τον άκουγαν για πρώτη φορά…

Για 100 περίπου λεπτά, όσα διήρκεσε η «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», το κοινό είχε την ευκαιρία να απολαύσει συγκλονιστικές ερμηνείες από τρεις ηθοποιούς (Αιμίλιο Χειλάκη, Αθηνά Μαξίμου και Λένα Παπαληγούρα) σε έξι ρόλους, καθώς και έναν εξαιρετικό χορό από 9 γυναίκες ηθοποιούς (Δήμητρα Βήττα, Ελεάνα Γεωργούλη, Σμαράγδα Κάκκινου, Άννα Κλάδη, Άννα Λάκη, Βάσια Λακουμέντα, Φραγκίσκη Μουστάκη, Δώρα Στυλιανέση, Μαρία Τζάνη), ο οποίος δρούσε καθοριστικά στην εξέλιξη της υπόθεσης πότε με τον λόγο και πότε με την ειδικά γραμμένη για την παράσταση πρωτότυπη μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη (συνοδεία μόνο ενός ακορντεόν). Δίκαια οι θεατές στο τέλος χειροκροτούσαν όρθιοι για πολλά λεπτά όλους τους συντελεστές.

Στην παράσταση υιοθετήθηκε το πρότυπο των τριών υποκριτών, που είχε ως αποτέλεσμα οι ηθοποιοί να έχουν επικεντρωθεί στην εξέλιξη του μύθου και όχι στον προσωπικό τους ρόλο. Έτσι ο Αιμίλιος Χειλάκης ερμήνευσε τον Αγαμέμνονα και τον Αχιλλέα, η Αθηνά Μαξίμου την Κλυταιμνήστρα και τον Μενέλαο και η Λένα Παπαληγούρα την Ιφιγένεια και τον γέροντα Πρεσβύτη. Όπως συνέβαινε και στις παραστάσεις του αρχαίου δράματος στην Κλασική Αθήνα, οι τρεις ηθοποιοί ήταν καλυμμένοι με λευκή πούδρα σε όλο το σώμα τους (ψιμύθιο από μόλυβδο). Επίσης, τα λευκά επιβλητικά κοστούμια, τα οποία αναδείκνυαν την μεγαλοπρέπεια των τραγικών προσώπων, με κάποιες απλές κινήσεις έδιναν τη δυνατότητα μεταβολής ανάλογα με τον ήρωα που υποδύονταν ο κάθε ηθοποιούς. Σε αντίθεση με την επιβλητική ενδυμασία των πρωταγωνιστών της παράστασης, ο χορός ήταν ντυμένος με απλά καθημερινά ρούχα της εποχής μας, χρωματιστά φορέματα, ενδεχομένως ένα μήνυμα διαχρονικότητας, ένα μήνυμα ότι το κείμενο του Ευριπίδη είναι επίκαιρο και στις μέρες μας και αφορά και τους πολίτες και στη σημερινή εποχή, καθώς πάντα η κάθε λογής εξουσία ζητάει «θυσίες» για την επίτευξη διαφόρων ειδών στόχων…

Οι τρεις πρωταγωνιστές πατούσαν επάνω σε ξύλινα κιβώτια με ροδάκια, τα οποία κινούνταν μέσα στο χώρο, με τη βοήθεια του χορού, για να έρθουν έτσι στο προσκήνιο ή στο παρασκήνιο οι ήρωες της τραγωδίας, αλλά επιτρέποντας ακόμη την μεταμόρφωση των υποκριτών στους ρόλους τους. Και έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι αυτά τα τρία βαγόνια ενώθηκαν μόνο όταν τα τρία κεντρικά πρόσωπα του δράματος, Αγαμέμνονας, Κλυταιμνήστρα και Ιφιγένεια, βρέθηκαν προ της τετελεσμένης απόφασης για τη θυσία. Τόσο κοντά στο χώρο, αλλά με τόσο μεγάλη ψυχική απόσταση μεταξύ τους.

Κεντρικό μήνυμα της παράστασης, η οποία ανέβηκε σε καινούργια μετάφραση από τον ποιητή Γιώργου Μπλάνα, η πατριδοκαπηλία και η εκμετάλλευση της έννοιας του πατριωτισμού για διάφορα οφέλη. «Για τα λάφυρα της Τροίας με σκοτώνετε, όχι για την Ελλάδα»  αναφέρει η Ιφιγένεια, καθώς για τους Έλληνες η αρπαγή της Ωραίας Ελένης ήταν απλά ένα πρόσχημα για να εκστρατεύσουν κατά της Τροίας και να επιστρέψουν με τα λάφυρα των νικητών. Και φυσικά ούτε η «θυσία» μιας αθώας κοπέλας θα μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στα σχέδιά τους. Κι όπως αναφέρει ο μεταφραστής – ποιητής Γιώργος Μπλάνας: «Το πραγματικό θέμα του έργου είναι η εξουσία: τι λογής άνθρωποι έλκονται από αυτήν, μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος για να την κατακτήσει και να την διατηρήσει, πόσο εξουσιαστής είναι ο εξουσιαστής και πόσο εξουσιαζόμενος ο εξουσιαζόμενος, πως μεταβάλλονται σε “δημόσια αγαθά” οι ποταπές επιθυμίες του εξουσιαστή, πόσο ειλικρινής είναι απέναντι στον εαυτό του, πόσο ιδιοτελής μπορεί να είναι η ιδέα του κοινού συμφέροντος».

Με τα λόγια «ο άνθρωπος κουφάθηκε βαθιά από τις ιαχές της ανομίας και, το χειρότερο, αρχίζει να συνηθίζει. Δέχεται τα πάντα, εκτός από το μόνο που μπορεί να τον σώσει, να στραφεί στον άλλο και να χτίσει μια ζωή που δεν θα αξίζει να γκρεμίσουν οι θεοί…», λέξεις έμπλεες ενός βαθύτερου μηνύματος και μιας προτροπής για υιοθέτηση μιας άλλης στάσης ζωής, ολοκληρώθηκε μια άκρως αξιόλογη παράσταση πλούσια σε νοήματα που προσέφερε έντονα συναισθήματα στο κοινό.

 

Θανάσης Σιουτόπουλος