Όσον αφορά τη θερμότητα, το ανθρώπινο σώμα είναι εξαιρετικά ανθεκτικό – είναι η υγρασία αυτό που ουσιαστικά το δυσκολεύει, και η υγρασία, που οφείλεται εν μέρει στην κλιματική αλλαγή, αυξάνεται.
Ένα παράδειγμα μέτρησης του συνδυασμού ζέστης και υγρασίας ονομάζεται «θερμοκρασία υγρού βολβού» και οι επιστήμονες τη χρησιμοποιούν για να εντοπίσουν ποιες περιοχές του κόσμου είναι πιθανό να γίνουν στο μέλλον πολύ επικίνδυνες για τους ανθρώπους.
Η «θερμοκρασία υγρού βολβού» είναι ένας όρος που σπάνια συναντούμε και αντανακλά όχι μόνο τη ζέστη αλλά και τα επίπεδα νερού στον αέρα. Όσο υψηλότερος είναι αυτός ο αριθμός, τόσο πιο δύσκολο είναι να εξατμιστεί ο ιδρώτας και να πέσει η θερμοκρασία του σώματος, όπως μεταδίδει η «Καθημερινή» από την Washington Post.
Πώς αντιδρά ο οργανισμός στην ακραία ζέστη
Μετά από ένα όριο ζέστης και υγρασίας, «δεν είναι πια δυνατό να ιδρώσουμε αρκετά γρήγορα ώστε να αποφύγουμε την υπερθερμία», αναφέρει ο Ράντλεϊ Χόρτον, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια.
Στις παρακάτω φωτογραφίες, παρουσιάζεται αναλυτικά η αντίδραση του οργανισμού σε συνθήκες ζέστης καθώς και ο τρόπος που τον επηρεάζουν τα υψηλά επίπεδα υγρασίας.
1. Καθώς ο ήλιος αυξάνει τη θερμοκρασία του αέρα, του εδάφους, των αντικειμένων και των ανθρώπων, ο οργανισμός αντιδρά σε μια προσπάθεια να μειώσει τη θερμοκρασία του.
2. Το δέρμα ιδρώνει. Η εξάτμιση αυτού του νερού, χαμηλώνει τη θερμοκρασία του σώματος – υπό την προϋπόθεση ότι τα επίπεδα υγρασίας επιτρέπουν να γίνει αυτή η εξάτμιση.
3. Αν ο ζεστός αέρας περιέχει υψηλά επίπεδα υγρασίας, η ανταλλαγή θερμότητας εμποδίζεται και ο οργανισμός χάνει το βασικότερο μέσο του για να επιτύχει την απαιτούμενη μείωση της θερμοκρασίας του.
Ποιες περιοχές κινδυνεύουν περισσότερο
Επιπλέον, οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει ότι το Μεξικό και η Κεντρική Αμερική, καθώς και ο Περσικός Κόλπος, η Ινδία, το Πακιστάν και η Νοτιοανατολική Ασία, είναι όλες περιοχές που τείνουν στο να προσεγγίσουν το προαναφερθέν όριο μέχρι το τέλος του αιώνα.
«Οι κίνδυνοι της υγρής ζέστης υποτιμώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό σήμερα και πρόκειται να αυξηθούν δραματικά στο μέλλον», επισήμανε ο Χόρτον. «Καθώς διάφορες περιοχές στον κόσμο αντιμετωπίζουν όλο και πιο συχνά, ακραία καιρικά φαινόμενα που παλαιότερα ήταν σπάνια ή δεν είχαν ξανασημειωθεί, υπάρχει κίνδυνος οι προηγούμενες προειδοποιήσεις μας για την ακραία ζέστη – οι οποίες είναι ήδη εξαιρετικά ανεπαρκείς – να πέσουν ακόμη χαμηλότερα από το απαιτούμενο επίπεδο».
Ίσως να σκέφτεστε ότι το να βρισκόμαστε στην παραλία είναι ένας καλός τρόπος να δροσιστούμε από το θαλασσινό αεράκι. Ωστόσο, ο Χόρτον ανέφερε ότι το να βρίσκεται κάποιος κοντά στο νερό σε ακραίες συνθήκες, θα μπορούσε να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τα πράγματα, καθώς οι υψηλές θερμοκρασίες κάνουν το νερό να εξατμίζεται, οδηγώντας σε αύξηση της υγρασίας στην ατμόσφαιρα.
«Εάν βρίσκεστε σε μια πόλη στον Περσικό Κόλπο, το θαλασσινό αεράκι θα μπορούσε να είναι θανατηφόρο», τόνισε ο ίδιος.
Προκειμένου όμως να καταλάβουμε καλύτερα γιατί κάποιες περιοχές γίνονται θερμότερες και υγρότερες από όσο μπορούν να αντέξουν οι άνθρωποι, πρέπει πρώτα να αντιληφθούμε πως ο οργανισμός ρίχνει τη θερμοκρασία του σε συνθήκες ζέστης.
Η «θερμοκρασία υγρού βολβού» θέτει ως ανώτατο όριο θερμοκρασίας που να είναι διαχειρίσιμο από τον ανθρώπινο οργανισμό τους 35 βαθμούς Κελσίου. Αλλά οποιαδήποτε θερμοκρασία άνω των 30 βαθμών είναι δυνητικά επικίνδυνη ή ακόμη και θανατηφόρα.
Ο Χόρτον και άλλοι επιστήμονες ανέφεραν σε έκθεσή τους το 2020 ότι αυτές οι θερμοκρασίες σημειώνονται με αυξημένη συχνότητα σε κάποιες περιοχές του κόσμου. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, η υψηλότερη θερμοκρασία «υγρού βολβού» που έχει σημειωθεί ποτέ στην περιοχή της Ουάσιγκτον, η οποία είναι γνωστή για τα υγρά και ανυπόφορα καλοκαίρια της, ήταν 30,7 βαθμοί Κελσίου.
«Η συχνότητα ακραίας ζέστης με υγρασία έχουν παραπάνω από διπλασιαστεί από το 1979», σύμφωνα με την έκθεση.
Αυτές οι συνθήκες πλησιάζουν στο όριο του να καταστούν θανατηφόρες σε περιοχές όπως η Νότια Ασία και η Μέση Ανατολή και είναι πιθανό να ξεπερνούν αυτό το όριο συχνά μέχρι το 2075, αναφέρουν οι επιστήμονες.
Πώς μπορεί η ζέστη να βλάψει τα όργανα
Ακόμη και σε επίπεδα χαμηλότερα από τα προαναφερθέντα όρια, είναι δύσκολη δουλειά για τον οργανισμό η μείωση της θερμοκρασίας του σε συνθήκες ζέστης.
Η προσπάθεια του οργανισμού να αντιμετωπίσει τη ζέστη θέτει υπό πίεση την καρδιά και τα νεφρά. Σε συνθήκες ακραίας ζέστης, είναι πιθανό τα όργανα να αρχίσουν να μην λειτουργούν σωστά. Αυτό είναι ακόμη πιο πιθανό, στην περίπτωση ανθρώπων με υποκείμενα νοσήματα.
Στους καύσωνες, πολλοί θάνατοι οφείλονται σε προβλήματα υγείας τα οποία επιδεινώνονται περαιτέρω εξαιτίας των ακραίων συνθηκών.
«Είναι σαφές ότι κατά τη διάρκεια ενός καύσωνα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν από θερμοπληξία», αναφέρει ο Ζάκαρι Σλάντερ από το Πανεπιστήμιο Μπλούμιγκτον στην Ιντιάνα που μελετά το θερμικό στρες και τον ανθρώπινο οργανισμό. Αλά ακόμη περισσότεροι πεθαίνουν από διαταραχές που σχετίζονται με την καρδιά. «Ο οργανισμός αντιδρά [στη ζέστη] με τέτοιο τρόπο, που μπορεί να την καταστήσει ευάλωτη».
Πώς μπορούμε να προστατευθούμε
Κατά τη διάρκεια ενός καύσωνα, υπάρχουν μερικοί απλοί τρόποι να φροντίσουμε τους εαυτούς μας. Οι τρόποι αυτοί είναι οι ακόλουθοι:
1. Εάν έχετε κλιματισμό, τότε η λύση είναι απλή: Μπείτε μέσα.
2. Εάν δεν έχετε κλιματισμό, φροντίστε να ενυδατώνεστε. Το να πίνουμε νερό, μπορεί να ελαφρύνει το βάρος για την καρδιά, τα νεφρά και άλλα όργανα.
3. Κάντε ένα διάλειμμα: Ακόμη και η μέτρια σωματική κόπωση όπως το περπάτημα, αυξάνει σημαντικά τη θερμότητα που παράγουν οι μύες του σώματος.
Ο ρόλος των κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων
Φαίνεται πως η προστασία μας από τις συνθήκες ακραίας ζέστης είναι στενά συνδεδεμένη με την κοινωνικοοικονομική μας κατάσταση και τους πόρους μας.
«Οι φτωχότεροι άνθρωποι είναι αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο, και ήδη υποφέρουν», αναφέρει η Τερέζα Καβάζος, ανώτερη ερευνήτρια στο τμήμα φυσικής ωκεανογραφίας στο Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας και Ανώτατης Εκπαίδευσης Ensenada.
Σημειώνει μάλιστα ότι ο κίνδυνος είναι μεγάλος για εκείνους που απασχολούνται στον αγροτικό τομέα και η εργασία τους περιλαμβάνει σωματική κόπωση μέσα στην επικίνδυνη ζέστη.
Η επιβίωση σε τέτοιες συνθήκες εξαρτάται από την κοινωνική και οικονομική θέση κάποιου: η πρόσβαση σε κλιματισμό, η μόνωση στα σπίτια, οι εργασίες που δεν απαιτούν έντονη φυσική κόπωση κάτω από τον ήλιο καθώς και οι πολιτικές που εφαρμόζονται για την προστασία των ανθρώπων από επικίνδυνες συνθήκες.
«Ως άνθρωποι έχουμε μάθει να προσαρμοζόμαστε», ανέφερε η Καβάζος. «Το πρόβλημα είναι το κόστος. Κάποιοι δεν θα επιβιώσουν».
Πηγή: in.gr