ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

τ. Λυκειάρχη

 «Αν καταλάβω ότι κάποιος με προδίδει, τον διαγράφω. Σαν μην υπάρχει πια! Ξεχνάω ακόμη και το όνομά του» (Ελένη Γλύκατζη – Αρβελέρ, Πρύτανις των Γαλλικών Πανεπιστημίων, Από μένα αυτά…)

Πόσο πολύ κοντά στην ταπεινότητά μου βρίσκονται, όσα πιο πάνω υποστηρίζει με κάθε ειλικρίνεια η μεγάλη Κυρία των ελληνικών και γαλλικών Γραμμάτων!

Χρέος του κάθε ανθρώπου αποτελεί να είναι δοτικός προς τον συνάνθρωπό του, που αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα και μάλιστα χωρίς ο δοκιμαζόμενος να του το έχει ζητήσει, αλλά ο προσφέρων τη βοήθεια, ενεργώντας ως άνθρωπος και ειλικρινής χριστιανός, έχει χρέος να σταθεί κοντά στον συνάνθρωπό του και μάλιστα χωρίς την προσδοκία για ανταπόδοση της ευεργεσίας, την οποία προσφέρει.

Αν όμως λειτουργεί αποβλέποντας μελλοντικά στην ανταπόδοση της ευεργεσίας, που προσέφερε, τότε αυτή δεν έχει καμιά αξία, αφού κίνητρό της θα είναι η υστεροβουλία, που θα μεταγλωττίζεται είτε σε οικονομική ωφέλεια είτε και στην άνοδο σε κάποιο αξίωμα.

Ασφαλώς δεν είναι λίγοι οι συνάνθρωποί μας εκείνοι, οι οποίοι όχι μόνο λησμονούν την ευεργεσία, αφού έχουν ξεπεράσει το σοβαρό πρόβλημα, που αντιμετώπισαν, αλλά συχνά στρέφονται εναντίον του ευεργέτη τους. Και εδώ ακριβώς ισχύει η αξεθώριαστη ρήση: «Ουδείς ασφαλέστερος εχθρός του ευεργετηθέντος».

Φαίνεται πως το βάρος της ευεργεσίας θεωρείται από αρκετούς προσβλητικό και ασήκωτο. Και μη μπορώντας ν’ απαλλαγούν από μια τέτοια αδυναμία, στρέφονται κατά του ευεργέτη τους.

Εύλογα έρχεται στο νου μας ο αγιογραφικός λόγος: «Αντί του μάννα χολήν, αντί του ύδατος όξος, αντί του αγαπάν με σταυρώ με προσηλώσατε».

Φυσικό είναι σε τέτοιες περιπτώσεις ο ευεργέτης να νιώθει πικρία, ίσως και να μετανιώνει για τη βοήθεια, που εθελούσια προσέφερε. Ανθρώπινη αδυναμία είναι.

Σε καμία όμως περίπτωση δεν έχει το δικαίωμα ο ευεργέτης να κακολογήσει ή να συμπεριφερθεί εχθρικά προς τον ευεργετηθέντα.

Θα ήταν σπάνια μορφή αρετής να τον αγνοήσει ή και να τον διαγράψει. Αν έτσι συμπεριφερθεί, αυτό σημαίνει την ψυχική του αδυναμία να τηρήσει τον λαϊκό παροιμιακό λόγο: «Κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό».

Πόσοι όμως κατέχουν την υψηλή αυτή αρετή; Πόσοι έχουν τη δύναμη να συγχωρούν για την αχαριστία τους, τους ευεργετουμένους; Αν κάτι τέτοιο συνέβαινε, δικαιολογημένα θα καυχιόμασταν ότι ζούμε σε κοινωνία αγγέλων. Δυστυχώς η κοινωνία των αγγέλων, ιδιαίτερα σήμερα, αλλά και παλιότερα είναι και ήταν σπάνιο είδος. Εξακολουθούμε να μη συνετιζόμαστε από τα λάθη μας, αλλά να συνεχίσουμε να ζούμε ως δούλοι των παθών μας.

Δεν υπήρξε ούτε και θα υπάρξει ποτέ κοινωνία αγγέλων στην πράξη. Πρόχειρα δομημένη και βραχύβια ίσως να υπάρξει. Όμως το πρόχειρο ποτέ δεν ήταν ούτε και θα είναι γνώρισμα ειλικρινούς ανθρωπιάς.