Πριν γεννηθεί το παιδί σου έχεις διάφορες απόψεις. Δημιουργούνται κυρίως όταν κοιτάς πώς συμπεριφέρονται οι άλλοι γονείς. “Εγώ δε θα κάνω αυτό, θα είμαι διαφορετικός” και άλλα τέτοια όνειρα. Θυμάμαι μια φορά είχα πει με στόμφο σ’ ένα φίλο, ότι “οκ, εγώ δε θα βάζω συνέχεια στο παιδί το «Ελεφαντάκι».” Με κοίταξε, μειδίασε και ψέλλισε “αν θα το βάζεις, λέει;”.

Ο Γιώργος Χατζηπιερής, από την Κύπρο, δικηγόρος στο επάγγελμα είναι πίσω από αυτή τη σειρά παιδικών τραγουδιών κάτω από τη φτερούγα του «Τεμπέλη Δράκου». Η σειρά δίσκων έχει ξεκινήσει από το 2005 και εκτός από τον Δεληβοριά, ο Χατζηπιερής έχει συνεργαστεί με την αφρόκρεμα του ελληνικού τραγουδιού. Σαββόπουλος, Ιωαννίδης, Μάλαμας, Δημοσθένους, Τσαλιγοπούλου και πολλές άλλες φωνές διηγούνται τις ιστορίες ενός τεμπέλη δράκου, ενός βουνού που ήθελε να γίνει νησάκι και μιας αλεπούς που δεν ξέρουμε για που το βάζει.

Σε μια σύντομη συνομιλία που είχα μαζί του, αφού πρώτα τον ευχαρίστησα που μας έχει δώσει αυτά τα “σωσίβια”, τον ρώτησα, μεταξύ άλλων, αν τον έχει απασχολήσει ποτέ ότι κανείς δε θα σκεφτεί ποιος είναι ο συνθέτης ενός παιδικού τραγουδιού; Η απάντησή του έχει ενδιαφέρον.

Γιώργος Χατζηπιερής, ο άνθρωπος πίσω από το
Ο Γιώργος Χατζηπιερής.

Ποιο ήταν το δικό σας αγαπημένο παιδικό τραγούδι; Θυμάστε ποια ήταν η σχέση σας, ως παιδί με τη μουσική;
Το σάουντρακ της παιδικής μου ηλικίας, ένα συνονθύλευμα από ετερόκλητους ήχους και μουσικά είδη. Αν υπήρχε αρχαίο Spotify και έπαιζε τη λίστα με τα αγαπημένα θα ακούγαμε: την μητέρα μου να μου τραγουδά το «νανούρισμα του Δράκου», τους Beatles και τους Kinks από το μικρό ραδιοφωνάκι το καλοκαίρι στο σπιτάκι στη θάλασσα. Τη «Συννεφούλα» του Σαββόπουλου. Το «Είμαι ένα γουρουνάκι» από την Παιδική Γωνια του ΡΙΚ. Τον «Απρίλη» του Θεοδωράκη από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Την Αλίκη Βουγιουκλάκη στον «Γλάρο». Τα εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής στην εκκλησία του Χρυσοσώτηρα στην Ακανθού. Το «Σχολείο» με τους Ολύμπιανς. Τα λαϊκά του Καλδάρα από τα τζουκ – μποξ των εξοχικών κέντρων. Τη «Δροσούλα» του Αχιλλέα Λυμπουρίδη. Το «Βατραχάκι μου Μικρό». Τους καρτσιλαμάδες και Κυπριακά ζεϊμπέκικα στους παραδοσιακούς γάμους. Τα κάλαντα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς με τις μυρωδιές του στολισμένου κυπαρισσιού, της τσιμινιάς (παραδοσιακό τζάκι) και των κουραμπιέδων.

Ακούμε μέχρι κάποια ηλικία «παιδική μουσική»; Εσείς, πότε ακούσατε πρώτη φορά για «μεγάλους»;
Μα είναι παρεξήγηση αυτή η διάκριση. Δεν υπάρχει μουσική για παιδιά και μουσική για μεγάλους. Υπάρχει μουσική που μεταφέρει την αλήθεια του δημιουργού ως εκχύλισμα ψυχής και μουσική που εμπεριέχει κίνητρο: εγωιστικό, οικονομικό, πολιτικό υπό την ευρεία έννοια. Για παράδειγμα, τα περισσότερα πρώιμα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, μπορούν να βρουν πρόσφορο έδαφος σε παιδικές ψυχές. Μεταφέρουν την αλήθεια τους κατ’ ευθείαν στον εσωτερικό κόσμο χωρίς στροφές και προσκόμματα. Το ίδιο και με τους Beatles, τους ρεμπέτες και τόσους άλλους.

Αρκετά από τα τραγούδια μου τα έγραψα ως έκφραση της ενήλικης μου πραγματικότητας, αλλά χώρεσαν στους παιδικούς μου δίσκους. Αγαπήθηκαν από τα παιδιά αλλά έλαβαν το στίγμα του «παιδικού τραγουδιού» και αποκλείστηκαν από τα ενήλικα ακροατήρια. Αντίθετα τραγούδια όπως η «Γατούλα» του Μάνου Χατζιδάκι, ο «Ταρζάν» του Γιάννη Μαρκόπουλου, τα “Octapus Garden” και “Yellow Submarine” των Beatles, και πολλά άλλα, πέρασαν στο ενήλικο κοινό και του ξανάδωσαν τη χαμένη αθωότητα και παιδικότητά του. Ονειρεύομαι τη μέρα που οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί θα εντάξουν παιδικά τραγούδια στους καταλόγους τους και τα παιδικά προγράμματα θα παίζουν επιλεγμένα ενήλικα τραγούδια.

Έχει ενδιαφέρον λίγο αυτός ο κύκλος. Από την ενηλικίωση απομακρύνεσαι συνέχεια από τον «παιδικό σου εαυτό» για να ξαναπέσεις με τα μούτρα όταν θα γίνεις γονιός. Το κατάλαβα πολύ πρόσφατα στην περίπτωση μου. Σκέφτεστε πριν γράψετε ένα τραγούδι και τον γονιό;
Αυτή η απομάκρυνση που λέτε, δεν είναι φυσιολογική εξέλιξη αλλά παραμόρφωση. Ξεκινάμε με αθωότητα, με δημιουργική φαντασία, με τη χαρά της ζωής, με περιέργεια. Και έρχονται τα πρέπει και τα μη. Η ομαδοποίηση και η χρησιμοθηρικότητα. Η απαξίωση της ελεύθερης δημιουργικής έκφρασης, της πλάκας, του γέλιου, της χαράς. Από το σπιτι, την κοινωνία, το σχολείο. Σε αυτό το νέο περιβάλλον, η «παιδικότητα» θεωρείται ανωριμότητα και αδυναμία. Ενώ όσοι καταφέρουν να έχουν επικοινωνία με την «παιδική» τους ζώνη, μπορούν να διατηρήσουν φρέσκο και δημιουργικό πνεύμα, να χαρούν τη ζωή και να δώσουν χαρά στους γύρω. Τα τραγούδια μου απευθύνονται λοιπόν όχι στα παιδιά με μικρές ηλικίες αλλά στο παιδί που έχει ο καθένας μέσα του ανεξάρτητα από ηλικία. Κι είναι πολλοί «ενήλικες» που είναι φανατικοί ακροατές.

Όσοι καταφέρουν να έχουν επικοινωνία με την «παιδική» τους ζώνη, μπορούν να διατηρήσουν φρέσκο και δημιουργικό πνεύμα, να χαρούν τη ζωή και να δώσουν χαρά στους γύρω.

Σας έχει απασχολήσει ποτέ ότι κανείς δε θα σκεφτεί ποιος είναι ο συνθέτης ενός παιδικού τραγουδιού; Όλοι θα μείνουν στο θέμα ή στη φωνή.
Τις προάλλες καθώς ανέβαινα πρωί την Ερμού για να πάρω ταξί από το Σύνταγμα πέρασα δίπλα από πολλά μικρά παιδιά που στεκόντουσαν με τις δασκάλες τους στην άκρη, αναμένοντας να συγκεντρωθούν για να πάνε ίσως σε κάποιο μουσείο. Τα παιδιά σιγοψυθύριζαν ένα από τα τραγούδια μου και σκέφτηκα τί ωραία που θα ήταν αν πήγαινα να τους πω ποιός είμαι, να μιλήσουμε, να τραγουδήσουμε, να βγάλουμε φωτογραφίες…..Θα τους έφτιαχνα τη μέρα και θα μου έφτιαχναν κι αυτά τη δική μου. Πήγα να πλησιάσω τις δασκάλες αλλά ξαφνικά με διαπέρασε ένα ρίγος.

Γιατί;
Πως θα το αποδείξω; Κι αν με πάρουν για μυστήριο και και καταλήξω σε κάποιο κρατητήριο της αστυνομίας; Απομακρύνθηκα σιωπηλά. Ήταν η πρώτη φορά που ζήλεψα τα τραγούδια μου. Κατά τ’ άλλα ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να χρησιμοποιήσω τα τραγούδια μου για να προβάλω τον εαυτό μου. Η αφάνεια είναι μια συνθήκη που με διευκολύνει ίσως λόγω και του νομικού μου επαγγέλματος. Από αυτή την άποψη είμαι πολύ ευγνώμων προς τους ερμηνευτές που χαρίζουν πρόσωπο στα τραγούδια.

Ποια είναι τα συστατικά για να γράψεις ένα παιδικό τραγούδι; Χρειάζεται να ξαναβρείς τη χαμένη αφέλεια σου για αρχή;
Το κυριότερο συστατικό είναι ο σεβασμός. Η απαξίωση κάθε μορφής εξουσίας και ανωτερότητας. Η αποφυγή του πειρασμού της διδαχής. Δηλαδή πρέπει να επικοινωνήσεις ως ίσος προς ίσο. Μετά είναι η απόλυτη ειλικρίνεια, η καταβύθιση στον βαθύ εσωτερικό κόσμο και η επαφή με μια πρωτόλεια ύλη που όταν την αγγίξεις σου δίνει φτερά και πλημμύρα συναισθημάτων.

Για να δέσει το γλυκό χρειάζονται και γενναίες δόσεις από φρεσκάδα, πρωτοτυπία, απλότητα, αμεσότητα, ποιότητα και τέλος συνεργάτες με καλοσύνη, ταλέντο, χαρά και χάρη. Δεν μπορεί να είσαι ειλικρινής και να γράψεις αν δεν μπεις σε μια διαδικασία αυτοκάθαρσης και θετικής σκέψης. Απ΄αυτή την άποψη η ενασχόληση μου με το παιδικό τραγούδι νιώθω να με ωφελεί και σε προσωπικό επίπεδο, με διορθώνει ως άνθρωπο και μου δίνει το μέτρο και το σήμα της ευθείας γραμμής.

Η σειρά με τον Τεμπέλη Δράκο ξεκίνησε το 2005. Πολλά τραγούδια είναι ήδη κλασικά. Μπορεί να πει κανείς ότι ευτυχώς βρέθηκε ένας άνθρωπος να γράψει παιδικό τραγούδι, με ωραίες εκτελέσεις, χωρίς να έχει συνθεσάιζερ και μόνο μια χορωδία από παιδιά να κάνουν φτηνές επανεκτελέσεις. Ήταν αυτός ο αρχικός σας στόχος;
Ναι, αυτός ήταν.

Νιώθετε να σας συνδέει κάτι με τη “Λιλιπούπολη”;
Η “Λιλιπούπολη” υπήρξε μια πολύ σημαντική στιγμή για το Ελληνικό τραγούδι. Άνοιξε πόρτες και παράθυρα σε νέα τοπία και γέμισε η ζωή μας φρεσκάδα,φαντασία, χρώμα και μελωδία. Κυρίως απενοχοποίησε το παιδικό τραγούδι και έδωσε το μέτρο με το οποίο πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα παιδιά. Εξακολουθεί να είναι ένα σύγχρονο αξεπέραστο έργο. Όταν ξεκίνησα να γράφω παιδικά τραγούδια, δεν μπήκα στη διαδικασία να αναμετρηθώ με τα τραγουδια της “Λιλιπούπολης”. Η πρωτοτυπία και αυθυπαρξία είναι για μένα θέμα ζωτικής ανάγκης. Όμως, λόγω της Λιλιπούπολης και μερικών άλλων σημαντικών δουλειών που ακολούθησαν, βρήκε ο “Τεμπέλης Δράκος” έφορο έδαφος. Υπάρχει και μια άλλη εντελώς ρεαλιστική σύνδεση με τη Λιλιπούπολη. Ο Νίκος Κυπουργός, που είναι πολύ καλός φίλος και προσφέρει απλόχερα το ταλέντο, τη γνώση και εμπειρία του σε ότι του ζητήσουμε.

Γιώργος Χατζηπιερής, ο άνθρωπος πίσω από το
Still από το βιντεοκλίπ του “Τεμπέλη Δράκου”  ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΙΟΓΚΑΣ & ΦΩΚΙΩΝ ΞΕΝΟΣ

Σε όλους τους δίσκους συμμετέχουν όλες οι μεγάλες φωνές του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού. Πώς σας φάνηκε η συνεργασία μαζί τους;
Το κριτήριο επιλογής δεν ήταν η διασημότητα αλλά το κάθε τραγούδι να βρει τη φωνή που θα του φόραγε το κατάλληλο κοστουμάκι για να βγει έξω στον κόσμο. Οι μεγάλες φωνές που λέτε, υπηρετούν για χρόνια το Ελληνικό τραγούδι με εντιμότητα και επαγγελματισμό και έχουν αφήσει ένα σημαντικό αποτύπωμα. Έτσι ήταν πιο εύκολο να ταιριάξουν τα τραγούδια με φωνές που ξέραμε την κάθε τους εκφραστική λεπτομέρεια και δυνατότητα. Πέρα από αυτό, οι περισσότεροι είναι και πολύ καλοί φίλοι οπότε η συνεργασία δεν ήταν τυπική διαδικασία αλλά εορταστική συνεύρεση.

Ζούμε σε μια εποχή με πολλά αδιέξοδα. Παλιώνουν πολύ πιο γρήγορα τα πράγματα, ο κόσμος δεν έχει υπομονή, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί παραπάνω από 10 λεπτά σε κάτι, μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο είναι εύκολο να βρεθεί χώρος για τους παραμυθάδες;
Όντως υπάρχει ιλιγγιώδης εξέλιξη, καταιγισμός άχρηστης πληροφόρησης και εναλλασσόμενης εικόνας. Και δυστυχώς αυτή η «τηλεοπτική» και «φέισμπουκ» οπτική έχει παρεισφρήσει στον τρόπο που βλέπουμε, (ή ακριβέστερα, δεν βλέπουμε) τα πράγματα. Όλο αυτό όμως καταλήγει σε ένα κενό. Αν αφιερώσεις 2 ώρες να διαβάσεις ένα καλό βιβλίο, να δεις μια καλή ταινία, να περπατήσεις στη φύση (χωρίς το κινητό στο χέρι) γεμίζεις από ένα αίσθημα πληρότητας και ικανοποίησης. Αντίθετα αν σπαταλήσεις 2 ώρες σκρολάροντας στα διάφορα κοινωνικά δίκτυα καταλήγεις με μια μαύρη τρύπα η οποία μεγαλώνει συνεχώς λόγω εθισμού. Αυτό το κενό, αυτή η μαύρη τρύπα είναι και η ελπίδα και ο στόχος για τους παραμυθάδες. Γιατί ο κόσμος κάποια στιγμή αποζητά το αντίβαρο, αυτό που θα τον φέρει σε μια ισορροπία. Φτάνει να υπάρχει ποιότητα και ουσία στο παραμύθι.

Τελευταίος δίσκος ήταν το 2019. Πότε να περιμένουμε κάτι καινούριο;
Τα καινούργια τραγούδια του “Τεμπέλη Δράκου” είναι έτοιμα, περιφέρονται στον αυλόγυρο και περιμένουν να ανοίξει η καγκελόπορτα για να βγουν στον κόσμο. Έγινε μια μικρή αναστολή λόγω των ειδικών συνθηκών. Δεν ήθελα η ηχογράφηση και παραγωγή να γίνει εν μέσω μέτρων, μασκών, περιορισμών και φόβου. Μόλις επανέλθουμε στους φυσιολογικούς μας ρυθμούς θα μπούμε στα στούντιο, θα έρθουν οι ηχολήπτες, μουσικοί, οι ερμηνευτές και τα παιδιά της χορωδίας, θα ανοίξουν οι κονσόλες, θα τοποθετηθούν τα μικρόφωνα και θα γίνει ένα τρελό πανηγύρι.

Μιας και το 2021 ήταν μια πολύ δύσκολη χρονιά, θα κρατήσετε κάτι από αυτή, νιώθετε κάπου σοφότερος;
«Αν δεν είσαι ευχαριστημένος με αυτά που έχεις, δεν θα είσαι ποτέ ευχαριστημένος με όσα κι αν έχεις». Νομίζω πως όλοι έχουμε συνειδητοποιήσει πως αυτό που βιώναμε, προ κορονοϊού, με τα πάνω και τα κάτω του, ήταν πολύτιμο. Αναπολούμε με νοσταλγία τη «φυσιολογική ζωή» και κακίζουμε τους εαυτούς μας που δεν εκτιμούσαμε δεόντως την ελευθερία κινήσεων και άνεση που είχαμε. Με το καλό να περάσει η φουρτούνα με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, άμεσες και παράπλευρες, να αφήσουμε πίσω την απληστία και τη ζηλοφθονία και να ρίξουμε το βάρος στην ουσία, στην αρμονική συνύπαρξη με το περιβάλλον και τους γύρω μας.

Πηγή: news247.gr