Η «ΜΗΔΕΙΑ», Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ, ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΣΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΦΙΛΙΠΠΩΝ

 

Για περίπου δύο ώρες, το βράδυ της Τρίτης 25 Ιουλίου 2017, το πολυπληθές κοινό στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων παρακολούθησε καθηλωμένο την παράσταση «Μήδεια» του Ευριπίδη, από το Θέατρο Τέχνης και το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων, σε μετάφραση Γιώργου Χειμωνά και σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη, στο πλαίσιο του 60ου Φεστιβάλ Φιλίππων.

Η πασίγνωστη ιστορία της παιδοκτόνου Μήδειας είναι ταυτόχρονα και η διαχρονική ιστορία της βαρβαρότητας του έρωτα (όπως είναι ο υπότιτλος της παράστασης), της ερωτικής εκδίκησης, των ορίων που ξεπερνάει ο άνθρωπος για τον έρωτα. Είναι η ιστορία για τον έρωτα, το «μέγα κακό που σπαράζει τους ανθρώπους» (σύμφωνα με τους στίχους τους τραγουδιού του Γιώργου Χειμωνά σε μουσική Σταμάτη Κραουνάκη), για τους όρκους αιώνιας αγάπης και πίστης που καταπατήθηκαν, για όλα αυτά τα «για πάντα» που μετατράπηκαν σε «ποτέ», για όσα όνειρα ερωτευμένων δεν υλοποιήθηκαν. Είναι η ιστορία της βάρβαρης πλευράς που ξυπνάει μέσα στον άνθρωπο ο έρωτας, που σαν δαίμονας αλλάζει το χαρακτήρα και ξυπνάει άγρια ένστικτα εκδίκησης απέναντι στην ερωτική προδοσία. Στο διάβα των αιώνων οι άνθρωποι ερωτεύονται, προδίδουν και προδίδονται, μισιούνται, τσακίζονται, πέφτουν και σηκώνονται με τον ίδιο τρόπο. Και αυτή η προδοσία ξυπνάει σκοτεινές και άγριες πλευρές σε κάθε χαρακτήρα, γιατί «δεν υπάρχει οργή πιο φοβερή και αθεράπευτη από αυτήν που γεννιέται ανάμεσα σε ανθρώπους που είχαν αγαπηθεί».

«Θέλω να με μισείς» είναι η συγκλονιστική φράση της Μήδειας προς τον Ιάσονα και αυτή η επιθυμία καθοδηγεί τις πράξεις της. Η ίδια, σύμφωνα με τον μύθο, πρόδωσε τα πάντα για τον αγαπημένο της, οικογένεια και πατρίδα, σκότωσε με φρικτό τρόπο τον αδερφό της, απαρνήθηκε την καταγωγή της και ακολούθησε τον Ιάσονα πίσω στην Ελλάδα. Και όταν έρθει η ώρα που θα βιώσει την προδοσία από την πλευρά του Ιάσονα μετατρέπεται σε μια «βάρβαρη». «Δύο φορές βάρβαρη η Μήδεια, από καταγωγή και από έρωτα» γράφει στον πρόλογο της μετάφρασής του ο Γιώργος Χειμωνάς. Η ίδια η Μήδεια στην αρχή της παράστασης δεν είναι αποφασισμένη για εκδίκηση. Ακόμη ελπίζει… Όμως ο αλαζονικός Ιάσονας ξυπνάει μέσα της έναν άλλο εαυτό, η Μήδεια γίνεται «ξένη», όπως «ξένος» είναι πια για αυτή και ο Ιάσονας. Κι αυτός ο ξένος εαυτός της Μήδειας την οδηγεί στη δολοφονία της νέας αγαπημένης του Ιάσονα Γλαύκης και του πατέρα της, βασιλιά της Κορίνθου, Κρέοντα, αλλά και των δύο παιδιών που απέκτησαν μαζί με τον Ιάσονα. Στην παράσταση της Μαριάννας Κάλμπαρη δεν υπάρχουν μικρά παιδιά επί σκηνής, αλλά υπάρχουν δύο μεγάλα αγόρια όπως τα φαντάζεται η ίδια η Μήδεια ότι θα γινόντουσαν όταν θα μεγάλωναν. «Δεν είναι μικρά παιδιά ακριβώς, γιατί δεν θέλαμε να κρατήσουμε τον συμβολικό χαρακτήρα, ότι δεν σκοτώνει τα παιδιά της κυριολεκτικά. Σκοτώνω σημαίνει ότι κάνω ό,τι πιο ακραίο γίνεται για να σε πονέσω. Κόβω ό,τι με συνδέει μαζί σου, ό,τι φτιάξαμε μαζί, για να μπορέσω να βγάλω από μέσα μου τον πόνο και να τον κοιμίσω, γιατί δεν αντέχω. Για να μπορέσω να φύγω και να σε ξεπεράσω, σκοτώνω ό,τι με συνδέει μαζί σου», ανέφερε για αυτή την επιλογή σε πρόσφατη συνέντευξή της η κ. Κάλμπαρη.

Στην παράσταση πέρα από το μύθο της Μήδειας μέσω της άκρως ποιητικής μετάφρασης του Γιώργου Χειμωνά, παρουσιάζονται ακόμη ως ένθετα στα στάσιμα του έργου κείμενα και ποιήματα αρχαιοελληνικής γραμματείας (Πλάτων, Θεόκριτος, Παρθένιος, Πλούταρχος, Σαπφώ, Αρχίλοχος, Μελέαγρος κ.ά) σε μετάφραση – απόδοση Μαριάννας Κάλμπαρη και Έλενας Τριανταφυλλοπούλου. Κείμενα για τον έρωτα με διαχρονική αξία, όπως το εξής απόσπασμα του Πλούταρχου που ακούστηκε στο Αρχαίο Θέατρο των Φιλίππων: «Ο έρωτας δε γεννιέται, ούτε πεθαίνει μονομιάς. Ο έρωτας σαν το θυμό σιγά-σιγά φουντώνει και λειώνει μέσα μας. Και σαν αγγίξει την ψυχή, δεν την εγκαταλείπει. Ακόμη κι αν μαραθεί από το χρόνο ή από τη λογική, δεν την εγκαταλείπει. Αφήνει μέσα της, όπως αφήνουν πίσω τους οι κεραυνοί, μια φωτιά που σιγοκαίει. Ακόμη κι η βαθιά λύπη έρχεται και φεύγει. Ακόμη κι η άγρια οργή υποχωρεί κι εξαφανίζεται. Ακόμη κι ο πόθος ο αχόρταγος, έρχεται η ώρα που ησυχάζει. Τού έρωτα όμως η πληγή, μένει ανοιχτή ακόμη κι όταν το θηρίο απομακρυνθεί. Και κανείς δε μπορεί να πει τι ήταν, πώς ξεκίνησε και πώς βυθίστηκε του θηρίου το κεντρί τόσο βαθιά μες την ψυχή».

Το σκηνικό της παράστασης ένα μεγάλο περιστρεφόμενο κρεβάτι στο κέντρο της σκηνής, το οποίο στο τέλος μετατρέπεται στο άρμα διαφυγής της Μήδειας, και αραδιασμένες κυκλικά ξύλινες καρέκλες. Δεκαπέντε ηθοποιοί και τέσσερις μουσικοί (οι οποίοι αποτελούσαν μέρος του κυκλικού χορού) απέσπασαν το παρατεταμένο χειροκρότημα στο τέλος της παράστασης από το κοινό στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων. Εντυπωσιακή ως Μήδεια η Μαρία Ναυπλιώτου, ενώ ξεχώρισε ακόμη η ταυτόχρονη παρουσία επί σκηνής της Βάρβαρης (του άλλου εαυτού της Μήδειας) με την Αλεξάνδρα Καζάζου στο ρόλο. Ο Χάρης Φραγκούλης ενσάρκωσε τον Ιάσονα, ο Αλέξανδρος Μυλωνάς τον Κρέοντα, ο Γεράσιμος Γεννατάς τον Αιγέα, η Θεοδώρα Τζίμου τη Γλαύκη (η οποία αποτέλεσε προθήκη της σκηνοθέτριας, καθώς δεν υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο, αν και είναι και η ίδια θύμα του έρωτα), ενώ η σκηνοθέτρια της παράστασης Μαριάννα Κάλμπαρη έπαιξε το ρόλο της τροφού… Ιδιαίτερη συμβολή στη δημιουργία ατμόσφαιρας είχε η μουσική του Παναγιώτη Καλατζόπουλου, αλλά και η εντυπωσιακή εναλλαγή φωτισμών της Στέλλας Κάλτσου.

 

Θανάσης Σιουτόπουλος