ΑΡΘΡΟ

Του Γ.Κ. Χατζόπουλου

Τ. Λυκειάρχη

 

  • «Η Δράμα εν λίθοις και μνημείοις σωζομένοις φθέγγεται την Ελληνικότητά της»

 

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Ασφαλώς το ενδιαφέρον μου δεν εστιάστηκε μόνον στις αρχαιότητες της Πλατανιάς, επεκτάθηκε στις αρχαιότητες της Αδριανής, του Νικηφόρου, της Μυρτούσας, του Τείχους, του Καλαμπακίου, του Δοξάτου, της Καλής Βρύσης, της Προσοτσάνης.

Έβλεπα στις περιηγήσεις τόσο την πόλη της Δράμας, όσο και στην ύπαιθρο διάσπαρτες αρχαιότητες, οι οποίες κινδύνευαν τόσο από τον πανδαμάτορα χρόνο, όσο και από τους ίδιους τους ανθρώπους, οι οποίοι από άγνοια και με ευκολία θα μπορούσαν είτε να τις χρησιμοποιήσουν ως οικοδομικό υλικό είτε και για άλλη χρήση. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Καλαμπακίου, όπου σ’ ένα παλιό σπίτι εντόπισα ως σκαλοπάτι μια ρωμαϊκή επιγραφή, ενώ στο Δοξάτο, στην παλιά εκκλησία στο κάτω μέρος του εικονοστασίου υπάρχει ρωμαϊκή επιγραφή, ενώ η Αγία Τράπεζα του ιερού ναού του Αγίου Αθανασίου έχει ως βάθρο της αρχαίο βωμό.

Στην πόλη της Δράμας και στον ιερό ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό σπαράγματα ρωμαϊκών επιγραφών.

Στο χωριό Μικρόπολη είδα μια μεγάλη σαρκοφάγο με ρωμαϊκή επιγραφή, η οποία χρησιμοποιούνταν ως ποτίστρα ζώων.

Στην πόλη της Δράμας το βάθρο του αγάλματος του θεού Διονύσου χρησιμοποιήθηκε ως σκεύος νερού, φέρει δε τη χαρακτηριστική επιγραφή: (ΑΝ) ΔΡΟΚΛΕΟΥΣ ΙΕΡΗΤΕΥΣΑΣ ΔΙΟΝΥΣΩ.

Θα συνεχίσω την αναφορά μου με τα ειδώλια τα προερχόμενα από το νεολιθικό οικισμό Δοξάτ’ Τεπέ (=κορυφή του Δοξάτου). Θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω λίγες γραμμές γι’ αυτά τα ειδώλια.

Εδίδασκα το 1968 Όμηρο στη Β’ τάξη του Λυκείου Καλαμπακίου. Σχολιάζοντας τους στίχους 419-420 από τη Ραψωδία Ζ’ της Ιλιάδας: «ηδέ επί σήμ’ έχεεν περί δε πτελέας εφύτευσαν νύμφαι ορεστιάδες = κατασκευάσανε μνημούρι και γύρω φυτέψανε φτελιές (= καραγάτσια) οι ορεστιάδες νύμφες» κάποιος από τους μαθητές μου πήρε το λόγο και είπε: «τέτοιο υψωματάκι, που γύρω γύρω έχει φτελιές, υπάρχει κοντά στον ξηροχείμαρρο του χωριού μας προς την περιοχή του Δοξάτου».

Ζήτησα από το μαθητή μου το απόγευμα να με οδηγήσει στον αναφερόμενο τόπο. Ήρθαν και άλλοι. Μόλις φτάσαμε εκεί, εντόπισα αφθονία οστράκων. Διαπίστωσα ότι βρισκόμουν μπροστά σ’ έναν νεολιθικό οικισμό. Συμβούλεψα τους μαθητές μου να συλλέξουν με προσοχή κάποια όστρακα. Ανάμεσα σ’ αυτά βρήκαν και δύο πήλινα κεφαλάκια. Ήταν αποτμήματα νεολιθικών ειδωλίων. Συγκινήθηκα. Τους μίλησα με λίγα λόγια τι ακριβώς βρήκαν. Εντυπωσιάστηκαν για τα ευρήματά τους. Δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι ο τόπος τους είχε ιστορία πάνω από επτά χιλιάδες χρόνια. Ιστορία Ελληνική. Ένιωσαν υπερήφανοι.

Πήραμε με φόβο Θεού τα λίγα ευρήματα και τα φέραμε στο χωριό, όπου, αφού τα καθαρίσαμε με προσοχή από το πρόσθετο χώμα, τα παραδώσαμε στον τότε Πρόεδρο της Κοινότητας ενημερώνοντάς τον για την τεράστια ιστορική σημασία των ευρημάτων.

Ένα από τα ειδώλια εκείνα, το ανθρωπόμορφο, με εισήγησή μου στην τότε Κινηματογραφική Λέσχη Δράμας, που αναζητούσε να καθιερώσει έμβλημα, έγινε με χαρά αποδεκτό και, αφού το συνόδευσα με το σύντομο ιστορικό του, μπήκε στο εξώφυλλο του προγράμματος και στη συνέχεια η Κινηματογραφική Λέσχη έκανε ασημένια ομοιώματά του και τα απένεμε σ’ όσους διακρίνονταν στον κινηματογραφικό διαγωνισμό που οργάνωνε. Το ίδιο ειδώλιο έγινε εξώφυλλο το 1980 στο περιοδικό ΔΡΑΜΙΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ με εισήγησή μου.

Και ενώ τα ειδώλια είχαν τοποθετηθεί με φροντίδα του Προέδρου σε ειδική προθήκη, πληροφορήθηκε την ύπαρξή τους η ΙΗ’ Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Εφορεία, επισκέφθηκε το Καλαμπάκι, τα παρέλαβε και τα μετέφερε στο αρχαιολογικό μουσείο της Καβάλας για περισσότερη ασφάλεια. Δυστυχώς η Δράμα τότε ανήκε στην Αρχαιολογική Εφορεία Καβάλας, αλλά και ούτε διέθετε Μουσείο για να στεγάσει με ασφάλεια την επτακισχιλιόχρονη ιστορία της. Σήμερα τα ειδώλια αυτά βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Δράμας.

(συνεχίζεται…)