Σε ωρολογιακή βόμβα εξελίσσεται για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις το κύμα ακρίβειας σε ενέργεια και είδη πρώτης ανάγκης. Οι τιμές στα βασικά είδη. Σε απόγνωση οι καταναλωτές.

Μια χωριάτικη σαλάτα σε σουβλατζίδικο στην Αστόρια κοστίζει λίγο πάνω από 10 δολάρια ενώ μια μερίδα γύρος έχει γύρω στα 14 δολάρια. Αυτά στις ΗΠΑ όπου ο πληθωρισμός τρέχει με 8,2% τον Απρίλιο, με τους ‘έμμεσους φόρους πιο χαμηλά από την ΕΕ και τα επιτόκια να ανεβαίνουν σταδιακά όπως και τις αγωνίες για την πορεία της ανάπτυξης. Όσο κι αν όλα αυτά φαίνονται μακρινά δείχνουν ίσως το δρόμο και για την καθ ημας Ανατολή. Ουσιαστικά εάν συνεχιστεί η υφιστάμενη τάση, τέτοιες τιμές δεν είναι μακρινή εικόνα.

Ήδη, παράγοντες της αγοράς βλέπουν συνέχεια στο κύμα ανατιμήσεων, με τους τιμοκαταλόγους στα σούπερ μάρκετ ενόψει του Ιουνίου να είναι ανεβασμένοι. Ουσιαστικά, όπως σημειώνουν, από την ώρα μια ανατίμησης σε ένα προϊόν λόγω κόστους παραγωγής κι ενέργειας, περνούν δυο με τρεις μήνες για να περάσουν στο ράφι, καθώς μέχρι την εξάντληση των παλιών στοκ και με τα “φρένα” που προσπαθεί να βάλει η αγορά (προμηθευτές – λιανέμποροι) ώστε να κρατήσει τη ζήτηση ενεργή μεσολαβεί ένα μικρό διάστημα. Έτσι οι τωρινές αναμενόμενες ανατιμήσεις αποτυπώνουν την εκτόξευση κόστους στα προϊόντα κατά τους πρώτους μήνες του χρόνου (Ιανουάριος – Φεβρουάριος). Άρα ακόμη ο δρόμος είναι μακρύς, αν ρίξει μια ματιά σε κόστη πρώτων υλών και ενέργειας κατά τους μήνες Μάρτιος και Απρίλιος. προαναγγέλλοντας νέες αυξήσεις τιμών.

Πληθωρισμός “φωτιά”

Χαρακτηριστική η αναφορά, χθες, του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα στον Ρ/Σ Real Fm, που παρέπεμψε σε πιο δυσοίωνες προβλέψεις διεθνών οργανισμών όπως πχ η Κομισιόν με εκτίμηση στο 6,3%.

Υπενθυμίζεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος στο ακραίο της σενάριο βλέπει πορεία πάνω από 7% σε ετήσια βάση φέτος, ενώ το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή έχει πρόβλεψη ακόμη και για ποσοστό πάνω από 11%.

Τι λέει η αγορά;

Όπως μάλιστα τονίζουν οι αναλυτές της Alpha Bank στην εβδομαδιαία έκθεσή τους οι εαρινές προβλέψεις της ΕΕ για τον πληθωρισμό είναι σημαντικά αυξημένες σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις του φθινοπώρου του 2021. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) αναμένεται ότι θα αυξηθεί κατά 6,3% το 2022 και κατά 1,9% το 2023, από 1% και 0,4%, αντίστοιχα . Για τον ΕνΔΤΚ της ΕΕ-27 η Επιτροπή αναμένει αύξηση κατά 6,8% το 2022 (+4,3 π.μ.) και 3,2% το 2023 (+1,6 π.μ.). Όπως σημειώνουν, “προκειμένου να συνεχιστεί η ανάκαμψη των ευρωπαϊκών οικονομιών μετά την πανδημική κρίση, απαιτούνται παρεμβάσεις τόσο σε επίπεδο νομισματικής, όσο και δημοσιονομικής πολιτικής.

Η νομισματική πολιτική, αφενός, θα πρέπει να εξασφαλίσει τη σταθερότητα των τιμών μεσοπρόθεσμα αλλά και να συγκρατήσει τις πληθωριστικές προσδοκίες. Το γεγονός, ωστόσο, ότι ο πληθωρισμός στην Ευρώπη είναι κυρίως «εισαγόμενος» πληθωρισμός κόστους την καθιστά λιγότερο αποτελεσματική, καθώς η πολιτική ανόδου των επιτοκίων με σκοπό τη συγκράτηση του πληθωριστικών πιέσεων εξασθενεί ταυτόχρονα τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης” τονίζει η ανάλυση της συστημικής τράπεζας που προσθέτει:

Οι προσδοκίες των επιχειρηματιών για την εξέλιξη των τιμών τους επόμενους μήνες, στην Ελλάδα, ακολουθούν έντονα ανοδική τροχιά, από το δεύτερο τρίμηνο του 2021 και μετά.”

Χωρίς αναστροφή η κατάσταση

Όπως χαρακτηριστικά, πάντως, ανέφερε μιλώντας σε συνέντευξη τύπου χθες ο επικεφαλής της μεγάλης αλυσίδας οργανωμένου λιανεμπορίου ΜΕΤΡΟ ΑΒΕΕ Αριστοτέλης Παντελιάδης οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν δυσκολίες. “Δεν είμαι αισιόδοξος ότι θα δούμε αντιστροφή της κατάστασης φέτος. Εξαρτάται από λήξη του πολέμου. Ισως να δούμε μόνο το ταβανι, αλλά σε θα αλλάξει αυτή η εικόνα” σημείωσε.

Οι αιτίες

Σύμφωνα, δε, με τους αναλυτές της Alpha, “οι παράγοντες που αναμένεται να καθορίσουν την εξέλιξη του πληθωρισμού τους επόμενους μήνες είναι: α) η διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, οι επακόλουθες διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες και οι πληθωριστικές πιέσεις, κυρίως στα προϊόντα ενέργειας και β) ο σχηματισμός των προσδοκιών των οικονομικών μονάδων, καθώς ο τρόπος με τον οποίο τόσο οι καταναλωτές, όσο και οι επιχειρήσεις περιμένουν ότι θα εξελιχθούν οι τιμές στο μέλλον επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο δαπανούν, δανείζονται και επενδύουν τα χρήματά τους σήμερα.

Μεσοπρόθεσμα, η διαμόρφωση έντονα πληθωριστικών προσδοκιών από τους οικονομικούς παράγοντες ενδέχεται να συμβάλει σε μία σπειροειδή εξέλιξη τιμών και μισθών, οδηγώντας στο φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού.”

Οι τιμές σε βασικά είδη

Πάντως η ναρκοθέτηση των εισοδημάτων καλά κρατεί με τα πορτοφόλια των καταναλωτών εμφανίζονται ολοένα και πιο άδεια.

Ενδεικτικά είναι τα τελευταία στατιστικά δελτία τιμών του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (ΟΚΑΑ), ημερομηνίας 25 Μαΐου, για τις τιμές χονδρικής σε φρούτα, λαχανικά και κρέατα.

Άνηθος και μαϊντανός πωλούνται με επικρατούσα τιμή στα 0,28 ευρώ, από 0,23 ευρώ πέρυσι, ενώ τα βλήτα κοστίζουν πλέον 1,50 ευρώ, όταν πέρυσι κυμαίνονταν στα 0,80 ευρώ και την περασμένη εβδομάδα στα 1,40 ευρώ. Στα καρότα η επικρατούσα τιμή είναι στα 0,50 ευρώ από 0,40 ευρώ πέρυσι, τα φρέσκα κρεμμυδάκια πωλούνται πλέον έναντι 0,80 ευρώ, από 0,70 ευρώ τέτοια εποχή πέρυσι, ενώ τα ξερά κρεμμύδια νέας σοδειάς έχουν αυξηθεί στα 0,70 ευρώ από 0,53 ευρώ που πωλούνταν την περασμένη χρονιά.

Στα 0,35 ευρώ κυμαίνεται η τιμή στα λάχανα από 0,30 ευρώ πέρυσι, ενώ για τις μελιτζάνες (φλάσκες), η επικρατούσα τιμή διαμορφώνεται στο 1,00 ευρώ, από 0,60 ευρώ πέρυσι. Με 0,60 ευρώ αγοράζει πλέον κανείς παντζάρια έναντι 0,50 ευρώ την περασμένη χρονιά, ενώ στα 0,75 ευρώ κυμαίνεται η επικρατούσα τιμή στα ραδίκια (άγρια καλλιεργούμενα), από 0,60 ευρώ πέρυσι. Για 0,70 ευρώ πωλείται το σπανάκι, έναντι 0,60 ευρώ πέρυσι, ενώ αντίστοιχα, η επικρατούσα τιμή για τις τομάτες είναι στα 0,70 ευρώ, από 0,60 ευρώ πέρυσι.

Πιο ακριβά πωλούνται και τα φασολάκια, με τα τσαουλιά να κυμαίνονται στα 2,00 ευρώ από 1,80 ευρώ πέρυσι και τα μπαρμπούνια στα 2,00 ευρώ από 1,30 ευρώ πέρυσι. Στα 0,75 ευρώ κυμαίνεται η επικρατούσα τιμή στα λεμόνια, από 0,55 ευρώ πέρυσι, ενώ τα αχλάδια (κρυστάλλια) κυμαίνονται στα 1,40 ευρώ από 1,15 ευρώ πέρυσι. Έναντι 2,30 ευρώ πωλούνται τα πρώιμα βερίκοκα από 2,00 ευρώ πέρυσι, ενώ για τα πορτοκάλια (βαλέντσια) η επικρατούσα τιμή είναι στα 0,50 ευρώ, από 0,45 ευρώ την περασμένη χρονιά. Οι, δε, φράουλες από 1,20 πέρυσι είναι στο 1,50 φέτος. Και βέβαια αυτές είναι οι τιμές χονδρικής και άρα στο ράφι είναι τουλάχιστον διπλάσιες.

Ανεβασμένες εμφανίζονται οι τιμές και στα κρέατα. Σύμφωνα πάντα με το δελτίο τιμών του ΟΚΑΑ, τα γιδοπρόβατα πωλούνται με επικρατούσα τιμή τα 3,90 ευρώ (το κιλό), όταν το εύρος τιμών το 2021 κυμαινόταν μεταξύ 3,00 και 3,55 ευρώ. Στα χοιρινά (εγχώρια μαδητά μισάδια) η επικρατούσα τιμή είναι στα 2,85 ευρώ, από 2,20-2,40 ευρώ το 2021 και 2,40-2,60 ευρώ το 2020, ενώ ανοδικά κινούνται οι τιμές και στα χοιρινά εισαγωγής. Τα μαδητά μισάδια εξωτερικού πωλούνται με επικρατούσα τιμή τα 2,85 ευρώ, από 2,30 -2,50 ευρώ την περασμένη χρονιά, ενώ το εγχώριο μοσχάρι είναι στο 6,30 από 5- 5,60.

Πτώση στην κατανάλωση

Τούτων δοθέντων με την ανασφάλεια να κυριαρχεί οι επιπτώσεις στην κατανάλωση γίνονται ολοένα και πιο αισθητές με τους όγκους να πέφτουν, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε και ο κ. Παντελιάδης.

Υπενθυμίζεται όμως ότι η τάση για το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων ήταν αρνητική και κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2022, όπως και την περίοδο του Πασχα που παραδοσιακά ήταν από τις καλύτερες. Πώς αλλιώς άλλωστε να τα βγάλουν πέρα οι καταναλωτές όταν οι αυξήσεις τιμών σε ενέργεια και καύσιμα, έχουν συρρικνώσει την αγοραστική τους δύναμη, “τραβώντας” το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος ειδικά των πιο αδύναμων.

Πηγή: news247.gr