Στέργιος Κωνσταντίνου
Δικηγόρος – Πολιτικός Επιστήμονας
Τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου 2022, η Ομοσπονδία της Ρωσίας εισέβαλε στα Ουκρανικά εδάφη. Η στιγμή της ανακοίνωσης της εισβολής αυτής από τον Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, στις 05.00 π.μ., αποτελεί το καταλυτικό γεγονός με το οποίο θα αλλάξει ριζικά ο συσχετισμός δυνάμεων και επιρροών τόσο στην Ευρώπη όσο και στον κόσμο.
Από την άλλη πλευρά μια αιματηρή εισβολή μαίνεται στην Ευρώπη, για πρώτη φορά για τον 21ο αιώνα, η οποία σύμφωνα με τον ΟΗΕ έχει ήδη 1.058 θύματα – αμάχους (εκ των οποίων οι 351 νεκροί) και δημιούργησε μια από τις ταχύτερα εξελισσόμενες προσφυγικές κρίσεις στην Ευρώπη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Από την άλλη πλευρά, η Ομοσπονδία της Ρωσίας έχει χάσει περί των 11.000 στρατιωτών ενώ η οικονομία της δέχεται σοβαρά χτυπήματα.
Πώς φτάσαμε εδώ;
Εν γένει η ιστορία των της Ουκρανίας και της Ρωσίας ξεκινάει 10 αιώνες πριν, όταν το Κίεβο, η σημερινή πρωτεύουσα της Ουκρανίας, βρισκόταν στο κέντρο του πρώτου σλαβικού κράτους με την ονομασία «Ρως του Κιέβου», γενέτειρα και των 2 σημερινών κρατών. Η ιστορία που εκτυλίχθηκε έκτοτε με απόγειο τα «τραύματα» του 20ου αιώνα, δημιούργησε μια διαχωριστική τομή ανάμεσα στη δυτικό (φιλοδυτικό) και ανατολικό (φιλορωσικό) κομμάτι της Ουκρανίας.
Αυτό που έχει ιστορικό ενδιαφέρον είναι ότι, η ενσωμάτωσή της Ουκρανίας στη Σοβιετική Ένωση ως μία από τις αρχικές συνιστώσες δημοκρατίες της αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο στην πορεία προς την εθνική κυριαρχία.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, η Ουκρανία έγινε ανεξάρτητο κράτος, ωστόσο αυτές οι διαιρετικές τομές συνέχισαν να παραμένουν και να επηρεάζουν την πορεία της Ουκρανίας. Το 2004 αυτός ο διαχωρισμός έγινε ακόμα πιο έντονος με την «Πορτοκαλί Επανάσταση» καθώς και με την «Επανάσταση Αξιοπρέπειας» του 2014.
Η τελευταία ήταν και η αφορμή, ώστε τον Μάρτιο του ίδιου έτους η Ομοσπονδία της Ρωσίας να καταλάβει και να προσαρτήσει την Χερσόνησο της Κριμαίας. Ένα μήνα αργότερα ακολούθησε εξέγερση των αυτονομιστών στην ανατολική ουκρανική περιοχή του Ντονμπάς, η οποία οδήγησε στην ανακήρυξη των υποστηριζόμενων από την Ομοσπονδία της Ρωσίας Λαϊκών Δημοκρατιών του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ.
Παρά τις 2 αποτυχημένες προσπάθειες κατάπαυσης του πυρός (Μινσκ 1 & 2) η έκρυθμη κατάσταση συνέχισε με σειρά κυβερνοεπιθέσεων εις βάρος της Ουκρανίας σε κεντρικές υποδομές της όπως το ηλεκτρικό της δίκτυο και την κεντρική της τράπεζα.
Τα πράγματα έγιναν χειρότερα το 2019, όταν o τότε πρόεδρος των Η.Π.Α., Donald Trump, μπλοκάρε τη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ προς την Ουκρανία και ζήτησε ως αντάλλαγμα, στον νεοεκλεγέντα τότε πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολόντιμιρ Ζελένσκυ, για να συναντηθούν επίσημα στον Λευκό Οίκο, να διεξάγει έρευνα εις βάρος του πρώην Αντιπροέδρου και νυν Προέδρου των Η.Π.Α., Joe Biden και του γιού του Hunter Biden.
Το 2021, η Ομοσπονδία της Ρωσίας έστειλε περί των 100.000 Ρώσων στρατιωτών στα σύνορα της Ουκρανίας. Εντούτοις, η Ουκρανία επέμεινε στο να μπει σε χρονοδιάγραμμα ένταξης στο ΝΑΤΟ. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, θέτει ένα αμφιλεγόμενο σύνολο αιτημάτων ασφαλείας. Μεταξύ αυτών, ζητά από το ΝΑΤΟ να αποκλείσει διαπαντός την ένταξη της Ουκρανίας σε αυτό και να αποσύρει τις δυνάμεις που σταθμεύουν σε χώρες που εντάχθηκαν σε αυτό μετά το 1997, συμπεριλαμβανομένης της Ρουμανίας και άλλων βαλκανικών χωρών.
Το Φεβρουάριο 2022 κλιμακώνονται οι μάχες μεταξύ των υποστηριζόμενων από τη Ρωσία αυτονομιστών και των ουκρανικών δυνάμεων στις δύο ανατολικές περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, ενώ ο Πούτιν προχώρησε σε αναγνώριση της «Δημοκρατίας του Λουχάνσκ» και της «Δημοκρατίας του Ντονέτσκ» και λίγες μέρες αργότερα ξεκίνησε η εισβολή στην Ουκρανία.
Γιατί πόλεμος;
Με άρθρο του που δημοσιεύτηκε στα ρωσικά, ουκρανικά και αγγλικά τον περασμένο Ιούλιο, ο Πούτιν αποδίδει στους σοβιετικούς ηγέτες την επινόηση μιας ουκρανικής δημοκρατίας εντός της Σοβιετικής Ένωσης το 1922, δημιουργώντας ένα πλασματικό κράτος ανάξιο κυριαρχίας από ιστορικά ρωσικό έδαφος. Αφού η Ουκρανία ανακήρυξε την ανεξαρτησία της το 1991, υποστήριξε ο Πούτιν, οι Ουκρανοί ηγέτες «άρχισαν να μυθοποιούν και να ξαναγράφουν την ιστορία, να επεξεργάζονται όλα όσα ένωσαν [τη Ρωσία και την Ουκρανία] και να αναφέρονται στην περίοδο που η Ουκρανία ήταν μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και της Σοβιετικής Ένωσης ως κατοχή». Αυτό, μεταξύ άλλων, ήταν και το πολιτικό αφήγημα με στο οποίο βάσισε όλες τις ενέργειες του το τελευταίο διάστημα.
Ο Πούτιν επί της ουσίας ήθελε διά του παραδείγματος να στείλει ένα μήνυμα ένθεν κακείθεν ότι τόσο τα γειτονικά του κράτη καθώς και ευρύτερα τα πάλαι ποτέ κράτη της Βαλτικής είναι «off limits» για τη Δύση.
Στο μεταξύ η Δύση έχει προχωρήσει σε μια πρωτοφανή απομόνωση της Ομοσπονδίας της Ρωσίας. Παράλληλα, η οικονομία της δέχεται ένα άγριο σφυροκόπημα καθώς πλειάδα πολυεθνικών εταιρειών την εγκαταλείπουν, οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί όμιλοι διαρκώς υποβαθμίζουν την πιστοληπτική της ικανότητα και η Ε.Ε., έχει ξεκινήσει τους διαλόγους για την αναζήτηση εναλλακτικών πηγών ενέργειας.
Ο Πούτιν έχει βρεθεί σε μία θέση όπου, η απόλυτη επικράτηση της Ρωσίας σε αυτόν τον ολοκληρωτικό πόλεμο που έχει ξεκινήσει, έχει αναχθεί σε προτεραιότητα ζωτικής σημασίας για τον ίδιο. Συνεπώς, οι πιθανότητες για οποιοδήποτε συμβιβασμό από πλευράς του μειώνονται δραματικά κάθε μέρα και περισσότερο.
Αντίστοιχα οι Ουκρανοί δίνουν μια μάχη επιβίωσης, όπου ακόμα και η παραμικρή οπισθοχώρηση από πλευράς τους μπορεί να τους στοιχίσει την ελευθερία τους , την ανεξαρτησία τους , την ίδια τους τη χώρα.
Αντίστοιχα, η «Δύση» βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο, καθώς η επίδειξη δύναμης συνιστά κομβικής σημασίας στρατηγική γιατί από αυτό θα κριθεί η διατήρηση του status quo του ΝΑΤΟ και των Ευρωπαϊκών χωρών και του ρόλου τους στην ευρύτερη περιοχή.
Όλα τα ανωτέρω συνηγορούν στο ότι είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί προς το παρόν κάποιος αμοιβαίος συμβιβασμός με αμοιβαίες υποχωρήσεις και η κατάσταση θα συνεχίσει να εντείνεται.
Γιατί ευκαιρία;
Σε πολιτικό επίπεδο: Η ουκρανική κρίση δημιουργεί τις συνθήκες και την ανάγκη ώστε να βγει η Ε.Ε. από τον πολιτικό «αυτόματο πιλότο» που έχει τεθεί μετά τη Συνθήκη της Λισαβώνας. Σήμερα, πιο πολύ από ποτέ, ο κόσμος χρειάζεται μια περισσότερο δημοκρατική και περισσότερο ενοποιημένη Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι το μοναδικό εξισορροπητικό αντίβαρο που ενδέχεται να επαναφέρει την Ευρώπη στο προσκήνιο των πρωτοβουλιών.
Οι Η.Π.Α. έχουν την ευκαιρία και επιτακτική ανάγκη να διευθετήσουν τα εσωτερικά τους, καθώς η τομή ανάμεσα σε Νότο και Βορρά εντός τους διογκώνεται και τα πρόσφατα γεγονότα στο Καπιτώλιο είναι μόνο ένα δείγμα από πολλά που μπορεί να ακολουθήσουν. Από την άλλη, το ΝΑΤΟ θα πρέπει να επανεξετάσει τη συμμαχίες του, όπως και τη δράση του, καθώς αμφισβητήθηκε ευθέως η κυριαρχία του στην γηραιά Ήπειρο, ενώ ηέκβαση της αμφισβήτησης αυτής θα αλλάξει πολλά.
Τέλος, η πρόσβαση σε ακατέργαστες πληροφορίες, εικόνες και μαρτυρίες είναι άμεση και καθολική σε όλους. Πρακτικά η φρικαλεότητα του πολέμου παίζει ζωντανά καθημερινά στις οθόνες των κινητών μας.
Η ακατέργαστη λεπτομέρεια της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία σε συνδυασμό με την όλο και πιο έκδηλη παρασκηνιακή παρουσία και επιρροή της Ρωσίας στο εσωτερικό (εξαγορά κομβικών οικονομικών υποδομών, έλεγχος ΜΜΕ κλπ) σε διάφορα κράτη (συμπεριλαμβανομένων και των ίδιων των Η.Π.Α.) μπορεί να οδηγήσουν στην απομόνωση της Ρωσίας από όλο και περισσότερα κράτη.
Σε οικονομικό επίπεδο: Επιχειρήσεις και διεθνείς κολοσσοί αποσύρονται μαζικά από τη Ρωσία καταργώντας χιλιάδες (αν όχι εκατοντάδες χιλιάδες) θέσεις εργασίας. Παράλληλα, παρατηρείται ένας «οικονομικός διωγμός» σε επιχειρηματίες της οικονομικής ελίτ της Ρωσίας, σε διάφορα κράτη στα οποία έχουν επενδύσεις σε κρίσιμες υποδομές. Ο διωγμός αυτός πέραν της πίεσης που προκαλεί, δημιουργεί και μια ευκαιρία ώστε να αναδιανεμηθεί δικαιότερα το κομμάτι της αγοράς που οι εν λόγω επιχειρηματίες αφήνουν πίσω.
Επιπλέον, η Ουκρανική κρίση συνετέλεσε στο να κορυφωθεί η ενεργειακή κρίση με αποκορύφωμα το εμπάργκο των Η.Π.Α. στο ρωσικό πετρέλαιο, όσο και το υγροποιημένο φυσικό αέριο και τον άνθρακα. Με την ενεργειακή κρίση, τα κράτη θα αναγκαστούν να αναζητήσουν εναλλακτικές πηγές και μορφές ενέργειας, γεγονός που θα αλλάξει ριζικά τα κέντρα ισχύος στον παγκόσμιο χάρη
Σε ιστορικό επίπεδο: Με τη Δίκη της Νυρεμβέργης και το Σύμφωνο του Λονδίνου, ο πόλεμος αντιμετωπίστηκε ως έγκλημα. Τώρα, έχουμε την ευκαιρία να καλλιεργήσουμε μια κοινή πρακτική (λ.χ. καθολική απομόνωση και κυρώσεις) και να αξιοποιήσουμε εργαλεία τα οποία για χρόνια αποτελούν πρόκληση και πολλές φορές τροχοπέδη πολλά κράτη (λ.χ. παγκοσμιοποίηση) ώστε να καλλιεργήσουμε ένα είδος «διεθνής ανοσοαπόκρισης» σε επιθετικές ενέργειες ολοκληρωτικού χαρακτήρα που ως στόχο έχουν τη διεύρυνση ή διατήρηση ζωνών επιρροής με πλήρη απαξίωση για την ελευθερία και την αυτάρκεια των κρατών και κατ’ επέκταση για την ανθρώπινη ζωή. Ένα διεθνές προηγούμενο που θα αντιμετωπίζει επιθετικές ενέργειες ως ξένο οργανισμό και θα τις αποβάλει αυτόματα.
Λένε ότι όταν ζεις ιστορικές στιγμές δεν το αντιλαμβάνεσαι. Εμείς ζούμε ιστορικά χρόνια. Το σκοτεινό ενδεχόμενο ενός τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου πλέον δεν φαντάζει τόσο μακρινό και ενώ προς το παρόν η πηγή έντασης φαίνεται να βρίσκεται στην Ευρώπη, όμως η σπίθα που μπορεί να τον πυροδοτήσει φαίνεται να βρίσκεται κοντά στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Μια ισχυρή, ακόμα πιο ενωμένη και πιο δημοκρατική Ε.Ε. μπορεί να παίξει τον καθοριστικό ρόλο ώστε η Δύση να διατηρήσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που παίζει στον σημερινό κόσμο και επιπλέον να αξιοποιήσει τα εργαλεία που διαθέτει ώστε ο πόλεμος να γίνει παρελθόν.