Την έντονη διαμαρτυρία της για τη βεβήλωση του ιερού χώρου της ιστορικής Μονής Παναγίας Σουμελά στον Πόντο εκφράζει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, με αφορμή την απόφαση των τουρκικών αρχών να χορηγήσουν άδεια προκειμένου να γυριστεί βίντεο κλιπ.
Όπως τονίζεται, «η απόφαση των τουρκικών φορέων να παραχωρηθεί σε μουσικό συγκρότημα ο χώρος της Ιεράς Μονής, η οποία όχι μόνο ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας και έχει χαρακτηριστεί από αυτό ως “πολιτιστικό μνημείο”, αλλά βρίσκεται ήδη από το 2000 στην προσωρινή λίστα με τα μνημεία της UNESCO, αποτελεί προσβολή και βεβήλωση του χαρακτήρα του θρησκευτικού και ιστορικού αυτού μνημείου».
Αναλυτικά η ανακοίνωση
«Με αφορμή το γεγονός ότι κατά την περασμένη εβδομάδα η παλαίφατος Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά στον Πόντο χρησιμοποιήθηκε ως σκηνικό από τριακονταμελές συγκρότημα χορευτών και τεχνικών ήχου και εικόνας σε μουσικό βίντεο, στο οποίο φαίνονται να τραγουδούν και να χορεύουν και υπό τον ήχο της καμπάνας, η Δ.Ι.Σ. εκφράζει την έντονη διαμαρτυρία Της για την βεβήλωση του ιερού χώρου της ιστορικής Μονής βάσει άδειας που δόθηκε από τις τουρκικές αρχές, κατά το διάστημα που η Ιερά Μονή είναι κλειστή και απαγορεύονται οι επισκέψεις λόγω έργων αναστήλωσης και λοιπών υποστηρικτικών εργασιών.
Η Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά ιδρύθηκε το 386 μ.Χ. από τους Αθηναίους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο μετά από αποκάλυψη της Θεοτόκου, για να εγκαθιδρυθεί εκεί η θαυματουργός εικόνα Της, η οποία, σύμφωνα με την Παράδοση, είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά.
Έκτοτε ο χώρος αυτός απετέλεσε το κέντρο λατρείας και αναφοράς του Ποντιακού Ελληνισμού και όχι μόνο, αφού πιστοί από τα πέρατα του κόσμου συνέρρεαν εκεί επί δεκαπέντε ολόκληρους αιώνες για να προσκυνήσουν την ιερά εικόνα της Παναγίας και τα άλλα ιερά κειμήλια που φυλάσσονταν εκεί, γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη λατρευτική αξία.
Εδώ και ένα αιώνα, μετά από την Γενοκτονία και τον ξεριζωμό των Ελλήνων του Πόντου, οι ιερές Ακολουθίες δεν τελούνται, αλλά το Μοναστήρι παραμένει ένας χώρος θρησκευτικού και ιστορικού χαρακτήρα και ανοίγει – σύμφωνα με την απόφαση των τουρκικών αρχών – μόνο για προσκυνηματικούς λόγους.
Η απόφαση των τουρκικών φορέων να παραχωρηθεί σε μουσικό συγκρότημα ο χώρος της Ιεράς Μονής, η οποία όχι μόνο ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας και έχει χαρακτηριστεί από αυτό ως «πολιτιστικό μνημείο», αλλά βρίσκεται ήδη από το 2000 στην προσωρινή λίστα με τα μνημεία της UNESCO, αποτελεί προσβολή και βεβήλωση του χαρακτήρα του θρησκευτικού και ιστορικού αυτού μνημείου.
Η δικαιολογία των φορέων και των συντελεστών ότι το βίντεο γυρίστηκε εκεί προκειμένου να προβληθεί η Παναγία Σουμελά ως τουριστικός προορισμός, θεωρείται απαράδεκτη, γι’ αυτό και προκάλεσε την δυσαρέσκεια και έντονες αντιδράσεις ακόμη και των ντόπιων κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι αγαπούν και σέβονται το μνημείο, και όπως δηλώνουν, δεν θα ήθελαν επ’ ουδενί να πραγματοποιηθεί μια αντίστοιχη εκδήλωση στον χώρο ενός τζαμιού.
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος εκφράζει την απογοήτευσή Της, την έντονη διαμαρτυρία Της και τον προβληματισμό Της για το γεγονός ότι μετά την μετατροπή σε τζαμιά των Ναών της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντος και της Μονής της Χώρας, η βεβήλωση της Μονής Παναγίας Σουμελά, και μάλιστα ακριβώς στον χώρο όπου τελείται κάθε Δεκαπενταύγουστο η Θεία Λειτουργία από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, αποτελεί μία ακόμη ενέργεια των τουρκικών αρχών σε βάρος ενός μνημείου παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η ενέργεια αυτή προσβάλλει βάναυσα, όχι μόνο το θρησκευτικό αίσθημα των Ελλήνων Ποντίων, αλλά και αυτήν την διεθνή αντίληψη περί σεβασμού και προστασίας των θρησκευτικών και ιστορικών μνημείων από κάθε προσπάθεια αλλοίωσης του χαρακτήρα τους.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι είναι υποκριτική και ανακόλουθη συμπεριφορά για ορισμένους πολιτικούς χώρους και μέσα ενημερώσεως να διαμαρτύρονται για τέτοιες προσβολές σε βάρος χριστιανικών μνημείων στην Τουρκία, όταν ταυτοχρόνως δικαιολογούν ως δείγμα προοδευτικότητας όμοιες και χειρότερες δημόσιες προσβολές και έμπρακτες επιθέσεις σε βάρος χώρων χριστιανικής λατρείας εντός Ελλάδος».
Πηγή: kathimerini.gr