ΑΡΘΡΟ 

Της Δήμητρας Ευθυμιάδου 

Πτυχιούχου του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ.

 

Την Πέμπτη 15 Απριλίου, ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας επισκέφθηκε την Άγκυρα, έπειτα από πρόσκληση της Τουρκικής πλευράς. Όπως ήταν προγραμματισμένο, ο Έλληνας ΥΠΕΞ συναντήθηκε στις 15.00 με τον Τούρκο Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, ενώ μια ώρα αργότερα ακολούθησε συζήτηση μεταξύ των ΥΠΕΞ των δύο χωρών, Νίκου Δένδια και Μεβλούτ Τσαβούσογλου.

Όπως προβλέπει το διπλωματικό πρωτόκολλο, έπειτα από την κατ’ ιδίαν συνάντηση των δύο ομόλογων Υπουργών, οι ίδιοι προέβησαν σε κοινές δηλώσεις στον Τύπο και στις τηλεοπτικές κάμερες. Στο σημείο αυτό διαδραματίστηκε ένα «θερμό» περιστατικό αντιπαράθεσης μεταξύ τους, με τον Έλληνα Υπουργό να θέτει δημόσια και με σαφή τρόπο τα όρια και το πλαίσιο της ελληνικής ατζέντας όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά. Στη συνέχεια εκτυλίχθηκε μια, εφ’ όλης της ύλης των ελληνοτουρκικών διαφορών, σκληρή αντιπαράθεση.

Ο κ. Τσαβούσογλου αισθάνθηκε ότι η σαφής αποτύπωση των ελληνικών θέσεων από τον κ. Δένδια πρόσβαλε την τουρκική πλευρά, ανέβασε τους τόνους και έκανε λόγο για παραβίαση των δικαιωμάτων της Τουρκίας από την Ελλάδα στο Αιγαίο. Ο Τούρκος ΥΠΕΞ έθιξε ακόμα και το ζήτημα της μουσουλμανικής μειονότητας στην Θράκη, ονομάζοντάς την ως «τούρκικη μειονότητα» με σαφή τουρκικά εθνικά χαρακτηριστικά. Όσον αφορά το μειονοτικό ζήτημα ο Νίκος Δένδιας απάντησε ψύχραιμα και τόνισε ότι η Συνθήκη της Λωζάννης, την οποία έχει υπογράψει και η Τουρκία, είναι αυτή που την χαρακτηρίζει ως «μουσουλμανική μειονότητα» και δεν προσδίδει εθνικά χαρακτηριστικά, είτε αυτό αρέσει στην γείτονα χώρα είτε όχι.

Εκτός των παραπάνω, ο κ. Τσαβούσογλου υποστήριξε ότι η Ελλάδα εμπλέκει «τρίτους» στα ελληνοτουρκικά θέματα, εννοώντας φυσικά τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας. Στην ανυπόστατη αυτή κατηγορία, ο κ. Δένδιας έδωσε μια ρητή απάντηση, υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να προχωρήσει σε μία θετική ατζέντα με την Τουρκία, χωρίς αυτό να σημαίνει εγκατάλειψη του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Τόνισε ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ε.Ε. εδώ και 40 χρόνια και είναι περήφανη που συμμετέχει στο πιο επιτυχημένο παράδειγμα διεθνούς συνεργασίας χωρών στην ιστορία της ανθρωπότητας, ενώ παράλληλα σημείωσε ότι η Ε.Ε. δεν είναι «τρίτος», αλλά είναι η πολιτική οικογένεια στην οποία ανήκει η χώρα.

Το σημείο όπου η ένταση κορυφώθηκε ήταν η στιγμή κατά την οποία ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου πήρε για τρίτη φορά το λόγο και έθεσε επί τάπητος την επιθυμία της Τουρκίας για την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, αλλά και το πάντα επίκαιρο casus belli της τουρκικής πλευράς. Με την σειρά του ο Νίκος Δένδιας ανταπάντησε με ψυχραιμία και μια δόση χιούμορ, κρατώντας τα προσχήματα, χωρίς να παρεκτραπεί και να προβεί σε εξίσου προκλητικά λεγόμενα. Συγκεκριμένα, ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε ότι τα νησιά του Αιγαίου έχουν στρατό επειδή δέχονται απειλή (από την Τουρκία) και αυτό δεν είναι επιλογή της Ελλάδας. Είπε, μάλιστα, με δηκτικό ύφος ότι ο στρατός κοστίζει χρήματα και η Ελλάδα δεν επιθυμεί να ξοδεύει άδικα χρήματα, γι’ αυτό εάν δεν υπάρχει απειλή καλό είναι να μας το πουν. Όσον αφορά τη διαφορά 6-10 μιλίων, ανέφερε ότι η απόφαση ελήφθη από την Ελλάδα τη δεκαετία του 1930 και η Τουρκία αντέδρασε έπειτα από 50 χρόνια. 

Έχοντας αναφέρει τα βασικά σημεία της on camera λογομαχίας είναι σχετικά εύκολο να διακρίνει κάποιος ότι για πρώτη φορά Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών προέβη σε επίσημες δηλώσεις, ανοίγοντας τα χαρτιά της ελληνικής διπλωματίας με τόσο ξεκάθαρο τρόπο. Ο κ. Δένδιας μέσα σε λίγα λεπτά κατάφερε να θέσει με σαφήνεια αλλά και αυστηρότητα τις θέσεις της Ελλάδας, φανερώνοντας ποιες από αυτές μένουν αμετακίνητες, ποιες καταστάσεις πρέπει να μεταβληθούν μεταξύ των δύο χωρών, αλλά και το κυριότερο ότι η Ελλάδα δεν είναι πλέον μια χώρα με φοβικό σύνδρομο απέναντι στην γείτονα.

Κατά την διάρκεια της μετωπικής σύγκρουσης των δύο Υπουργών ειπώθηκαν πολλά περισσότερα από τα προαναφερθέντα και αξίζει κανείς να παρακολουθήσει το βίντεο των κοινών δηλώσεων, ώστε να αποκτήσει ακόμα πιο ξεκάθαρη εικόνα για τα τεκταινόμενα. Ωστόσο, το σίγουρο είναι ότι η ελληνική πλευρά δεν άφησε χωρίς απάντηση τις προκλητικές δηλώσεις της τουρκικής πλευράς. Αντιθέτως, απάντησε με επιχειρήματα, με σθένος και αυτοπεποίθηση, αναβαθμίζοντας τη θέση της χώρας στη διεθνή σκηνή.

Παρά την πρόθεση αποκλιμάκωσης και την αλλαγή σελίδας που δηλώνουν ότι επιθυμούν και οι δύο χώρες, τα προβλήματα είναι εξαιρετικά σύνθετα και ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο δεν μπορούν να επιλυθούν με ευκολία. Μέσα σε ένα κλίμα σκληρής αντιπαράθεσης ξεχώρισε η στάση του κ. Δένδια, η οποία μπορεί να αποτελέσει οδηγό χειρισμού στα ελληνοτουρκικά. Η στάση-πρότυπο που κράτησε ως επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας έτυχε καθολικής αποδοχής στο εσωτερικό της χώρας, αφού εξέφρασε σε διεθνές επίπεδο όλα όσα λέγονται εδώ και καιρό εντός των ελληνικών συνόρων. Πέραν αυτού, δόθηκε και η κατάλληλη αφορμή για να γίνει, ακόμα μια φορά, αισθητό διεθνώς ότι η Τουρκία δεν έχει πραγματική διάθεση υποχώρησης και αποδοχής των πάγιων και δίκαιων θέσεων της ελληνικής πλευράς, που βασίζονται στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Υποθέτω ότι το επόμενο διάστημα οι σχέσεις Αθήνας – Άγκυρας θα διέπονται από ένα ψυχρό κλίμα, καθώς ο κ. Τσαβούσογλου αιφνιδιάστηκε. Κατά πάσα πιθανότητα, όμως, όσα συνέβησαν θα έχουν θετική επίδραση στον τρόπο που αλληλεπιδρά η Ελλάδα με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε., αλλά και με αυτές της Ανατολικής Μεσογείου. Μένει να αποδειχτεί εάν η ελληνική πλευρά έκανε μια πραγματική και δυναμική στροφή στη διπλωματική της πλεύση ή εάν ήταν ένα βραχύβιο ευχάριστο διάλλειμα από την διπλωματική ενδοτικότητα που κυριαρχούσε τα τελευταία χρόνια στην εξωτερική πολιτική.

 

*Το άρθρο της κ. Ευθυμιάδου δημοσιεύτηκε στο blog PoliticsToday.news.blog