ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΣΤΗ ΓΕΦΥΡΑ ΤΩΝ ΠΑΠΑΔΩΝ ΣΤΙΣ 5 ΙΟΥΛΙΟΥ

 

Σε αυτόν εδώ τον τόπο, πριν από 76 χρόνια ήρθαν αντιμέτωποι οι πολλοί με τους λίγους, οι ισχυροί με τους αδύναμους, το δίκιο με το άδικο, ο βουλγαρικός ιμπεριαλισμός με τον ελληνικό πατριωτισμό, η μεγαλομανία των Βουλγάρων με τη γενναιότητα και το μεγαλείο ψυχής των Ελλήνων.

Όταν ο Χίτλερ της Γερμανίας παρέδωσε στη Βουλγαρία, στις αρχές του 1941,την Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, δηλαδή από τον Στρυμώνα ποταμό των Σερρών, έως τον ποταμό Έβρο. Εκεί στα σύνορα του Έβρου μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας κράτησε μια λωρίδα από σημαντικό τόπο υπό τον έλεγχο της, η Γερμανία. Το βουλγαρικό κράτος μέχρι τον Ιούνιο του ίδιου έτους, είχε προσαρτήσει, στο Βουλγάρικο κράτος, τα νέα αυτά εδάφη και ξεκίνησε έναν απίστευτο κύκλο αίματος, στην περιοχή Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.

Η βουλγάρικη κυβέρνηση προκειμένου να επιτύχει τα πολιτικά της σχέδια, προχώρησε σε σκληρές μεταρρυθμίσεις. Όλες οι υπηρεσίες Νομαρχία, Δημαρχία, Αστυνομία, Τμήματα Αγροφυλακής καθώς και οι εκκλησίες, υπέστησαν τα σκληρά μέτρα εκβουλγαρισμού, που επέβαλε με τη βία ο κατακτητής. Πολλές οικογένειες ήρθαν από τη Βουλγαρία στα χωριά και τις πόλεις και καταλάμβαναν όποια σπίτια ήθελαν με το «έτσι θέλω», ενώ περιόριζαν τις ελληνικές οικογένειες, σε ένα δωμάτιο. Δόθηκε εντολή ν’ αλλαχθούν τα ονόματα στα μνήματα από ελληνικά σε βουλγάρικα. Το ίδιο συνέβη στις επιγραφές στα καταστήματα και τις υπηρεσίες. Οι θηριωδίες και τα μέτρα εκφοβισμού ήταν καθημερινό φαινόμενο: «Ή γίνεσαι Βούλγαρος υπήκοος ή θα υποφέρεις». Παράλληλα ότι τους άρεζε από τα σπίτια και τα μαγαζιά, το πλιατσικολογούσαν, χωρίς να υπολογίζουν τον κόσμο που το κατείχε. Η προπαγάνδα, οι ξυλοδαρμοί, οι βιασμοί, η τρομοκρατία και οι τουφεκισμοί ήταν συνήθεις πρακτικές για τους κατακτητές με τις οποίες εκβουλγαρήθηκε βιαίως περίπου το 2% του πληθυσμού. Στρατολογούσαν νέους άνδρες, τους μεταφέρανε στη Βουλγαρία όπου δούλευαν σε σκληρά τάγματα εργασίας, τους ονόμαζαν δε «ντουρντουβάκια» μ’ ένα πιάτο νερόσουπα την ημέρα.

Οι κακουχίες και τα βάσανα ανάγκασαν πολλούς νέους άνδρες, να καταφύγουν στα βουνά, όπου και οργανώθηκαν, οι πρώτες αντάρτικες ομάδες, που αντιστάθηκαν με σθένος στον κατακτητή. Οι ομάδες απαρτίζονταν από έμπειρους πολεμιστές που είχαν καταγωγή από τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας του Πόντου, τη Μπάφρα, την Σαμψούντα και τις άλλες πόλεις. Πολύ γρήγορα αναπτύχθηκαν εθνικές αντάρτικες ομάδες «Ε.Α.Ο.», από τη συνένωση των οποίων δημιουργήθηκε μετέπειτα η ΕΣΕΑ δηλαδή η Ένωση Συμπολεμιστών Εθνικού Αγώνα με 8 αρχηγεία στην περιοχή, από το καλοκαίρι του 1941, έως και τις αρχές του 1943:

Αρχηγείο Τσαλ-Νταγ Δράμας – Καβάλας, με αρχηγό τον Αντώνιο Φωστηρίδη και υπαρχηγό το Θωμά Πεχλιβανιδη, μετέπειτα αρχηγό του Τσαλ-Νταγ.

Αρχηγείο Παγγαίου Σερρών, με αρχηγό το Θεόδωρο Τσακιρίδη (μπάρμπα Θεόδωρο ή οπλαρχηγό) και στην Μπάφρα του Πόντου.

Αρχηγείο Καρά-Ντερέ (Ελατιάς Δράμας), με αρχηγό τον Αναστάσιο Αβραμίδη

Αρχηγείο Μποζ –Νταγ Δράμας, με αρχηγό τον Παντελή Παπαδάκη

Αρχηγείο Μπαϊράμ–Τεπέ Δράμας, με αρχηγό το Θεόδωρο Μικρόπουλο

Αρχηγείο Κοτζά-Ορμάν Χρυσούπολης Καβάλας, με αρχηγό τον Ευάγγελο Καρατάσιο

Αρχηγείο Συμβόλου Καβάλας, με αρχηγό τον Νικόλαο Κάππα

Το αρχηγείο αυτό δημιουργήθηκε τελευταίο στην Χαϊτού Ξάνθης, λόγω αύξησης των δυνάμεων της αντίστασης.

Από τα χωριά της Ξάνθης, οι Έλληνες Πομάκοι, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, ανέβηκαν στο βουνό της Χαϊτούς κι ένωσαν τις δυνάμεις τους με τους αντάρτες, υπό την αρχηγία του Αναστάσιου Τοπούζογλου. Οι συγκρούσεις με τους Βούλγαρους πολλές. Η ανάγκη για καλύτερη οργάνωση οδήγησε πολεμιστές, όπως ο Σαρηγιαννίδης Καλλίνικος από το Καστανάτο «Μπόιβα» Ξάνθης, ο Τσακιρίδης Θεόδωρος από τη Νέα Μπάφρα Σερρών, ο Κυριάκος Φωστηρίδης από τις Κρηνίδες Καβάλας και άλλοι πολλοί, να συνενώσουν τα οχτώ αρχηγεία κάτω από την ηγεσία ενός αρχηγού. Αυτό έγινε στις 22 Φεβρουαρίου του 1943, στο Καστανάτο «Μπόιβα» που βρίσκεται στους πρόποδες του Χιονοβουνείου στα σύνορα Δράμας-Καβάλας-Ξάνθης, στο σπίτι του καπετάνιου Σαρηγιαννίδη.

Εκεί λοιπόν, πρότειναν ομόφωνα ως αρχηγό τον Αντώνη Φωστηρίδη, (Αντών Τσαούς), που ήταν τότε αρχηγός του Τσαλ-Νταγ και τη θέση του πήρε ο τότε υπαρχηγός Θωμάς Πεχλιβανίδης. Στον αγώνα μετείχε εκείνη την εποχή και ο Παναγιώτης Παπαδόπουλος, από το Κεχρόκαμπο Καβάλας. Άνθρωπος πολύ μορφωμένος, έμπειρος πολεμιστής, που γνώριζε πολύ καλά τα Αρχαία Ελληνικά και άπταιστα ξένες γλώσσες, Αγγλικά/Ρώσικα/Τούρκικα. Ο Παπαδόπουλος ανέλαβε το 9οαρχηγείο εσωτερικής αντιστάσεως, κατασκοπείας, προπαγάνδας, διαφωτίσεως, δολιοφθοράς και εκτελούσε μαζί και καθήκοντα γενικού γραμματέα.

Ο αριθμός των ανταρτών στα βουνά άγγιζε περί τους 6.500, ενώ οργανώθηκαν και ομάδες τροφοδοσίας, από όλα τα χωριά, παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένοι (περί τα 6.000 άτομα) που μετέφεραν ρούχα, τρόφιμα, ιατρικό υλικό και πολεμοφόδια. Συνολικά 12.500 άτομα πολέμησαν τον αιμοσταγή βούλγαρο κατακτητή. Ο γενικός αρχηγός των ΕΑΟ ΕΣΕΑ Αντώνιος Φωστηρίδης γρήγορα αγαπήθηκε απ’ όλους, διότι ήταν πάντα μπροστά, έφτανε παντού με το γρήγορο άλογο του κι έλεγχε τα πάντα με αγάπη. Σαν άνθρωπος, ήταν ολιγομίλητος, μεθοδικός και οργανωτικός, οραματιστής, μαχητής, φωτισμένος από τον θεό, ακαταμάχητος.

Ο φόρος αίματος κατά τα έτη 1941 έως το τέλος του 1944, υπήρξε ιδιαίτερα μεγάλος στις μικρές και μεγαλύτερες μάχες, που έλαβαν χώρα στη βουλγαροκρατούμενη Ανατολική Μακεδονία και Θράκη. Η μεγαλύτερη και σπουδαιότερη από αυτές ήταν η μάχη στους Παπάδες, στη γέφυρα του ποταμού Νέστου. Στις 6 Μαΐου 1944 ένα βουλγάρικο σύνταγμα, προσπάθησε να περάσει από τη γέφυρα του Νέστου μήκους 75 μέτρων, για να επιτύχει καίριο και αιφνιδιαστικό πλήγμα, κατά των ανταρτών που δρούσαν στην περιοχή. Η μάχη που ακολούθησε σφοδρή και συνεχίστηκε για 4 μέρες. Σήμερα η γέφυρα βρίσκεται μέσα στη λίμνη, εδώ μπροστά μας.

Το πρωί της 6ης Μάιου 1944, Βουλγάρικες δυνάμεις κατοχής προετοιμάστηκαν να περάσουν τη Γέφυρα των Παπάδων, προκειμένου να συνεχίσουν την πορεία τους, εκκαθαρίζοντας την περιοχή από τους αντάρτες της Ένωσης Συμπολεμιστών Εθνικού Αγώνος. Οι Έλληνες αντάρτες όμως πληροφορούνται εγκαίρως τις κινήσεις των Βουλγάρων και ολόκληρος ο όγκος του βουλγαρικού συντάγματος βρίσκεται σύντομα κάτω από τα πυρά των ανταρτών που καιροφυλακτούσαν. Το πρωί εκείνης της ημέρας ο διοικητής του βουλγάρικου συντάγματος συνταγματάρχης Μιχαήλ Μιχαήλοφ, στέλνει 5 άντρες για να ερευνήσουν, αν τυχόν υπάρχουν γύρω από τη γέφυρα κρυμμένοι αντάρτες. Η εμπροσθοφυλακή, κάτω από το αγωνιώδες βλέμμα του συνταγματάρχη Μιχαήλ Μιχαήλοφ, περνά ανενόχλητη, στην άλλη πλευρά της γέφυρας και όταν διαπιστώνει πως τίποτε το ύποπτο δεν συμβαίνει, ενημερώνει την υπόλοιπη βουλγάρικη δύναμη να ακολουθήσουν. Ο Μιχαήλοφ με μεγάλη χαρά δίνει εντολή να προχωρήσει προς τη γέφυρα ο 1ος λόχος, ακολουθεί ο 2ος και εν συνεχεία ο 3ος και ο 4ος. Ο 1ος λόχος καταφέρνει να φθάσει στην άλλη πλευρά της γέφυρας ενώ οι υπόλοιποι, την ώρα που επιχειρούν να περάσουν, δέχονται την πρώτη επίθεση με χειροβομβίδα από τον καπετάνιο Ηλία Σελαλματζίδη. Ακολουθεί ηρωική μάχη με πολύ λίγους αντάρτες, οι οποίοι όμως έχοντας καταλάβει καίριες θέσεις, καθηλώνουν τους στρατιώτες που δεν μπορούν να προχωρήσουν ούτε εμπρός ούτε πίσω, λόγω του μεγάλου συνωστισμού. Ο Σαρακατσάνος αντάρτης, καταγόμενος από τη Μεσολακκιά Σερρών, Δημήτριος Μελίτος, στέκεται όρθιος απέναντί τους, σκοτώνοντας δεκάδες Βούλγαρους στρατιώτες, χάνει όμως τη ζωή του από τα βλήματα πυροβολικού όλμων των Βουλγάρων. Και δεύτερος ήρωας πολεμιστής Κοϊμτζόγλου Ιωάννης του Γεωργίου από το χωριό Παπάδες όρθιος και αυτός με περισσό θάρρος σκότωσε αρκετές δεκάδες Βουλγάρους και έχασε τη ζωή του μετά από σκληρή μάχη. Άλλοι πολεμιστές όπως ο Γιάννης και Κώστας Λαφτσίδης, ο Γεώργιος Κωφίδης, ο Τσαπανίδης και άλλα παλικάρια της ΕΑΟ – ΕΣΕΑ με ελληνική ψυχή πολέμησαν ηρωικά τον μαινόμενο κατακτητή. Πολλοί Βούλγαροι στρατιώτες έπεφταν μέσα στα ορμητικά και θολά νερά, του ποταμού, για να σωθούν, από τα πυρά αλλά το νερό τους παρέσυρε και πνίγονταν αβοήθητοι. Ο ποταμός Νέστος γέμισε από πτώματα πνιγμένων και σκοτωμένων, το νερό έρεε κόκκινο από το αίμα. Η μάχη κράτησε από τις 6 έως και τις 10 Μαΐου 1944.

Σύμφωνα με τις Βουλγαρικές εφημερίδες, της εποχής εκείνης, στη μάχη σκοτώθηκαν 600 στρατιώτες ενώ 400 ήταν οι τραυματισμένοι, πολλοί από τους οποίους πέθαναν. Στις απώλειες υπήρξαν και 42 αξιωματικοί, μεταξύ αυτών και ο συνταγματάρχης Μιχαήλ Μιχαήλοφ, ο σφαγέας της Δράμας, που άφησε στο διάβα του μαρτύρια, καταστροφές και βαρύ πένθος το οποίο μαρτυρούν όλα τα μνημεία, που βρίσκονται σήμερα στη Δράμα και τα γύρω χωριά.

Στην ευρύτερη περιοχή, οι μάχες συνεχίζονταν στην προσπάθεια να μην ενισχύεται με μάχιμες δυνάμεις ο βουλγαρικός στρατός, όπως από την πλευρά του Μπαϊράμ Τεπέ. Ο αρχηγός Αβραμίδης έδωσε εκεί την δική του μάχη με τα παλικάρια του. Από την πλευρά του Κάτω Νευροκοπίου ο Τάσκας με τα παλληκάρια του, το ίδιο από την πλευρά του Τουλουμπάρ ο Παπαδάκης με τα παλικάρια του. Παράλληλα με τη μάχη που δόθηκε στο Νέστο μεγάλη στρατιωτική δύναμη, πιο ενισχυμένη, συντάσσεται στην περιοχή της Καβάλας για να φτάσει για ενίσχυση. Τα βρίσκουν όμως σκούρα, διότι ο αρχηγός Αντώνιος Φωστηρίδης, είναι από την πρώτη στιγμή ενημερωμένος για όλα όσα διαδραματίστηκαν στη μάχη του Νέστου. Έδωσε σκληρή μάχη με τα παλικάρια του στον δρόμο του Αμυγδαλεώνα Καβάλας προς Δράμα και διέλυσε τη βουλγάρικη ταξιαρχία, που προσπαθούσε να διασχίσει την περιοχή, για να φθάσει για ενίσχυση στη Γέφυρα των Παπάδων.

Η σημασία της νίκης της μάχης του Νέστου στη γέφυρα των Παπάδων, ήταν εξαιρετικά μεγάλη, αφού προκάλεσε τις μεγαλύτερες απώλειες, στον κατακτητή και έβαλε φρένο στα βουλγάρικα σχέδια, για απόσχιση της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, από την Ελλάδα και καταξίωσε τους Έλληνες αντάρτες, του Αντωνίου Φωστηρίδη, να ενταχθούν στην 8η στρατιά των Συμμαχικών Δυνάμεων της Μέσης Ανατολής. Με αυτή τη μάχη οι Βούλγαροι έχασαν τη μεγάλη ευκαιρία, που είχαν πάντα στο μυαλό τους, το μεγάλο τους σχέδιο και όνειρο.

Τον Οκτώβριο του 1944 στη γνωστή διάσκεψη της Μόσχας, ο Τσώρτσιλ είχε συνάντηση με τον Στάλιν ο οποίος του μετέφερε το πάγιο αίτημα του τότε πρωθυπουργού Δημητρόφ της Βουλγαρίας, να προσαρτήσει τη Δράμα και την Καβάλα ώστε να υπάρξει η πολυπόθητη έξοδος των Βουλγάρων, στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Ο Τσώρτσιλ απάντησε στον Στάλιν ότι οι Έλληνες νίκησαν στο Νέστο τους Βουλγάρους και σύμφωνα με το δίκαιο του πολέμου οι νικητές δεν παραχωρούν εδάφη στους ηττημένους. Ο Στάλιν αποδέχθηκε την πρόταση και το θέμα έκλεισε υπέρ της Ελλάδος.

Εκλεκτοί προσκεκλημένοι, σήμερα που όλοι οι γείτονες μας προσπαθούν, μανιωδώς θα έλεγα, να υφαρπάξουν οτιδήποτε ελληνικό, εμείς, ως Έλληνες, οφείλουμε να είμαστε εν ομονοία δεμένοι αγαπημένοι και προετοιμασμένοι να αποκρούσουμε τον εχθρό. Αλλά και τους «συμμάχους» μας, που μας θεωρούν «έθνος εν παρακμεί». Ξεχνούν πως οι Έλληνες έχουν ταχθεί να «φυλάττουν Θερμοπύλες». Οι σύγχρονοι εμείς Έλληνες, είμαστε απόγονοι του Λεωνίδα, του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, του Χρυσοστόμου Σμύρνης, του Αντών Τσαούς, αυτών των Ελλήνων που πολέμησαν με ανδρεία, και εδώ στη γέφυρα των Παπάδων.

Ηρωικοί νεκροί, εθελοντές άνδρες και γυναίκες, αγωνιστές, εσείς της γέφυρας των Παπάδων, ζωντανά παραδείγματα, θάρρους κι αγωνιστικότητας, ευγενικές μορφές, που επιτελέσατε το καθήκον σας απέναντι στην πατρίδα. Σας χρωστούμε αιώνια χάρη και ευγνωμοσύνη!!! Η τιμή και η δόξα σας ανήκει. Η πατρίδα είναι ελεύθερη χάρη στη θυσία σας, στους αγώνες σας, υπέρ της μακεδονικής γης, που είναι και παραμένει ελληνική!!!

Δίνουμε την ιερή υπόσχεση, να φυλάξουμε ελεύθερο το χώμα της πατρίδος, που εσείς μας παραδώσατε!!!

Ας είναι ελαφρύ το χώμα, που σας σκεπάζει. Αιωνία σας η μνήμη. Αθάνατοι Νεκροί!!!

ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!!!